Ο τέταρτος κατά σειρά ναός που είχε ανοικοδομηθεί στον ιερό, ήδη από την Εποχή του Χαλκού, χώρο δεν ήταν συνηθισμένος, ούτε περνούσε απαρατήρητος. Επρόκειτο για έναν από τους πρώτους εξ ολοκλήρου μαρμάρινους ναούς της αρχαιότητας και αποτελούσε πόλο έλξης για όσους επισκέπτονταν την περιοχή, για περιηγητές, φιλόσοφους και ποιητές.
Ήταν γύρω στο 560 π.Χ., όταν ο Κροίσος, ο ξακουστός για τα αμύθητα πλούτη του βασιλιάς της Λυδίας, αποφάσισε να χρηματοδοτήσει την κατασκευή του πρώτου μνημειώδους ναού της Αρτέμιδος, της θεάς της Σελήνης και της άγριας φύσης αλλά και προστάτιδας των βρεφών και της μητρότητας, στην Έφεσο.
Ο Κροίσος καλεί τον περίφημο αρχιτέκτονα Χερσίφρονα από την Κρήτη, ο οποίος, με τη βοήθεια του γιου του Μεταγένη και του Θεόδωρου από τη Σάμο, σχεδιάζει έναν ναό από τους μεγαλύτερους του κλασικού κόσμου, με περίπου 120 μαρμάρινους κίονες ύψους 20 μέτρων, έναν ναό σχεδόν διπλάσιο από τον μεταγενέστερο Παρθενώνα, με τη βάση των θεμελίων του να έχει 131 μέτρα μήκος και 79 πλάτος.
Ο Ηρόστρατος, ένας ασήμαντος «ξένος», όπως περιγράφεται, ενδεχομένως δούλος, σίγουρα πάντως χαμηλής κοινωνικής καταγωγής, βλέπει την ευκαιρία να περάσει στην αθανασία. Πυρπολεί τον ναό και γίνεται ο διασημότερος, ίσως, εμπρηστής στην ιστορία.
Ο ναός, ο οποίος κατασκευάστηκε από μάρμαρο και ασβεστόλιθο που μεταφέρθηκαν από γειτονικούς λόφους, χρειάστηκε 120 χρόνια για να ολοκληρωθεί. Σύμφωνα με τον Πλίνιο τον Πρεσβύτερο, για τα 4 χάλκινα αγάλματα αμαζόνων που κοσμούσαν το αέτωμα πραγματοποιήθηκε καλλιτεχνικός διαγωνισμός στη γλυπτική τέχνη, στον οποίο πήραν μέρος κάποιοι από τους μεγαλύτερους γλύπτες της εποχής: ο Κρησίλας, ο Φράδμωνας, ο Κίδωνας, ο Φειδίας και ο Πολύκλειτος. Ο τελευταίος ήταν ο νικητής, ενώ φαίνεται ότι ο Πραξιτέλης φιλοτέχνησε αγάλματα για τον βωμό του ναού.
Η λαμπρότητα του οικοδομήματος ήταν, όσο κι αν αυτό φαίνεται παράδοξο, η αιτία της καταστροφής του. Ο Ηρόστρατος, ένας ασήμαντος «ξένος», όπως περιγράφεται, ενδεχομένως δούλος, σίγουρα πάντως χαμηλής κοινωνικής καταγωγής, βλέπει την ευκαιρία να περάσει στην αθανασία. Πυρπολεί τον ναό και γίνεται ο διασημότερος, ίσως, εμπρηστής στην ιστορία.
Η επόμενη μέρα της μεγάλης φωτιάς βρίσκει τον ναό, παρά τις απέλπιδες προσπάθειες για τη σωτηρία του, σχεδόν κατεστραμμένο και τους Εφέσιους σοκαρισμένους. Αναζητούν με μανία τον ένοχο και δεν θα αργήσουν να τον εντοπίσουν: ο Ηρόστρατος όχι μόνο δεν κρύβεται αλλά καυχιέται για την πράξη του.
Συλλαμβάνεται, ανακρίνεται, βασανίζεται και εν τέλει ομολογεί το ταπεινό(;) κίνητρο της πράξης του: θέλει να γίνει διάσημος, να γραφτεί το όνομά του στην ιστορία. Ο μακρινός –κατά κάποιους– μαθητής του Ηράκλειτου θα εκτελεστεί, οι Εφέσιοι όμως δεν θα αρκεστούν σε αυτό: απαγορεύουν οποιαδήποτε αναφορά στο όνομά του στο μέλλον, το σβήνουν ακόμα και από τα επίσημα αρχεία της πόλης, προσπαθώντας να εξαφανίσουν κάθε ίχνος του φιλόδοξου καταστροφέα.
Δύο –τι άλλο;– ιστορικοί είναι εκείνοι που θα τολμήσουν να διασώσουν το όνομά του: αρχικά ο Θεόπομπος στο έργο του «Ελληνικά» και μετέπειτα ο Στράβων. «Ο Χερσίφρων ήταν ο αρχιτέκτονας του ναού της Αρτέμιδος και αργότερα κάποιος άλλος τον διεύρυνε, αλλά όταν ο Ηρόστρατος έβαλε φωτιά σε αυτόν, οι κάτοικοι έχτισαν έναν ωραιότερο ναό. Συγκέντρωσαν για τον σκοπό αυτό τα κοσμήματα των γυναικών, τις εισφορές από την ιδιωτική περιουσία και τα χρήματα που προέκυψαν από την πώληση κιόνων του παλιού ναού. Αποδεικτικά στοιχεία βρίσκονται στα διατάγματα εκείνης της εποχής», αναφέρει ο δεύτερος. [Στράβων, Γεωγραφικά, (ΙΔ΄.1.22)]
Ο Ηρόστρατος όχι μόνο κατάφερε να μείνει το όνομά του αθάνατο, αλλά μέχρι σήμερα «ηροστράτειο δόξα» χαρακτηρίζουμε τη φήμη που αποκτά κάποιος χάρη σε μια καταστροφική πράξη, ενώ «ηροστράτειο» λέμε το μάταιο έργο – ανάλογους χαρακτηρισμούς συναντάμε στα γερμανικά και τα αγγλικά.
