Η εν ψυχρώ εκτέλεση με έξι σφαίρες αρχές Ιουλίου του 36χρονου Αλές Μοχάμεντ που στην «πιάτσα» ήταν γνωστός σαν Χαμπίμπι (σε ελεύθερη μετάφραση, «Αγαπούλας»), ενός λούμπεν εμπόρου ουσιών αιγυπτιακής καταγωγής με βίαιη, αλλοπρόσαλλη ιδιοσυγκρασία που «έλυνε κι έδενε» στην πλατεία και τα όσα ακολούθησαν, ήταν απλά το κερασάκι που έλειπε από την τούρτα της επιβεβαίωσης ότι κάτι σάπιο συμβαίνει στην πιο ανήσυχη, την πιο «αντάρτισσα» αθηναϊκή συνοικία τον (αρκετό) τελευταίο καιρό. Ένα «κερασάκι» με προϊστορία εφόσον καιρό τώρα υπέβοσκε σύγκρουση Α/Α χώρου-εξαρχειώτικης «μαφίας» για το ποιος έχει το πάνω χέρι στην περιοχή, ως «απάντηση» μάλιστα σε επεισόδιο με πυροβολισμούς κατά της κατάληψης του Βοξ πέρσι τον Μάρτιο είχε πραγματοποιηθεί πορεία-επίδειξη δύναμης στα Εξάρχεια με τη συμμετοχή οπλισμένων «συντρόφων».
Την ευθύνη για τη δολοφονίατού «Αγαπούλα» ανέλαβε η πρωτοεμφανιζόμενη οργάνωση ΕΟΠ (Ένοπλες Ομάδες Πολιτοφυλάκων) με μια μακροσκελή προκήρυξη η οποία δικαιολογούσε την πράξη επικαλούμενη το «αμαρτωλό» του παρελθόν καθώς και τους συχνούς τσαμπουκάδες του ίδιου και της συμμορίας του: «Οι τραμπουκισμοί, οι κλοπές και τα μαχαιρώματα που περιλαμβάνονταν στο ρεπερτόριο της καθημερινής του παρουσίας στη πλατεία... του έδωσαν το περιθώριο να παριστάνει τον ηγεμόνα... Με τη δύναμη μιας αγέλης κανιβάλων που τον περιστοίχιζε, αλλά και με τις πλάτες της μαφίας και της αστυνομίας, δρούσε ανενόχλητος πουλώντας ναρκωτικά και τρομοκρατώντας τη γειτονιά, η οποία ανυπεράσπιστη και ανήμπορη να τον αντιμετωπίσει, υποτασσόταν στη δύναμη του σιωπώντας», ανέφερε χαρακτηριστικά. Ωστόσο, δεν ήταν ακριβώς και πάντως δεν ήταν καταρχήν «για τη γειτονιά» πού είχε πιάσει ο πόνος τους δράστες, αλλά για την πρόσφατη επίθεση με μαχαίρι του Χαμπίμπι σε ομοϊδεάτες αντιεξουσιαστές από την κατάληψη του Βοξ, καθώς ομολογούν οι συντάκτες της προκήρυξης λίγο παρακάτω - και δεν ξέρω αν μόνο σε εμένα φαίνεται επίσης περίεργο ένα σκεπτικό τύπου «ΟΚ, μέχρι τώρα σε ανεχόμασταν αλλά αφού τόλμησες να πειράξεις δικούς μας...».
