H Germaine Krull είναι μια από τις πιο γνωστές προσωπικότητες της ιστορίας της φωτογραφίας λόγω του ρόλου της στην avant-garde σκηνή του 1920-1940 και πρωτοπόρος του σύγχρονου φωτορεπορτάζ. Θεωρείται μια μούσα της φωτογραφικής νεωτερικότητας. Η έκθεση που είναι αφιερωμένη στο έργο της στο Jeu de Paume έρχεται να επανεξετάσει το έργο της, προκειμένου να δείξει την ισσοροπία ανάμεσα σε ένα νεωτερικό καλλιτεχνικό όραμα και έναν καινοτόμο ρόλο στα έντυπα, τα μέσα ενημέρωσης και την εικονογράφηση.
Όπως έχει δηλώσει η ίδια το 1930, «ο φωτογράφος είναι ο μάρτυρας των γεγονότων της κάθε ημέρας, ένας δημοσιογράφος». Παρόλο που είναι μια από τις διάσημες γυναίκες στην φωτογραφία, το έργο της έχει μελετηθεί πολύ λιγότερο από αυτό των συγχρόνων της του Man Ray, του László Moholy-Nagy και André Kertész. Ούτε είχε κάνει πολλές εκθέσεις: το 1967, έγινε μια πρώτη στο Musée du Cinéma, στο Παρίσι, στη συνέχεια ήρθε η Rheinisches Landesmuseum, στη Βόννη, το 1977, στο Μουσείο Réattu, της Αρλ, το 1988, και η αναδρομική της το 1999 με βάση τα αρχεία της που υπάρχουν στο Μουσείο Folkwang, στο Έσσεν.
Έχοντας κάνει κάποιες αξιόλογες φωτογραφίες γυμνών κατά τα πρώιμα στάδια της καριέρας της, το 1925 βρέθηκε στην Ολλανδία, όπου γοητευμένη από τις μεταλλικές κατασκευές και τους γερανούς στις αποβάθρες, ξεκίνησε μια σειρά φωτογραφιών που έμεινε στην ιστορία της φωτογραφίας ως Nouvelle Vision.
Η έκθεση στο Jeu de Paume εστιάζει στην παρισινή περίοδο, 1926-1935, και πιο συγκεκριμένα για τα χρόνια της έντονης δραστηριότητας μεταξύ του 1928 και του 1933. Συμπεριλαμβάνει 130 φωτογραφίες που αφορούν σε σχέδια vintage, συμπεριλαμβανομένων των περιοδικών και βιβλίων στα οποία Krull έπαιξε ένα τέτοιο μοναδικό και κυρίαρχο ρόλο. Η παρουσίαση αυτή δίνει μια ιδέα για τις σταθερές που διατρέχουν το έργο της, ενώ φέρουν και την αισθητική της καινοτομίας της.
Η Krull γεννήθηκε στην Ανατολική Πρωσία το 1897, από Γερμανούς γονείς, και είχε μια χαοτική παιδική ηλικία, καθώς ο πατέρας της, ένας μηχανικός, ταξίδευε συνεχώς σε αναζήτηση εργασίας. Μετά τις σπουδές φωτογραφίας στο Μόναχο, η Krull ενεπλάκη στις πολιτικές αναταραχές της μεταπολεμικής Γερμανίας το 1919, ενώ έπαιξε ρόλο στο κομμουνιστικό κίνημα. Έχοντας κάνει κάποιες αξιόλογες φωτογραφίες γυμνών κατά τα πρώιμα στάδια της καριέρας της, αξιοσημείωτα για την ελευθερία τους, το ύφος και το θέμα, το 1925 βρέθηκε στην Ολλανδία, όπου γοητευμένη από τις μεταλλικές κατασκευές και τους γερανούς στις αποβάθρες, ξεκίνησε μια σειρά φωτογραφιών που έμεινε στην ιστορία της φωτογραφίας ως Nouvelle Vision.
Κατείχε περίοπτη θέση στο νέο φωτογραφικό περιοδικό VU, που δημιουργήθηκε το 1928, όπου, μαζί με τον André Kertész και Eli Lotar, ανέπτυξαν μια νέα μορφή ρεπορτάζ με ελευθερία έκφρασης ελευθερία από ταμπού, καθώς και εγγύτητα στο θέμα. Η Krull συνεργάστηκε με πολλά περιοδικά και δημοσίευσε σειρά βιβλίων με έργα της. Είχε το αδάμαστο πνεύμα της ενεργητικότητας, της περιπέτειας και της ταξιδιωτικής εμπειρίας, ασυμβίβαστη ως προς το αισθητικό αποτέλεσμα. Κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου φωτογράφισε τη μάχη της Αλσατίας. Λίγο αργότερα έφυγε για την Ασία, τη Μπανγκόκ, την Ινδία, και το Θιβέτ. Χιλιάδες εικόνες της συμπεριλαμβάνουν χώρους βουδιστικής λατρείας και μνημεία, μερικά από αυτά εικονογραφούν το βιβλίο του φίλου της André Malraux.
Tην εποχή που ήταν στο Παρίσι εστιάζει στη ζωή των κατώτερων τάξεων, στους απόβλητους της κοινωνίας, τους αλήτες, τις αγορές τους εκθεσιακούς χώρους, ενώ το ανυπότακτο πνεύμα της την κρατά μακριά από τις φωτογραφικές «σχολές».
Τα έργα της στο Jeu de Pomme προέρχονται από ιδιωτικές και δημόσιες συλλογές και η έκθεση θα διαρκέσει μέχρι τον Σεπτέμβριο.
σχόλια