Όταν μπήκε στην ελληνική τηλεοπτική πραγματικότητα ο Γιώργος Καπουτζίδης, εισήγαγε όχι μόνο μερικές επιτυχημένες σειρές, αλλά μια νέα τηλεοπτική γλώσσα. Εκεί δεν υπήρχαν βωμολοχίες, άβολα αστεία, ενοχλητικά ή θολά σημεία.
Ξαφνιάστηκε ευχάριστα ο τηλεθεατής, κούρνιασε σ’ αυτό το καινούριο, το έξυπνα φιλικό, το ενδιαφέρον που του ανοιγόταν. Έκανε επιτυχία ο σεναριογράφος, την απόλαυσε –μου λέει πώς τότε, παρά τα εξοντωτικά ωράρια, ζούσε σ’ ένα ευλογημένο λούνα παρκ– και μαζί άρχισε να χτίζει στη συνείδηση του κοινού όχι την εικόνα ενός ακόμη καλού παιδιού, αλλά το οικοδόμημα μιας τηλεοπτικής περσόνας που ό,τι κι αν συμβεί ξέρει να το χειριστεί.
Τα χρόνια πέρασαν, η οικονομική κρίση θέρισε το 90% της ελληνικής μυθοπλασίας και σχεδόν το σύνολο των διαφημιστικών εσόδων της τηλεόρασης, κατάπιε κανάλια και δουλειές, γέννησε ασχήμιες, όμως ο Καπουτζίδης έμεινε σ’ αυτήν, με μια περίεργη, ευγενή σοβαρότητα.
Παραδόξως, όχι ως σεναριογράφος, ούτε ως απλός παρουσιαστής, αλλά ως μία δραστήρια φυσιογνωμία που απολαμβάνει κάτι σπάνιο για τηλεοπτικό πρόσωπο: τη συντριπτική αποδοχή και την εκτίμηση του κόσμου. Συναντιόμαστε προς το τέλος ενός καθ’ όλα σκοτεινού έτους –από πλευράς αντιμετώπισης της διαφορετικότητας– γεγονότων, που πυροδότησαν άπειρες ατυχείς τηλεοπτικές στιγμές και μετά από μία γενναία, καίρια δική του τοποθέτηση, πριν από λίγο καιρό για όλους τους διαφορετικούς που ασφυκτιούν στον ελληνικό κοινωνικό ιστό. Τότε φαίνεται να άνοιξε αυθόρμητα μια τεράστια συζήτηση για το τι πρέπει να ακούγεται στην τηλεόραση και τι όχι πια, γιατί είναι επικίνδυνο, σχεδόν δολοφονικό.
Στο LIFO.gr πιο ώριμος, ειλικρινής και ευθύς από τότε μιλά για όλα εκείνα που δύσκολα οι εγχώριες διασημότητες τολμούν, αποκαλύπτοντας παράλληλα πολλά για τον κόσμο της τηλεόρασης. Εκείνον που χάσαμε ανεπιστρεπτί, εκείνον που θα πρέπει να αφήσουμε οριστικά πίσω μας και εκείνον που μας περιμένει.
Εγώ, που δεν ανήκω ούτε δεξιά ούτε αριστερά, θα ψηφίσω ξεκάθαρα το κόμμα που αποδεδειγμένα θα εξασφαλίσει ακριβώς τα ίδια δικαιώματα σε στρέιτ και γκέι πολίτες. Που θα συμπεριφερθεί με εκτίμηση και σεβασμό στους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα, τους ανθρώπους με νοητική στέρηση, τους ηλικιωμένους που βρίσκονται σε δυσχερή θέση.
— Λοιπόν, θα ξαναδεί ο κόσμος δική σας δουλειά στην τηλεόραση;
Ευτυχώς με βρίσκετε σε πιο αισιόδοξη φάση. Δεν έχω τόση άρνηση όσο πριν από κάποιο διάστημα. Οπότε θα σας απαντήσω τελείως διαφορετικά απ’ ό,τι πριν από λίγο καιρό. Νομίζω, ότι, ναι, θα ξαναδεί. Ήταν κάτι που το είχα αποκλείσει.