Ακόμα περισσότερο ξένιζε το ηθικοπλαστικό και με γερές δόσεις πατερναλισμού κι επαναστατικού «αλυτρωτισμού» κήρυγμα κατά όλων συλλήβδην των ουσιών, των εμπόρων και των χρηστών αυτών. Συναγωνιζόταν άνετα αντίστοιχα φοβικά, παλιομοδίτικα κείμενα της ΚΝΕ ή κάποιας χάρντκορ χριστιανικής αδελφότητας: «Τα αστικά ιδεολογήματα που εξέθρεψαν τις κάθε λογής μορφές του ''εναλλακτισμού'', με στόχο τον αποπροσανατολισμό και την ιδεολογική αφασία, προάγουν τη χρήση ναρκωτικών ως δήθεν απελευθερωτική εμπειρία, μετατρέποντας χιλιάδες νέα παιδιά σε εξαρτημένους ή μη χρήστες και σε ''πελάτες'' που ενισχύουν οικονομικά τις εγκληματικές οργανώσεις της μαφίας. Όλα αυτά τα νέα παιδιά, που θα μπορούσαν και θα έπρεπε να είναι στη δικιά μας πλευρά, τα καλούμε να σκεφτούν πως τα ναρκωτικά είναι μέσο νάρκωσης και όχι απελευθέρωσης, τα καλούμε να μην συνδράμουν οικονομικά τη μαφία, τα καλούμε να πάρουν θέση σε αυτή τη μάχη, είτε σταματώντας τα ναρκωτικά, είτε φεύγοντας από τα Εξάρχεια», γράφουν, επιφυλάσσοντας προφανώς για εαυτούς τον ρόλο του «πορτιέρη».
Το τελευταίο θύμα στον «άγνωστο πόλεμο» μεταξύ του δυναμικότερου κομματιού του Α/Α χώρου και της τοπικής μαφίας και οι αντιδράσεις που προκλήθηκαν ξανάφεραν στην επικαιρότητα τα πολλαπλά προβλήματα μιας από τις πιο ζωντανές, πιο ιστορικές αλλά και πιο «ταλαίπωρες» αθηναϊκές συνοικίες
Γεγονός είναι εξάλλουότι τα τελευταία χρόνια η ακραιφνής «ιδεολογική καθαρότητα» και ο λεγόμενος επαναστατικός καθωσπρεπισμός έχουν αρκετή πέραση στον Α/Α χώρο. Καλούν δε τον κινηματικό χώρο σε αυτοοργάνωση κι εξεγερσιακή ετοιμότητα, σημειώνοντας πως «ο κατά τα άλλα ρομαντικός χαρακτήρας της γειτονιάς, που διαχρονικά αγκάλιαζε τους περιθωριακούς, τους ασυμβίβαστους και τους απόκληρους, σήμερα αποδεικνύεται λαθεμένος... γιατί (αυτοί) θα πρέπει να ενσωματώνονται με τους θεμελιώδεις κανόνες της κοινωνικής αλληλεγγύης. Να δέχονται τη προσφορά αλλά και να την ανταποδίδουν, αποδεικνύοντας στη πράξη πως η αλληλεγγύη δεν είναι η πίσω πόρτα του χάους και της αλληλοφαγίας, αλλά η επιτομή της κοινωνικής ωριμότητας, μέσω της ικανότητας της αυτο-θεσμίζεται και να λειτουργεί με αρμονία». Σωστά, μόνο που τέτοια θέματα δέον να τίθενται από οργανωμένα, μαζικά κοινωνικά κινήματα, όχι από επίδοξους «Ρομπέν», αναφέρει σε ανακοίνωση-«απάντηση» η συλλογικότητα Alerta Communista. Με εκτενείς αναφορές στον ιδιόρρυθμο δικαστή του Φαρ Ουέστ Ρόι Μπιν, καταδικάζουν