Το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας αποτελεί μια αλλόκοτη περίπτωση σύγχρονου κράτους. Ακροβατεί μεταξύ νεωτερισμού και συντηρητικής σχεδόν απάνθρωπης παράδοσης. Διεκδικεί την οικονομική άνθηση υλοποιώντας ρηξικέλευθες πολιτικές αλλά συγχρόνως δεν μπορεί να αποδεσμευθεί από το απαρχαιωμένο σκεπτικό του παρελθόντος. Οι Σαουδάραβες μετατρέπουν την άγονη και αφιλόξενη έρημο σε εύφορες, καλλιεργήσιμες εκτάσεις αλλά το ποινικό τους δίκαιο δεν εκσυγχρονίζεται. Άπαξ και κλέψεις, βιάσεις, σκοτώσεις, απαρνηθείς το Ισλάμ ή κάνεις εμπόριο ναρκωτικών ουσιών, σου κόβουν το κεφάλι με σπαθί δημοσίως. Με το ένα πόδι στο μέλλον, αξιοποιώντας όλα τα προοδευτικά εργαλεία (π.χ. τεχνολογία) και με το άλλο πόδι στο παρελθόν, υπακούοντας στην σκληρή εκδοχή του σουνιτικού, ουαχαμπιτικού Ισλάμ.
Η Σαουδική Αραβία παραμένει σε μεγάλο βαθμό μια άγνωστη χώρα, κυρίως με δική της ευθύνη. Δεν είναι εξωστρεφής όπως τα γειτονικά Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Πολλά ζητήματα που βασανίζουν την σαουδαραβική κοινωνία είναι αφανή, δεν προβάλλονται και καλύπτονται από ένα πέπλο ενδόμυχης, κοινωνικής ενοχής. Χαρακτηριστικά, η φτώχεια αποτελεί ένα κοινωνικό ταμπού για τους Σαουδάραβες, όπως και η ομοφυλοφιλία. Δεν θίγουν δημοσίως τις διαστάσεις της φτώχειας, το καθεστώς με τη σειρά του υποκρύπτει το φαινόμενο και δεν επιτρέπει στους αρμόδιους του ΟΗΕ να έχουν επίσημα στοιχεία και αριθμούς. Πριν ένα χρόνο, τρεις κάτοικοι της Σαουδικής Αραβίας δημοσιοποίησαν ένα βίντεο στο youtube αναφέροντας ότι το 22% των Σαουδαράβων ζει κάτω από τα όρια της φτώχειας. Η ενέργειά τους αυτή, προκάλεσε την άμεση σύλληψη και φυλάκισή τους. Κατά γενική ομολογία, ακόμη και στα πολύ πλούσια πετρελαιοπαραγωγά κράτη με επίσημη και κυριαρχούσα θρησκεία το Ισλάμ, η φτώχεια συντηρείται από τις εκάστοτε αρχές και δεν καταπολεμείται. Ο λόγος είναι θρησκευτικός αφού μια από τις πέντε βασικές υποχρεώσεις του μουσουλμάνου πιστού, είναι το ζακάτ, η ελεημοσύνη προς τα φτωχά στρώματα. Αν δεν υπάρχουν φτωχοί, πως θα αποδείξεις στον Θεό σου ότι είσαι καλός μουσουλμάνος; Ας τους λοιπόν να υπάρχουν, για να εξασφαλίσεις εσύ μια θέση στον ισλαμικό παράδεισο με τα ρυάκια από κρασί, γάλα και τις παρθένες ''ουρί''.
Αφού μας κουκουλώνουν τα ανεπίσημα, ας ανατρέξουμε στα επίσημα στοιχεία:
• 13η χώρα παγκοσμίως σε έκταση. Περίπου 16 φορές μεγαλύτερη από την Ελλάδα, με 2.149.690 τ. χλμ..
• Συνορεύει με την Ιορδανία, το Ιράκ, το Κουβέιτ, το Κατάρ, τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, την Υεμένη, το Ομάν και συνδέεται με μια γέφυρα μήκους 25 χλμ. με το μικρό Μπαχρέιν, ένα σύμπλεγμα 36 νησιών στον Περσικό Κόλπο.
