Από το 2008 μέχρι σήμερα οι Έλληνες που έχουν φύγει στο εξωτερικό φτάνουν περίπου το μισό εκατομμύριο (427.000 με στοιχεία του 2016). Οι περισσότεροι αποφάσισαν να κάνουν αυτό το βήμα αναζητώντας μία καλύτερη προοπτική κυρίως στον επαγγελματικό τομέα.
Όπου κι αν βρίσκονται, όμως, στον κόσμο κουβαλούν μέσα τους κάτι από την Ελλάδα. Εικόνες, στιγμές, αναμνήσεις, μυρωδιές, αγαπημένα πρόσωπα.
Και κάθε φορά που μένουν μακριά για καιρό, η νοσταλγία γίνεται ένα μικρό, παλιρροϊκό κύμα που ανασύρει στην επιφάνεια όλα όσα τους συνδέουν με τη χώρα που μεγάλωσαν. Μπορεί, βέβαια, αυτό να μην συμβαίνει σε όλους.
Σε κάθε περίπτωση ζητήσαμε από επτά Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό να μας εξηγήσουν γιατί έφυγαν και τι είναι αυτό που τους λείπει περισσότερο.
Σάκης Πλάκας, Τσεχία
Από την Ελλάδα έφυγα τον Φεβρουάριο του 2014 με προορισμό το Μπρνό της Τσεχίας. Εργάζομαιν σαν unix/linux administrator σε μια από τις τοπ αμερικανικές εταιρίες που έχουν παράρτημα εδώ. Θα χαρακτήριζα την καθημερινότητά μου μάλλον συνηθισμένη.
Πηγαίνω στη δουλειά 4 φορές την εβδομάδα (έχω επιλέξει να δουλεύω 10ωρα ώστε να παίρνω μετά 3 μέρες ρεπό). Επίσης, έχω τη δυνατότητα να δουλεύω από το σπίτι όποτε το θελήσω. Τι κάνω μετά; Ε, διαβάζω, ή πηγαίνω για κανένα καφέ/μπίρα με τα παιδιά από τη δουλειά.
Αυτό που μου λείπει περισσότερο απ' όσα άφησα πίσω μου είναι οι φίλοι, η οικογένειά μου, η θάλασσα και το ότι έχεις πάντα κάτι να κάνεις, οποιαδήποτε ώρα της ημέρας. Έφυγα για να κυνηγήσω μία καλύτερη ζωή και για να μην νιώθω πια άγχος για την επιβίωση.
Λένα Φουτσιτζή, Η.Π.A
Αυτό που μου λείπει από την Ελλάδα είναι οι φίλοι μου και η κοντινή μου οικογένεια. Πολύ αναμενόμενο, αλλά τελικά, μετά από έξι χρόνια στην Αμερική, συνειδητοποιώ ότι μόνο οι άνθρωποι μου λείπουν. Ούτε η θάλασσα, ούτε η σπανακόπιτα.
Ίσα ίσα, η μετανάστευση και τα ταξίδια μου έμαθαν ότι θάλασσες υπάρχουν κι αλλού, ίσως όχι σαν τις ελληνικές, αλλά ωραίες επίσης, και για τους ντόπιους γεμάτες άλλες ιστορίες. Σπανακόπιτα μπορεί να μην βρίσκω, αλλά βρίσκω και ανακαλύπτω τα φαγητά άλλου τόπου, με τα οποία μεγάλωσαν άλλοι άνθρωποι, και τους συγκινούν με τον ίδιο τρόπο, άσε που επιτέλους έκανα τον κόπο να μάθω να ανοίγω δικό μου φύλλο.
Όμως οι άνθρωποι που θέλω κοντά μου δεν υπάρχουν αλλού. Είναι μοναδικοί γιατί είναι οι δικοί σου άνθρωποι. Και όσο και να μειώνεται η απόσταση με το σκάιπ και το μέσεντζερ και το ίντερνετ γενικώς, λείπει η καθημερινότητα μαζί τους που επιτρέπει να μην ακούω μόνο την απάντηση στο «τι κάνεις;» αλλά να καταλαβαίνω τι κάνουν χωρίς να μου το λένε.
Η Ελλάδα μου είναι οι αγαπημένοι μου. Αν μπορούσα να τους φέρω εδώ, η χώρα μου θα ήταν το εδώ. Έτσι νομίζω.
Ελπίδα Τσιάβου, Αυστρία
Έφυγα από την πατρίδα μου για να βρω κάτι καλύτερο στον εργασιακό τομέα. Μία φίλη μου μίλησε για την Βιέννη (δεν μιλάω γερμανικά).
Ήταν μία απόφαση της στιγμής. Έκλεισα εισιτήρια και έφυγα. Από την πρώτη στιγμή ξεκίνησα να ψάχνω για δουλειά. Στάθηκα τυχερή και βρήκα αμέσως μία. Το σπίτι που ζω εδώ, η δουλειά που κάνω και οι άνθρωποι που συναναστρέφομαι είναι καλοί. Μπορεί να βρέχει συνέχεια αλλά υποφέρεται.