την ενέργεια αποδομώντας τόσο τον ισχυρισμό των ΕΟΠ περί «παντοδυναμίας» του θύματος όσο και το πατερναλιστικό, μαξιμαλιστικό ιδεολογικό τους υπόβαθρο: «Εφόσον δεν βρισκόμαστε εν μέσω μιας μαζικής εξέγερσης, πως μπορεί να χαρακτηριστεί ως επαναστατικό το δίκαιο που επιβάλλουν οι ΕΟΠ; Ποιο είναι το συλλογικό υποκείμενο που συνέταξε αυτό το δίκαιο και σε ποιους αγώνες βασίζεται;», ερωτούν. «Επίσης, ποιοι είμαστε "εμείς" που κάποτε τα Εξάρχεια ήταν "δικά μας"; Οι αντιεξουσιαστές; Οι αριστεροί; Οι χίπστερς; Οι χίπηδες; Οι πάνκηδες;
Οι χιπ-χοπάδες; Οι εργάτες; Οι ιδιοκτήτες; Οι επιχειρηματίες; Οι μαφιόζοι; Οι χρήστες; Οι αλκοολικοί; Οι χουλιγκάνοι; Οι φοιτητές; Οι καλλιτέχνες; Όλοι οι παραπάνω διαμένουν και κινούνται στην περιοχή, οπότε πως μπορούν τα Εξάρχεια να "ανήκουν" σε μια μόνο από αυτές τις κατηγορίες ή φιγούρες, ή έστω σε ένα περιορισμένο συνδυασμό αυτών; Πότε τα "χάσαμε" και από ποιους ώστε τώρα να τα "ξανακερδίσουμε";», συμπληρώνουν, θέτοντας ομολογουμένως το πρόβλημα στη σωστή του βάση αλλά μην απαντώντας ούτε εκείνοι πειστικά (δεν είναι δα κι εύκολο στην πράξη) στο ποιος και πώς θα εγγυούταν μια στοιχειώδη αίσθηση ασφάλειας σε κατοίκους, μικροεπιχειρηματίες κι επισκέπτες της περιοχής, εφόσον η μεν αστυνομία του κράτους είναι de facto ανεπιθύμητη, οι δε αυτόκλητες «λαϊκές πολιτοφυλακές» επίφοβες ενόσω η παραβατικότητα, που κατά κανόνα ούτε «ταξική συνείδηση» διαθέτει ούτε είναι «πολιτικά ορθή», οργιάζει στις πλάτες των τόσων αγώνων που δόθηκαν για το εξαρχειώτικο «άσυλο»: Διαρρήξεις, βανδαλισμοί, διακίνηση «ό,τι να΄ναι» ουσιών (που φυσικά δεν σταμάτησε ούτε με τον χαμό του Χαμπίμπι, ούτε με την «ταρατατζούμ» αστυνομική επιχείρηση που ακολούθησε), bullying (έχουν καταγγελθεί φραστικές και όχι μόνο επιθέσεις σε κοπέλες αλλά και γκέι), «προστασία» σε μαγαζιά... Σκουπίδια έπειτα παντού, ο δήμος εν γένει αλλού τυρβάζει - εισπράττει ωστόσο τέλη κανονικά - ενώ κι οι κάδοι που τοποθετεί δεν «επιζούν» για πολύ, η πλατεία ένα μαύρο χάλι με σπασμένο το οτιδήποτε και ξηλωμένες μέχρι τις αποχετευτικές σχάρες, δημιουργώντας επικίνδυνες παγίδες για πεζούς, ποδηλάτες, γερόντια, μικρά παιδιά... Κι από κοντά να βλέπεις κάποιες τοπικές Έβγες να διακοσμούν τη βιτρίνα τους με μπουκάλια σπέσιαλ βότκας αξίας 250-300 Ευρώ έκαστο (Κολωνάκι, φάε τη σκόνη μας!) και να αναρωτιέσαι – ρητορικά, εννοείται - σε τι στην ευχή αγοραστές απευθύνονται.