• Η χώρα διαχωρίζεται σε 13 διοικητικά διαμερίσματα.
• Έχει ακτές στον Περσικό Κόλπο και στην Ερυθρά Θάλασσα.
• Η τεράστια Αραβική Έρημος καταλαμβάνει το μεγαλύτερο μέρος της χώρας ενώ οι υδάτινοι πόροι καλύπτουν μόλις το 1% της συνολικής έκτασης.
• Ο πληθυσμός της χώρας ανέρχεται στα 30 εκατομμύρια κατοίκους εκ των οποίων τα πέντε είναι ξένοι υπήκοοι οι οποίοι απασχολούνται σε χειρωνακτικές εργασίες ή ως στελέχη επιχειρήσεων. Η μεγαλύτερη ξένη πληθυσμιακή ομάδα είναι εκείνη των Πακιστανών με 1,5 εκατ., και ακολουθούν οι Ινδοί με 1,3 εκατ. και άλλες εθνικότητες όπως οι Αιγύπτιοι, Σύριοι, Παλαιστίνιοι, Ιρακινοί, Ινδονήσιοι, Σουδανοί, Μπαγκλαντεσιανοί, Τούρκοι και Ευρωπαίοι.
• Ο ισλαμικός νόμος (σαρία) έχει την απόλυτη ισχύ αλλά τηρούνται και νόμοι κοσμικής φύσεως που καλύπτουν το φάσμα των οικονομικών δοσοληψιών.
• Ο μονάρχης της χώρας είναι ο απόλυτος ηγεμόνας. Ελέγχει τις Ένοπλες Δυνάμεις, τη δικαστική και εκτελεστική εξουσία, διορίζει τους υπουργούς της κυβέρνησης και τα μέλη της συμβουλευτικής συνέλευσης (νομοθετικό συμβούλιο). Πολιτικά κόμματα δεν υπάρχουν και για πρώτη φορά διενεργήθηκαν εκλογές το 2005, σε επίπεδο Δήμων - Κοινοτήτων. Με απόφαση του τωρινού μονάρχη Αμπντουλλάχ, οι γυναίκες θα μπορέσουν να ψηφίσουν για πρώτη φορά στα χρονικά της χώρας το 2015 και να εκπροσωπηθούν στη συμβουλευτική συνέλευση.
• Κυριότερες πλουτοπαραγωγικές πηγές είναι το πετρέλαιο, το φυσικό αέριο, η εξόρυξη χαλκού, χρυσού και σιδηρομεταλλευμάτων.Σημαντικά έσοδα προκύπτουν και από τον θρησκευτικό τουρισμό αφού στη Σαουδική Αραβία υπάρχουν τα δύο σημαντικότερα τεμένη του ισλαμικού κόσμου – 1) το Μαστζέντ Αλ Χαράμ στη Μέκκα με τον μαύρο κύβο (μετεωρόλιθος) της Κάαμπα και 2) το Μαστζέντ Ναμπάουι στην πόλη Μεδίνα που είναι κατασκευασμένο στη θέση της κατοικίας του Προφήτη Μωάμεθ. Ετησίως, οι ξένοι επισκέπτες ανέρχονται στα 31 εκατομμύρια.
• Η Σαουδική Αραβία είναι η μεγαλύτερη παραγωγός και εξαγωγέας πετρελαίου στον κόσμο. Κατέχει το 1/5 των γνωστών κοιτασμάτων πετρελαίου παγκοσμίως (Ανάμεσα στα κράτη – μέλη του OPEC είναι η δεύτερη χώρα σε κοιτάσματα πετρελαίου, με πρώτη τη Βενεζουέλα). Τα διαθέσιμα κοιτάσματα πετρελαίου της χώρας έχουν υπολογιστεί σε 260 δισεκατομμύρια βαρέλια. Οι εξαγωγές πετρελαίου καλύπτουν το 90% των εξαγωγών και το 75% των εσόδων από τις συνολικές εξαγωγές της σαουδαραβικής οικονομίας. Τέλος, η βιομηχανία πετρελαίου αντιστοιχεί στο 40% του εγχώριου ΑΕΠ της Σαουδικής Αραβίας.
