Μια παλιά έγχρωμη καρτ ποστάλ δείχνει ένα εκτεταμένο μουσουλμανικό νεκροταφείο που απλώνεται ως πέρα μακριά, με κυπαρίσσια κι ένα χαμηλό μαντρότοιχο. Εκατοντάδες ταφόπλακες, μερικές με τουρμπάνι πάνω τους, άλλες ακόσμητες, ξεπροβάλλουν μέσ’ απ’ το ψηλό χορτάρι. Στο βάθος υπάρχουν μεγαλύτεροι, πιο εξέχοντες τάφοι, διακοσμημένοι με μαρμάρινες κολόνες, τσαμπιά σταφύλια και πλοχμούς από στεφάνια, και πίσω τους κάποιο απροσδιόριστο, μακρύ κτίριο. Το μήνυμα στο πίσω μέρος της κάρτας λέει:
22, Juin 1916
Mon cher Papa. Void encore une curiosite de Salonique, un des rares cimetieres turques a peu pres. Au fond se trouve la mosque des derviches toumeurs dont il ne reste plus qu’un seul specimen, par contre des families musulmanes refugies y ont etabli leurs campements...
Συντάκτης ήταν κατά πάσα πιθανότητα ένας Γάλλος στρατιώτης, και η κάρτα είναι μία από τις τελευταίες εικόνες που έχουμε του νεκροταφείου που βρισκόταν δίπλα στον κύριο τεκέ του τάγματος των Μεβλεβήδων δερβίσηδων της Θεσσαλονίκης και ήταν από τις πιο όμορφες γωνιές της πόλης. Σκαρφαλωμένο σε ανηφορικό έδαφος έξω από τη βορειοδυτική γωνία του τείχους, με θέα κάτω στον κόλπο και στον κάμπο του Βαρδάρη, σημάδευε σύμφωνα με το θρύλο με την παρουσία του έναν τόπο ξεχωριστής ευλάβειας.
Στις αρχές του δέκατου έβδομου αιώνα ο βεζίρης Αχμέτ Πασάς, διωγμένος απ’ τους εχθρούς του, είχε αναγκαστεί να εγκαταλείψει την Κωνσταντινούπολη και ζούσε τελώντας σε δυσμένεια στη Θεσσαλονίκη, όταν, κάνοντας μια βόλτα, έπιασε κουβέντα μ’ ένα Μεβλεβή ερημίτη που κατοικούσε πάνω στα κλαδιά ενός πελώριου δέντρου. Ο ερημίτης προφήτεψε ότι ο πασάς θα ξαναέπαιρνε την εξουσία, κι όταν αυτό εκπληρώθηκε ο Αχμέτ Πασάς προίκισε ένα βακούφι για να υποστηρίξει τους Μεβλεβήδες κι έχτισε ένα μοναστήρι στο σημείο της συνάντησής τους. Ο ερημίτης έγινε ο πρώτος σεΐχης του τεκέ, και με το πέρασμα των αιώνων το μοναστήρι έγινε ξακουστό σ’ όλη την αυτοκρατορία για τα πλoύτη του.
Ένας τοίχος το οχύρωνε απέναντι στους παρείσακτους και πίσω από τη μεγάλη σιδερένια πύλη του ένας κήπος με κυπαρίσσια έδινε ίσκιο στους τάφους των πιστών. Το βασικό κτίριο είχε στην πρόσοψη μια καμπυλόγραμμη ξύλινη κιονοστοιχία που βάσταζε μια βεράντα με τεράστιο προεξέχον γείσο από δοκάρια, σε όλο του το μήκος. Μέσα υπήρχαν αναγνωστήρια και κελιά για τους μοναχούς που κατέληγαν σε μια πλούσια διακοσμημένη κεντρική αίθουσα, η οποία εντυπώσιασε ιδιαίτερα τον ταξιδιώτη του δέκατου έβδομου αιώνα Εβλιά Τσελεμπή: «Είναι θόλος αξιοθέατος, καλλιτεχνικότερος από τους θόλους της δερβίσικης μονής των Μεβλεβήδων στο Μπεσικτάς (Διπλοκιόνιον) της Κωνσταντινούπολης. Ο ίδιος ο Χαμπίπ-Νατζάρ, ο γηραιός πάτρωνας των ξυλουργών, δε θα ήταν ικανός να επιχειρήσει την κατασκευή θόλου όμοιου με αυτόν. Είναι όμοιος με τις μαγικές ζωγραφιές».
