H Χρύσα Ρωμανού, μία από τις σημαντικότερες Ελληνίδες εικαστικούς της γενιάς της, έφυγε από τη ζωή την 1η Απριλίου του 2006, ακολουθώντας μετά από δύο χρόνια περίπου τον σύντροφό της, επίσης διάσημο καλλιτέχνη και πρύτανη της Σχολής Καλών Τεχνών, Νίκο Κεσσανλή. Υπήρξαν θρυλικό ζευγάρι, που έζησαν ως «εθελοντές πλάνητες» στην Ευρώπη της πρωτοπορίας, στον πυρετό των κινημάτων που άλλαξαν την όψη του 20ού αιώνα.
Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1931. Κόρη του ζωγράφου Γιόχαν Ρωμανού, όφειλε πολλά στον πατέρα της. « Ήταν αριστερός... Ξεκίνησε πολύ νέος ως βασιλόφρων, όταν έφτασε στο Παρίσι, κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο, έμπλεξε με τους σοσιαλιστές και κατέληξε κομμουνιστής. Ήταν διανοούμενος από αυτούς που δεν υπάρχουν πια…» έλεγε η ίδια το 2001, σε συνέντευξή της στη Ναταλί Χατζηαντωνίου στην «Ελευθεροτυπία».
Τη δεκαετία του ’50 η Χρύσα Ρωμανού έκανε ένα μικρό πέρασμα από τη δημοσιογραφία («Πειραϊκός Χρονογράφος», «Εμπρός»), ενώ την ίδια εποχή εισήχθη και στη Σχολή Καλών Τεχνών της Αθήνας. Υπήρξε μαθήτρια του Γ. Μόραλη και του Α. Γεωργιάδη. Πρώτη φορά έδειξε έργα της το 1958 στο Α’ Καλοκαιρινό Σαλόνι Νέων Καλλιτεχνών, κερδίζοντας μάλιστα ένα από τα τρία βραβεία. Δύο χρόνια μετά παρουσίασε στην γκαλερί Ζυγός την πρώτη της ατομική έκθεση με ανεικονικά έργα.
Το συναρπαστικό ταξίδι της Χρύσας Ρωμανού στην τέχνη θα ξεκινήσει, όμως, το 1961, όταν θα βρεθεί στο Παρίσι με υποτροφία του ελληνικού κράτους. Στα χρόνια που ακολουθούν θ’ αποκαλύψει τους «Μύθους», μια ενότητα έργων που δημιουργεί στο πάτωμα χύνοντας αραιωμένο μπλε χρώμα πάνω σε άσπρο φόντο, ενώ στη συνέχεια θα τη συνεπάρει η τεχνική του κολάζ, η ανατρεπτική συνύπαρξη εικόνων από εφημερίδες και περιοδικά: διαφημίσεις με καταναλωτικά προϊόντα αλλά και στιγμιότυπα της πολιτικής και της κοινωνικής πραγματικότητας. Το βλέμμα της στην κοινωνία της κατανάλωσης και στην κυριαρχία της εικόνας παρέμεινε οξύ, ειρωνικό. Η δουλειά της βρισκόταν στον αντίποδα της τακτικής των Αμερικανών καλλιτεχνών που ενσωμάτωναν με ανάλαφρο τρόπο στα έργα τους λαμπερές εικόνες των αγαθών της καταναλωτικής έκρηξης.
Το 1968 η Χρύσα Ρωμανού ξεκίνησε μια σειρά τρισδιάστατων κατασκευών, των «Μεκανό», εμπνευσμένη από το παιδικό παιχνίδι, ενώ ιδιαιτέρως σημαντική στην πορεία της είναι η μακροχρόνια ενασχόλησή της με τους Χάρτες και τους Λαβυρίνθους. Το 1980 θα επιστρέψει στα αγαπημένα της θέματα, αξιοποιώντας το ντεκολάζ, τη μέθοδο των nouveaux realistes: έργα που δημιουργούνται από την αποκόλληση και την επικόλληση εικόνων σε απανωτά στρώματα στην πίσω όψη μιας ζελατίνας αρχικά και της διάφανης επιφάνειας του πλεξιγκλάς στη συνέχεια.
Το ενδιαφέρον της Χρύσας Ρωμανού για τους Χάρτες, τα ταξίδια και τους Λαβυρίνθους μοιάζει προγενέστερο των αναζητήσεων των κινημάτων του ’60 αλλά και των ηθελημένα αποπροσανατολιστικών, «ψυχογεωγραφικών χαρτών» του Παρισιού που παρουσίασαν οι καταστασιακοί.
Η Χρύσα Ρωμανού κατάφερε να συγκροτήσει το δικό της λεξιλόγιο και να παρουσιάσει τη δουλειά της στην Ελλάδα και στο εξωτερικό σε μια εποχή που κυριαρχούσαν ακόμα οι άρρενες συνάδελφοί της.
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΑΡΟΥΖΑΚΗΣ
Η έκθεση
Μία έκθεση-homage στη Χρύσα Ρωμανού (1931-2006) παρουσιάζει η γκαλερί The Breeder. Τα κολάζ και τα ντεκολάζ (αποκόλληση) της, που αποτελούν τις δύο ενότητες που παρουσιάζονται σε αυτή την έκθεση, κυριάρχησαν στη δουλειά της και καθόρισαν τον χαρακτήρα της τεχνική της και του κριτικού της βλέμματος. Φωτογραφικό υλικό από μεγάλα έντυπα της εποχής, έγχρωμες και ασπρόμαυρες φωτoγραφίες κολλημένες επάνω σε μουσαμά παρατίθενται η μία δίπλα στην άλλη, ενώ χειρόγραφες και τυπωμένες λέξεις σχολιάζουν σκαμπρόζικα την πολιτική και οικονομική διάσταση του καταναλωτισμού ή της επικαιρότητας. Οι τίτλοι είναι ενδεικτικοί: «Λαβύρινθοι», «Σκοποβολή», «Ωροσκόπια», «Καζίνο», «Ρεπορτάζ, Χάρτες». Θέματα που συχνά παραπέμπουν στον νέο ντανταϊσμό, καταναλωτικά είδωλα, ειδυλλιακοί τόποι, κομφόρ μιας νέας ζωής, όπλα, αναγνωρίσιμα ή μη πορτρέτα ανθρώπων, τοπία και χάρτες, ευθεία συναισθηματική αναφορά στους «ψυχογεωγραφικούς οδηγούς» του Γκι Ντεμπόρ. Το εικαστικό σύμπαν της Χρύσας Ρωμανού αποτελεί επιστροφή σε μια ολόκληρη εποχή, καλλιτεχνικά, πολιτικά αλλά και συγκινησιακά.
ΚΕΙΜΕΝΟ: ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Γκαλερί The Breeder, Ιάσωνος 45
Η έκθεση διαρκεί μέχρι τις 17/2