"Μετά την απολογία του Μπελογιάννη, η Έλλη Ιωαννίδου (Παππά) του προσφέρει ένα γαρύφαλλο, σε μια στιγμή τρυφερότητας και αγάπης σ' εκείνες τις εξαιρετικά τραγικές ώρες. Η φωτογραφία θα κάνει το γύρο του κόσμου και ο Πικάσο θα σχεδιάσει το περίφημο σκίτσο του «Ανθρώπου με το γαρύφαλλο», συμμετέχοντας ο ίδιος με τον τρόπο αυτό στη διεθνή διαμαρτυρία" (Βλ. mauroflight).
'Ενα γράμμα στην Αυγή από συναγωνίστριες της 'Ελλης Παππά :
"Η ιστορία που γράφει η Ελλη Παππά είναι δική της, πλαστογραφημένη, κομμένη και ραμμένη στα μέτρα της. Πρόσωπα και γεγονότα ελάχιστη σχέση έχουν με την πραγματικότητα. Μόνο εμείς μπορούμε να διαβάσουμε κάτω από τις αράδες της την αληθινή ιστορία της φυλακής επί των ημερών της, γιατί τη ζήσαμε στο πετσί μας.--
Δεν θα ασχολούμασταν με το βιβλίο της Έλλης Παππά, αν δεν συνέβαινε να αναφέρεται στο μεγαλύτερο μέρος του σε γεγονότα της δεκαετίας του 1950, μέσα στις φυλακές Αβέρωφ.
Η συγγραφέας του βιβλίου έχοντας δεσμεύσει το Μουσείο Μπενάκη να το εκδώσει έξι μήνες μετά τον θάνατό της, καταδικάζει τελεσίδικα αγωνιστές στον πιο ατιμωτικό θάνατο, εκείνο του χαφιέ. Σε κανέναν δεν θα υποχρεωθει να δώσει απάντηση, έχοντας αποκλειστικά εκείνη τον λόγο ή μάλλον τον μονόλογο μέσα από το βιβλίο της.
Η Έλλη Παππά παραχαράσσει την Ιστορία. Εμφανίζεται ως θύμα του σταλινισμού, που γνώρισε το μίσος όλων, τους κατατρεγμούς και την πολιτική εξόντωση, γιατί υπερασπίστηκε την αθωότητα του Πλουμπίδη, που ο Ζαχαριάδης έβγαλε "χαφιέ". Γι' αυτό ισχυρίζεται πως την καθαίρεσε νωρίς η ηγεσία του ΚΚΕ, δίνοντάς της όμως ταυτόχρονα την εντολή να κρατήσει μυστικό αυτό το γεγονός και να "βοηθάει τα κορίτσια", δηλαδή τα μέλη του Γραφείου στο οποίο ήταν γραμματέας. Εκείνη πειθάρχησε, χάρην της ενότητας του κόμματος. Πώς να αντικρούσει κανείς τέτοιον εξωφρενισμό; Θα ήταν τουλάχιστον έλλειψη σοβαρότητας.
Απλώς υπενθυμίζουμε ότι αυτό ισχυρίζεται στο βιβλίο που έγραψε ύστερα από χρόνια, επιδιώκοντας να φορτώσει τις ευθύνες της σε άλλους, ενώ εκείνη εμφανίζεται ως ανεύθυνη, καθαιρεμένη μυστικά. Στην πραγματικότητα, η Ελλη Παππά καθαιρέθηκε φανερά το 1957 ως σταλινική, για τα πεπραγμένα της μέσα στις φυλακές Αβέρωφ. Και ας υποστηρίζει πάλι στο βιβλίο ότι για άλλη μια φορά υπήρξε θύμα, διότι υπερασπίστηκε τον Πλουμπίδη.
Ποια ήταν η Έλλη Παππά, όπως την γνωρίσαμε από την στιγμή που μπήκε στο προαύλιο της φυλακής στις 29 Ιουλίου 1951; Ήταν η Έλλη Ιωαννίδου, μια μικρόσωμη τριαντάχρονη γυναίκα, σε προχωρημένη εγκυμοσύνη -γέννησε στις 23 Αυγούστου-, παντρεμένη με τον Ηλία Ιωαννίδη, στέλεχος του ΚΚΕ , που μετά την ήττα στον εμφύλιο βρισκόταν σε κάποια από τις τότε λαϊκές δημοκρατίες. Μεσαίο στέλεχος η ίδια, στον τομέα της διαφώτισης από τις αρχές του 1945, ήταν επικεφαλής ενός φροντιστηρίου που δίδασκε μαρξιστικά μαθήματα σε μεσαία και κατώτερα στελέχη.
