ΤΡΙΑ ΕΡΓΑ ΤΟΥ ΤΖΕΦ ΚΟΥΝΣ εκτίθενται αυτές τις μέρες σε «διάλογο» με δύο σημαντικά έργα του Πάμπλο Πικάσο – το «Κεφάλι του πολεμιστή» (1933) και τις «Τρεις Χάριτες» (1923) – στο πλαίσιο της έκθεσης Reflections: Picasso/Koons που παρουσιάζεται μέχρι τις 16 Μαρτίου στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Γρανάδα, 150 χιλιόμετρα από τη γενέτειρα του Πικάσο, τη Μάλαγα. Η έκθεση είναι η πρώτη από μια νέα σειρά «κοινών εκθέσεων» του Πικάσο με ζωντανούς καλλιτέχνες, αξιοποιώντας τη συλλογή του πρόσφατα εγκαινιασμένου Museo Picasso Malaga, του οποίου ο Μπερνάρ Ρουίζ-Πικάσο, εγγονός του μεγάλου καλλιτέχνη, είναι ισόβιος διαχειριστής. «Γνωριζόμαστε εδώ και δεκαετίες», λέει ο Κουνς για τη φιλία του με τον Ρουίζ-Πικάσο. «Έχουμε μια πολύ ιδιαίτερη σχέση, έναν όμορφο, ποιητικό διάλογο». Και συνεχίζει, παίρνοντας ένα είδος εκστατικής, απόμακρης έκφρασης: «Είναι όσο πιο κοντά μπορείς να βρεθείς στον ίδιο τον Πάμπλο Πικάσο».
Η έκθεση αποτελεί επίσης άλλη μια πρόκληση –ή προβοκάτσια– από τον Κουνς, έναν εικαστικό διάσημο σε όλο τον κόσμο για τα αντίγραφα ευτελών αντικειμένων που έχουν αναχθεί σε θεϊκές διαστάσεις, όπως τα γιγαντιαία μπαλονένια σκυλιά του και τα εξωφρενικά, υπερρεαλιστικά γλυπτά του ίδιου και της Τσιτσιολίνα, της πρώην συζύγου του. Ο Κουνς έχει σπάσει δύο φορές το ρεκόρ της υψηλότερης τιμής που έχει καταβληθεί σε δημοπρασία για έναν εν ζωή καλλιτέχνη. Μπορεί να είναι εμπορικά επιτυχημένος – και κατά συνέπεια πολύ πλούσιος– οι επικριτές του όμως, οι οποίοι είναι πολλοί, παραπονιούνται για την ρηχότητα και το κιτς που χαρακτηρίζουν το έργο του, παρότι ο ίδιος προτιμά τον όρο «μπανάλ».
Ο Κουνς μεταφέρει μια ήπια και σίγουρη χάρη, είναι αθεράπευτα αισιόδοξος και μοιάζει παραδομένος στη γλώσσα της αυτοβοήθειας και της ποπ ψυχολογίας. Δεν υπάρχει ούτε μια στιγμή που να μην χαμογελάει.
Βαδίζοντας προς την όγδοη δεκαετία της ζωής του, ο Τζεφ Κουνς είναι πάντα αδύνατος, μαυρισμένος και ενεργητικός. Είναι ντυμένος σαν τραπεζίτης παρά σαν καλλιτέχνης (κομψό ράψιμο, μεταξωτή γραβάτα με κόμπους και ένα λεπτό, κασμιρένιο παλτό) ενώ και ο τρόπος του είναι εξίσου ασυνήθιστος για τον κόσμο της τέχνης. Ο Κουνς μεταφέρει μια ήπια και σίγουρη χάρη, είναι αθεράπευτα αισιόδοξος και μοιάζει παραδομένος στη γλώσσα της αυτοβοήθειας και της ποπ ψυχολογίας. Δεν υπάρχει ούτε μια στιγμή που να μην χαμογελάει. Αλλά οι συνεντεύξεις μαζί του είναι πάντα δύσκολες, επειδή είναι εξπέρ στις νεφελώδεις απαντήσεις που διακρίνονται από μια ευαγγελική θετικότητα, χρησιμοποιώντας όρους όπως «γιορτές στοχασμού» και «συμμετοχή στη χαρά».
Ο Κουνς παρουσίασε στην έκθεση την δική του εκδοχή στις «Τρεις Χάριτες» του Πικάσο με ένα γλυπτό που ονομάζει «Τρεις Χάριτες (2016-22)»: τρία γυμνά σε φυσικό μέγεθος, από λιωμένο χρυσό και απαστράπτον ατσάλι. Με την πρώτη ματιά, δεν μοιάζουν καθόλου με την ερμηνεία του Πικάσο στο κλασικό αλληγορικό μοτίβο. Το έργο μοιάζει ελαφρύ, σα να έχει φτιαχτεί από τσίγκο, ζυγίζει όμως τρεις τόνους. Το ατσάλι δίνει στα σώματά τους ένα «υγρό» αποτέλεσμα, πράγμα που σημαίνει ότι ο θεατής δεν μπορεί να ξεφύγει από τη δική του παραμορφωμένη αντανάκλαση. Κοιτάζοντάς τα είναι σαν να κοιτάζεις σε μαγικό καθρέφτη πανηγυριού – ένα κλασικό οπτικό τέχνασμα του Κουνς.
