Όλοι φοβούνται, εκείνη την Κυριακή της 1ης Μαρτίου 1953, ότι ο Στάλιν δεν θα εμφανιστεί μες στο πρωινό ως συνήθως. Σύμφωνα με τα λεγόμενα της κόρης του Σβετλάνας, έχει ένα αλλόκοτο πρόγραμμα! Μπορεί να κοιμάται οποιαδήποτε ώρα της ημέρας. Το σπίτι λειτουργεί σύμφωνα με αυστηρούς κώδικες: «υπάρχει κίνηση» ή «δεν υπάρχει κίνηση», όταν ο Στάλιν κοιμάται, μελετά και δεν μετακινείται. Από τις δέκα η ώρα, το προσωπικό είναι έτοιμο αλλά «δεν υπάρχει κίνηση», οι ώρες κυλούν, τίποτα. Κανένα αίτημα, ούτε για φαγητό, ούτε για φακέλους, ούτε για χαρτιά. Την τελευταία φορά που χρειάστηκε να τον ξυπνήσουν ήταν δώδεκα χρόνια πριν, για να του ανακοινώσουν την εισβολή των ναζί στη χώρα στο πλαίσιο της Επιχείρησης Μπαρμπαρόσα, τον Ιούνιο του 1941.
Κανένας από την ομάδα των τεσσάρων, που είναι κλειδαμπαρωμένοι σπς κατοικίες τους, ούτε και ο Μπέρια, τον οποίο πρέπει να αναζητήσουν πάνω από τέσσερις ώρες για να τον βρουν στο σπίτι κάποιας από τις αμέτρητες ερωμένες του, δεν σπεύδει να καλέσει τους γιατρούς. Όλοι προαισθάνονται ότι, για δεύτερη φορά, η εξουσία κινδυνεύει να ξεφύγει από τον Στάλιν, και ρίχνονται σε ένα παιχνίδι με ίντριγκες με σκοπό να ορίσουν τον διάδοχό του. Άραγε περίμεναν επίτηδες για να προστατεύσουν τα συμφέροντά τους; Ορισμένοι διατυπώνουν αυτή την εικασία.
Στις 18.30, το φως ανάβει επιτέλους στα διαμερίσματα του Στάλιν και το οικιακό προσωπικό ησυχάζει. Αναρωτιούνται: θα ζητήσει επιτέλους κάτι να φάει; Όμως η σιωπή παρατείνεται. Σύμφωνα με κάποιους, στέλνουν την ηλικιωμένη αφοσιωμένη υπηρέτρια Ματριόνα Μπουτούσοβα. Στην πραγματικότητα, αυτός που κάνει μεγάλη φασαρία -ενώ το αφεντικό δεν του αρέσει να το αιφνιδιάζουν- είναι ο αντικομισάριος της ντάτσας Πέτερ Βασίλιεβιτς Λοζγκάτσεφ, ο οποίος γύρω στις δέκα το βράδυ ξεπερνά τον φόβο του και, με το πρόσχημα μιας επιστολής από το Κρεμλίνο, πηγαίνει στα διαμερίσματα του Στάλιν.
Ο Βοζντ, με το περίφημο γεωργιανό μουστάκι rou, το μικρό του σώμα, μόλις ένα μέτρο και εξήντα επτά, με τα στραβά του πόδια και το αριστερό του χέρι πιο κοντό κατά τέσσερα εκατοστά από το δεξί, μετά από ένα νεανικό ατύχημα, κείτεται ασάλευτος. Είναι ξαπλωμένος και κολυμπάει στα ούρα του πάνω στο μαλακό χαλί κοντά στο γραφείο του, όπου βρίσκονται ένα μπουκάλι νερό και ένα ποτήρι.
Τι κατάπληξη! Ο Βοζντ, με το περίφημο γεωργιανό μουστάκι rou, το μικρό του σώμα, μόλις ένα μέτρο και εξήντα επτά, με τα στραβά του πόδια και το αριστερό του χέρι πιο κοντό κατά τέσσερα εκατοστά από το δεξί, μετά από ένα νεανικό ατύχημα, κείτεται ασάλευτος. Είναι ξαπλωμένος και κολυμπάει στα ούρα του πάνω στο μαλακό χαλί κοντά στο γραφείο του, όπου βρίσκονται ένα μπουκάλι νερό και ένα ποτήρι.