Τη θυμόμαστε με αγάπη. Μαζί της είχαμε πάρει μια ανάσα, αλλά τα καλά κρατούν λίγο. Αργά, μεθοδικά, όπως περιγράφει από κεφάλαιο σε κεφάλαιο στο βιβλίο της, η Ελλη Παππά, με κτυπήματα κάτω από τη μέση, θα οδηγήσει την Ζεύγου στην απομόνωση, με την ρετσινιά του χαφιέ , όπως και τη Μαργαρίτα Κωτσάκη, παλιά κομμουνίστρια.
Τίποτα από αυτά δεν ήταν τότε υπό αμφισβήτηση. Το αντίθετο μάλιστα. Επέμενε πολλές φορές να μας τα υπενθυμίζει φορτικά, ενοχλητικά. Αυτά βέβαια μόνο για μερικούς μήνες. Ύστερα θα τα ξεχάσει ολότελα και θα απαιτήσει από μας να κάνουμε το ίδιο, να τα σβήσουμε, όπως εξαφάνιζε ο Στάλιν κάποια πρόσωπα από τις φωτογραφίες.
Η Ελλη Παππά για πέντε περίπου μήνες, το 1950, υπήρξε σύνδεσμος ανάμεσα στον Μπελογιάννη και τον Πλουμπίδη που ήταν παράνομοι. Καταδικάστηκε δύο φορές σε θάνατο, αλλά δεν εκτελέστηκε γιατί είχε μωρό παιδί.
Τον δεσμό της με τον Μπελογιάννη, που εμείς μάθαμε δύο ημέρες μετά την εκτέλεσή του, θα τον χρησιμοποιήσει χωρίς καθυστέρηση για την προβολή της, τους μύθους της και την ανέλιξή της, προκλητικά, προσβλητικά, ακόμα και για εκείνον.
Από τα μέσα του 1949, γραμματέας της Ομάδας της φυλακής ήταν η Καίτη Ζεύγου, τριανταπεντάχρονη τότε δασκάλα, παλιά αγωνίστρια καταδικασμένη δύο φορές σε θάνατο, μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του ΚΚΕ, μία από τις πέντε εθνοσυμβούλους - βουλευτίνες της κυβέρνησης της Ελεύθερης Ελλάδας, στην Κατοχή.
Τη θυμόμαστε με αγάπη. Μαζί της είχαμε πάρει μια ανάσα, αλλά τα καλά κρατούν λίγο. Αργά, μεθοδικά, όπως περιγράφει από κεφάλαιο σε κεφάλαιο στο βιβλίο της, η Ελλη Παππά, με κτυπήματα κάτω από τη μέση, θα οδηγήσει την Ζεύγου στην απομόνωση, με την ρετσινιά του χαφιέ , όπως και τη Μαργαρίτα Κωτσάκη, παλιά κομμουνίστρια.
Λίγο καιρό μετά την εκτέλεση του Μπελογιάννη, η Έλλη Παππά διορίζεται, από την έξω οργάνωση, γραμματέας του Γραφείου της ομάδας των κρατουμένων.
Δική της απόφαση ήταν η οργάνωση επίσημου μνημόσυνου κάθε χρόνο, στην επέτειο της εκτέλεσης του Μπελογιάννη.
Και οι άλλοι νεκροί;
Στο τέλος του 1950, στη φυλακή, είμασταν 760 κρατούμενες, ανάμεσά μας 120 μελλοθάνατες και 30 παιδάκια μέχρι τριών χρονών.
Ποσοι ήταν οι νεκροί μας; 30 στον πόλεμο της Αλβανίας, 50 στην Κατοχή, 150 στον Εμφύλιο. Τι αναλογούσε σε όσες είχαν χάσει δικούς τους ανθρώπους; Από ένα μέχρι έντεκα θύματα. Τόσοι ήταν οι εκτελεσμένοι της Βασιλικής Κουσάντρα, που έμεινε ολομόναχη.
Και δεν ήταν η μόνη.
