Θυμάμαι ένα αφιέρωμα που είχε κάνει η Telegraph στον Bryan Ferry πριν από δέκα χρόνια, το οποίο ξεκίναγε με τη φράση: «ο Bryan Ferry είναι ο ατάραχος βασιλιάς του cool, τόσο στυλάτος που λέγεται ότι θα έπρεπε να τον κρεμάσουν ως έκθεμα στην Tate». Κι αλήθεια, το πρώτο πράγμα που μου έρχεται στο μυαλό όταν ακούω τα κομμάτια του είναι η λέξη «στυλάτος».
Προσωπικά τον είχα συνδέσει για πολλά χρόνια και με τη λέξη «βαρετός», αλλά όχι τόσο για τη μουσική του, πιο πολύ για αυτό ακριβώς που ο Peter York θα τον κρέμαγε στην Τέιτ ως έκθεμα: για το ίδιο και απαράλλαχτο στυλ εδώ και σαράντα χρόνια: του ψηλού, λεπτού και σε καλή φόρμα τύπου που έχει τα μαλλιά πάντα καλοχτενισμένα και καχύποπτα σκούρα, με την ίδια ακριβώς φράντζα, παρόλο που είναι 72 χρονών.
«Υπάρχουν μέρες που κοιτάζω στον καθρέφτη και βλέπω την εικόνα του Ντόριαν Γκρέι» έλεγε σε αυτή τη συνέντευξη, με μια ναρκισσιστική ειλικρίνεια που μου είχε φανεί απωθητική.
Ο Bryan Ferry είναι ένας ροκ σταρ που φαίνεται να είχε ένα απαιτητικό γούστο για τα πάντα, πριν ακόμα αρχίσει να γίνεται διάσημος. Για τα κοστούμια, τα αυτοκίνητα, τις γυναίκες, τα κρασιά, ακόμα και την διακόσμηση εσωτερικών χώρων. Κάποτε ο Nicky Haslam είχε πει ότι ο Ferry ήταν πιο πιθανό να ξαναδιακοσμήσει ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, παρά να το βρομίσει.
Ο Bryan Ferry είναι ένας ροκ σταρ που φαίνεται να είχε ένα απαιτητικό γούστο για τα πάντα, πριν ακόμα αρχίσει να γίνεται διάσημος. Για τα κοστούμια, τα αυτοκίνητα, τις γυναίκες, τα κρασιά, ακόμα και την διακόσμηση εσωτερικών χώρων. Κάποτε ο Nicky Haslam είχε πει ότι ο Ferry ήταν πιο πιθανό να ξαναδιακοσμήσει ένα δωμάτιο ξενοδοχείου, παρά να το βρομίσει.
Και ήταν πάντα ικανός να κάνει μεγάλους παραγωγούς να κλάψουν στο στούντιο με την σχολαστικότητά του και την επιμονή του στην λεπτομέρεια (το άλμπουμ του «Mamouna» που κυκλοφόρησε το 1994 με τη συμμετοχή 112 μουσικών, του πήρε πέντε χρόνια να το ολοκληρώσει). Είναι επίσης αρκετά αυστηρός πατέρας που ακόμα ελέγχει τους τέσσερις γιους του (σύμφωνα με τα δικά του λόγια). Είναι παραδοσιακός, πιστεύει στους καλούς τρόπους και του αρέσει να είναι στρωμένο το τραπέζι με τον σωστό τρόπο.
Ποτέ δεν ήταν ο τυπικός ροκ σταρ, όπως ήταν ο Κιθ Ρίτσαρντς, π.χ. και το παραδέχεται και ο ίδιος: «υποθέτω ότι ήμουν διαφορετικός επειδή όταν ξεκίνησα ήμουν 25, αρκετά μεγάλος. Δεν ήμουν ποτέ ένας άγριος τύπος, το είδος του ποπ σταρ που αγαπούσαν οι έφηβοι».