Ιστορία
Η προϊσλαμική εποχή στα αραβικά ονομάζεται ''τζαχιλίγια'' και σημαίνει ''Η εποχή της άγνοιας''. Επί τζαχιλίγια λοιπόν, υπάρχουν τρία βασίλεια που εκτείνονται στην Αραβική Χερσόνησο και βρίσκονται υπό συνθήκες συνεχούς ανταγωνισμού. Το βασίλειο των Ναβαταίων στα βόρεια της Αραβικής Χερσονήσου – σημερινή Ιορδανία και βόρειες επαρχίες της Σαουδικής Αραβίας – το βασίλειο των Μιναίων στο μέσον και οι Σαβαίοι στο νότο – σημερινή Υεμένη. Οι λαοί αυτοί είχαν σημιτικές και αιθιοπικές καταβολές. Πιστεύεται πως μετοίκησαν εκεί από τη Μεσοποταμία ενώ κάποιοι Αιθίοπες πέρασαν απέναντι από την αφρικανική ήπειρο διασχίζοντας την Ερυθρά Θάλασσα.
Ο γεωγράφος της αρχαιότητας Στράβων είχε εκτενείς γνώσεις για τους λαούς αυτούς. Αναφέρεται στην ''Ευδαίμονα Αραβία'', όπως αποκαλούσαν οι αρχαίοι Έλληνες την περιοχή της σημερινής Υεμένης και στην Πετραία Αραβία όπως ονομαζόταν το βασίλειο των Ναβαταίων. Η μορφολογία του εδάφους της ερήμου είναι πετρώδης και η πρωτεύουσά των Ναβαταίων ονομαζόταν ''Σελά'' που στην αραμαϊκή γλώσσα σήμαινε ''βράχος'' και οι Έλληνες μετέφρασαν ως ''Πέτρα''. Πρόκειται για το δημοφιλές αρχαιολογικό αξιοθέατο ''Πέτρα'' στη σημερινή Ιορδανία με τις κατοικίες, λαξευμένες μέσα στους βράχους. Αρχικά επιβίωναν ως νομάδες αλλά αργότερα εγκαταστάθηκαν μόνιμα στην περιοχή και ασχολήθηκαν με τη γεωργία, κτηνοτροφία, μελισσοκομία και το κυνήγι. Οι Ναβαταίοι πίστευαν στη θεά Αλλάτ και στον θεό Δούσαρη που ο Ηρόδοτος παρομοιάζει με τον θεό Διόνυσο γιατί λάτρευε το κρασί και τις γυναίκες.
Οι κάτοικοι της Αραβικής Χερσονήσου προς αναζήτηση υδάτινων πόρων εγκαταστάθηκαν στις ακτές της Ερυθράς Θάλασσας ή επέλεξαν περιοχές που υπήρχαν υπόγεια υδάτινα ρεύματα, πηγές, πηγάδια ή οάσεις. Η αξία της πηγής από την οποία ανέβλυζε το νερό ήταν τεράστια, μάλιστα σε βαθμό που οι Άραβες την βάφτισαν ''Άιν'' που στα αραβικά σημαίνει ''οφθαλμός'', αποδίδοντας τη ζωτική σημασία για την επιβίωση των ίδιων και των κοπαδιών τους.
Ίδρυσαν πόλεις επί των ακτών της Ερυθράς Θάλασσας όπως την Τζέντα ή σε οάσεις όπως τη Μεδίνα και τη Μέκκα. Στη Μέκκα στάθμευαν για ανεφοδιασμό τα καραβάνια που κατευθύνονταν από την πλούσια Υεμένη του νότου προς τη Μεσόγειο Θάλασσα και άλλα σημεία της Μέσης Ανατολής.