Ε, όσο «μέσα» στην εναλλακτική κουλτούρα και τα κινηματικά κι αν είναι ένας Εξαρχειώτης, δύσκολα μπορεί να αποδεχτεί ότι αφενός θα στερείται ακόμα και τη στοιχειώδη εξυπηρέτηση στη γειτονιά του (ήδη φύγανε λόγω «μπαράζ» επιθέσεων τράπεζες και ταχυδρομεία, ενώ ο ΟΑΣΑ απειλεί να «ξηλώσει» τις πολύπαθες στάσεις στην περιοχή του Πολυτεχνείου), αφετέρου κινδυνεύει είτε να τον κλέψουν (συνήθως διαρρήξεις σπιτιών και αυτοκινήτων, τα οποία ενίοτε χρησιμοποιούνται και για οδόφραγμα), είτε να γίνει «παράπλευρη απώλεια» κάποιου ξεκαθαρίσματος λογαριασμών, εφόσον κυκλοφορούν «γκάνια» και παίζουν φονικά (δεν είναι δα το πρώτο) ακόμα και μέρα μεσημέρι. Ειδικά αν είναι ανήλικος, ηλικιωμένος, ανήμπορος ή κάποιος απλά «στραβώσει» μαζί του. Χώρια που μπορεί να εγκλωβιστεί στις εθιμικές «μάχες του Σαββατοκύριακου» μεταξύ ΜΑΤ- αναρχομπάχαλων οι οποίες έχουν πυκνώσει τον τελευταίο καιρό, με αγαπημένους στόχους των δεύτερων το Α.Τ. Εξαρχείων στην Καλλιδρομίου, εκείνα τα έρημα τα γραφεία του ΠΑΣΟΚ στη Χ. Τρικούπη αλλά και τα... διερχόμενα από την Πατησίων τρόλεϊ (τόσο γκάου). Το όλο σκηνικό έχει καταντήσει πιο πομπώδες, βαρετό, προβλέψιμο κι ανούσιο κι από δελτίο ειδήσεων στη Βόρεια Κορέα. «Λύσσα και συνείδηση!», λέει ένα Α/Α σύνθημα και οι αναρχικοί που διαθέτουν περισσότερη συνείδηση από ό,τι... λύσσα, αποστασιοποιούνται συνήθως από τέτοιες ενέργειες (οι πρωταγωνιστές των οποίων ενδύονται το «Α» επειδή αυτό πουλάει εδώ, αν ζούσαν Αμερική θα ήταν μέλη κανονικών συμμοριών), ξαναμπαίνει όμως το ζήτημα ποιοι και πώς θα «συνετίσουν» τους χαοτικούς λούμπεν προλετάριους βάζοντάς τους στον «ίσιο» κινηματικό δρόμο.
Τα εν λόγω προβλήματα έχουν επανειλημμένα καταγγείλει επιτροπές κατοίκων της περιοχής, που μόνο «αντιδραστικούς» δεν τους λες – κάποιοι μάλιστα προχώρησαν και σε δράσεις «ανακατάληψης» σημείων που χρησιμοποιούνταν ως «πιάτσες» δίπλα στα σπίτια τους, προτρέποντας τους χρήστες-αγοραστές να σεβαστούν τη γειτονιά, να πάψουν να πλουτίζουν τη μαφία και να καλλιεργούν μόνοι το "χόρτο" τους. Μια άλλη πρωτοβουλία ανησυχούντων περίοικων απέστειλε πρόσφατα επιστολή διαμαρτυρίας στον δήμο, την Εισαγγελία Αθηνών και τη ΓΑΔΑ. Το δημοτικό συμβούλιο με ψήφισμά του ζήτησε από την κυβέρνηση «να καταρτίσει αμέσως μαζί με τον Δήμο Αθηναίων, τους φορείς και τις δημιουργικές δυνάμεις των Εξαρχείων, ένα σχέδιο δράσεων για την επιστροφή της περιοχής στην κανονικότητα και την αναζωογόνηση που δικαιούται». Την οποία «κανονικότητα και αναζωογόνηση» καταγγέλλεται ότι μπλοκάρουν επίσης τα συμφέροντα του real estate, που επενδύοντας στον φόβο και την αφασία αγοράζει ακίνητα κοψοχρονιά αποβλέποντας σε «χρυσές μπίζνες» όταν και αν φτιαχτεί εδώ ο προβλεπόμενος σταθμός του μετρό κι εφόσον ευαρεστηθεί να μας κλείσει το μάτι η ανάπτυξη – κάπως έτσι είχανε ηρεμήσει σε μεγάλο βαθμό τα Εξάρχεια από τα μέσα της δεκαετίας του '90 μέχρι τον Δεκέμβριο του '08, εποχές που «λεφτά με (δανεική) ουρά» υπήρχαν, δουλειές επίσης, το γκλαμουράτο lifestyle επέλαυνε, το Χρηματιστήριο «πέταγε» και οι Ολυμπιακοί Αγώνες επέστρεφαν θριαμβευτικά «σπίτι τους». Άντε όμως σήμερα να ξαναπετύχεις τέτοια «ιδανική συγκυρία»...
