Aπο tospirto.net
Είχε περάσει ώρα αφότου η Μόνικα είχε αποχαιρετήσει τον κόσμο με το νέο της τραγούδι «Forever Yours», το οποίο αφιέρωσε στο κοινό, και το υπέγραψε κιόλας στη βίντεο- προβολή στο βάθος της σκηνής… αλλά ο κόσμος δεν ήθελε να εκκενώσει το πεζοδρόμιο έξω από τη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών. Καπνίζοντας τσιγάρα, μετρούσαν ακόμη ό,τι είδαν, το ανέλυαν σε πηγαδάκια και ξεκινούσε ήδη να λειτουργεί το μεταίσθημα που ακολουθεί ένα θέαμα ασυνήθιστο και βαθιά συγκινητικό. «Με νομιμοποιείς λοιπόν να γράψω ένα διθύραμβο για το “Primal” της Μόνικας;» ρώτησα, ρητορικά σχεδόν, παλαιότερη και πιο έμπειρη συνάδελφο μετά από τη συζήτησή μας κάποιων λεπτών.
Το θέμα με τη Μόνικα με τους ωραίους, προσωπικούς και ιδιαίτερους δίσκους, τη Μόνικα με την ανεπανάληπτη -για αγγλόφωνο καλλιτέχνη- υποδοχή από το ευρύ κοινό, τη Μόνικα με τα πάντα υψηλά standards στο μυαλό της για το τι οφείλει να δίνει σε όσους την ακούν… ήταν ότι ποτέ δεν είχε υπάρξει πραγματικά συναρπαστική στο live της.
Παρά το εξαιρετικό ρεπερτόριο που έχει ήδη αρχίσει να συγκεντρώνεται, τους καλούς μουσικούς που συνήθως τη συνοδεύουν, τα φώτα και το υψηλό επίπεδο παραγωγής που σχεδόν από την αρχή ταυτίστηκε με τις εμφανίσεις της, όλο κάτι χάλαγε το γλυκό. Πολύ συχνά ήταν αμήχανη, άλλοτε το χιούμορ της δεν έβρισκε το στόχο του και έμενε αιωρούμενο μεταξύ εκείνης και του κοινού. Συχνά φάλτσαρε, ειδικά όταν επιχειρούσε να πειραματιστεί φωνητικά, σχεδόν πάντοτε το πρόγραμμά της αδυνατούσε να μας περάσει στην άλλη πλευρά, να μας απογειώσει.
Η παράσταση «Primal» που παρουσιάζει μέχρι τις 6 Ιανουαρίου στη Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών δεν έχασε σχεδόν κανένα στόχο. Η ερώτηση «Μα γιατί στη Στέγη;» απαντήθηκε από την πρώτη στιγμή που η Μόνικα ανέβηκε στην εκθαμβωτική, ολόλευκη σκηνή, με τα μαλλιά της κοντοκουρεμένα και φορώντας ένα μοβ ανσάμπλ –αντίθεση στους λευκοντυμένους μουσικούς της, και τραγουδώντας ένα νέο, αυτοβιογραφικό τραγούδι με μία φωνή δυνατή, εύπλαστη, σε απόλυτη επικοινωνία με το συναίσθημά της. Ακολούθησε το πρώτο από τα άψογα εκτελεσμένα εκείνο το βράδυ κομμάτια της, «Αway from my land». Ντραμς, κιθάρα, μπάσο, τρία πνευστά, μια μικρή θάλασσα από έγχορδα, υποστήριζαν την πιο γλυκύτατη σόουλ εκτέλεση του ωραίου τραγουδιού. Στο επόμενο, το αγαπημένο μου «Babe», ένιωσα το σώμα μου να ζωντανεύει, να θέλει να συμμετάσχει σε όσα έβλεπα και άκουγα. Ένιωσα και κάτι άλλο: ότι βρίσκομαι σε καλά χέρια, ότι η Μόνικα και οι συνεργάτες της ξέρουν πού και πώς με πάνε. Ένιωσα το «τσικ» της δικαίωσης, επειδή έχω υποστηρίξει (μέχρι εξαντλήσεως…) τη Μόνικα και τη δουλειά της σε δεκάδες συζητήσεις με φίλους και συναδέλφους, δικούς μου και δικούς της. Ακολούθησαν πολλά: «Not young in my youth», ένα -ούτως ή άλλως- τέλεια γραμμένο κομμάτι, με εκπληκτικά ενορχηστρωμένα έγχορδα και υπέροχες λάμπες να κρέμονται από πάνω και γύρω της. Νέα, και όχι απλά, τραγούδια να καταχειροκροτούνται. Μια πολυπληθής χορωδία πίσω της να κατορθώνει να ακουστεί διακριτική, και απαραίτητη. Το κλασικό πια «Over the Hill», απογειωμένο με τη Μόνικα και τη χορωδία να μοιράζονται το βάρος του. Την είδαμε μόνη στο πιάνο. Την είδαμε να χορεύει, και να παίζει την κιθάρα της, πιο ερωτεύσιμη από ποτέ. Βιώσαμε τις πιο εύστοχες και ουσιαστικές 3D προβολές που έχουμε δει ποτέ από έλληνα καλλιτέχνη. Την ακούσαμε να μιλάει με το ιδιότυπο, αυτοσχεδιαστικό χιούμορ της για την περιπέτεια που παρ’ ολίγον να της στερήσει τη ζωή («Το ξέρετε ότι σχεδόν θαλασσοπνίγηκα…»), προτού παρουσιάσει το gospel κομμάτι που της ενέπνευσε η εμπειρία, «Hand in hand». Η πιο αξέχαστη- «να την πάρεις μαζί σου»- στιγμή της συναυλίας ήταν όταν η Μόνικα τραγούδησε τον όρκο αγάπης «Yes I Do», καθισμένη στο σανίδι, αριστερά της σκηνής, συνοδευόμενη όχι με μπουζούκι αυτή τη φορά, αλλά με κλαρινέτο. Τραγούδησε χωρίς μικρόφωνο την «αντρική φωνή» του ρεφρέν, χρησιμοποιώντας τα χέρια της μαγικά για να κατευθύνει το συναίσθημά της, και το δικό μας. Άψογη.
Για κάθε καλλιτέχνη υπάρχει ο τόπος και ο χρόνος της ωρίμανσής του. Τον Ιανουάριο του 2013, η Μόνικα ξεδίπλωσε μπροστά στα μάτια μας, στη σκηνή της Στέγης Γραμμάτων και Τεχνών, το «γιατί» της καλλιτεχνικής της ύπαρξης, βάζοντας τέλος σε τόσες και τόσες, καλοπροαίρετες και κακοπροαίρετες, συζητήσεις σχετικά με την αξία της, τη διάρκειά της, τις επιλογές της, το χαρακτήρα της (!). Αν μου επιτρέπεται το σχόλιο… έθεσε τα standards πολύ ψηλά για όποιον συνάδελφό της επιχειρήσει στο εξής, ή επιχειρεί ήδη, να ακολουθήσει στα βήματά της. Ξεδιπλώθηκε μπροστά μας ως μια γεννημένη μουσικός, περφόρμερ και τραγουδίστρια, φλεγόμενη να επικοινωνήσει συναισθηματικά. Και το κυριότερο, κατάφερε επιτέλους να μας δείξει το μέσα της, από όπου έρχονται όλα αυτά τα τραγούδια που έχουν ενθουσιάσει το ελληνικό κοινό την τελευταία πενταετία.
σχόλια