Η Υεμένη ως υπολογίσιμος εμπορικός και επικοινωνιακός κόμβος μεταξύ της Ασίας και Αφρικής συγκέντρωνε πλήθος αγαθών. Οι πλούσιοι Σαβαίοι του Νότου εμπορεύονταν μπαχαρικά, λιβάνι, σμύρνα, αλάτι, καφέ μόκα, μετάξι, λινάτσα, υφάσματα, πολύτιμα μέταλλα όπως χρυσάφι, μαργαριτάρια από τον Περσικό Κόλπο, πιθήκους, φτερά στρουθοκαμήλων και ελεφαντόδοντο από την Αφρική και δούλους.
Καθώς οι Σαβαίοι ήταν ειδωλολάτρες έμποροι και διατηρούσαν σε συνεχή επαφή τους λαούς της Μέσης Ανατολής, Ασίας και Αφρικής μέσω των στενών του Άντεν, αντιλήφθηκαν γρήγορα την αξία του μονοθεϊσμού. Ως έμποροι ήταν οικουμενιστές και γρήγορα κατέληξαν στο συμπέρασμα πως η ισχύς του ενός και μοναδικού Θεού μπορεί να ενώσει τις διάφορες φυλές. Μια οικουμενική και συγκεντρωτική θρησκεία ήταν ότι χρειάζονταν οι έμποροι του Νότου για να ξεπεραστούν οι φυλετικές διαφορές. Αναπόδραστα, η περιοχή της σημερινής Υεμένης ήταν μια από τις πρώτες της Μέσης Ανατολής που ασπάστηκαν τον χριστιανισμό.
Στην ενδοχώρα, οι γενναίοι νομάδες – Βεδουΐνοι καταφέρνουν να επιβιώσουν στον σκληροτράχηλο τρόπο ζωής που επιβάλλουν οι δυσμενείς συνθήκες της ερήμου. Αναζητούν οάσεις για να ξεδιψάσουν οι ίδιοι και τα κοπάδια τους από καμήλες, άλογα και κατσίκες. Οι φυλές τους δεν είναι ταξικά διαρθρωμένες αλλά αξιακά. Η άρχουσα κεφαλή της κάθε φυλής είναι ο πιο γενναίος και σοφός πολεμιστής. Ωστόσο, τον 20ο αι. το πετρέλαιο θα διαταράξει την κοινωνική δομή των αραβικών πληθυσμών και θα αντικαταστήσει την αριστοκρατία με την κληρονομική ολιγαρχία, θα ιδρύσει πόλεις με διθυραμβικά δημόσια έργα και κτίρια φουτουριστικής αρχιτεκτονικής και θα καλέσει τους περιπλανώμενους Βεδουΐνους να εγκατασταθούν μόνιμα σε αυτές. Οι Άραβες θα γίνουν αστοί με οικιακές βοηθούς από τις Φιλιππίνες, κηπουρούς από το Βιετνάμ, ταξιτζήδες από το Πακιστάν, στρατιώτες - τοποτηρητές από τις ΗΠΑ και εμπορικούς εταίρους από τη Φιλανδία για την εισαγωγή χαρτιού προς έκδοση εκατομμυρίων Κορανίων που θα πλημμυρίσουν τις θεολογικές σχολές και τα σπίτια των μουσουλμάνων ανά τον κόσμο.
Ο πιο διάσημος Σαουδάραβας όλων των εποχών παραμένει ο θεμελιωτής του Ισλάμ, ο Προφήτης Μωάμεθ (570 – 632 μ.Χ.). Το όνομά του ήταν ''Μωχάμμαντ'' που σημαίνει ''Ο δοξασμένος'' και επικράτησε στην ελληνική γλώσσα ως ''Μωάμεθ''. Τα βιογραφικά στοιχεία που ξετυλίγουν τον βίο του Προφήτη Μωάμεθ παρουσιάζουν μεγάλο ενδιαφέρον και βοηθούν αρκετά τον αναγνώστη ώστε να κατανοήσει τις συνθήκες υπό τις οποίες ζούσαν οι Άραβες, τις ζυμώσεις που προκλήθηκαν στην αραβική κοινωνία με την εμφάνιση του Ισλάμ αλλά και την ιδιόρρυθμη φύση της μονοθεϊστικής αυτής θρησκείας που αν και πολλοί επιστήμονες χαρακτηρίζουν ως συγγενικό παρακλάδι του ιουδαϊσμού και χριστιανισμού, διαφέρει αισθητά.