Διαβάζοντας κανείς τα παραπάνω, επόμενο είναι να φρικάρει πεπεισμένος ότι στα Εξάρχεια γυρίζεται σε συνέχειες η Κόλαση του Δάντη. Και να δικαιολογήσει προκαταβολικά κάθε απόπειρα καταστολής και «ανακατάληψης», με όποιο κόστος - ήδη καταγγέλλεται ότι «δημιουργείται κλίμα» κι ότι η εξουσία ετοιμάζει «γενική αντεπίθεση». Από κοντά και η οργισμένη επερώτηση 17 Νεοδημοκρατών βουλευτών για τα «ένοπλα τάγματα των Εξαρχείων» και την «πολιτική ανοχής και υποχώρησης» της κυβέρνησης, νοσταλγώντας προφανώς τα αστυνομικά «πογκρόμ» των Χρυσοχοϊδη-Δένδια που πάντως δεν λύσανε κανένα πρόβλημα, όση βία, αυταρχισμό κι αυθαιρεσία κι αν επιστράτευσαν. Αντίθετα, η ΕΛΑΣ έχει επανειλημμένα κατηγορηθεί ότι «κάνει τα στραβά μάτια» αν δεν συνεργάζεται κιόλας με εμπόρους ουσιών κι ότι επικαλείται επιλεκτικά το «άβατο» ως δικαιολογία για την αδράνειά της, εφόσον όταν συντρέχει κάποιος πραγματικά «ενοχλητικός» λόγος, όπως π.χ. μια επεισοδιακή διαδήλωση, το «παραβιάζει» για πλάκα. Όχι πως δεν υπάρχουν τύποι ικανοί να λιντσάρουν χωρίς λόγο ακόμα και πυροσβέστη, όμως τελικά πόσο κόσμο αφορά η χρόνια βεντέτα-αυτοσκοπός μεταξύ αστυνομίας-μπάχαλων; Γι΄αυτό άλλωστε σε κάποιους ψυχραιμότερους είναι διάχυτη η αίσθηση ότι, μ' αυτά και μ' εκείνα, «πάμε κι εμείς γυρεύοντας»...
Στα Εξάρχεια, δίπλα σε όλα αυτά τα «φοβερά και τρομερά» και την περιρρέουσα μιζέρια εξακολουθούν να κυκλοφορούν ωραίοι κι ενδιαφέροντες άνθρωποι, να «χωράνε» οι πάντες, να στεγάζονται δεκάδες πολιτικές συλλογικότητες και στέκια, καταλήψεις που φιλοξενούν πρόσφυγες, βιβλιοπωλεία, ατελιέ, εναλλακτικά μπαρ
Εντούτοις, αυτή δεν είναι παρά η «σκοτεινή» εξαρχειώτικη πλευρά (που φυσικά πάντα υπήρχε, απλά δεν ήταν η κυρίαρχη), η οποία στον μέσο επισκέπτη περνά σχεδόν απαρατήρητη εξόν και βρεθεί «στο λάθος σημείο, τη λάθος ώρα». Και είναι όχι μόνο άστοχη αλλά και αποπροσανατολιστική η «δαιμονοποίηση» της ιστορικής συνοικίας κρίνοντας με όρους καθημερινής πραγματικότητας. Γιατί στα Εξάρχεια, δίπλα σε όλα αυτά τα «φοβερά και τρομερά» και την περιρρέουσα μιζέρια εξακολουθούν να κυκλοφορούν ωραίοι κι ενδιαφέροντες άνθρωποι, να «χωράνε» οι πάντες, να στεγάζονται δεκάδες πολιτικές συλλογικότητες και στέκια, καταλήψεις που φιλοξενούν πρόσφυγες, βιβλιοπωλεία, ατελιέ, εναλλακτικά μπαρ, καφέ, ρουχάδικα, φαγάδικα, τράπεζες