Στην Ελλάδα το πατρικό μου βρισκόταν μπροστά από θάλασσα και βουνό. Κάθε πρωί χαιρόμουν το οξυγόνο, τον ήλιο και τα χρώματα της. Αυτά μου λείπουν. Μαζί με την οικογένεια μου και την καλύτερη μου φίλη. Πίστευα ότι δεν θα ήταν τόσο δύσκολο, τώρα με το ίντερνετ αλλά δεν!! Από την Ελλάδα λοιπόν δεν μου λείπει ένα πράγμα αλλά πολλά, που δεν συνοψίζονται σε μία λέξη.
Μανώλης Κιαγιάς, Μεγάλη Βρετανία
Ήρθα στην Αγγλία πριν από 3 χρόνια. Αιτία ήταν μια αίτηση για δουλειά στην Αθήνα, η οποία όμως κατέληξε να με οδηγήσει αρχικά στο Ρετινγκ και πλέον στο Λονδίνο.
Η μετάβαση στο εξωτερικό μου παρέχει πολλές διαφορετικές εμπειρίες. Ωστόσο αυτή η αλλαγή πορείας δεν μπορεί σίγουρα να μου καλύψει τη ζεστασιά της οικογένειας και των φίλων. Και αυτό είναι που μου λείπει περισσότερο.
Τα οικογενειακά αράγματα με συγγενείς και φίλους, όπου το ψήσιμο της χοιρινής μπριζόλας- με συνοδεία τσίπουρου φυσικά- πρωταγωνιστεί, ενώ τα ρεμπέτικα και (σε σπέσιαλ περιστάσεις) τα κλαρίνα ολοκληρώνουν το σκηνικό.
Dina Pascal, DJ & PRODUCER DUO, Γερμανία
Είχα από μικρή μανία με τη μουσική, από τα εφηβικά μου χρόνια είχα εκπομπές στο ραδιόφωνο και κατά τη διάρκεια των σπουδών μου ξεκίνησα να παίζω DJ gigs. Αφού τελείωσα τη νομική και την άσκηση, αποφάσισα να μετακομίσω στη μουσική Μέκκα το Βερολίνο για 2 χρόνια για να κάνω το μεταπτυχιακό μου και να προσπαθήσω να παίξω και εκεί.
11,5 χρόνια μετά και είμαι ακόμα εδώ, ερωτεύθηκα την πόλη και τον πλέον σύζυγό μου Max με τον οποίο δημιουργήσαμε το κοινό μας project Local Suicide, χώθηκα στη μουσική σκηνή και ξ(έμεινα)! Τώρα εργάζομαι ως υπεύθυνη δημοσίων σχέσεων στην εταιρία PR & Booking PullProxy και ως DJ.
Όσο και αν αγαπώ το Βερολίνο, η Ελλάδα μου λείπει πάρα πολύ. Εκτός από τα κλασικά (ο ήλιος, η θάλασσα, οι γεύσεις, η οικογένεια και οι φίλοι) αυτό μου μου λείπει κάθε μέρα είναι η χαλαρότητα που πλημμυρίζει τον αέρα, το πόσο απολαμβάνουν οι Έλληνες κάθε πτυχή της ζωής: από το φαγητό, τις συγκινήσεις και το γέλιο, ως τις παρέες, τον ελεύθερό τους χρόνο και τις διακοπές. Μου λείπει το πόσο εύκολη είναι η επικοινωνία ακόμα και με αγνώστους, το ενδιαφέρον για το συνάνθρωπο, η σημασία της φιλίας και της οικογένειας και η ζεστασιά των ανθρώπινων σχέσεων.
Η Ελλάδα είναι μέσα μου, από μακριά βλέπω μόνο τα καλά της και αναπολώ τις μικρές και απλές συνήθειες που μας κάνουν μοναδικούς.
Τζοάνα Τράφαλης, Η.Π.Α
Έχω γεννηθεί και έχω μεγαλώσει στις ΗΠΑ, αλλά από τότε που γεννήθηκα, κάθε καλοκαίρι επισκεφτόμουν την Ελλάδα. Αφότου τελείωσα το σχολείο αποφάσισα να έρθω να κάνω τις προπτυχιακές μου σπουδές και να δουλέψω λίγα χρόνια στην Ελλάδα. Έμεινα λοιπόν 6 χρόνια στην Αθήνα και τώρα έχω επιστρέψει στην Αμερική για τις μεταπτυχιακές μου σπουδές. Ανεμελιά. Αυτό που μου λείπει πιο πολύ από την Ελλάδα δεν είναι κάτι υλικής υπόστασης.
