Ο Καρίμ (Kareem Kalokoh) μένει στα Κάτω Πατήσια και του αρέσουν πολύ. Οι γονείς του πρόλαβαν να έρθουν στην Αθήνα από τη Σιέρα Λεόνε πριν ξεσπάσει ο εμφύλιος. Ο μπαμπάς του, που πλέον ζει στην Αμερική, όχι μόνο έμαθε ελληνικά με το που έφτασε, αλλά τελείωσε και την ΑΣΟΕΕ. Η μαμά του έχει συμπληρώσει 30 χρόνια στην Ελλάδα.
Ο Βαλεντίν γεννήθηκε στην Αργεντινή. Ο πατέρας του κατάγεται από το Εκουαδόρ, η μητέρα του από το Περού. Όταν έφτασαν στην Αθήνα, ο μικρός πήγε στο Ελληνοϊταλικό Σχολείο κι ο καλλιτέχνης μπαμπάς έπιασε πόστο στους δρόμους της Αθήνας και ζωγράφιζε τοπία. «Πάντα του έλεγα να ανοίξει ένα μαγαζί, να προχωρήσει, αλλά εκείνος επέμενε ότι δεν θέλει να χάσει την επαφή με τον κόσμο και την έμπνευση της στιγμής, να γίνει επιχειρηματίας», λέει σήμερα.
Οι γονείς του Ντάνι (Dane Daze) είναι από το Κονγκό. Η μητέρα του εργάζεται σε σπίτια, ο μπαμπάς σε αποθήκες. Πλέον ζει στην Άνω Κυψέλη, έχει καταθέσει τα χαρτιά του και περιμένει την ελληνική ταυτότητα.
Ο Νίκος (Majin Cost) άρχισε να ασχολείται με τη μουσική, φτιάχνοντας ένα αυτοσχέδιο στούντιο στον Άγιο Παντελεήμονα. Πρώτος στην Ελλάδα από τη Σιέρα Λεόνε ήρθε ο πατέρας του, έναν χρόνο μετά έφτασε η μητέρα του. Λίγο μετά γεννήθηκε εκείνος.
Ο βενιαμίν της υπόθεσης είναι ο Ιωσήφ (Joseph). Είναι Κερκυραίος, η μαμά του ήταν ροκού και έπαιζε μπάσο.
Λένε πως οι Έλληνες δεν είναι ανοιχτοί στους μετανάστες, μόνο που εδώ, όταν κάποιος είναι ρατσιστής, θα σ' το δείξει, θα σ' το πει. Ή θα είναι χρυσαυγίτης ή θα είναι από ουδέτερος έως φιλικός. Στο εξωτερικό σου χαμογελούν, αλλά στην πραγματικότητα ποτέ δεν σε αποδέχονται.
Eίναι όλοι τους γύρω στα 20, παιδιά μεταναστών δεύτερης γενιάς. Γεννήθηκαν στην Αθήνα, μεγάλωσαν σε σπίτια όπου έπαιζε ρέγκε, τζαζ, r'n'b, new metal, αλλά ποτέ ελληνικά. Έπαιξαν, έμαθαν σκέιτ, αγάπησαν το κλάμπινγκ στις γειτονιές που κάποιοι έχουν κατατάξει στην κατηγορία του «γκέτο», έμαθαν να ζουν με τη δοκιμασία της εξακρίβωσης στοιχείων στο αστυνομικό τμήμα, φοίτησαν σε ελληνικά και διαπολιτισμικά σχολεία. Το πιο αγαπημένο αντικείμενο στο σπίτι τους ήταν οι κασέτες του Μάικλ Τζάκσον, το πιο πολύτιμο η προσωρινή άδεια παραμονής. Εδώ και λίγα χρόνια συστήνονται ως Ath Kids. Παίζουν χιπ-χοπ αποθεωτική και στη σκηνή είναι έξοχοι. Αυτές τις μέρες κάνουν άνω-κάτω την Αίθουσα Banquet του Μεγάρου Μουσικής Αθηνών, καθώς το Σάββατο 11 Φεβρουαρίου, στις 9 το βράδυ, καλούν τους Αθηναίους να καταλάβουν τι σημαίνει απογειωτικό, πολυεθνικό πάρτι με ραπ, DJs, τραγούδια και βίντεο που δημιουργούν οι ίδιοι με φόντο τις πιο αγαπημένες τους γωνιές σε αυτή την πόλη. Βγάζουν καθίσματα για να έχουν χώρο που θα μετατρέψουν σε πίστα, ετοιμάζονται για το μεγαλύτερο live της ζωής τους. Οι Ath Kids φτιάχνουν υπέροχη χιπ-χοπ μουσική, ονειρεύονται ένα μέλλον στην Ελλάδα, αλλά με διεθνή προοπτική και δεν θέλουν να εξαργυρώσουν τίποτε απ' όσα έχουν βιώσει. Παίξανε ήδη στην Τουλούζη και ετοιμάζονται για το Παρίσι, έχουν γεμίσει το Ρομάντσο, έχουν παίξει στο Plisskën και θεωρούν άθλο το ότι στα live τους έρχονται μέχρι και 30άρηδες.