— Γιατί;
Γιατί δεν ήξερα σε ποιον απευθύνομαι πια. Ένιωθα ότι ο κόσμος για τον οποίο έγραφα, πλέον δεν βλέπει τηλεόραση και το θεωρώ και πολύ λογικό που δεν βλέπει. Και εγώ ως τηλεθεατής εκεί ανήκω. Σ’ αυτούς που δεν ενδιαφέρονται να δουν μία τηλεόραση γεμάτη από κουτσομπολιά, σχόλια, χλευασμό άλλων και δεν ξέρω τι άλλο… Σ’ αυτούς που δεν θέλουν να ακούν παλιές, αναχρονιστικές, ρατσιστικές, ομοφοβικές απόψεις, όλα εκείνα που σε εξοργίζουν. Υπάρχουν άνθρωποι που γι’ αυτόν τον λόγο έχουν κλείσει την ελληνική τηλεόραση και δεν τους αφορά πια και τους καταλαβαίνω, παρ' όλο που εργάζομαι σ’ αυτήν.
Από την άλλη όμως, την αγαπάω πάρα πολύ, αγαπάω αυτό που μπορεί να κάνει, το πόση συντροφιά μπορεί να προσφέρει και το πόση παρηγοριά μπορεί να δώσει και το πόσα μηνύματα μπορεί να περάσει. Οπότε είπα στον εαυτό μου, «τι ξέρεις να κάνεις; Να λες ιστορίες. Μη σκέφτεσαι ποιος βλέπει και ποιος δεν βλέπει. Πες την ιστορία που έχεις να πεις κι άσ’ την να ταξιδέψει». Είναι σα να μην πετάς χαρταετό, επειδή φοβάσαι ότι θα καταλήξει στα καλώδια της ΔΕΗ. Πέτα τον και ευχαριστήσου το πέταγμα. Για όσο κρατήσει. Και το λέω, για να μην υπάρξουν παρανοήσεις: την τηλεόραση αγαπάω, όχι τους ανθρώπους που είναι στην τηλεόραση, ξεκάθαρα. Και γι’ αυτό δεν μπορώ να συνυπάρξω με ένα 80%-90% από αυτούς και δεν θα με δεις στα πάρτι, στις εκπομπές τους, στα αστειάκια τους. Γιατί δεν είναι ένας κόσμος με τον οποίο μπορώ να επικοινωνήσω και χαίρομαι γι’ αυτό.
— Ούτε διπλωματικά;
Ούτε διπλωματικά πια. Το προσπάθησα και δεν μου βγαίνει, δεν μπορώ, δεν είμαι ο εαυτός μου, δεν είναι αξιοπρεπές. Με βγάζει από το κέντρο μου. Έχω χάσει φίλους, ανθρώπους που τους αγαπούσα, γιατί κάνουν παρέα με κόσμο που στην τηλεόραση κάνει πράγματα, τα οποία εγώ θεωρώ ανήθικα ή χυδαία. Τους έχασα γιατί βρέθηκαν μ’ εκείνη την πλευρά. Και μπορεί να μη φαίνεται, αλλά σε τέτοια ζητήματα είμαι αυστηρός και άκαμπτος άνθρωπος, όμως, νομίζω ότι δεν μου βγήκε σε κακό. Καλά μου ‘χουν πάει στη ζωή τα πράγματα. Είναι πιο μοναχική πορεία σίγουρα, αλλά είναι πιο ειλικρινής. Το άλλο έχει ένα ξόδεμα. Αναλώνεσαι πολύ.
— Μου είχατε πει ότι δια ροπάλου κάποια πράγματα –και εδώ που έφτασε η κατάσταση στην ελληνική τηλεόραση– δεν θα τα κάνατε ποτέ. Μπορείτε να αναφέρετε μερικά;
Δεν θα πάω σε εκπομπή με κουτσομπολιά, δεν θα πάω σε εκπομπή με ανθρώπους που έχουν εκφράσει απαίσιες απόψεις. Υπάρχει εκπομπή στην οποία δεν δίνω καν δήλωση. Για τον απλούστατο λόγο ότι διατηρεί στο πάνελ της δημοσιογράφο που όταν πολιτικός είχε παραχωρήσει μια κατάπτυστη συνέντευξη, λέγοντας ότι η ομοφυλοφιλία είναι αρρώστια, εκείνη είχε πει «ας ακούσουμε την άποψή του, γιατί είναι γιατρός». Από αυτή την εκπομπή, λοιπόν, στο πάνελ της οποία συμμετέχει η συγκεκριμένη κυρία, δεν μπορώ να δεχθώ μικρόφωνο για να κάνω την παραμικρή δήλωση.