Στη συνήθως ήρεμη κατοικία, επικρατεί αναβρασμός. Μια ορδή ανθρώπων τρέχει πάνω-κάτω γύρω από το ακίνητο σώμα. Για τους μεν, ο Στάλιν διατηρεί τις αισθήσεις του, δεν μπορεί να μιλήσει αλλά αφήνει κάποια μουρμουρητά, για τους δε είναι αναίσθητος. Καθώς τον μεταφέρουν στον καναπέ της διπλανής μεγάλης τραπεζαρίας, δεν θέλει κανείς να αναλάβει την ευθύνη να καλέσει τους γιατρούς, αυτούς που ο Στάλιν θεωρεί δολοφόνους και διεφθαρμένους συνωμότες. Ο μόνος για τον οποίο έχει «εμπιστοσύνη» είναι ο Βινογκράντοφ, ο οποίος τον παρακολουθεί εδώ και χρόνια και είναι αυτός που γνωρίζει τον ιατρικό του φάκελο, αλλά τώρα βρίσκεται υπό κράτηση. Ο προκάτοχός του δόκτωρ Ντμίτρι Πλετνιόφ είναι νεκρός· ήξερε πολλά.
Αυτό που σκότωσε τον Στάλιν είναι η παράνοιά του. Εδώ καί μήνες, αρνείται να συμβουλευτεί κάποιον γιατρό και εμπνέει τέτοιον τρόμο που δεν παρεμβαίνει κανείς. Δεν πρέπει να πηγαίνει κανείς στα διαμερίσματα του «Πατερούλη» αν δεν έχει προσκληθεί. Ούτε καν οι πιο στενοί του συνεργάτες, αδιανόητο βέβαια για τους υπό δυσμένεια γιατρούς! Αν ο Κόκκινος Τσάρος απλώς κοιμάται βαθιά και ξυπνήσει, θα γίνει έξω φρενών που κάλεσαν τους γιατρούς, σκέφτονται. Και αν οι τελευταίοι είναι ύποπτοι, το ίδιο είναι και όσοι τους έφεραν. Η αγωνία θα παραταθεί για τέσσερις μέρες. Πόσες ώρες πριν είχε αρχίσει η αιμορραγία του εγκεφάλου; Θα μπορούσε άραγε να είχε σωθεί ο Στάλιν; Ποιος θα ήθελε να το ριψοκινδυνεύσει; Οι απόψεις είναι αντικρουόμενες. Όταν στις 2 Μαρτίου στις τρεις το πρωί, φτάνουν επιτέλους στην ντάτσα ο Μπέρια και ο Μαλένκοφ για να εξετάσουν την κατάσταση του Βοζντ, δεν υπάρχει κανένας γιατρός.
Περιμένουν δίχως να κάνουν την παραμικρή κίνηση. Πάνω από είκοσι τέσσερις ώρες κυλούν αφότου ο Στάλιν πηγαίνει οτα ιδιωτικά διαμερίσματά του την αυγή της 1ης Μαρτίου μέχρι την άφιξη των γιατρών στις 2 Μαρτίου το πρωί. Δηλαδή εννέα με δώδεκα ώρες, σύμφωνα με τις πηγές, από την ανακάλυψη του ασάλευτου σώματος μέχρι την παροχή των πρώτων φροντίδων. Η ομάδα των τεσσάρων εξασφαλίζει μια διαρκή εποπτεία. Νυχθημερόν, εναλλάσσονταν στο προσκέφαλο του τυράννου. Εκείνη την ημέρα αναζήτησαν την κόρη του Σβετλάνα και τον δευτερότοκο γιο του Βασίλι. Η κόρη του είναι μία από τους βασικούς μάρτυρες των τελευταίων ημερών του. Τον είδε για τελευταία φορά στα γενέθλιά του, στις 21 Δεκεμβρίου, καιδιαπίστωσε πως η όψη του δεν ήταν καλή. Νιώθει την αρρώστια να πλησιάζει, ανησυχεί για τον πατέρα της.