Την εποχή δράσης του Προφήτη Μωάμεθ, η Μέκκα έχει αναδειχθεί σε ένα σημαντικό εμπορικό κέντρο με ακμάζουσα οικονομία. Στους κόλπους της πόλης φιλοξενούνται αλλόδοξες ομάδες όπως Εβραίοι που έχουν εγκαταλείψει την Ιουδαία μετά την καταστροφή του Ναού του Σολομώντα το 70 μ.Χ. από τους Ρωμαίους, Χριστιανοί, Αγνωστικιστές και πολυθεϊστές Eιδωλολάτρες. Η συσσώρευση πλούτου εισβάλλει δελεαστικά στον μέχρι πρότινος λιτό τρόπο ζωής των Βεδουίνων οι οποίοι προσλαμβάνονται ως μεταφορείς από τους εμπόρους της Μέκκας για να μεταφέρουν τα εμπορεύματα με τα καραβάνια τους στα διάφορα αστικά κέντρα της Μεσογείου και Μέσης Ανατολής. Οι οικονομικές δοσοληψίες εγκαθιδρύουν δεσμούς εξάρτησης ανάμεσα στις ομάδες της τοπικής κοινωνίας και οι κάτοικοι της Μέκκας αναλαμβάνουν ισχυρό ρόλο μεσαζόντων μεταξύ των Ελλήνων, Παλαιστινίων, Αιγυπτίων, Περσών, Αιθιόπων και λοιπών Αράβων.
Ωστόσο, η αιφνίδια εισροή του πλούτου άρχισε να προβληματίζει τους Άραβες σχετικά με την αλλοίωση των πατροπαράδοτων θεσμών και την αναπόφευκτη περιθωριοποίηση όσων δεν ασχολούνταν με την κερδοσκοπία. Παρά το εμφανές σύνολο ετεροτήτων που απάρτιζε την κοινωνία της Μέκκας, κρίθηκε αναγκαία η ενοποίηση του πληθυσμού υπό την ομπρέλα μιας ισχυρότερης ταυτότητας που θα προστάτευε τους αδύναμους και θα ωθούσε σε μεγαλύτερη ανάπτυξη το εμπόριο της πόλης. Το Ισλάμ λοιπόν, συνάντησε τις πλέον ευνοϊκές συνθήκες για να εξαπλωθεί με γοργούς ρυθμούς.
Μετά τον θάνατο του Προφήτη Μωάμεθ (632 μ.Χ.) τον διαδέχθηκαν οι χαλίφηδες των Ομεϋαδών και των Αββασιδών. Τα κέντρα της αραβοσύνης μετατοπίστηκαν σε πιο εύφορες περιοχές, μακριά από τη Μέκκα και τη Μεδίνα της σημερινής Σαουδικής Αραβίας. Η Δαμασκός κοντά στη Μεσόγειο και η Βαγδάτη στη Μεσοποταμία ήταν οι νέες πρωτεύουσες των Χαλιφάτων ενώ το Ισλάμ εγκόλπωσε με βίαιο εξισλαμισμό γειτονικούς λαούς όπως τους Πέρσες, Αιγύπτιους, λαούς της βορείου Αφρικής και Ισπανούς στην Ιβηρική Χερσόνησο.
Το πρώτο σημαντικό πλήγμα των Αράβων ήταν οι επελάσεις των μογγολικών ορδών (13ος αι.) που πυρπόλησαν τα αστικά τους κέντρα και θανάτωσαν τους τοπικούς πληθυσμούς. Τους Μογγόλους διαδέχθηκαν οι Σελτζούκοι και οι Οθωμανοί.
Ο σουλτάνος Σελίμ Α' το 1517 κατέλαβε τις ακτές της Αραβικής Χερσονήσου στην Ερυθρά Θάλασσα, τις σημαντικές πόλεις Μεδίνα, Μέκκα και έφτασε μέχρι την Υεμένη ενώ ο γιός του Σουλεϊμάν ο Νομοθέτης τη Μεσοποταμία και τις ακτές στον Περσικό Κόλπο. Η κυριαρχία των Οθωμανών διατηρήθηκε στην Αραβική Χερσόνησο για περίπου τέσσερις αιώνες μέχρι που οι φυλές των Αράβων με τη συμβολή των Βρετανών, διεκδίκησαν την εδαφική τους ανεξαρτησία.