— Σας ακούω να λέτε ότι δεν ξέρετε πού να απευθυνθείτε πια. Και σκέφτομαι ότι αυτά τα λέει κάποιος που, ωστόσο, δεν έχει γευτεί την αποτυχία σε τηλεοπτική του δουλειά. Αντιθέτως, με τα χρόνια έχει δημιουργηθεί η εντύπωση ενός επαγγελματία και ανθρώπου που δύσκολα κάνει λάθη, τόσο τηλεοπτικά, όσο και ουσίας. Διαφωνείτε;
Όχι, το αισθάνομαι αυτό και κάποτε με βαραίνει πολύ. Δεν θέλω να με θεωρεί κανείς αλάνθαστο ή ένα ρομπότ που τα κάνει όλα σωστά.
The Voice of Greece 2018 - Το χιουμοριστικό τραγούδι του Γ. Καπουτζίδη στον τελικό
— Όμως, δίνετε την εντύπωση –και εμπράκτως– ότι κάθε φορά ξέρετε τι να κάνετε με οτιδήποτε στον τηλεοπτικό αέρα και όχι μόνο και κάπως είναι σπουδαίο αυτό.
Βασικά, νοιάζομαι τον άλλον απέναντι. Τον έχω υπ’ όψιν μου και –πώς να το πω;– έχω συναίσθηση της ευθύνης που έχω, ως άνθρωπος που βγαίνει στην τηλεόραση. Έχω συναίσθηση του τι θα πω. Θεωρώ ότι έχω μια κάποια ευθυκρισία και προσπαθώ να μην κάνω συμβιβασμούς, όταν βλέπω το λάθος να ‘ρχεται. Αλλά είναι και λίγο στη φύση μου, δεν είναι ότι το προσπαθώ και πολύ. Όταν βλέπω το κακό μπροστά μου, ε, δεν πάω προς τα ‘κει. Όταν βλέπεις τη μαυρίλα, το μίσος, το απολύτως λάθος πράγμα να ειπωθεί ή να γίνει, δεν θα πας καταπάνω του!
Κοιτάξτε, μεγάλωσα σ’ ένα σπίτι που το ήθελε το σωστό. Όχι με αυστηρό ή δικτατορικό τρόπο, αλλά σε έσπρωχνε προς τα εκεί. Το δίκαιο ήταν κάτι πολύ σημαντικό μέσα στο σπίτι. Μεγάλωσα με γονείς που τη θέλανε τη δικαιοσύνη, μεγάλωσα με ανθρώπους που δεν ασχολούνταν με το τι κάνει ο άλλος: για μένα αυτό είναι το μεγαλύτερο μας ελάττωμα ως κοινωνία.
— … ότι τρέχουμε στο ματάκι της πόρτας να δούμε τι κάνει ο γείτονας.
Ναι. Αντί να μπεις μέσα στο σπίτι σου, να το κοιτάξεις, να ασχοληθείς, να πεις αυτό έχω, αυτά είναι τα παιδιά μου, ο σύντροφος μου, η γάτα μου, τα υπάρχοντά μου, αυτά έχω, μ’ αυτά θ’ ασχοληθώ, θα κάνω ό,τι πιο όμορφο γι’ αυτούς, θα κοιτάξεις τι κάνει ο άλλος. Να, πώς η τηλεόραση μας έχει εκπαιδεύσει σ’ αυτό.
Δεν είναι ντροπή να είσαι γκέι. Ντροπή είναι να είσαι τεμπέλης, να είσαι κουτσομπόλης και αχαΐρευτος, ντροπή είναι να μην προσπαθείς. Κι όταν βλέπετε στην τηλεόραση ή εκεί έξω ανόητους ανθρώπους να λένε χυδαία πράγματα, κλείστε την. Αυτά είναι ντροπή.