Στις επτά ή στις δέκα το πρωί, κατά τη Σβετλάνα, μια ομάδα τρομοκρατημένων γιατρών, σπεύδει στο προσκέφαλο του Στάλιν. Ο μόνος τρόπος διαφυγής είναι ο θάνατος, αλλά και η συμμόρφωση μπορεί να είναι συνώνυμό του. Είναι η ειρωνεία του επαγγέλματός τους: ακόμα και αυτός που τους θεωρεί ως τους χειρότερους δηλητηριαστές και προσπαθεί να τους εξοντώσει, τους έχει ανάγκη. Εδώ και χρόνια, του έχουν γίνει μάλιστα απαραίτητοι. Αυτό είναι το πρόβλημα. Πώς ένα τόσο παρανοϊκό πλάσμα όπως ο Κόκκινος Τσάρος μπορεί να ξεγυμνωθεί μπροστά σ’ έναν άνθρωπο της επιστήμης τον οποίο περιφρονεί; Δεν εμπιστεύεται κανέναν, επομένως οι γιατροί, οι μόνοι που μπορούν να κρίνουν τη φυσική και την ψυχική του κατάσταση, αποτελούν de facto στόχο κριτικής.Ο Στάλιν ξέρει πως αν αποκαλύψουν τις αδυναμίες του θα δοθεί λαβή για επιθέσεις των πολυάριθμων εχθρών του από το εσωτερικό ή το εξωτερικό και των συνωμοτών που επιδιώκουν να τον απομακρύνουν από την εξουσία.
Τη στιγμή της τελευταίας πνοής του, κάτι το ακατανόητο και εντυπωσιακό συνέβη: ανοίγει τα μάτια του και τύλιξε όλη
την ομήγυρη με το βλέμμα, ένα βλέμμα τρελό, οργισμένο, γεμάτο τρόμο μπροστά στον θάνατο και τα άγνωστα πρόσωπα των γιατρών που έσκυβαν από πάνω του. Το βλέμμα του κάνει τον γύρο των παρευρισκόμενων σε κλάσμα δευτερολέπτου και τότε, με μια τρομακτική κίνηση που ακόμα και σήμερα δεν την καταλαβαίνω αλλά ούτε μπορώ και να την ξεχάσω, σήκωσε ψηλά το αριστερό του χέρι, το μόνο που μπορούσε να κουνάει.
Ποιος τους κάλεσε; Καταφεύγουν σε ειδικούς, μη Εβραίους και προφανώς μη φυλακισμένους! Δυστυχώς, οι διακεκριμένοι ειδικοί σ' αυτούς ανήκουν!
«Όπως κι εμείς, έτρεμαν κι αυτοί σαν φύλλα» σχολιάζει ο Λοζγκάτσεφ. Φοβούνται να πλησιάσουν στο κρεβάτι του Στάλιν θαρρείς και θα συνερχόταν από το κώμα του και θα διέταζε την άμεση εκτέλεσή τους. Χρόνια αργότερα, ο Χρουστσόφ θυμάται πόσο σοκαρισμένοι ήταν οι γιατροί, φοβούμενοι μήπως διαπράξουν κάποιο διαγνωστικό σφάλμα ή κατηγορηθουν για τον θάνατο του Στάλιν. Δέκα γιατροί θα ασχολούνται επισταμένως και θα εναλλάσσονται πλάι στον ετοιμοθάνατο» μεταξύ των οποίων ο καθηγητής Λουκόμσκι, τακτικό μέλος της Ακαδημίας Ιατρικών Επιστημών της ΕΣΣΔ, ο Κονοβάλοφ, οι καθηγητές Μιάσνικοφ, Ταρέγεφ, και οι νευρολόγοι Φιλιμόνοφ, Γκλάζοβνοφ, Τκατσόφ και Ιβάνοφ-Νεζνάμοφ. Η εν λόγω ομάδα τίθεται υπό την εποπτεία του υπουργού Υγείας Τρεπακόφ και του επικεφαλής της υγειονομικής υπηρεσίας του Κρεμλίνου Κουπερίν. Όλοι βλέπουν τον ασθενή για πρώτη φορά.