Όσο για τον ναό, που ήταν γνωστός και ως Αρτεμίσιο, έχει ενδιαφέρον να δούμε τι απέγινε. Την ημέρα που οι φλόγες περικύκλωναν το λαμπρό κτίσμα και κατέστρεφαν τον καρπό του μόχθου πλήθους ανθρώπων, κάνοντας τους Πέρσες να μιλάνε για κακό οιωνό, στη Μακεδονία η Ολυμπιάδα έφερνε στον κόσμο τον Μέγα Αλέξανδρο.
«Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε στις έξι του Εκατομβαιώνα, που οι Μακεδόνες ονομάζουν Λώο, την ημέρα που κάηκε ο Ναός της Αρτέμιδος στην Έφεσο. Παίρνοντας αφορμή από αυτό το γεγονός ο Ηγησίας από τη Μαγνησία είχε πει μια εξυπνάδα ικανή με την κρυάδα της να σβήσει την πυρκαγιά εκείνη· είπε δηλαδή ότι ήταν αναμενόμενο να καεί ο ναός, αφού η Άρτεμις ασχολούνταν με τη γέννηση του Αλέξανδρου» θα γράψει οργισμένος ο Πλούταρχος. [Πλούταρχος, Ἀλέξανδρος (3.5 -3. 6)]
Όπως διασώζει ο Στράβων, ο Αλέξανδρος προσφέρθηκε το 334 π.Χ. να ολοκληρώσει την ανέγερση του νέου ναού, που οι Εφέσιοι είχαν ξεκινήσει πάνω στα ερείπια του πυρπολημένου, με την οικονομική βοήθεια και των γειτονικών πόλεων. Η απάντηση που έλαβε ήταν αρνητική, καθώς οι κάτοικοι της πόλης δεν ήθελαν στον ναό τους το όνομα ενός ξένου, αλλά κολακευτική: δεν πρέπει ένας θεός να χτίζει ναό για έναν άλλο θεό.
Ο Παιώνιος και ο Δημήτριος, οι νέοι αρχιτέκτονες –ο Στράβωνας προσθέτει και τον Χειροκράτη, ενώ ο Βιτρούβιος τον Δεινοκράτη– θα καταφέρουν να κατασκευάσουν έναν ναό ακόμα λαμπρότερο από τον προγενέστερο, τον οποίο ο Αντίπατρος ο Σιδώνιος θα συμπεριλάβει στη λίστα με τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου.
«Έχω δει τους μεγαλοπρεπείς Κρεμαστούς κήπους της Βαβυλώνας, το Άγαλμα του Ολυμπίου Διός, τον Κολοσσό της Ρόδου και τις Πυραμίδες της Αιγύπτου, όπως ακόμα και το Μαυσωλείο της Αλικαρνασσού, αλλά όταν βλέπω τον Ναό της Αρτέμιδος που αγγίζει τον ουρανό, τα υπόλοιπα μνημεία χάνουν την λαμπρότητά τους. Εκτός από τον Όλυμπο, ο ήλιος δεν φάνηκε πουθενά αλλού τόσο μεγαλοπρεπής όσο εδώ» θα γράψει. [Αντίπατρος, Ελληνική μυθολογία, (IX, 58)]
Ο ναός θα καταστραφεί εκ νέου από τους Γότθους το 262 μ.Χ. Η Έφεσος θα παρακμάσει, το ίδιο και η λατρεία της θεάς, παρά τη μέρει αναστήλωση του Αρτεμισίου. Ο Χριστιανισμός κερδίζει όλο και περισσότερο έδαφος και το 401 μ.Χ. ο ναός θα κλείσει οριστικά.
Μετά τις αλλεπάλληλες πλημμύρες του ποταμού Καΰστρου, αρκετοί κάτοικοι θα εγκαταλείψουν την πόλη. Πολλά από τα γλυπτά του ναού θα μετατραπούν σε ασβεστοκονίαμα, ενώ κάποιοι από τους κίονες θα χρησιμοποιηθούν στην κατασκευή της Αγίας Σοφίας στην Κωνσταντινούπολη, μαζί με σπαράγματα άλλων αρχαίων ναών.
Το 1863 μ.Χ. το Βρετανικό Μουσείο στέλνει στην Έφεσο τον αρχιτέκτονα - αρχαιολόγο John Turtle Wood προς αναζήτηση του ναού. Έξι χρόνια αργότερα θα ανακαλύψει βυθισμένη στη λάσπη τη βάση του και θα μεταφέρει όσα γλυπτά βρέθηκαν στο Βρετανικό Μουσείο, όπου βρίσκονται μέχρι σήμερα.
Ένας αναστηλωμένος κίονας και διάσπαρτοι σπόνδυλοι είναι ό,τι αντικρίζει σήμερα ο επισκέπτης του αρχαιολογικού χώρου. Από τους λαμπρούς ναούς του παρελθόντος δεν έχει απομείνει σχεδόν τίποτα. Τα ονόματα των αρχιτεκτόνων, των γλυπτών και των ζωγράφων έχουν λησμονηθεί. Ο μόνος που διέσχισε τους αιώνες αλώβητος είναι ο Ηρόστρατος.
Εικόνα ανοίγματος: Ο Ναός της Αρτέμιδος στις φλόγες. Πίνακας του Σαλβαντόρ Νταλί.