— Πώς τελείωνε η «Εθνική Ελλάδος»; Θα το αποκαλύψετε ποτέ;
Δεν έχω απαντήσει ποτέ με λεπτομέρειες σ’ αυτό, αλλά θα το πω σ’ εσάς, γιατί είστε ένας άνθρωπος που είχε γράψει από τις πλέον καίριες κριτικές για τη σειρά, ένιωθα ότι με καταλαβαίνετε. Εκείνο που θα γινόταν είναι ότι η γειτόνισσα που πυροβόλησε τον Ρίτσαρντ θα αυτοκτονούσε. Ο Ρίτσαρντ θα γλίτωνε από τον πυροβολισμό, ο Χρήστος θα έμενε όμηρος και όταν πλέον θα είχε φτάσει η αστυνομία και θα βρισκόταν σε αδιέξοδο, θα έβαζε η ίδια τέλος στη ζωή της. Για μένα την πιο ιδιαίτερη πορεία την είχε ο χαρακτήρας της Φρόσως (Κωνσταντίνα Μιχαήλ). Όταν η αστυνομία θα βρισκόταν στα ίχνη του γιου της για την υπόθεση δολοφονίας ενός αλλοδαπού, που του φόρτωσαν οι νταήδες με τους οποίους είχε μπλέξει, θα ‘φτανε στο σημείο να τον φυγαδεύσει από τη χώρα με τη βοήθεια της Γκρέις, της Αφρικανής φίλης της. Και πλέον ο μικρός θα ήταν εκείνος που θα βρισκόταν κάπου, ως ξένος πια.
— Είχατε μοιράσει ιδανικές τιμωρίες.
Λύτρωση περισσότερο. Μακριά από τη χώρα του, θα έβλεπε πώς είναι να ζεις ως ξένος. Τα κορίτσια θα έφταναν στον τελικό του ευρωπαϊκού πρωταθλήματος και εκεί πραγματικά δεν ήξερα αν θα βγαίναμε πρώτοι ή δεύτεροι. Έτσι κι αλλιώς είχαν αλλάξει τόσο πολύ οι ζωές αυτών των γυναικών, ένα ολόκληρο στάδιο θα φώναζε «Ελλάς», οπότε δεν μπορώ να σας απαντήσω για το αν θα τέλειωνε το σίριαλ με τις κυρίες να έχουν πάρει το χρυσό ή το αργυρό. Θα γίνονταν πολλά. Δεν πειράζει. Έτσι κι αλλιώς την αγαπάω πολύ αυτήν τη σειρά.
— Ίσως επειδή μ’ αυτήν τη σειρά μιλήσατε για πολλά που δεν είχαν παρουσιαστεί ποτέ σε ελληνική μυθοπλασία, ούτε ακροθιγώς. Τον ρατσισμό, τη ρητορική μίσους, τα άτομα με αναπηρίες, τα ομόφυλα ζευγάρια. Ειδικά για το τελευταίο, με τρόπο προσέγγισης, σα να είχαμε ξυπνήσει το 2100 και είχαμε ξεπεράσει όλες τις σημερινές κοινωνικές αγκυλώσεις. Δεν ήταν, όμως, η πρώτη φορά. Όλα αυτά τα χρόνια «περνούσατε» πράγματα, μιλούσατε…
Βέβαια. Και στο «Παρά 5» το εγγόνι της Θεοπούλας είχε γεννηθεί με μία κινητική και νοητική στέρηση. Το είχα από μικρός, το να υπερασπιστώ τον αδύναμο, αυτόν που θα τον φάει το μαύρο χώμα. Μου τη δίνει πολύ, όταν κάποιος βρίσκεται σε θέση εξουσίας, να κάνει κακή χρήση της.
Όταν έγινε η ιστορία με το παιδάκι που μίλησε για το bullying στο «Ταλέντο», η μάνα μου μού θύμισε κάτι που είχε γίνει, όταν ήμουν εγώ μικρός. Είχε γίνει μια φασαρία στο σχολείο με 5 παιδιά. Τα 4 ήταν από καλές οικογένειες των Σερρών και το ένα δεν… Οπότε ποιον ήθελε να τιμωρήσει; Τον 5ο. Εκεί σηκώθηκα –ο πιο μικροκαμωμένος της τάξης– και του λέω «συγγνώμη, γιατί μόνο αυτόν; Ή πρέπει να τιμωρηθούν όλοι ή κανένας. Αν φύγει μόνο αυτός θα φύγω κι εγώ!». Μιλάμε για δημοτικό τώρα.
— Θεωρείτε, λοιπόν, ότι φτάσαμε μέχρι εδώ γιατί δεν μιλάμε;
Σίγουρα. Και πρόσεξε: φτάσαμε και γιατί ένα πολύ μεγάλο, υγιές, ωραίο κομμάτι της κοινωνίας έχει οδηγηθεί στο σημείο να λέει «άντε, ας μην ασχοληθώ».