«Το ιδανικό θα ήταν να ταξιδέψουμε στο εξωτερικό, αλλά να μη χρειαστεί ποτέ να αφήσουμε την Αθήνα. Οτιδήποτε άλλο μακριά από εδώ δεν θα είναι Ath Kids. Mπορεί το εξωτερικό να προσφέρει προοπτικές και ευκαιρίες, αλλά δεν θυσιάζουμε το vibe αυτής της πόλης που μας μεγάλωσε. Αυτή είναι η ενέργειά μας και το βίωμά μας, ανεξάρτητα από το πόσο δυσκολεύτηκε ο καθένας να φτάσει ως εδώ. Θέλουμε να εκπροσωπούμε αυτήν τη χώρα και να αυξάνονται τα έσοδά μας, ώστε να έχουμε budget γι' ακόμα πλουσιότερες παραγωγές», λένε.
Ο πρώτος κρίκος στην αλυσίδα του συγκροτήματος μπήκε όταν γνωρίστηκε ο Βαλεντίν με τον Καρίμ. «Βρισκόμασταν στα Κάτω Πατήσια, κάναμε μαζί σκέιτ, κολλήσαμε από την αρχή. Χαθήκαμε και ξαναβρεθήκαμε στα κλαμπ. Από το 2012 μας βασάνιζε στις κουβέντες που κάναμε το πώς θα δημιουργήσουμε κάτι κοινό. Στην αρχή σχεδιάζαμε ρούχα, ράβαμε, τυπώναμε τα συνθήματα που θέλαμε να φοράμε, πηγαίναμε στα παζάρια και παίρναμε second hand ρούχα. Ο Βαλεντίν μάλιστα είχε αρχίσει ήδη να κάνει μια μικρή επιχείρηση, πουλώντας καπέλα. Τότε κανείς δεν πατούσε σε αυτά τα μαγαζιά. Σήμερα τους βλέπεις όλους στη λαϊκή».
Ένα στούντιο στον Άγιο Παντελεήμονα ήταν το σημείο στο οποίο ενώθηκαν τελικά οι μουσικές τους τύχες. Το είχε δημιουργήσει ο Νίκος και ο Καρίμ πήγαινε τα απογεύματα και κοιτούσε. Σιγά-σιγά, τους έβαλε να ακούσουν τα πρώτα του τραγούδια. «Τα ξέχασα, για να μην πω τα έθαψα» λέει σήμερα ο Καρίμ γελώντας. «Κι εγώ από τότε λίγα πράγματα κράτησα. Σήμερα τα ακούω και ντρέπομαι», προσθέτει ο Νίκος.
Όταν, τελικά, πήραν τη σημερινή τους μορφή (μαζί τους είναι και ο Τζαμάλ Ερνέστα, που μένει στο Λονδίνο), αποφάσισαν πως το συγκρότημά τους θα λέγεται Ath Kids και ο στόχος τους θα είναι να προβάλουν την Αθήνα στο εξωτερικό. «Εδώ γεννηθήκαμε, αυτό τον τόπο αγαπάμε. Ο τρόπος ζωής εδώ, ό,τι προβλήματα κι αν αντιμετωπίσαμε, δεν συγκρίνεται με τις πόλεις όπου έχουμε ταξιδέψει. Από τα βιογραφικά μας θα καταλάβατε πως έχουμε τη δυνατότητα να επιλέξουμε άλλο τόπο διαμονής. Αλλά ως τώρα τίποτα δεν μας γέμισε πουθενά όσο η Αθήνα. Λένε πως οι Έλληνες δεν είναι ανοιχτοί στους μετανάστες, μόνο που εδώ, όταν κάποιος είναι ρατσιστής, θα σ' το δείξει, θα σ' το πει. Ή θα είναι χρυσαυγίτης ή θα είναι από ουδέτερος έως φιλικός. Στο εξωτερικό σου χαμογελούν, αλλά στην πραγματικότητα ποτέ δεν σε αποδέχονται. Αφήστε που εμείς έχουμε ζήσει τα χρόνια που όλα ήταν δυσκολότερα. Με τον καιρό η κατάσταση μόνο βελτιώνεται. Κανείς από τους τους συνομηλίκους μας δεν ασχολείται με αυτά τα πράγματα κι αυτό είναι σπουδαίο».