Το 1932, ο σεΐχης Ιμπν Σαούντ κατάφερε να ενώσει τις περιοχές της Χετζάζ, Νάζντ, Αλ Χάσα και Ασίρ και να ιδρύσει το βασίλειο της Σαουδικής Αραβίας, που κυβερνάται μέχρι τις μέρες μας από τον βασιλικό οίκο των Σαούντ. Στο δύσκολο αυτό εγχείρημα είχε ως αρωγούς τους Βρετανούς που πολέμησαν στο πλευρό του εναντίον των Οθωμανών ήδη από την περίοδο του Α' Παγκοσμίου Πολέμου.
Τα πρώτα κοιτάσματα πετρελαίου εντοπίσθηκαν το 1938 στην επαρχία της Αλ Χάσα κοντά στον Περσικό Κόλπο. Τρία χρόνια αργότερα, το 1941 ιδρύθηκε η εταιρεία εκμετάλλευσης του σαουδαραβικού πετρελαίου και συμφερόντων των ΗΠΑ, ARAMCO (Arabian American Oil Company). Το 1972, η κυβέρνηση της Σαουδικής Αραβίας κέρδισε ως μερίδιο το 20% των μετοχών της ARAMCO και το 1980, η εταιρεία πέρασε εξ ολοκλήρου στο σαουδαραβικό κράτος.
Παρά τον σκληροπυρηνικό και ανελεύθερο χαρακτήρα του ουαχαμπιτικού κράτους, οι ΗΠΑ παραμένουν στενός σύμμαχος της Σαουδικής Αραβίας. Συνεργάστηκαν καθ' όλη τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου εναντίον της ΕΣΣΔ τόσο με την πάταξη του αριστερού κινήματος στα αραβικά κράτη όσο και με την ενίσχυση των μαχητών μουτζαχεντίν στο Αφγανιστάν την περίοδο της σοβιετικής κατοχής (1979 – 1989). Η αρραγής συνεργασία συνεχίστηκε προς προστασία από το σιιτικό - θεοκρατικό Ιράν και τους κινδύνους εξόδου της Ισλαμικής Επανάστασης σε άλλα μουσουλμανικά κράτη και από τον επικίνδυνο και αλαζόνα δικτάτορα του Ιράκ, Σαντάμ Χουσεΐν, όπως στην περίπτωση του Πόλεμου του Κόλπου (1991).
Η Σαουδική Αραβία είναι πολύ σημαντικός μέτοχος των εξελίξεων σε παγκόσμιο επίπεδο. Μέσω των πλούσιων κοιτασμάτων υδρογονανθράκων έως ένα βαθμό, κινεί τα νήματα της παγκόσμιας οικονομίας. Αποτελεί αντίβαρο προς άλλες περιφερειακές δυνάμεις της Μέσης Ανατολής όπως το Ιράν και η Τουρκία και συντηρεί πρωτεύοντα ρόλο στον ισλαμικό κόσμο ως πατρίδα του Προφήτη Μωάμεθ και αρχική εστία εμφανίσεως και εξάπλωσης του Ισλάμ.
Ελέγχει τις τσέπες όλων μας και το θρησκευτικό συναίσθημα πολλών μουσουλμάνων πιστών.
Ριάντ, πρωτεύουσα (4.878. 723 κάτοικοι (2009))
King Abdullah Economic City
King Abdullah Univerisity of Science and Technology (Τζέντα)
Πηγές
- Κονδύλη – Μπασούκου, Ελένη, ''Αραβικός Πολιτισμός'', εκδ. Ελληνικά Γράμματα, Αθήνα, 2009.
Ραφαηλίδης, Βασίλης, ''Άραβες'', εκδόσεις του Εικοστού Πρώτου, Αθήνα, 2003.
σχόλια