Κι εγώ δεν έχω την υπομονή να περιμένω την ελληνική κοινωνία να ετοιμαστεί. Και δεν την βλέπω και να ετοιμάζεται. Δολοφονίες κάνει. Δεν βλέπω κάποια προετοιμασία.
— Και κάπως έτσι γινόμαστε τραγικοί παρατηρητές, όπως στην περίπτωση του Ζακ;
Ακριβώς. Και θυμηθείτε και την περίπτωση Γιακουμάκη, όπου υπήρχαν άνθρωποι που για μήνες παρατηρούσαν αυτό που συνέβαινε και απλά το άφηναν. Έχουμε ευθύνη. Μακάρι να μιλούσαμε, μακάρι να ενωνόμασταν και μακάρι να αποφασίσουμε να εκπαιδεύσουμε και τους άλλους να δουν τα πράγματα λίγο πιο καθαρά. Πέρα από τον Μεσαίωνα. Πέρα από τον τυφώνα της οικονομικής κρίσης που τα ξήλωσε όλα. Το μόνο που κάνουμε χρόνια τώρα είναι να κοιτάμε τα συντρίμμια και να λέμε «εσύ φταις».
— Προσωπικά, με σοκάρει ότι και οι δύο περιπτώσεις, με τον έναν ή με τον άλλο τρόπο, ήταν εγκλήματα, αν όχι υποκινούμενα από τον σεξουαλικό προσανατολισμό, ωστόσο συναντιούνταν εκεί. Στο υπονοούμενο, στη χλεύη της επιλογής.
Και δυστυχώς, είμαστε ακόμη εκεί. Και δεν μπορούμε να μιλήσουμε ξεκάθαρα.
— Γιατί; Στο εξωτερικό γιατί υπάρχει αυτή η μορφή ακτιβισμού από υπερδιασημότητες; Θεωρείτε ότι είναι θέμα ορατότητας που εκεί βρίσκεται ψηλά στις αξίες των ανθρώπων;
Δεν πιστεύω ότι είναι θέμα ορατότητας. Πιστεύω ότι το να βγω και να μιλήσω εγώ, για το θέμα της δικής μου σεξουαλικότητας είναι αδιάφορο. Αυτό το οποίο εγώ οφείλω να πω, ως άνθρωπος της τηλεόρασης, και μ’ ενδιαφέρει πολύ περισσότερο, παρά μια ατάκα που θα καπελώσει το πραγματικό νόημα, είναι μια κουβέντα προς τους γονείς που έχουν παιδιά γκέι: να είναι περήφανοι για τα παιδιά τους, να τα αγαπάνε, να μην τα αφήνουν ανοχύρωτα στο μίσος και τη βλακεία που υπάρχει εκεί έξω. Να καταλάβουν ότι δεν είναι ντροπή να είσαι γκέι. Ντροπή είναι να είσαι τεμπέλης, να είσαι κουτσομπόλης και αχαΐρευτος, ντροπή είναι να μην προσπαθείς. Κι όταν βλέπετε στην τηλεόραση ή εκεί έξω ανόητους ανθρώπους να λένε χυδαία πράγματα, κλείστε την. Αυτά είναι ντροπή. Αυτά η Ελλάδα αρνείται να τα λύσει. Δεν κάνει την παραμικρή προσπάθεια να ξυπνήσει από τους μικροαστισμούς και όσα έβλεπε στις ελληνικές ταινίες του ’60. Ότι πρέπει η ταινία να τελειώσει με τον γάμο.
