Δεν είναι παράξενο άλμπουμ αξιόλογων ερμηνευτών, και εδώ και στο εξωτερικό, να μην «περπατούν» εμπορικά στην εποχή τους, εν συγκρίσει με άλλα, και να εξαφανίζονται συν τω χρόνω από τις αγορές και τα παζάρια.
Βεβαίως κάποια στιγμή έρχεται το πλήρωμα του χρόνου και για αυτούς τους δίσκους, τους από δεκαετίες ξεχασμένους – όχι για όλους, για ορισμένους. Εννοούμε πως με κάποιο τρόπο, με κάποια αφορμή, μαθαίνονται, ξαναγίνεται λόγος γι' αυτούς, τους ανακαλύπτουν οι νεότεροι, επανεκτιμούνται κιόλας, ενώ από κοντά θα καιροφυλαχτούν πάντα οι έμποροι, που θα εκμεταλλεύονται τη νέα ξαφνική ζήτηση, προσφέροντας τα παλαιά αντίτυπα σε υψηλές τιμές.
Δεν αποκλείεται, μάλιστα, όλο αυτό το «μπουμ» να ολοκληρώνεται με κάποια επανέκδοση του ξεχασμένου άλμπουμ, ενώ αν ο καλλιτέχνης βρίσκεται εν ζωή υπάρχει η πιθανότητα να εμφανισθεί ξανά στο πάλκο, να ξαναδώσει συνεντεύξεις, να ηχογραφήσει νέα τραγούδια, να γίνει ντοκιμαντέρ η ζωή και το έργο του κ.ο.κ. Όλα τα έχουμε δει, κατά καιρούς...
Δεν αποκλείεται, στην προσπάθειά της η Φλέρυ Νταντωνάκη να απαγκιστρωθεί τότε από τον Μάνο Χατζιδάκι, από την επίδραση που είχε επάνω της η προσωπικότητά του, να έφτιαξε αυτόν τον δίσκο με τον Γ. Ποταμιάνο.
Το άλμπουμ, που μας απασχολεί εδώ, το άλμπουμ της Φλέρυς Νταντωνάκη (1937-1998) και του Γιώργου Ποταμιάνου (1926-2019), από το 1973, που είχε τίτλο «Δώδεκα Τραγούδια» είναι τέτοιο. Είναι ένα άγνωστο, γενικώς, LP, που πάντα κάποιοι θα το ανακαλύπτουν μέσα στα χρόνια. Ένα άλμπουμ ξεχασμένο, ακριβοθώρητο, που δεν έχει επανεκδοθεί ποτέ σε βινύλιο, ενώ και η μοναδική επανέκδοσή του σε CD από το 1998 είναι πλέον και αυτή δυσεύρετη και ακριβή.
Αξίζει το άλμπουμ να επανεκδοθεί σήμερα; Γιατί όχι; Η Φλέρυ Νταντωνάκη τραγουδά. Είναι αυτός επαρκής λόγος; Απολύτως!
Τα τραγούδια τού συγκεκριμένου δίσκου πρέπει να ηχογραφούνται προς το τέλος του 1972 ή στις αρχές του '73, λίγο πιο μετά δηλαδή από τα τραγούδια του ιστορικού άλμπουμ του Μάνου Χατζιδάκι (με την Φλέρυ Νταντωνάκη και τον Δημήτρη Ψαριανό) «Ο Μεγάλος Ερωτικός» [NOTOΣ, 1972]. Δεν έχουν όμως ουδεμία σχέση με τα τραγούδια του Χατζιδάκι. Είναι άλλου στυλ, ελαφρά και ελαφρολαϊκά, και φυσικά κατώτερα αισθητικώς. Δεν θα ήταν εντελώς λάθος η άποψη πως μόνον η φωνή τής Νταντωνάκη τους δίνει την όποιαν αξία μπορεί να έχουν (να είχαν τότε, και να έχουν σήμερα).