Ως γραμματέας του Γραφείου της ομάδας γυναικών, η Ελλη Παππά οργάνωσε άμιλλες, πλάνα κατά τα σοβιετικά πρότυπα, καθιέρωσε διακρίσεις , βραβεία Άλμπατρος (πουλί της καταιγίδας) όπως ονόμασε ο Ζαχαριάδης τον Μπελογιάννη. Η ίδια έγραψε στίχους που έγιναν τραγούδι και το τραγουδούσαν οι κρατούμενες.
Να και η τελευταία του στροφή :
Κάθε βόλι το κάνουμε τραγούδι
κι απ' τη σκλαβιά μας βλασταίνει ο ανθός
της νιάς ζωής που στεριώνουν και θα χτίζουν
λεβέντρες που ζήσανε σαν Αλμπατρος
"Λεβέντρες" ήμασταν εμείς οι κρατούμενες, τέσσερα χρόνια μετά τη συντριπτική ήτττα, που κάναμε κάθε βόλι τραγούδι.
Όλα αυτά και άλλα πολλά ανεκδιήγητα, τα καυτηριάζει στο βιβλίο της και τα φορτώνει στα μέλη του Γραφείου της, τα οποία κατονομάζει και κατηγορεί δριμύτατα.
Στο βιβλίο κατακεραυνώνει τον σταλινισμό, που αλλοτριώνει τον άνθρωπο, σπιλώνει υπολήψεις, κατασκευάζει χαφιέδες, ενώ στην πράξη, όπως την ζήσαμε εμείς, τον εφάρμοζε με τις χειρότερες μεθόδους του.
Αναζητούσε παντού φραξιονίστριες, αντιηγετικές, ύποπτες, όργανα της ασφάλειας, οργανωμένα δίκτυα που δρούσαν μέσα στη φυλακή και έξω στις οργανώσεις, και σε ένα επισκεπτήριο ζήτησε από τον Βασίλη Ευφραιμίδη, βουλευτή της ΕΔΑ, κοινή δράση για τον εντοπισμό κάποιου κυκλώματος (σελ 131). Φυσικά εκείνος την αγνόησε και εκείνη τον μίσησε.
Στην ιστορία της, που χρόνια χτίζει πετραδάκι-πετραδάκι, αναποδογυρίζει γεγονότα, γράφει άσχετα παραμύθια, ρίχνει την ευθύνη της σε άλλους και ό,τι δεν μπορεί να βολέψει, το εξαφανίζει, όπως την συγκρατούμενή μας Γλυκερία Παγουλάτου, που δεν θα την συναντήσουμε πουθενά στις σελίδες του βιβλίου.
Της είχε αναθέσει να ανακαλύψει κάποιες ύποπτες για χαφιεδισμό και όταν η Γλυκερία τής δήλωσε ότι δεν βρήκε πουθενά ύποπτες και θα σταματήσει να ψάχνει, της επέβαλε την ποινή της σιωπής. Έτσι, εβδομάδες ολόκληρες κυκλοφορούσε μουγγή, συνοδεία δύο "μπάτσων" της επαγρύπνησης, ώσπου κόντεψε να χάσει και τη φωνή της και το μυαλό της.
Δεν θα συναντήσουμε ούτε τη Φαιναρέτη Κοκκόλη, να παίρνει μόνη της το φαγητό της, να τρώει μόνη της εκτός παρέας -στη φυλακή η παρέα σου είναι η οικογένειά σου- έρημη, αποσυνάγωγη.
Άφαντες και η Ντίνα, η Ελευθερία, η Ουρανία, η Κατίνα, η Ολυμπία και τόσες άλλες, θύματα όλες της χαφιεδολαγνείας και της μανίας της για πλήρη ισοπέδωση και υποταγή στο ιερατείο.
Εύλογα θα μπορούσε κανείς να ρωτήσει: Όλα αυτά, οι κρατούμενες τα δεχόντουσαν βουβά, υποτακτικά και αδιαμαρτύρητα; Όχι βέβαια.
Υπήρχαν μάλιστα φορές που η φυλακή τραντάχτηκε συνθέμελα, αντιδρώντας στον παραλογισμό και την καταπίεση. Αυτά τα ελάχιστα για την Ιστορία, που κανένας δεν έχει δικαίωμα να παραχαράζει.