Σήμερα, το μόνο ίχνος των Μεβλεβήδων στη Θεσσαλονίκη είναι το όνομα που έδωσαν στη γειτονιά όπου είχαν άλλοτε τη βάση τους. Δε μένει τίποτε από το μοναστήρι ούτε από το νεκροταφείο, και στο ίδιο μέρος ορθώνεται ένα σχολείο.
Εδώ ήταν ο χώρος όπου οι μύστες εκτελουσαν τον εκστατικό περιστρεφόμενο χορό που τους έφερνε πλησιέστερα στο θείο. Μα ο τεκές ήταν επίσης τόπος παιδείας, όπου απαγγελλόταν το Μεσνέβι του ιδρυτή Τζελαλαντίν Ρούμι και συζητιόταν το Κοράνι, τόπος ελεημοσύνης, που τάιζε τους φτωχούς και στέγαζε τους προσκυνητές, καθώς και κέντρο ετήσιων γιορτών στην αρχή του καλοκαιριού.
Στην ίδια τη Θεσσαλονίκη το τάγμα των Μεβλεβήδων είχε μεγάλο κύρος. Με τις προσόδους από τις αλυκές γύρω απ’ τον κόλπο και από άλλα τέλη, ο σεΐχης διηύθυνε ένα ίδρυμα με αξιόλογη τοπική δύναμη. Στον πρώιμο δέκατο ένατο αιώνα ο επικεφαλής του ήταν γνωστός στην πόλη ως «Ταλεϊράνδος», λόγω της πολιτικής του οξυδέρκειας. Ήταν ένας Μεβλεβής χότζας που υποδεχόταν τους προσκυνητές στο σπουδαιότερο σέβασμα της Θεσσαλονίκης -το παρεκκλήσι του Αγίου Δημητρίου-, στις θαυματουργικές ιδιότητες του οποίου πίστευε όσο και όλοι οι άλλοι.
Πολλοί προύχοντες, ανάμεσα τους και κυβερνήτες της πόλης, ανήκαν στο τάγμα, και ο σουλτάνος Μεχμέτ Ρεσάτ Ε" παρακολούθησε μια τελετή το 1911, στη διάρκεια της στερνής αυτοκρατορικής περιοδείας στις ευρωπαϊκές επαρχίες. Η κάρτα επισκεπτηρίου του Αλή Εσρέφ, του τελευταίου σεΐχη, ανέγραφε τον πατροπαράδοτο μεβλεβίδικο τίτλο του -Κεφαλή των Σεΐχηδων, αλλά ήταν γνωστός και για το ότι συμπαθούσε τους φιλελεύθερους και τους φιλοσυνταγματικούς και έχαιρε γενικού σεβασμού από τον πληθυσμό.
Σήμερα, το μόνο ίχνος των Μεβλεβήδων στη Θεσσαλονίκη είναι το όνομα που έδωσαν στη γειτονιά όπου είχαν άλλοτε τη βάση τους. Δε μένει τίποτε από το μοναστήρι ούτε από το νεκροταφείο, και στο ίδιο μέρος ορθώνεται ένα σχολείο. 'Οταν ο Γάλλος επισκέπτης μάς έγραψε το ταχυδρομικό του δελτάριο το 1916 -πέντε μόλις χρόνια μετά την επίσκεψη του σουλτάνου-, το κτίριο ρήμαζε παρατημένο και το χρησιμοποιούσαν Μουσουλμάνοι πρόσφυγες από την ενδοχώρα για να στεγαστούν.
Από το 1912 ως το 1924 η μοίρα του αντικατοπτρίζει τη μοίρα του ισλάμ στην πόλη γενικότερα. Η μετανάστευση -αρχικά εθελούσια, έπειτα υποχρεωτική- άδειασε τον τόπο από τους Μουσουλμάνους· το νεκροταφείο συλήθηκε, οι τοίχοι του ρίχτηκαν κάτω, οι ταφόπλακες και τα διακοσμητικά αγγεία πουλήθηκαν σαν οικοδομικό υλικό. Όταν τα οστά των σπουδαίων πρώην σεΐχηόων απειλή- θηκαν με εκταφή, ένας Έλληνας ιερέας που συμπαθούσε το τάγμα βοήθησε να συλλεχθούν και να ανακομιστούν με ασφάλεια στον αδελφό τεκέτους, στην Κωνσταντινούπολη. Αλλά το ότι χρειάστηκε γι’ αυτό χριστιανική βοήθεια δείχνει την αδυναμία του τάγματος. Μην έχοντας πια ούτε ζωντανούς ούτε νεκρούς, η μουσουλμανική παρουσία στη Θεσσαλονίκη έφτανε στο τέρμα της.
σχόλια