Ο καθηγητής Πάβελ Λουκόμσκι, που διευθύνει την ομάδα, είναι τρομοκρατημένος από την εγγύτητα με το σώμα του τυράννου. Προχωρεί προς τον Στάλιν «με προσοχή... και αγγίζει τα χέρια του σαν να ήταν πυρακτωμένο σίδερο» διευκρινίζει ο Χρουστσόφ. Το τρέμουλο των γιατρών είναι τέτοιο που δεν καταφέρνουν να τον γδύσουν και χρησιμοποιούν ψαλίδι. Η κατάσταση του δεξιού του αγκώνα αποτελεί επαρκή ένδειξη πτώσης: είναι μελανιασμένος και πρησμένος.
Ο Λουκόμσκι δυσκολεύεται να του πάρει τον σφυγμό. Το άγρυπνο βλέμμα των παρατρεχάμενων του Στάλιν και οι οδηγίες τους επιτείνουν την ένταση.
Όταν ο Μπέρια τον προσβάλλει λέγοντάς του: «Μα επιτέλους, πιάστε του σωστά το χέρι!», το κλίμα επιδεινώνεται. Ο καθηγητής διαπιστώνει ότι το δεξί χέρι και το δεξί πόδι είναι παράλυτα και ότι τα αριστερά μέλη κινούνται ανεπαίσθητα και σπασμωδικά.
Με τις κραυγές του Βασίλι, του εντελώς μεθυσμένου γιου του Στάλιν ο οποίος ουρλιάζει ότι σκότωσαν ή θα σκοτώσουν τον πατέρα του η ένταση ανεβαίνει ακόμα περισσότερο και η ατμόσφαιρα γίνεται πνιγηρή, τόσο που αναγκάζονται να τον ακινητοποιήσουν και να τον στείλουν πίσω στο σπίτι του.
Κανείς δεν θέλει να αναλάβει την ευθύνη ενός ιατρικού οφάλματος, ακόμα και αν ενδόμυχα όλοι τους πιθανόν να αμφιταλαντεύονται ανάμεσα στην επιθυμία να ζήσει και την επιθυμία να πεθάνει.
Οι γιατροί πραγματοποιούν κλινική εξέταση στον Στάλιν που είναι ξαπλωμένος ανάσκελα, με το κεφάλι γερμένο αριστερά και τα μάτια κλειστά. Όταν ένας γιατρός ανασηκώνει τα βλέφαρα του Βοζντ, οι κόρες του κινούνται δίχως να προσηλώνονται κάπου. Είναι βυθισμένος σε μια κωματώδη κατάσταση και οι γιατροί που είναι μαζεμένοι γύρω του δεν μπορούν να κάνουν και πολλά, το τέλος πλησιάζει. Στον διάδρομο οι έμπιστοί του μηχανορραφούν και στη, συνήθως ήρεμη, ντάτσα επικρατεί αναταραχή. Ο Μπέρια, που τον μισεί, καταλαμβάνεται διαδοχικά από αισθήματα αφοσίωσης και αγαλλίασης όταν σκέφτεται το επικείμενο τέλος. «Μόλις εμφανίστηκαν στα χαρακτηριστικά του Στάλιν τα σημάδια μιας ανάκαμψης της συνείδησης, γεγονός που υπονοεί ότι ίσως ξεπεράσει τον κίνδυνο, ο Μπέρια γονατίζει πάραυτα πλάι στον ετοιμοθάνατο, του πιάνει το χέρι και το γεμίζει φιλιά. Ωστόσο, μόλις ο Στάλιν βυθίζεται ξανά στην απώλεια συνείδησης, ο Μπέρια σηκώνεται και φτύνει καταγής. Μήπως αυτός δεν είναι που, μετά τον θάνατο του Βοζντ, θα αναφωνήσει: «Το κατάφερα, σας γλίτωσα όλους»;
Σύμφωνα με την κόρη του Στάλιν: «Είναι ο μόνος που συμπεριφέρειαι με τρόπο σχεδόν απρεπή. Είναι πανευτυχής και,
στο ήδη αποκρουστικό πρόσωπό του, ήταν εμφανή τα πάθη που τον διακατέχουν: η φιλοδοξία, η εξουσιομανία, η σκληρότητα, η πανουργία. Τούτη την κρίσιμη ώρα, προσπαθούσε να διατηρεί ένα ύφος ελεγχόμενα σατανικό. Κι αυτό το διάβαζες στο μέτωπό του».