Αθηνά Βασίλα Ματράγκα, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 10 χρόνια. Κατίνα Βασιλιά Σαπουντζή, καταδικασμένη πεντε φορές ισόβια, έμεινε στη φυλακή 9 χρόνια. Βαγγελιώ Γεωργαντά Φραντζεσκάκη, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 10 χρόνια. Αντιγόνη Δαμιανάκου, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 4 χρόνια. Ελένη Κυβέλου Καμουλάκου, καταδικασμένη 14 χρόνια, έμεινε στη φυλακή 7. Μαίρη Μπίκια Αρώνη, καταδικασμένη 20 χρόνια έμεινε στη φυλακή 11. Ουρανία Νιζαμίδου, καταδικασμένη σε ισόβια, έμεινε στη φυλακή 6,5 χρόνια. Ολυμπία Παπαδοπούλου Βασιλάκου, καταδικασμένη σε θάνατο, έμεινε στη φυλακή 9 χρόνια. Αργυρώ Σεφερλή, καταδικασμένη σε 20 χρόνια, έμεινε στη φυλακή 6,5. (Από την Αυγή -23-01-2011).
"Ο πατέρας (μου), Νίκος, ήταν κομμουνιστής πριν από το 1920, στην Κωνσταντινούπολη, πιστός και αδιασάλευτος στις αρχές του. Τότε, εκεί, γνώρισε τον Νίκο Ζαχαριάδη, παιδί με κοντά παντελονάκια, εργάτη, μα τον εντυπωσίασε η προσωπικότητά του. Και ήταν κοντά του. Οταν ο Ζαχαριάδης ήρθε στην Ελλάδα, το 1934 και έγινε Γραμματέας του ΚΚΕ, ειδοποίησε τον Καλούμενο να έρθει από την Πόλη να δουλέψουν στην Αθήνα για το Κόμμα. Ο Καλούμενος, με γυναίκα και δύο παιδιά, τύπος σιωπηλός, εργάτης, σχεδόν αφανής, είχε αρμοδιότητα να νοικιάζει για να μένει οικογενειακώς, μικρές μονοκατοικίες, διαδοχικά, όπου εκεί γίνονταν μυστικές συναντήσεις, εργασίες, ακόμα και κρυφά συνέδρια του Κόμματος, επί Μεταξά τότε. Στη γερμανική κατοχή, εντάχθηκε στον τομέα πόλης του ΕΑΜ.
Το 1946, με γυναίκα και τρία παιδιά έμενε εδώ, στη Λυκούργου 39 τότε, σε μια μονοκατοικία με πλυσταριό πίσω στον κήπο, δέντρα, κοτέτσια κ.λπ. Σ' αυτό το σπίτι του έκρυβε τον ασύρματο του ΚΚΕ και τον ασυρματιστή, Νίκο Βαβούδη. Δηλαδή, ο Καλούμενος και η οικογένειά του, έβαλαν "το κεφάλι τους στον ντορβά", που λένε, γνωρίζοντας τον κίνδυνο που διέτρεχαν. Ηξεραν ότι τέτοια παράνομη δράση είχε συνέπειες οριστικές για όλους.
Ο ασυρματιστής Νίκος Βαβούδης, παράνομος, διωκόμενος, διότι γνωστός στην ασφάλεια, ως παλαιός κομμουνιστής, ήταν άνθρωπος ιδιοφυής, με πολλές γνώσεις και ικανότητες. Και ήταν ο βασικός συνδετικός κρίκος σε όλη τη μυστική προσπάθεια που γινόταν για την ενημέρωση και οργάνωση που γινόταν με το μυστικό και παράνομο δίκτυο του Κομμουνιστικού Κόμματος στην Ελλάδα.
Ηταν κύριος, σοβαρός, καλά ντυμένος. Ερχόταν σαν "θείος Κώστας" για επίσκεψη στο σπίτι της οικογένειας Καλούμενου. Εκεί, επί ώρες και μέρες κρυβόταν στο υπόγειο του πλυσταριού, ειδικά κατασκευασμένο από εκείνον και τον Καλούμενο, με αόρατη είσοδο. Εκεί, με τον ασύρματο, μέρες και συνήθως νύχτες, επικοινωνούσε για να διασυνδέει όλα τα δίκτυα του ΚΚΕ και να μεταφέρει με μυστικούς κωδικούς ειδήσεις και ενημέρωση και να παίρνει οδηγίες, ανάμεσα σε Αθήνα και τον πυρήνα του ΚΚΕ στο εξωτερικό (...)
Εκείνο το βράδυ του Νοέμβρη...