Κι ενδιαφερόταν πάντα για την εμφάνισή του, το πώς έβγαινε στη σκηνή τα πρώτα χρόνια που ήταν σχεδόν ανδρόγυνο, με το «πειρατικό» κάλυμμα στο μάτι, τις βάτες, το λεπτό μουστάκι, τα επίσημα σακάκια και μια μαύρη γραβάτα επιμελώς λυμένη.
Ο Τομ Φορντ είχε πει κάποτε ότι ο Bryan Ferry ήταν το απόλυτο σύμβολο το στυλ. Αυτό το στυλ και η μελετημένη σε κάθε λεπτομέρεια εμφάνιση, όπως και η πράσινη σκιά στο μάτι και το fake λεοπάρ σακάκι των πρώιμων ημερών των Roxy Music ήταν μια μάσκα για να κρυφτεί πίσω της. Αυτό είχε δηλώσει ο ίδιος. «Αισθανόμουν ότι έπαιζα έναν ρόλο, αισθανόμουν ότι η μουσική ήμουν εγώ αλλά δεν ήμουν απαραίτητα και η παράσταση.
Ήταν πολύ δύσκολο να ανέβω στην σκηνή για πρώτη φορά και έτσι τα ρούχα και το μέικ απ βοηθούσαν. Είναι αρκετά δύσκολο ακόμα και τώρα, όταν δεν είμαι στην κατάλληλη διάθεση. Ξέρεις, σκέφτομαι "τι κοιτάτε;". Δηλώνει ντροπαλός και θεωρεί αστείο το πώς ένα τόσο ντροπαλό άτομο έγινε τραγουδιστής σε μια ροκ μπάντα. Ωστόσο, πάντα απολάμβανε τη φήμη του ωραίου και του «δανδή».
Το στούντιό του στο Earl's Court, αυτό που κάποτε ονόμασε αστειευόμενος το Führerbunker του (το καταφύγιο του Χίτλερ), είναι γεμάτο έργα τέχνης των φίλων του και μεντόρων του, Richard Hamilton και Mark Lancaster. Γνωρίζει πολλά για την τέχνη και την συλλέγει. Την μελετάει μια ολόκληρη ζωή. Έκανε ακόμα και σπουδές την δεκαετία του 60' στο πανεπιστήμιο του Newcastle, κοντά στο μέρος που γεννήθηκε, στην επαρχία του Durham. Ο πατέρας του ήταν ανθρακωρύχος εκεί, υπεύθυνος για τα αλογάκια των ορυχείων.
Τα παιδικά του χρόνια ήταν δύσκολα, με μπάνιο σε τσίγκινη λεκάνη και τουαλέτα έξω από το σπίτι, αλλά τα «άγρια χρόνια» δεν κράτησαν πολύ. Η ζωή του ως ενήλικας στο νότο ήταν ασύγκριτα καλύτερη, οι φίλοι του ήταν αριστοκρατικής καταγωγής, η επιτυχία του έφερε ωραία σπίτια, ακριβά αυτοκίνητα, πολύ χρήμα.
Το παιδικό του όνειρο ήταν να γίνει εικαστικός, δεν σχεδίαζε να γίνει μουσικός. Η μουσική στη ζωή του προέκυψε τυχαία.
«Μετά την αποφοίτηση μετακόμισα στο Λονδίνο και βρήκα δουλειά ως αναπληρωτής καθηγητής» λέει, «έπειτα κατά κάποιον τρόπο κατευθύνθηκα προς τη μουσική. Θυμάμαι συζητούσα με τον Mark Lancaster. Όταν πήγε να δουλέψει και να ζήσει με τον Jasper Johns, μου είπε ότι ήταν πολύ πιο cool να γίνω καλλιτέχνης από ό,τι ροκ σταρ. Δεν ξέρω γιατί δεν ακολούθησα την συμβουλή του».