Οπότε ένα θέμα που ανακύπτει είναι το γιατί να επέλεξε, τότε, το 1972-73, να τραγουδήσει αυτά τα κομμάτια η Φλέρυ Νταντωνάκη. Γιατί να το έκανε; Αρκούσε μόνον η γνωριμία της με τον εφοπλιστή, τραγουδοποιό Γιώργο Ποταμιάνο ή υπήρχαν και άλλοι λόγοι;
Σε μια παλαιά συνέντευξή της, που αναδημοσιεύεται στο περιοδικό Δίφωνο (#131, Αύγουστος 2006), διαβάζουμε:
«Ο Μάνος Χατζιδάκις έχει τρομερές απαιτήσεις από έναν τραγουδιστή. Καθώς ο ίδιος είναι ένα μεγαθήριο δημιουργίας και αντιλήψεως, έχει και τις ανάλογες απαιτήσεις. Μπορεί σαν άνθρωπος να είναι απόμακρος και δύσκολος, αλλά σαν πνεύμα είναι από τα μεγαλύτερα που έχουμε στην Ελλάδα. Και ο Μίκης Θεοδωράκης είναι γίγαντας, αλλά ο Μάνος είναι κάτι άλλο. Ένας Βούδας θα έλεγα. Τα θέλει όλα τέλεια. Και αυτό ή σε τρομοκρατεί και σε παραλύει ή σε συμμορφώνει. Εγώ όμως ήμουν ατίθαση, και μετά τον Μεγάλο Ερωτικό δεν τον ήθελα, γιατί δεν μπορούσα να καταλάβω αυτά που με συμβούλευε. Εγώ ήθελα να κάνω εμπορικό τραγούδι. Αντίθετα, εκείνος πίστευε ότι η υπόσταση της φωνής μου ήταν κλασική. Μετά από δέκα χρόνια κατάλαβα ότι είχε δίκιο».
Δεν αποκλείεται, λοιπόν, στην προσπάθειά της η Φλέρυ Νταντωνάκη να απαγκιστρωθεί τότε από τον Μάνο Χατζιδάκι, από την επίδραση που είχε επάνω της η προσωπικότητά του, να έφτιαξε αυτόν τον δίσκο με τον Γ. Ποταμιάνο. Με δώδεκα απλά τραγούδια, ελαφρά βασικά, τα οποία, υπό κάποιες προϋποθέσεις, θα μπορούσε να έκαναν, τότε, μια κάποια επιτυχία. Δεν συνέβη. Και κάπως έτσι, στην πορεία, ο δίσκος θα ξεχαστεί παντελώς. Για να δούμε όμως κάποιες λεπτομέρειες...
Κατ' αρχάς σε σχέση με την γνωριμία των δύο, διαβάζουμε από ένα κείμενο του Αντώνη Μποσκοΐτη στην πάλαι ποτέ Ελευθεροτυπία (21 Αυγούστου 2010):
«Από την ηχητική μπάντα τού ντοκιμαντέρ Φλέρυ - Τρελή του Φεγγαριού ακούω ύστερα από χρόνια τη μαρτυρία του Γιώργου Ποταμιάνου: "Γνώρισα τη Φλέρυ Νταντωνάκη σε σπίτι αμερικανών φίλων της, εδώ στην Αθήνα. Είχε μαζί της την κιθάρα, άρχισε να τραγουδάει κι έμεινα κατάπληκτος με τη φωνή της. Επί τόπου της πρότεινα να γυρίσουμε έναν δίσκο και πολύ γρήγορα πήγαμε στον Μάκη τον Μάτσα. Ενθουσιάστηκε κι αυτός αμέσως κι έτσι κάναμε τον δίσκο που ονομάστηκε Φλέρυ"».
Εγώ δεν νομίζω ότι ο Μάτσας ενθουσιάστηκε και τόσο με τον δίσκο (που δεν ονομάστηκε «Φλέρυ»), γιατί αν ενθουσιαζόταν θα έβγαζε τον δίσκο στην κύρια ετικέτα του MINOS και όχι στο «δεύτερο» label Margophone – στο οποίο τυπώνονταν συλλογές, ρετρό, δημοτικά, τουριστικά κ.ά. Αλλά θα τα πούμε και στη συνέχεια γι' αυτό...
Το βασικό πρόβλημα του δίσκου είναι πως περιέχει, κυρίως, τραγούδια σε δεύτερες εκτελέσεις. Τραγούδια από τα χρόνια του '60, που ήταν, ακόμη και για το 1973 εννοείται, εντελώς άλλης λογικής και τεχνοτροπίας (και μάλλον παρωχημένα, για να το πούμε πιο απλά). Δεν είχε ουδεμία σχέση, εννοούμε, το ελαφρό τραγούδι του 1963 π.χ., με εκείνο που λογαριαζόταν για ελαφρό δέκα χρόνια αργότερα.
Τα πράγματα άλλαζαν γρήγορα στην καθημερινή μουσική και τότε, και το χάσμα ανάμεσα στις εποχές ήταν ολοφάνερο.