Συμπεριλαμβάνοντας τις αντανακλάσεις μας στο έργο του, ο Κουνς υπονοεί ότι εμείς –οι θεατές του– είμαστε εξίσου σημαντικοί με τις θεότητες της αρχαίας Ελλάδας. Η επιφάνειά τους μεταβάλλεται διαρκώς με την απεικόνισή μας και ποτέ δεν φαίνονται με τον ίδιο τρόπο δύο φορές. «Είναι μεταφυσικό...», λέει ο ίδιος. «Είμαι τόσο χαρούμενος που είμαι εδώ και που συμμετέχω σε αυτή τη χαρά, και αποδέχομαι τη ζωή μου, το θάνατό μου, τα πάντα σχετικά με αυτή τη στιγμή που είμαι ζωντανός». Θέλει κι εμείς να κάνουμε το ίδιο.
Οι επικριτές του συχνά παραπονιούνται ότι ο Κουνς είναι απλώς ένας μυθοπλάστης, που βασίζεται σε εργαστήρια και ομάδες βοηθών για τις δημιουργίες του, ότι ο ρόλος του περιορίζονται μόνο στην σύλληψη και τον ποιοτικό έλεγχο ενός έργου. Ο Πικάσο, αντίθετα, έφτιαχνε σχεδόν τα πάντα μόνος του. Μπορεί όμως κανείς να βρει κοινά στοιχεία ανάμεσά τους. Ο Πικάσο δεν είχε χρόνο ούτε υπομονή για το λεγόμενο καλό γούστο, περιγράφοντάς το ως «ένα φριχτό πράγμα» και ως «εχθρό της δημιουργικότητας». Και οι δύο καλλιτέχνες μοιράζονται μια εμμονή με τον ερωτισμό, και οι δύο απολαμβάνουν την ανατροπή των κλασικών μοτίβων της τέχνης. Ένας άλλος κοινός τόπος είναι το χρήμα: τόσο ο Πικάσο όσο και ο Κουνς έχουν σημειώσει τεράστια επιτυχία στη διάρκεια της ζωής τους. Σύμφωνα με μια έκθεση της Hiscox για το 2024, ο Koons ήταν ένας από τους καλλιτέχνες με τα υψηλότερα έσοδα στον κόσμο το 2023 με πωλήσεις σε δημοπρασίες ύψους 16 εκατομμυρίων δολαρίων, ενώ η καθαρή του αξία έχει εκτιμηθεί –μάλλον συντηρητικά– στα 500 εκατομμύρια δολάρια. Ο Πικάσο είναι ο καλλιτέχνης με τα υψηλότερα έσοδα όλων των εποχών. Ο Κουνς αναγνωρίζει την τεράστια οικονομική του επιφάνεια, αλλά επιχειρεί να αποστασιοποιηθεί από αυτήν, λέγοντας ότι βλέπει τα χρήματα ως «δευτερεύον πράγμα» που απλώς «ενσωματώνεται στη δύναμη του καλλιτέχνη».
Ο Κουνς γεννήθηκε το 1955 σε μια μεσοαστική οικογένεια στην Πενσυλβάνια, όπου ζει ακόμα, σε μια φάρμα με τη σύζυγό του Τζαστίν και τα έξι παιδιά τους, το μικρότερο από τα οποία είναι έφηβος (ο Κουνς έχει άλλα δύο παιδιά, συμπεριλαμβανομένου του καλλιτέχνη γιου του Λούντβιχ Κουνς, που έκανε με την Τσιτσιολίνα). Σπούδασε τέχνη στο συντηρητικό Maryland Institute College of Art στη Βαλτιμόρη, αλλά μεταπήδησε σε μια πιο πρωτοποριακή κατεύθυνση στο Σικάγο, αφού είδε το έργο του Εντ Πάσκε, του Αμερικανού καλλιτέχνη της ποπ αρτ, για τον οποίο ο Κουνς θα εργαζόταν αργότερα ως βοηθός του. Εργάστηκε επίσης στο Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης (MOMA) της Νέας Υόρκης και για λίγο, όπως λέει, στο χρηματιστήριο. Ως έφηβος, κάποτε τηλεφώνησε σε έναν άλλο ήρωά του, τον Σαλβαδόρ Νταλί, στο δωμάτιο του ξενοδοχείου του και ζήτησε απλώς να τον συναντήσει. Ο μεγάλος Ισπανός σουρεαλιστής συμφώνησε, κι έτσι οι δυο τους ο πέρασαν ένα αξέχαστο για τον Κουνς απόγευμα στα μέσα της δεκαετίας του 1970, περιπλανώμενοι στη Νέα Υόρκη.
Ο Τζεφ Κουνς θα κλείσει τα 70 στις 21 Ιανουαρίου. Δεν φοβάται τα γηρατειά, όπως λέει, αντλώντας δύναμη από το σθένος του Πικάσο, ο οποίος εργάστηκε μέχρι τα 90 του χρόνια. Για να το γιορτάσει, σχεδιάζει «πολιτιστικές διακοπές» στην Ευρώπη με την οικογένειά του: «Θα πάμε στην Πράγα, τη Βιέννη, τη Βενετία, θα απολαύσουμε τον κόσμο». Όπως όλοι οι επιτυχημένοι καλλιτέχνες – εμπορικοί ή μη– η περιέργεια του Κουνς είναι ανεξάντλητη. «Πρέπει κανείς να ανοίγεται στα πάντα», λέει. «Αν αποδέχεσαι τα πάντα, τότε τα πάντα σε εξυπηρετούν. Αν όμως διαχωρίζεις, αν κρίνεις, κάνεις τον κόσμο σου μικρότερο. Κάνεις τον εαυτό σου μικρότερο».
Με στοιχεία από The Telegraph