Αντί να αρχίσει να ζωγραφίζει, ο Ferry έμαθε μόνος του να παίζει πιάνο και άρχισε να γράφει μουσική. Μαζί με άλλους πέντε μουσικούς έφτιαξε τους Roxy Music. Ένας απ' αυτούς ήταν ο Brian Eno με τα κολάρα σαν παγόνι και το συνθεσάιζερ. Επίσης, συνεργάστηκε με τον σχεδιαστή μόδας Anthony Price για να συνδυάσει την εμφάνιση του glam rock με τολμηρούς, σοφιστικέ στίχους, καινοτόμα ηλεκτρονική μουσική και πολύ στυλιζαρισμένα φωνητικά. Το πρώτο single του συγκροτήματος, το «Virginia Pain», βγήκε το 1972. Ακολούθησαν τα «Let's Stick Together», «Do the Strand», «More Than This», «Love is the Drug», «Avalon»... Ωραία τραγούδια και μεγάλες επιτυχίες.
Roxy Music - Virginia Plain
Η αγάπη του για την τέχνη όμως δεν ξέφτισε ποτέ, κι επειδή δεν έκανε καριέρα ως εικαστικός, βρίσκει την τέχνη πολύ πιο γοητευτική από τη μουσική. «Η τέχνη σήμερα είναι πολύ κοινωνική, είχε δηλώσει, «πάντα πηγαίνω σε δείπνα και πρεμιέρες. Έχω αρκετούς φίλους που είναι καλλιτέχνες και έμποροι τέχνης. Είμαι περισσότερο στον κόσμο της τέχνης από ό,τι είμαι στον κόσμο της μουσικής. Είμαι πιο άνετα εκεί».
Η ευαισθησία του για τα εικαστικά τον είχε οδηγήσει σε μπελάδες κάποτε, όταν σε μια συνέντευξή του σε γερμανικό περιοδικό είχε χαρακτηρίσει τα κτίρια του Albert Speer και τις ταινίες της Leni Riefenstahl ως «όμορφα».
Οι κίτρινες εφημερίδες τον κατασπάραξαν, και αναγκάστηκε να απολογηθεί, εξηγώντας ότι τα σχόλια του παρεξηγήθηκαν και ότι δεν τους συνέδεε καθόλου με τους Ναζί, τους οποίους έβρισκε αποκρουστικούς. Η Mirror έβαλε ανακοίνωση ζητώντας συγνώμη από τους αναγνώστες της που παρεξήγησε τα λόγια του, αναφέροντας ότι όντως, δεν είχε κάνει καμία νύξη για τους Ναζί στην συνέντευξή του.
Ό,τι και αν δηλώνει, η μουσική είναι αυτή που τον έκανε σταρ. Το πρώτο ομότιτλο άλμπουμ των Roxy Music έχει χαρακτηριστεί από τους κριτικούς ως ένας από τους πιο σημαντικούς δίσκους στην ιστορία της pop και της rock. Οι Roxy Music κυκλοφόρησαν το τελευταίο τους άλμπουμ το 1973 με το τριπλά πλατινένιο «Avalon», που «σφράγισε» τη φήμη τους παγκοσμίως.
Από το 73 που κυκλοφόρησε το «These Foolish Things» μέχρι σήμερα, ο Bryan Ferry δεν έχει σταματήσει να κυκλοφορεί σόλο άλμπουμ. Η μεγαλύτερη προσωπική επιτυχία του ήταν με το Boys and Girls το 1985, με δύο από τα πιο γνωστά κομμάτια του, το «Slave to Love» και το «Don't Stop the Dance».
Bryan Ferry - Don't Stop The Dance
Η φωτογραφία στο εξώφυλλο του δεύτερου σόλο άλμπουμ του, «Another Time, Another Place», όπου φοράει άσπρο σμόκιν την ώρα του απογευματινού κοκτέιλ έγινε μία από τις εικόνες που σφράγισαν την ιστορία της pop κουλτούρας και η ερμηνεία του στο «The In Crowd» έμεινε κλασική. O Ferry και οι Roxy Music ήταν πάνω από μόδες. Δημιούργησαν τις δικές τους τάσεις και τα δικά τους trends αντί να τα ακολουθήσουν.