Αν σκεφθούμε πως ελαφρό / ελαφρολαϊκό τραγούδι το 1973 έγραφαν ο Γιάννης Σπανός και ο Γιώργος Χατζηνάσιος (όλοι ανακαλούμε τα τραγούδια τους εκείνης της εποχής, που έκαναν εμπορικό πάταγο, όταν τα ερμήνευαν οι Δήμητρα Γαλάνη, Σταμάτης Κόκοτας, Γιάννης Πάριος κ.ά.), τότε αμέσως αντιλαμβανόμαστε, ακούγοντας τα τραγούδια του Γ. Ποταμιάνου, πως τούτα ήταν εντελώς ξεπερασμένα, όταν κυκλοφόρησαν με την φωνή της Φλέρυς Νταντωνάκη, και πως ποτέ δεν θα μπορούσε να κάνουν επιτυχία.
Απονενοημένη, λοιπόν, κίνηση από την μεγάλη ερμηνεύτρια; Σίγουρα ναι.
Τα τραγούδια μειονεκτούν επίσης στην ενοργάνωσή τους, που είναι σχεδόν ερασιτεχνική, πάντα για τα δεδομένα του '73. Μια φαρφίζα, ένα μπουζούκι, μια κιθάρα και το μπάσο με τα κρουστά, έτσι όπως αραδιάζονται, δίνουν στην εγγραφή μιαν αίσθηση ορχήστρας... ξενοδοχείου β κατηγορίας.
Παρά ταύτα, μερικά από τα κομμάτια τού Γ. Ποταμιάνου δεν είναι άσχημα. Έχουν καλές μελωδίες εννοούμε, και θα μπορούσε με κάποια άλλη ενορχηστρωτική αντιμετώπιση να είχαν, ίσως, διαφορετικότερη τύχη.
Σήμερα, βεβαίως, μπορεί να ακούγονται σε κάποιους από εμάς έως και συμπαθητικά. Και τούτο, γιατί καθώς περνούν τα χρόνια αμβλύνεται το αισθητήριό μας. Κυριαρχεί η νοσταλγία, οι προσωπικές «εικόνες» που ανακαλούνται στη μνήμη, αδιόρατα ανακαλείται επίσης μια εποχή, που υποτίθεται πως όλα ήταν καλύτερα κ.λπ., και κάπως έτσι τραγούδια που πριν από 20 ή 30 χρόνια μπορεί να μας φαίνονταν αστεία και να τα υποτιμούσαμε (δικαίως) σήμερα να αποκτούν ένα άλλο στάτους.
Επίσης το γεγονός πως πολλά (όχι όλα) από τα σημερινά «καλά» τραγούδια, είναι, αντικειμενικά, χειρότερα από τα «μέτρια» του '60 βοηθά στο να υπερεκτιμάται το παρελθόν, και να μην τοποθετείται στις «σωστές» διαστάσεις του.
Για να δούμε, όμως, ένα-ένα αυτά τα «Δώδεκα Τραγούδια» του Γιώργου Ποταμιάνου, με την Φλέρυ Νταντωνάκη, σχολιάζοντάς τα.
Α1: «Στον Πειραιά, στο Πασαλιμάνι»
Είναι το τραγούδι που ανοίγει το άλμπουμ. Μουσική και στίχοι από τον Γιώργο Ποταμιάνο φυσικά. Διαβάζω στο οπισθόφυλλο τού δίσκου... «Α Βραβείον Φεστιβάλ Πειραιώς», ενώ στο δισκάκι του Γιάννη Καλατζή, που είπε πρώτος το τραγούδι [MINOS, 1970], διαβάζουμε «Α Βραβείον Τραγουδιού Πειραιώς 1970».
Κάτι έγινε στον Πειραιά, το 1970, από τον διορισμένο από την δικτατορία δήμαρχο Αριστείδη Σκυλίτση. Κάποιο... ταραταζούμ. Πιθανώς να σχετιζόταν με τον διαγωνισμό για την «Μις Ευρώπη 1970», που θα διεξαγόταν εκείνο τον Σεπτέμβριο στο Σκυλίτσειο θέατρο (σημερινό Βεάκειο). Ποιος ξέρει; Τέλος πάντων από 'κει προέκυψε ένα ελαφρολαϊκό τραγούδι, μια μποσανόβα, που έχει αξία επειδή το ακούς από την Φλέρυ Νταντωνάκη. Για κανέναν άλλο λόγο.
Α2: «Το τραγούδι του Μπαρμπαλιά»
Το τραγούδι αυτό το είχε πει πρώτη η Ζωή Φυτούση, σ' ένα δισκάκι της Columbia, το 1963, με την ορχήστρα του Λέανδρου Κοκκόρη. Εδώ ακούγεται σαν αργό συρτάκι, ενώ οι στίχοι του είναι επηρεασμένοι από πίνακα του ζωγράφου Σπύρου Βασιλείου. Μέτριο τραγούδι, αλλά η ερμηνεία... ερμηνεία.