— Φοβηθήκατε την αντίδραση του κόσμου τη μέρα που μιλήσατε ανοιχτά περί διαφορετικού;
Φόβο, όχι δεν ένιωσα. Απλώς περίμενα ότι θα υπάρξουν αντιδράσεις. Και υπήρξαν και τέτοιες φωνές. Όμως, το υγιές κομμάτι αντέδρασε τόσο πολύ, μαζικά, ομαδικά, δυναμικά και ήρθε και το υπερκάλυψε το άλλο. Και εκεί κατάλαβα ότι μπορούσαμε. Τόσα χρόνια μπορούσαμε να δώσουμε μια λύση και πολύ απλά δεν το κάνουμε. Προσωπικά, νιώθω ότι μιλάω ξεκάθαρα, όχι τώρα, αλλά εδώ και πάρα πολλά χρόνια. Τα ‘χω πει. Κι έχω βαρεθεί να ακούω ότι η ελληνική κοινωνία δεν είναι έτοιμη να δεχθεί κάποια πράγματα. Πιστεύω ότι αν θέλει η κοινωνία να ετοιμαστεί, είναι θέμα 5 λεπτών. Κοιτάει μέσα της, αποφασίζει ότι δεν τη νοιάζει να κρίνει κανέναν, τον γάμο, το διαζύγιο ή το σπίτι κανενός και φτιάχνει τη ζωή της. Κάνει focus στον κόπο της και την εξέλιξή της. Κι εγώ δεν έχω την υπομονή να περιμένω την ελληνική κοινωνία να ετοιμαστεί. Και δεν την βλέπω και να ετοιμάζεται. Δολοφονίες κάνει. Δεν βλέπω κάποια προετοιμασία.
— Θεωρείτε ότι είναι αποκλειστικά ελληνικό το πρόβλημα;
Είναι. Δείτε στο BBC στη Βρετανία, υπάρχει ειδικό section με LGBTQI+ ειδήσεις. Το διαφημιστικό της τράπεζας Lloyds στο εξωτερικό δείχνει ένα γκέι ζευγάρι που παίρνει δάνειο. Αλλά εκεί το ίδιο το κράτος έχει περάσει ότι οι πολίτες είναι ισότιμοι. Εδώ, το δικό μας το κράτος δεν το ‘χει πει αυτό. Και όλο αυτό ξεκινάει από την κορυφή, από την ηγεσία, από την πολιτική κατάσταση της χώρας. Όταν αυτοί φοβούνται να δυσαρεστήσουν τη μάζα, που λίγο αν λαϊκίσεις, λίγο αν της πεις δυο αναχρονιστικές μπούρδες θα σε ψηφίσουν. Τον ψηφοφόρο με τη διευρυμένη σκέψη δεν μπορείς να τον πείσεις με λόγια.
Εγώ λοιπόν, που δεν ανήκω ούτε δεξιά ούτε αριστερά, θα ψηφίσω ξεκάθαρα το κόμμα που αποδεδειγμένα θα εξασφαλίσει ακριβώς τα ίδια δικαιώματα σε στρέιτ και γκέι πολίτες. Το κόμμα που θα θέσει ως απόλυτη προτεραιότητά του την ενίσχυση των πολιτών που το έχουν ανάγκη και θα συμπεριφερθεί με εκτίμηση και σεβασμό στους ανθρώπους με κινητικά προβλήματα, τους ανθρώπους με νοητική στέρηση, τους ηλικιωμένους που βρίσκονται σε δυσχερή θέση. Πολιτισμένο και ανεπτυγμένο κράτος δεν είναι αυτό που έχει λεφτά. Είναι αυτό που σέβεται και εκτιμά όλους τους πολίτες του ακριβώς το ίδιο.
Και κάτι ακόμη: στα παιδιά που περνάνε δύσκολα και ζόρικα, θέλω να τους πω μέσα από την καρδιά μου να μην αγχώνονται για τίποτα. Η ζωή είναι όμορφη και μπορείτε να κάνετε τα όνειρά σας πραγματικότητα. Έχω κάνει πολλά όνειρά μου πραγματικότητα, έχω δώσει πολλή αγάπη, έχω πάρει πολλή αγάπη, περνάω όμορφα μέσα στη μέρα μου, έχω ανθρώπους που με αγαπάνε, φίλους, συνεργάτες. Μπορεί τώρα να πηγαίνετε στο σχολείο και να περνάτε δύσκολα, αλλά όλο αυτό θα αλλάξει. Αλλάζουν τα πράγματα. Στην τηλεόραση δεν θα σας το πει κανείς. Δώστε ελπίδα στον εαυτό σας, μη σταματάτε να κάνετε όνειρα, η ζωή είναι στα χέρια σας, όχι στα χέρια του bully της διπλανής τάξης. Και ζητήστε βοήθεια. Αυτό θέλω να πω σε γκέι αγόρια και γκέι κορίτσια, αυτό θέλω να πω στους γονείς τους και εύχομαι να περάσουν ωραία Χριστούγεννα.