Το 2002 κυκλοφόρησε το «Frantic», ένα άλμπουμ που συνδυάζει πρωτότυπο υλικό και ερμηνείες τραγουδιών άλλων καλλιτεχνών. Ορισμένα από τα κομμάτια γράφτηκαν από τον Dave Stewart των Eurythmics, ενώ ένα τραγούδι («I Thought») ανέλαβε και συνέθεσε ο πρώην συνεργάτης του από τους Roxy Music, Brian Eno. Τον Σεπτέμβριο του 2006 επέστρεψε στο στούντιο για να ηχογραφήσει το «Dylanesque», έναν -καλλιτεχνικό- φόρο τιμής στον Αμερικανό τραγουδιστή και συνθέτη, Bob Dylan, που πάντα θαύμαζε, αγαπούσε και σεβόταν.
Γιόρτασε τα 40 χρόνια της καριέρας του με τις επανεκτελέσεις των δικών του συνθέσεων, τις οποίες και ηχογράφησε με την 20s Jazz ορχήστρα του, The Bryan Ferry Orchestra, σε έναν instrumental δίσκο. Όταν άκουσε το «The Jazz Age», ο Baz Luhrmann ζήτησε από τον Ferry να γράψει τη μουσική για το remake της ταινίας του, «The Great Gatsby». To 2014 ο Ferry κυκλοφόρησε το 14ο σόλο άλμπουμ του, το «Avonmore», που περιέχει μία μίξη πρωτότυπων συνθέσεων, όπως τα «Soldier of Fortune» (γραμμένο μαζί με τον Johnny Marr), «Lost» και «Loop de Li», καθώς και τις διασκευές του για το «Send in the Clowns» του Stephen Sondheim και το «Johnny and Mary» του Robert Palmer.
Το 2016 ήταν μία «γεμάτη» χρονιά για τον Ferry, με παγκόσμια περιοδεία, αλλά και την κυκλοφορία του πρώτου του live σόλο άλμπουμ. Ηχογραφήθηκε το 2015, κατά τη διάρκεια του Avonmore Tour, «Bryan Ferry Live 2015», το οποίο περιέχει ολόκληρο το set που παίχτηκε, σε όλες τις ημερομηνίες της περιοδείας, σε ολόκληρο τον πλανήτη! To άλμπουμ περιέχει κομμάτια από την τελευταία του δουλειά, Avonmore και τις κλασικές επιτυχίες του Bryan Ferry με τους Roxy Music.
Στα 72 του παραμένει ακμαίος και ο ίδιος «lounge lizard» που ήταν πάντα. Στο Ηρώδειο στις 11 Σεπτεμβρίου θα παρουσιάσει τις μεγάλες στιγμές του. Και έχει πολλές να θυμηθεί.
Info
Αθήνα: Ωδείο Ηρώδου Αττικού, 11/9
Εισιτήρια
Άνω Διάζωμα:
Τα εισιτήρια γενικής εισόδου στο Άνω Διάζωμα κοστίζουν 49,50€
Θα διατεθεί περιορισμένος αριθμός εισιτηρίων στο Άνω Διάζωμα για:
Ανέργους (με την επίδειξη κάρτας): 22€
Φοιτητές (με την επίδειξη ακαδημαϊκής ταυτότητας): 33€
Κάτω Διάζωμα:
Β' Ζώνη: 82,50€
Α' Ζώνη: 110€
Διακεκριμένη Ζώνη: 132€
Για τα ΑΜΕΑ θα υπάρξει ειδικά διαμορφωμένος χώρος στο Κάτω Διάζωμα (Τμήμα Α -Σειρές 1 & 2): 22€
*Σε όλες τις τιμές εισιτηρίων συμπεριλαμβάνεται 10% επιβάρυνση υπηρεσίας πώλησης εισιτηρίων.
**Δεν διατίθενται ηλεκτρονικά τα εισιτήρια φοιτητών, ανέργων και ΑΜΕΑ.
Θεσσαλονίκη: Θέατρο Δάσους, 13/9
Γενική είσοδος: 45€
σχόλια