Α3: «Παρ' εν' αστέρι - παρ' εν' αστέρι»
Αυτό το τραγούδι φαίνεται πως είναι πρωτότυπο και γραμμένο εκείνη την εποχή. Ίσως γι' αυτό να είναι ένα από τα ωραιότερα του δίσκου. Θυμίζει τραγούδι του Γιάννη Σπανού... σαν αυτά που έλεγε τότε η Δήμητρα Γαλάνη. Μπαλάντα. Η Φλέρυ Νταντωνάκη είναι τέλεια φυσικά.
Α4: «Κατάρτια στον ήλιο»
Και αυτό το τραγούδι το είχε πει πρώτη η Ζωή Φυτούση το 1963 (η άλλη πλευρά είχε το «τραγούδι του Μπαρμπαλιά», που προαναφέραμε). Μέτριο τραγούδι συνολικά, μια μποσανόβα σαν εκείνες που ηχογραφούσε ο Σπύρος Πιπεράκης δέκα χρόνια νωρίτερα. Κι αυτό επηρεασμένο, στιχουργικά, από πίνακα του Βασιλείου. Μερικά χρόνια αργότερα, και πάντως πριν την Φλέρυ Νταντωνάκη, το τραγούδι διασκευάστηκε και από το Trio Bel Canto στον αμερικάνικο δίσκο του "More of the Fabulous Trio Bel Canto" [Grecophon].
A5: «Πρωί-πρωί»
Ακόμη μία δεύτερη εκτέλεση. Το «Πρωί-πρωί» είχε πει πρώτος ο Σάκης Παπανικολάου, σ' ένα δισκάκι της Columbia το 1966, όπως και η Λίτσα Διαμάντη, το 1970, στο δισκάκι της MINOS που ακουγόταν και το τραγούδι με τον Καλατζή («Στον Πειραιά, στο Πασαλιμάνι»). Ελαφρολαϊκό χασάπικο, το οποίο προσπαθεί η Νταντωνάκη να το κάνει «σημερινό» (για τότε). Με άλλη ενορχήστρωση ίσως κάτι να γινόταν.
Α6: «Φλέρυ»
Το δεύτερο πρωτότυπο τραγούδι της πλευράς. Γραμμένο προφανώς από τον Γ. Ποταμιάνο, για την Φλέρυ Νταντωνάκη. Απλό και συμπαθητικό. Ακούγοντάς το λέω πως η Δήμητρα Γαλάνη πρέπει να ήταν εντελώς επηρεασμένη από τον τρόπο που τραγουδούσε, εκείνη την περίοδο, η Φλέρυ Νταντωνάκη. Γιατί αν δεν ισχύει αυτό, τότε θα λέγαμε πως η Νταντωνάκη πρέπει να ήταν επηρεασμένη από την Γαλάνη... πράγμα δύσκολο.
Φλέρυ
Β1: «Τι τα θέλεις τα λόγια»
Πρωτότυπη μποσανόβα του Γιώργου Ποταμιάνου, σε στίχους Θάνου Σοφού. Σήμερα μπορεί να ακούγεται, αλλά το 1973 ήταν εντελώς παρωχημένη. Η φωνή παραμένει πάντως στο ύψος της. Αν και τι μπορεί να κάνει ακόμη και μια τέλεια φωνή, όταν το υλικό δεν βοηθάει;
Β2: «Η πόρτα»
Ένα από τα πιο ωραία τραγούδια του δίσκου. Το είχε πρωτοπεί η Ζωή Φυτούση, το 1963, σ' ένα άλλο δισκάκι της Columbia (με την ορχήστρα του Λέανδρου Κοκκόρη). Λέμε για ένα «χατζιδακικό» κομμάτι, που τότε, το '63, ακουγόταν εντελώς χατζιδακικό, αλλά δέκα χρόνια αργότερα όχι και τόσο. Τέλος πάντων. Και αυτό είναι επηρεασμένο στιχουργικά από πίνακα του Σπύρου Βασιλείου, με την Φλέρυ Νταντωνάκη να το αποδίδει με όλην εκείνη την ευαισθησία που απαιτείται. Η ενορχήστρωση πάντα «εκτός εποχής».
Η πόρτα
B3: «Ειν' η νύχτα στα νερά της»
Ελαφρό χασάπικο, συρτάκι, σε στίχους Θάνου Σοφού, που ακούστηκε για πρώτη φορά στο Festival de la Canción Mediterránea του 1966, στην Βαρκελώνη, από την Ζωζώ Κυριαζοπούλου και τον Σάκη Παπανικολάου. Στη δισκογραφία το παρουσίασε πρώτος ο Παπανικολάου, σ' ένα δισκάκι της Columbia, από την ίδια χρονιά. Ακούγεται, πάντως, και με την Νταντωνάκη...