Εκεί, πάνω στον ασύρματο, βρέθηκε την ώρα της δουλειάς του, όταν δύο η ώρα τη νύχτα, η αστυνομία, που έψαχνε με το τζιπ και το ραδιογωνιόμετρο στην περιοχή, εισέβαλε άγρια στο σπίτι, όπως και σε όλα τα σπίτια του τετραγώνου. Δεν μπορούσαν να εντοπίσουν από πού προέρχονταν τα σήματα Μορς. Τραβώντας ένα καλώδιο, διακόψαμε αυτόματα τη σύνδεση με το υπόγειο πριν αντιληφθούν οι αστυνομικοί.
Δυόμισι εικοσιτετράωρα έψαχναν σε όλα τα σπίτια. Ολη η γειτονιά ταλαιπωρήθηκε. Ομως εμείς, όλη η οικογένεια Καλούμενου, κάναμε τους αδιάφορους, για να μην υποψιαστούν. Και ο Βαβούδης, άγρυπνος, χωρίς τροφή και νερό, χωρίς εξαερισμό καν, έμενε στην κρύπτη του. Ξέραμε ότι δεν υπήρχε τρόπος διαφυγής. Ούτε τρόπος σωτηρίας. Περιμέναμε μόνο. Ωσπου ήρθε το μηχανικό του στρατού με τον συνταγματάρχη Παυλίδη και τον εντόπισαν με τα μηχανήματά τους.
Μετά από καιρό, η γειτονιά μας είπε ότι τον είδαν που τον έβγαλαν στα χέρια, με το κεφάλι όλο αίματα. Κι αυτοί, έψαξαν, γκρέμισαν, τρύπησαν, ερήμωσαν το σπίτι.
Τότε - πότε πρόφθασαν; - κατέφθασαν ο υπουργός εσωτερικών, Ρέντης, ο αρχηγός της αστυνομίας, Ρακιτζής και άλλοι. Κοσμοσυρροή στο σπίτι. Χαλασμός.
Με διέταξαν, με το όπλο στο χέρι, εμένα προσωπικά, να μιλήσω στον Βαβούδη από μια τρύπα. Εκείνος μου απάντησε: "Πες τους, αυτουνούς ότι εμένα δε θα με βάνουνε στο χέρι ζωντανό!". Είχε δυο όπλα, μας τα είχε δείξει. Κατέστρεψε ασύρματο, έκαψε χαρτιά και αυτοπυροβολήθηκε, εκεί, κάτω από τα πόδια μας. Αναστάτωση. Χάος στο σπίτι. Με απείλησαν "θα σε σκοτώσουμε, πες μας από πού ανοίγει να τον πάρουμε". Εγώ ήξερα. "Δεν μπορώ να σας πω, από μέσα ανοίγει, αυτός ο ίδιος πρέπει να σας ανοίξει". "Πες μας, εδώ, δείξε μας". "Δεν μπορώ, από μέσα ανοίγει". Είχαν τρελαθεί όλοι τους, τρέμαν. Ερήμωσαν, τρύπησαν, γκρέμισαν, άνοιξαν μια τρύπα στο πλυσταριό, με πήραν άρον - άρον με ένα τζιπ στην ασφάλεια...
Μετά από καιρό, η γειτονιά μας είπε ότι τον είδαν που τον έβγαλαν στα χέρια, με το κεφάλι όλο αίματα. Κι αυτοί, έψαξαν, γκρέμισαν, τρύπησαν, ερήμωσαν το σπίτι.
Οσο για την οικογένεια Καλούμενου, γονείς και τρία παιδιά, σύρθηκαν όλοι, χώρια χώρια στην ασφάλεια. Ανακρίσεις και τσιμεντένια κελιά χωρίς στρώματα. Ενα χειμώνα ολόκληρο. Δίκες, καταδίκες, εκτελέσεις. Οι παλιοί πρέπει να θυμούνται. Και οι νέοι να τα μάθουν. Ετσι γίνονταν οι αγώνες τότε.