Οι γιατροί συνιστούν πλήρη ανάπαυση και βδέλλες πίσω από τα αυτιά για να πέσει η πίεση (έχουν ήδη βάλει οχτώ). Του κάνουν ενέσεις κάμφορας και αδρεναλίνης για να τονώσουν την καρδιά, του χορηγούν επίσης διάλυμα μαγνησίου. Του βάζουν κρύα επιθέματα στο μέτωπο και του βγάζουν τη μασέλα. Τον ταΐζουν με το κουτάλι, δίνοντάς του υγρή τροφή για να μην πνιγεί. Τέλος, του χορηγούν οξυγόνο και του παίρνουν ένα δείγμα για εξέταση ούρων. Φέρνουν ένα μηχάνημα τεχνητής αναπνοής, που δεν θα το χρησιμοποιήσουν ποτέ...
«Μια τρομακτική υπερκινητικότητα: [οι γιατροί] του έβαζαν βδέλλες στον σβέρκο και τον λαιμό, του έκαναν ηλεκτροκαρδιογραφήματα, ακτινογραφίες θώρακος: μια νοσοκόμα τον τρυπουσε ασταμάτητα, ένας από τους γιατρούς κατέγραφε λεπτομερώς τα πάντα. Ο καθένας εκτελούσε ανελλιπώς το καθήκον του για να σώσει μια ζωή που κανείς δεν μπορούσε πια να σώσει» θυμάται η Σβετλάνα.
Σε ένα μικρό δωμάτιο δίπλα στη μεγάλη τραπεζαρία όπου βρίσκεται ο Στάλιν, ένα ιατρικό συμβούλιο συσκέπτεται διαρκώς, και στον επάνω όροφο λαμβάνει χώρα ένα πραγματικό πολιτικό μυστικοσυμβούλιο. Το πρωί της 3ης Μαρτίου, ενώ η κατάσταση της υγείας του Στάλιν παραμένει αβέβαιη και άγνωστη σε όλους εντός και εκτός της χώρας, οι παρατρεχάμενοί του ρωτούν τους γιατρούς σχετικά με την οριστική τους διάγνωση.
«Ο θάνατος είναι αναπότρεπτος» λένε.
Ζητείται η γνώμη και άλλων ειδικών, ιδίως του διακεκριμένου Εβραίου δόκτορα Γιάκοφ Ράποπορτ που είχε φυλακιστεί και βασανιστεί για την υπόθεση της συνωμοσίας των γιατρών. Σκέφτεται πως έρχονται να τον ανακρίνουν στο πλαίσιο τούτης της δικαστικής παρωδίας, αλλά όχι, δεν είναι αυτό, τώρα ο τόνος τους είναι παρακλητικός. Του ζητούν συμβουλές για την αντιμετώπιση ενός βαριά ασθενούς που έχει αναπνοή «Cheyne-Stokes». Η λεπίδα πέφτει: ο θάνατος. Όταν τον ρωτούν σχετικά με τους καλύτερους ειδικούς για την περίσταση, απαντά ότι αγνοεί αν κάποιος από αυτούς είναι ακόμα ελεύθερος· οι εννέα γιατροί που προτείνει είναι όλοι φυλακισμένοι.
Στις 4 Μαρτίου, την αυγή, ένα ιατρικό ανακοινωθέν μεταδίδεται από το Ράδιο-Μόσχα, αλλά και σε ολόκληρο τον διεθνή τύπο, μεταξύ άλλων στους New York Times: «Η κατάσταση της υγείας του Στάλιν εμπνέει σοβαρές ανησυχίες μετά το αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο που υπέστη τη νύχτα της 1ης προς 2α Μαρτίου, στο διαμέρισμά του στο Κρεμλίνο». Η αναπνοή του Στάλιν είναι ακανόνιστη (36 ανά λεπτό), πάσχει από το σύνδρομο Cheyne-Stokes, έναν ρυθμό που εναλλάσσεται μεταξύ περιόδων άπνοιας και υπέρπνοιας (αναπνοή αυξημένου εύρους). Οι σφυγμοί είναι 108-116 ανά λεπτό, η αρτηριακή του πίεση 210 mmHg η μέγιστη και 110 mmHg η ελάχιστη, τέλος υποφέρει από έλλειψη οξυγόνου.