σπόρων, αυτοδιαχειριζόμενα πάρκα, στούντιο ηχογράφησης... Στην ίδια πλατεία όπου άλλοτε θα δεις παρακμιακά σκηνικά, θα πετύχεις συχνά αυτοοργανωμένα πολιτικά, πολιτιστικά και μουσικά δρώμενα, να υπάρχει παρά ταύτα λιγότερη εγκληματικότητα από ό,τι σε άλλες περιοχές του κέντρου. Φυσικά και τα Εξάρχεια «δεν είναι πια αυτό που ήταν» - αφενός τα δεδομένα άλλαξαν δραματικά, αφετέρου η πολιτική δράση καθώς και η «εναλλακτικότητα» διαχέονται πια σε όλο το άστυ – και τι έχει αλήθεια μείνει ως είχε 2-3 δεκαετίες πριν στην ταλαίπωρη αυτή πόλη; Παραμένουν ωστόσο μια από τις πιο θρυλικές γειτονιές της πρωτεύουσας και ταυτόχρονα ένα ζωντανό μνημείο πολιτικής και πολιτιστικής κληρονομιάς, που αντίστοιχό του δεν υπάρχει σήμερα αλλού στην Ευρώπη - κάτι Κρόιτσμπεργκ, Χάκνεϊ και Κριστιάνιες είναι συγκριτικά «Παναγίες»! Μια αθηναϊκή «ιδιαιτερότητα» που τα τελευταία χρόνια, όντας δημοφιλές νεολαιίστικο στέκι αλλά και διαρκής εστία «αντίστασης και πάλης» από τα Δεκεμβριανά του '08 μέχρι τις μεγάλες αντιμνημονιακές ταραχές έγινε διεθνώς γνωστό, προσελκύοντας ακόμα και καθώς πρέπει τουρίστες - ολόκληρο γκρουπάκι πέτυχα προχτές απόγεμα στους πρόποδες του Στρέφη με τον οδηγό να ενημερώνει ότι "now we are in the famous Exarcheia district"!
Όχι, ούτε εγώ κρατώ κάποια μαγική λύση για τον εξαρχειώτικο «γρίφο». Εννοείται ωστόσο πως καμια εξουσία, δεξιά ή αριστερή (η σκληρότερη καταστολή στα Εξάρχεια επιχειρήθηκε άλλωστε επί σοσιαλιστικού ΠΑΣΟΚ) δεν γουστάρει να έχει μια τέτοια επίμονη «τσίμπλα» στο μάτι της κι ότι θα κοιτάξει να την ξεφορτωθεί με την πρώτη ευκαιρία. Εξίσου ευνόητο είναι ότι καμία μαφία δεν δικαιούται να μετατρέψει τη γειτονιά σε γκέτο επειδή «είδε φως και μπήκε», όπως και ότι καμία πολιτική με όρους μαφίας, χουλιγκανισμού ή «πεφωτισμένης πρωτοπορίας», που επιπλέον σνομπάρει κι «αγριεύει» τους ίδιους τους κατοίκους δεν μπορεί να διεκδικεί ευρύτερη αναγνώριση, αλληλεγγύη και μαζικότητα. Ούτε «απαγορευμένη ζώνη», ούτε Μεντεγίν επί Εσκομπάρ, ούτε «μίνι Βαρκελώνη» (του '36) είναι, ξεκολλάτε, απλά μια συνοικία που της αξίζει καλύτερη τύχη ώστε να μπορέσει να διατηρήσει τον ιδιαίτερο χαρακτήρα της, κάτι που κινδυνεύει να χάσει οριστικά αν όσοι καταρχήν ζουν, κινούνται και δραστηριοποιούνται εκεί δεν καταφέρουν να τον διασφαλίσουν.