Β4: «Το μεγάλο μου ερωτηματικό»
Πρωτότυπο κι αυτό τραγούδι, που με άλλη ενορχήστρωση θα μπορούσε να συναγωνιστεί τα κομμάτια που έλεγε το 1973 (και έσκιζε εμπορικά) η Νάντια Κωνσταντοπούλου. Σήμερα ακούγεται δύσκολα...
Β5: «Περαστηκά»
Έτσι, ως «Περαστηκά», το βλέπουμε γραμμένο στο οπισθόφυλλο του άλμπουμ, αλλά ως «Περαστικά-περαστικά» [Columbia, 1961] έγινε δισκάκι, για πρώτη φορά, από την Εύη Μυλοπούλου και την ορχήστρα τού Τάκη Αθηναίου. Το τραγούδι ακούστηκε στο Γ Φεστιβάλ Τραγουδιού ΕΙΡ, του 1961. Και αυτό δύσκολα ακούγεται σήμερα...
Β6: «Πλάι στη θάλασσα»
Κι αυτό το τραγούδι το είχε πει πρώτη, σ' ένα δισκάκι, η Ζωή Φυτούση [Columbia, 1963] με την ορχήστρα του Λέανδρου Κοκκόρη. Και αυτό ήταν επηρεασμένο στιχουργικά από πίνακα του Βασιλείου. Η Φλέρυ Νταντωνάκη δείχνει πόσο μεγάλη τραγουδίστρια είναι και στο «Πλάι στη θάλασσα», που ακούγεται κάπως παράξενα κι έχει μια γοητεία.
Το πλέον περίεργο μ' αυτό το άλμπουμ –αν και υπάρχει αιτιολογία– είναι πως κυκλοφόρησε από την Margophone το 1973 με δύο τελείως διαφορετικά εξώφυλλα! Ένα για τις εσωτερικές ανάγκες της αγοράς και ένα για τις τουριστικές – για τα νησιά, τα αεροδρόμια, τα λιμάνια και τα κρουαζιερόπλοια του Ποταμιάνου (Epirotiki Lines).
Το «εσωτερικό» εξώφυλλο βασιζόταν σ' έναν πίνακα του Σπύρου Βασιλείου και ήταν, φυσικά, το ωραιότερο. Το λέμε, γιατί το άλλο εξώφυλλο ήταν εντελώς τουριστικό – μια φωτογραφία από την Σαντορίνη με τρεις τουρίστριες και κάποιον δικό μας να χορεύουν συρτάκι!
Στο άλμπουμ με το εξώφυλλο του Βασιλείου διαβάζουμε «Δώδεκα Τραγούδια / Γιώργου Ποταμιάνου / Φλέρυ Νταντωνάκη», ενώ στην ετικέτα διαβάζουμε (διατηρώ την πρωτότυπη ανορθογραφία) "Greek Landcapes and Moods / Flery D' Antonakis sings Yorgos Potamianos".
Στο άλμπουμ με το τουριστικό εξώφυλλο διαβάζουμε (ευτυχώς διορθωμένο) "Greek Landscapes and Moods / Fleury D' Antonakis Sings Yorgos Potamianos", ενώ στην ετικέτα διαβάζουμε τα ίδια ανορθόγραφα με την προηγούμενη, δηλ. "Greek Landcapes and Moods / Flery D' Antonakis sings Yorgos Potamianos".
Τούτο σημαίνει πως οι δίσκοι βινυλίου, που είχαν όλοι στην ετικέτα αγγλικό lettering με ορθογραφικά λάθη, μοιράστηκαν σε δύο διαφορετικά εξώφυλλα.
Το εξώφυλλο με τον πίνακα του Βασιλείου δεν είχε καμία πληροφορία στο οπισθόφυλλό του, πέραν των τίτλων των τραγουδιών, ενώ το άλλο, το «τουριστικό», ήταν πιο προσεγμένο με όλους τους στίχους μεταφρασμένους στα αγγλικά από τον σημαντικό Κίμωνα Φράιερ, παρουσιάζοντας ακόμη φωτογραφίες και βιογραφικά για την Φλέρυ Νταντωνάκη, τον Γιώργο Ποταμιάνο και τον στιχουργό Θάνο Σοφό.
Φλέρυ Νταντωνάκη - Πλάι στη θάλασσα - Ποταμιάνος - 1972
σχόλια