Εννοείται πως μου λείπει η θάλασσα, ο ήλιος, το σουβλάκι και το ούζο, αλλά πιο πολύ από όλα μου λείπει το συναίσθημα της ανεμελιάς που μου προσφέρει η Ελλάδα. Ίσως πολλοί Έλληνες που ζουν στο εξωτερικό συμφωνούν ότι η Ελλάδα μπορεί να χαρακτηριστεί από ένα αίσθημα ανεμελιάς σε σύγκριση με την χώρα στην οποία μένουν.
Κατά την γνώμη μου στην Ελλάδα υπάρχει ένα κλίμα ανέμελο και χαλαρό. Ακόμη και όταν δούλευα, ένιωθα πιο ελεύθερη και ανέμελη από ότι νιώθω στην Αμερική. Η Ελληνική κουλτούρα δίνει προτεραιότητα στην καλοπέραση και όχι στην εργασία. Αυτό δημιουργεί πολλά προβλήματα, αλλά επίσης δημιουργεί και ένα γενικό συναίσθημα ανεμελιάς που υπάρχει σε λίγα μέρη στον κόσμο. Στην Ελλάδα νιώθω λιγότερο άγχος και περισσότερη ελευθερία.
Ορέστης Φακλαρής, Γαλλία
Η πόλη του φωτός. Προορισμός ονειρεμένος για πολλούς. Η καθημερινότητα είναι διαφορετική, άλλοτε σκληρή άλλοτε δημιουργική. Για τους ξενιτεμένους πάντως, μερικές εικόνες σαν αναμνήσεις, γεύσεις και ήχοι από τον τόπο τους, στέκονται μέσα τους σαν σημεία αναφοράς, φάροι που φωτίζουν το ταξίδι.
Πρωτοβρέθηκα στην πόλη του φωτός πριν από 13 χρόνια, μετά από ένα χρόνο σπουδών erasmus στη Γερμανία. Με ελάχιστα γαλλικά στην αρχή (είναι από τις στιγμές που μετανιώνεις γιατί δεν τα διάβαζες όταν παιδί σε έστελνε η μάνα σου στο γαλλικό ινστιτούτο...) τελείωσα τις μεταπτυχιακές σπουδές και το διδακτορικό. Με ένα πέρασμα από τη μακρινή Άπω Ανατολή ξαναβρέθηκα στην επαρχία της Γαλλίας και τελικά στο Παρίσι για να εργαστώ για το εδώ εθνικό ίδρυμα ερευνών (CNRS).
Έπειτα από τόσα χρόνια μακριά από την Ελλάδα, το πιο βασικό στοιχείο που λείπει είναι η οικογένεια και οι παιδικοί φίλοι. Υπάρχουν βέβαια και άλλα στοιχεία, όπως ο ήλιος, ή περισσότερο το φως, και η μυρωδιά με τη δροσιά της θάλασσας της Μεσογείου (διαφορετική από τον εδώ ωκεανό).
Το άκουσμα του τζιτζικιού το καλοκαίρι από τα πεύκα ή τις ελιές (μια χρονιά στις Σποράδες το ηχογράφησα ώστε να το ακούω στα ξένα), μια δροσερή κόκκινη φέτα καρπούζι, τα μοβ χυμώδη σύκα τον Αύγουστο από την πελώρια συκιά που φύτεψε ο παππούς κάποτε στον κήπο, τα ξεροτήγανα (ή κοινώς 'δίπλες') που κολυμπάνε στο μέλι και την κανέλα.
Φυσικά πάνω πάνω στη λίστα βρίσκεται η σπανακόπιτα της μαμάς, με φύλλο ηπειρώτικο, τέχνη ολόκληρη το άνοιγμά του, που μεταδίδεται από γενιά σε γενιά. Δυστυχώς η σπανακόπιτα δε συντηρείται πάνω από 2-3 μέρες στο ταπεράκι. Αυτό που συντηρείται καλύτερα είναι τα μουστοκούλουρα, τα οποία κάθε φορά που τα γεύομαι (με συνετή κατανάλωση μπορεί το απόθεμα να διαρκέσει μερικούς μήνες, ακριβώς μέχρι το επόμενο ταξίδι) μου φέρνουν στο νου μυρωδιές μούστου και μουσταλευριάς (ακόμα αναρωτιέμαι γιατί οι Γάλλοι, αν και με τόση παραγωγή κρασιού, δε χρησιμοποιούν τα παράγωγα του μούστου...).
Βέβαια, εδώ στα ξένα έχω βρει άλλα στοιχεία που δε βρίσκω στην Ελλάδα. Δε βιώνω μια ελληνική πραγματικότητα η οποία ίσως με απογοήτευε. Όταν όμως ζούμε μακριά λησμονούμε τα θλιβερά και αναπολούμε ό,τι μας ευχαριστεί και μας ταξιδεύει την ψυχή.