— Δηλαδή, πώς ήταν τα χειρότερα;
Νίκος: Χειρότερα είναι να δέχεσαι μπούλινγκ ή φραστικές επιθέσεις απ' όλους τους λευκούς, ανεξαρτήτως καταγωγής. Να σε βρίζουν Βούλγαροι, Αλβανοί, Ρώσοι και να μην καταλαβαίνεις τι πραγματικά σε διαχωρίζει από έναν άνθρωπο που είναι κι αυτός μετανάστης. Πλέον αυτά που μας ενοχλούν τα έχουμε θάψει. Μαθαίνεις να ζεις ακόμα και με τον εφιάλτη. Τα προσπερνάμε χωρίς να στεκόμαστε σε αυτά. Άλλωστε, σε αυτήν τη χώρα ποιος δεν έχει τεράστια προβλήματα πια; Αυτά που βασανίζουν εμάς, ταλαιπωρούν όλη τη χώρα.
Καρίμ: Την περίοδο που ανέβαινε η Χρυσή Αυγή, ήταν πολύ χειρότερα τα πράγματα. Από τη μια είχες να αντιμετωπίσεις τον κίνδυνο να σε πετύχουν μόνο σε κάποιο στενό, και από την άλλη η αστυνομία μάζευε αδιακρίτως ανθρώπους στις κλούβες. Τότε αισθανθήκαμε πώς είναι να μη νιώθεις ασφαλής στον τόπο όπου γεννήθηκες. Σήμερα τα περιστατικά είναι πιο light. Να, χθες, ένας ταρίφας με έβρισε γιατί πέρασα τελευταία στιγμή τον δρόμο. Μου φώναξε: "Έλα, μαύρε, προχώρα". Αλλά αυτό δεν είναι τίποτα μπροστά στον αληθινό φόβο.
— Με τα χαρτιά σας τί γίνεται;
Ο Καρίμ είναι ο μόνος που έχει πάρει την υπηκοότητα. Οι υπόλοιποι περιμένουμε. Γεννηθήκαμε εδώ και ζούμε 20 χρόνια στην αναμονή. Μπήκαμε πια στην τελική ευθεία. Πιο πολύ έχει δεινοπαθήσει ο Νίκος, που έμενε δίπλα σε αστυνομικό τμήμα. Είτε έχεις χαρτιά είτε όχι, αν θέλουν να σε ταλαιπωρήσουν, θα σε πάνε στο Τμήμα. Είναι σαν να σε σταματάει κάποιος στον δρόμο και να σου λέει: «Έλα λίγο, να σου χαλάσω την μέρα». Το μόνο που συχνά μας γλίτωνε από την επίσκεψη στο Τμήμα ήταν τα καλά ελληνικά που μιλούσαμε. Το άγχος της άδειας παραμονής είναι βίωμα που δεν ξεχνιέται. Είναι μεγάλο έξοδο και μια διαρκής απογοήτευση, καθώς την ανανεώναμε συνέχεια. Παλιότερα ήταν τόσο αργές οι διαδικασίες, που είτε ερχόταν και ήταν ήδη ληγμένη, πράγμα που σήμαινε ότι άρχιζες πάλι από την αρχή τη διαδικασία, είτε σου απέμεναν μόνο 3-4 μήνες νομιμότητας. Οι μητέρες μας δεν μας αφήνανε να φεύγουμε από το σπίτι χωρίς το χαρτί μας. Η μόνιμη απειλή ήταν: «Εγώ δεν έρχομαι να σε πάρω από το Τμήμα». Το δε διαβατήριο δεν έβγαινε ποτέ από το σπίτι, ως η πολυτιμότερη κληρονομιά μας. «Αν χάσεις το διαβατήριο, είναι σαν να χάνεις τη ζωή σου» μας έλεγαν.