1952, 30 Μαρτίου, Κυριακή αξημέρωτα! Εκτελέστηκαν από την ελληνική κυβέρνηση με εντολή των Αμερικανών: Μπελογιάννης, Καλούμενος, Αργυριάδης, ο οποίος ήταν υπεύθυνος για το δεύτερο ασύρματο στη Γλυφάδα, και ο σπουδαίος οικονομολόγος Δημήτρης Μπάτσης, που το σύγγραμμά του είχε σκοπό να υποδείξει τις πλουτοπαραγωγικές πηγές της Ελλάδας και να βοηθήσει στην ανάπτυξή τους. Αυτή είναι η ιστορία. Από εκεί και πέρα, κατατρεγμοί, μυστικοί αγώνες και ακόμα σήμερα αγώνες ". Ομιλία-μαρτυρία της Μαργαρίτας Καλούμενου, κόρη του Νίκου Καλούμενου σε συγκέντρωση του ΚΚΕ το 2011). Από το Ριζοσπάστη. Βλ. redflyplanet.
"Μετά την ανακοίνωση του στρατοδικείου ο Μπελογιάννης και η Παππά δεν προχωρούν σε αίτηση αναψηλάφησης της δίκης. Παγκοσμίως οι αντιδράσεις της κοινής γνώμης είναι καταιγιστικές. Οι κρατούμενοι κρατιούνται σε διαφορετικά κελιά και το ζευγάρι Μπελογιάννη- Παππά δεν μπορούν να δουν ο ένας τον άλλο. Όμως τα βράδια συζητάνε και πειράζονται μέσω της ηχούς του διαδρόμου που συνέδεε τα κελιά τους. "Δεν βλεπόμασταν αλλά η ακουστική ήταν θαυμάσια" θα πει αργότερα η Παππά. Ο Λαζαρίδης είχε αναλάβει το μουσικό μέρος και σφύριζε στο ζευγάρι διάφορες μελωδίες όπως το Plaisir d' amour και τους ουγγρικούς χορούς του Μπραμς. Έξω από τα κάγκελα τα κίνημα για την απελευθέρωσή τους έχει φουντώσει και λάβει τεράστιες διαστάσεις. Εκατομμύρια άνθρωποι σε όλο τον κόσμο διαμαρτύρονται για την επικείμενη εκτέλεσή τους.
Στις 25 Μαρτίου του 52, οι κρατούμενοι έπεσαν να κοιμηθούν. Κοιμόντουσαν με τα ρούχα συνήθως αφού από στιγμή σε στιγμή ανέμεναν τον θάνατο. όμως τώρα ήταν Σάββατο και γνώριζαν καλά ότι Κυριακή δεν γίνονταν εκτελέσεις. Κατά τις 2:30 ξημέρωμα Κυριακής το κρατητήριο φωτίζεται. Ο Μπελογιάννης πετιέται όρθιος. Ένας φύλακας του ανοίγει την πόρτα, ο Μπελογιάννης τον ρωτά:
"Πάμε για καθαρό αέρα?"
"Ναι Νίκο, πάτε για εκτέλεση.."
Οι δήμιοι του Μπελογιάννη αποφάσισαν να τους εκτελέσουν Κυριακή, την ημέρα του Θεού που κανένας σε ολόκληρο τον κόσμο δεν επιτρέπεται να πεθάνει στο απόσπασμα. Ο λόγος ήταν ότι οι αρχές φοβόντουσαν τις κινητοποιήσεις. Πρώτος βγαίνει ο Μπελογιάννης, μετά ο Μπάτσης. Του Λαζαρίδη του είπαν: "Εσύ κάτσε". Από τους 8 καταδικασμένους σε θάνατο πήραν μόνο τους Νίκο Μπελογιάννη, Ηλία Αργυριάδη, Νίκο Καλούμενο και τον Δημήτρη Μπάτση. Τον Λαζαρίδη τον άφησαν λόγω ηλικίας και την Έλλη Παππά, παρά το ότι είχε ζητήσει να μην εξαιρεθεί και να πεθάνει με τον Μπελογιάννη, την άφησαν λόγω της προχωρημένης της εγκυμοσύνης.
Στις 3:48, η κλούβα με την φάλαγγα αυτοκινήτων που μεταφέρει τους μελλοθάνατους, φθάνει στο Γουδί πίσω από το Σωτηρία. Στις 4 όλοι βρίσκονται στις θέσεις τους. Εικοσιτέσσερις κάννες σημαδεύουν τέσσερα κορμιά που μέσα τους χωρά όλη η δύναμη και η αξιοπρέπεια ενός λαού.
Στις 4:12, δίνεται η χαριστική βολή..." (Κόκκινος Φάκελος).
Περιμένοντας τη Ρόζα (2012), ντοκιμαντέρ του Νίκου Θεοδοσίου για την Οδύσσεια των κατοίκων του Beloiannisz.
σχόλια