— Να υποθέσω ότι δεν είστε ικανοποιημένος ούτε από τους χειρισμούς της κυβέρνησης σε ζητήματα που αφορούν τη διαφορετικότητα και τα δικαιώματα των ομόφυλων ζευγαριών;
Θα σας πω το εξής. Όταν έγινε γνωστό ότι θα ψηφιστεί το νομοσχέδιο για τη διόρθωση φύλου, όπου ένας 15χρονος μπορεί με τη σύμφωνη γνώμη των γονιών του να προχωρήσει στη διαδικασία, χάρηκα, γιατί κάποιες οικογένειες που αντιμετωπίζουν αυτό το θέμα τους δίνεται μια λύση και τους το κάνει πιο εύκολο. Θέλω να μου πείτε για ποιο λόγο υπήρχε κόσμος που αντέδρασε σ’ αυτό, γιατί αυτό μου ανατίναξε το κεφάλι. Για ποιον λόγο κάποιος που δεν ζει αυτό το πρόβλημα μέσα στο σπίτι του, να μη θέλει να δοθεί αυτό το δικαίωμα σε έναν συνάνθρωπο του; Δεν το καταλαβαίνω!
Πώς είναι δυνατόν να έχεις ψηφίσει βουλευτές –που τους ψήφισες για να προστατεύσουν τα δικαιώματά σου– που σηκώθηκαν, πλύθηκαν, ντύθηκαν, βάλαν’ κολόνια, ‘φτιάξαν το μαλλί και έφυγαν από το σπίτι τους στις 8 για να ψηφίσουν στις 12 τα μεσάνυχτα «όχι» στο Σύμφωνο Συμβίωσης; Να μου κοπεί το χέρι αν τους ψηφίσω, ειλικρινά. Είναι λάθος από τη βάση του, είναι σα να μην καταλαβαίνεις ποια είναι η δουλειά σου. Εκλέχθηκες για να μας προστατεύσεις. Στη Σουηδία, υπουργός παραιτήθηκε, επειδή ήπιε δύο μπύρες. Και εδώ ο άλλος πηγαίνει και πατάει ένα όχι σε ζωτικά σου δικαιώματα και δεν ντρέπεται κιόλας. Καταλαβαίνεις τη διαφορά.
— Επειδή, μιλάμε για ένα μέσο που το γνωρίζετε και για το ζήτημα της πολιτικής ορθότητας που είναι ηλεκτροφόρο θέμα για την τηλεόραση –και τα περισσότερα ΜΜΕ–, θα βλέπατε τον εαυτό σας σε πόστο διευθυντή προγράμματος καναλιού σε μερικά χρόνια από τώρα;
Χαίρομαι για την ερώτηση, γιατί μπορώ να κάνω μία παρατήρηση προς τους δημοσιογράφους. Νομίζουν όλοι ότι την αποκλειστική ευθύνη αυτού που βλέπουμε την έχουν οι παρουσιαστές και οι πανελίστες. Όχι! Να πάτε στους διευθυντές προγράμματος, παιδιά. Γιατί ο διευθυντής προγράμματος δίνει την τελική έγκριση για οτιδήποτε βλέπετε.
Αν ήμουν διευθυντής προγράμματος δεν θα επέτρεπα σε καμία εκπομπή να υπάρχει τύπος που ξεφυλλίζει περιοδικά και ξεφτιλίζει τους άλλους. Θα έφτιαχνα ένα πρόγραμμα που θα κάλυπτε όλο αυτό που λείπει τόσα χρόνια, ένα ευρωπαϊκό κανάλι που οτιδήποτε αναχρονιστικό, ρατσιστικό και επικίνδυνο δεν θα είχε θέση. Κι ας έκανε 5%. Την «Εθνική Ελλάδος» δεν την έγραψα για να κάνει 60%. Ήξερα ότι θα κάνει το μισό από το «Παρά 5», ίσως και λιγότερο. Είχα, όμως, τους τηλεθεατές που ήθελα εγώ να έχω. Και ξέρω ότι το Mega συγκέντρωσε πυρά για τον ενημερωτικό του τομέα, στον ψυχαγωγικό, όμως, υπήρχαν άνθρωποι με όραμα, οι οποίοι ήξεραν τι σημαίνει πολιτική ορθότητα και είχαν ένα μεράκι και ένα ταλέντο διαφορετικό. Και γι’ αυτό με πλήγωνε να βλέπω σ’ αυτό το κανάλι, παρουσίες ανθρώπων που λίγο λίγο το κιτρίνιζαν.