Το πρόσωπο του Στάλιν σκοτεινιάζει, πρήζεται, τα χαρακτηριστικά του γίνονται σιγά σιγά μη αναγνωρίσιμα, τα χείλη είναι μαύρα και τις δύο τελευταίες ώρες ο ασθενής ασφυκτιά ενώπιον όλων.
Το πρωί της Πέμπτης 5 Μαρτίου, η κατάσταση επιδεινώνεται. Ο Στάλιν είναι πελιδνός, κάνει επανειλημμένες αιμοπτύσεις, Είναι ανήσυχος και έχει έναν ανεξέλεγκτο λόξιγκα. Του κάνουν ενέσεις καφεΐνης, κάμφορας και καρδιαζόλης, ένα φάρμακο που χρησιμοποιείτο άλλοτε ως τονωτικό της κυκλοφορίας του αίματος και της αναπνοής. Η αναπνοή του είναι ολοένα και περισσότερο ακανόνιστη. Στην αρχή της βραδιάς, οι σφυγμοί του είναι 118-120 ανά λεπτό στις 19.15, έπειτα 140-150 ανά λεπτό στις 20.10: ο τύραννος βρίσκεται σε βαθύ κώμα. Ιδρώνει πολύ και ο σφυγμός του γίνεται σταδιακά αψηλάφητος.
Ο Μπουλγκάνιν φροντίζει για τη διαρκή παρακολούθηση του Στάλιν και ο δόκτωρ Μιάσνικοφ είναι πεπεισμένος για την υποψία του και την εχθρότητά του απέναντι στους παρόνιες γιατρούς. Αναφέρεται μια γαστρορραγία και, κατά ορισμένους, αυτό θα αποδείκνυε ότι ο Στάλιν υπήρξε θύμα δηλητηρίασης με «βαρβαρίνη», μια διάφανη ουσία που ο Μπέρια, με τη συνενοχή τριών άλλων, ίσως είχε ρίξει στο ποτήρι με το γεωργιανό κρασί του Ηγέτη. Τίποτα όμως δεν επιβεβαιώνει μια τέτοια άποψη.
Το βράδυ, η καρδιά του τυράννου εξασθενεί. Οι γιατροί προτείνουν τεχνητή αναπνοή και μια ένεση κάμφορας και αδρεναλίνης- η νοσοκόμα που την κάνει καταγράφει προσεκτικά χη διαδικασία στις 9.48. Όταν η αναπνοή επιταχύνεται, ο Μπέρια διατάζει να φέρουν τη Σβετλάνα, όμως δεν κουνιέται κανείς.
«Τη στιγμή της τελευταίας πνοής του, κάτι το ακατανόητο και εντυπωσιακό συνέβη: ανοίγει τα μάτια του και τύλιξε όλη
την ομήγυρη με το βλέμμα, ένα βλέμμα τρελό, οργισμένο, γεμάτο τρόμο μπροστά στον θάνατο και τα άγνωστα πρόσωπα των γιατρών που έσκυβαν από πάνω του. Το βλέμμα του κάνει τον γύρο των παρευρισκόμενων σε κλάσμα δευτερολέπτου και τότε, με μια τρομακτική κίνηση που ακόμα και σήμερα δεν την καταλαβαίνω αλλά ούτε μπορώ και να την ξεχάσω, σήκωσε ψηλά το αριστερό του χέρι, το μόνο που μπορούσε να κουνάει. Έδειχνε άραγε κάτι εκεί ψηλά ή μας απειλούσε όλους; Δεν ήξερες ούτε σε ποιον ούτε σε τι απευθυνόταν τούτη η ακατανόητη αλλά απειλητική κίνηση. Κι αμέσως μετά, σε μια ύστατη αναλαμπή, η ψυχή εγκατέλειψε το σώμα» θυμάται η κόρη του.