— Στα τραγούδια που γράφετε μιλάτε για όλα αυτά;
Τίποτα δεν γίνεται συνειδητά. Η ζωή μας και ο τρόπος που υπάρχουμε σε αυτή την πόλη σίγουρα υπάρχουν σε ό,τι γράφουμε. Το ίδιο και στα βίντεό μας, όπου θέλουμε να αποτυπώνεται μια Αθήνα όπως δεν την έχετε ξαναδεί. Δεν είναι καταγγελία η μουσική μας, είναι περισσότερο τα ποιήματά μας.
— Την πόρτα της δισκογραφίας την χτυπήσατε;
Στην αρχή θεωρήσαμε ότι αυτός είναι ο σωστός τρόπος. Αλλά πολύ γρήγορα διαπιστώσαμε ότι προτιμάμε να δυσκολευτούμε περισσότερο προκειμένου να δουλέψουμε μόνο μ' εκείνους που έχουμε επιλέξει, χωρίς συστάσεις από ανθρώπους με τους οποίους δεν θα συνεννοούμασταν. Όλα τα κάνουμε μόνοι μας. Δεν έχουμε σκοπό το κέρδος. Αν το κάνεις με σκοπό τα χρήματα, έχεις ημερομηνία λήξης.
— Όταν πια θα έχετε πετύχει όλους τους στόχους σας ως Ath Kids, τι θα θέλατε να κάνετε;
Να μπορούμε να ζούμε από τη μουσική και να βγάλουμε αρκετά χρήματα για να αγοράσουμε ένα σπίτι στη μάνα μας. Ούτως ή άλλως, όλοι βοηθάμε πια την οικογένειά μας, δεν βγαίνει αλλιώς. Οι μητέρες μας είναι μεγάλες αγωνίστριες. Πάντα θέλαμε να έρθει η στιγμή που θα ανταποδίδαμε ό,τι μας πρόσφεραν με πολύ κόπο, δουλεύοντας αδιάκοπα σε ξένα σπίτια. Οι γονείς μας έφυγαν από την άλλη άκρη του κόσμου, ήρθαν εδώ και δούλεψαν σαν σκυλιά όχι για εκείνους, αλλά για μας. Καμιά φορά το λέμε σε φίλους Έλληνες και δεν το καταλαβαίνουν. Στην Ελλάδα συμβαίνει το ακριβώς αντίθετο: ο γονιός δουλεύει μέχρι τα γεράματα προκειμένου να πάρει ένα σπίτι στο παιδί του. Για μας ο αγώνας είναι αντίστροφος. Το κίνητρό μας είναι να ανταποδώσουμε την αγάπη, τον αγώνα και να τους πείσουμε ότι τελικά μπορεί να μη γίναμε γιατροί και δικηγόροι, όπως μας έλεγαν, αλλά έχουν πολλούς άλλους λόγους να καμαρώνουν.
— Αλλάξατε κάτι από το σόου σας για να «μπείτε» στο Μέγαρο;
Όχι, τίποτα απ' όσα ετοιμάζαμε δεν άλλαξε. Άλλωστε, ο κ. Μαραγκόπουλος, όταν μας τηλεφώνησε για να μας καλέσει, μας ζήτησε να είμαστε ο εαυτός μας και να μην αφήσουμε τίποτα έξω από την πόρτα του Μεγάρου. Περιποιηθήκαμε λίγο διαφορετικά το stage και βάλαμε προτζέκτορα που θα δείχνει τα βίντεό μας. Το να παίζουμε στο Μέγαρο είναι πραγματικά μεγάλη τιμή για όλους.
— Είχατε πάει ποτέ στο Μέγαρο ως θεατές;
Όχι, κανείς μας, ποτέ. Γι' αυτό και δεν πιστεύαμε στ' αυτιά μας όταν μας τηλεφώνησαν και καταλάβαμε ότι κάποιος από κει μέσα μας ήξερε.
Info: 11/2, 21:00. Έναρξη προσέλευσης: 20:00. Αίθουσα Βanquet. Τιμές εισιτηρίων €15 (γενική είσοδος), €7 (φοιτητικό). Πληροφορίες στο 210 72 82333.