Ο θάνατός του καταχωρίζεται στις 21.50, το βράδυ της 5ης Μαρτίου 1953, σε ηλικία εβδομήντα τριών χρονών. Μέσα σε βαριά σιωπή, δίχως την παραμικρή χειρονομία, οι ιθύνοντες του Κόμματος, τα παιδιά του και οι φρουροί του περιβάλλουν τον νεκρό, σημειώνει ο Μιάσνικοψ, ένας από τους παρόντες γιατρούς. Δεν θυμάται όμως πια αν το τελετουργικό κράτησε μισή ώρα ή παραπάνω. Όλοι ήταν κοκαλωμένοι, ανίκανοι για οποιαδήποτε αντίδραση, σαν αποσβολωμένοι. Στο Ράδιο-Μόσχα, μια πνιχτή φωνή, που προμήνυε κάτι το πολύ σοβαρό, ανακοινώνει τον θάνατο του Κόκκινου Τσάρου στο Κρεμλίνο, μια τεράστια απώλεια για την εργατική τάξη της σοβιετικής πατρίδας και ολόκληρης της υφηλίου. Αδύνατον βέβαια να αποβίωσε οπουδήποτε αλλού πέρα από τον χώρο όπου ασκούσε την εξουσία του. Το ξημέρωμα, το πτώμα του Στάλιν μεταψέρεται για να γίνει νεκροψία, η ντάτσα αδειάζει απ' όλα τα έπιπλα και το δακρυσμένο προσωπικό του σπιτιού αποπέμπεται επιτόπου. Διατάζουν τους πάντες να μη βγάλουν άχνα υπό την απειλή τιμωρίας: ο Στάλιν πέθανε από εγκεφαλική αιμορραγία στις 3 Μαρτίου ενώ εργαζόταν στο Κρεμλίνο, τελεία και παύλα!
Ένας από τους γιατρούς που διενεργεί τη νεκροψία, ο δόκτωρ Μιάσνικοφ, είναι πεπεισμένος πως η χώρα είχε ως ηγέτη έναν ασθενή. «Μια σημαντική αρτηριοσκλήρυνση των εγκεφαλικών αγγείων θα μπορούσε να αλλοιώσει την κρίση του και να επιτείνει τη μανία καταδίωξης που τον χαρακτήριζε, επηρεάζοντας πς αποφάσεις που λάμβανε» γράφει. «Ο Στάλιν ίσως είχε απολέσει την αίσθηση του καλού και του κακού»αποφαίνεται ο γιατρός. «Τα χαρακτηριστικά της προσωπικότητάς του είναι οξυμμένα και ένας τόσο καχύποπτος άνθρωπος μπορεί να γίνει παρανοϊκός. Δεν γνωρίζουμε σε ποιο βαθμό η ασθένεια που εξελίχτηκε στη διάρκεια των χρόνων επηρέασε την προσωπικότητα και τις πράξεις του Στάλιν» γράφει ο Μιάσνικοφ στα Απομνημονεύματά του που εκδόθηκαν μόλις τον Απρίλιο του 2011. Με τον θάνατο του γιατρού, το 1965, η KGB κατάσχεσε τα χειρόγραφα. Όμως αυτή η ανάλυση δεν είναι καινούρια.
Από το 1927, ένας διακεκριμένος ψυχίατρος, ο διευθυντής του Ινστιτούτου Ψυχονευρολογίας της Αγίας Πετρούπολης Βλαντίμιρ Μιχαήλοβιτς Μπεχτέρεφ έκανε παρόμοια διάγνωση για τον δικτάτορα ο οποίος του είχε ζητήσει να θεραπεύσει την κατάθλιψή του. Σύμφωνα με αυτόν, ο τύραννος έπασχε από ανεξέλεγκτες φοβίες, χρησιμοποιεί μάλιστα τον μοιραίο όρο «παράνοια». Ο γιατρός επιζεί μόλις είκοσι τέσσερις ώρες μετά από αυτή τη διάγνωση και πεθαίνει υπό αμφιλεγόμενες συνθήκες: δηλητηρίαση, για την οποία ορισμένοι πιστεύουν πως πιθανόν να τη διέταξε ο Στάλιν.
___________
Απόσπασμα από το βιβλίο της Tania Crasnianski, «Η εξουσία με ιατρική συνταγή, Ηγέτες του 20ού αιώνα υπό την επήρεια ουσιών», μτφρ.: Ρίτα Κολαΐτη, εκδ. Μεταίχμιο
BONUS
Τα ποιήματα δύο σημαντικών ελλήνων ποιητών, όταν πέθανε ο Στάλιν (άνευ σχολίων):
1. Τάσος Λειβαδίτης
2. Γιάννης Ρίτσος