Hitman's Heel
Έτσι ονόμασαν τον περσινό δίσκο τους το αγαπημένο ζεύγος Alexander Hacke και Danielle de Picciotto, και αν δεν διάβαζα το δελτίο Τύπου για το Burn, Baby, Burn Τour, μάλλον δεν θα έμπαινα ποτέ στη διαδικασία να τον ακούσω προσεχτικά. Μέχρι τώρα οι δυο τους έφτιαχναν μουσική κυρίως για multimedia παραστάσεις, αλλά με αυτόν το δίσκο αποφάσισαν να παίξουν και να τραγουδήσουν. «Θέλαμε να επιστρέψουμε στα βασικά. Απλά τραγούδια, μουσικά όργανα και στίχοι που μιλούν για τη ζωή μας», μου λέει η Picciotto. Το «Hitman's Heel» μιλάει για μια ομάδα νομάδων και τα πράγματα που είναι σημαντικά γι' αυτούς, να ταξιδεύεις χωρίς να έχεις σπίτι και να κοιτάς τον κόσμο διαφορετικά. «Τραγουδάμε για έναν τρόπο ζωής που μας αρέσει, έτσι περίπου ζούμε κι εμείς, γι' αυτό και πιστεύω πως αυτός ο δίσκος εκφράζει αυτό που είμαστε», προσθέτει ο Hacke. Η ερμηνεία του είναι υπεύθυνη για τη θεατρικότητα που ορθά χρεώνεται στο «Hitman's Heel», αλλά το μεγαλύτερο κατόρθωμα του δίσκου είναι η συνολική του ατμόσφαιρα, που πατάει στην αμερικανική παράδοση και κλέβει την παράσταση από τις λέξεις, αν και αυτές βρίσκονται πάντα σε πρώτο επίπεδο. Οι ίδιοι ως επιρροές αναφέρουν την Άγρια Δύση και τον Ennio Morricone, τη Frida Kahlo και τον Cormac McCarthy, συγγραφέα του No country for old men και του Road. Στο μεγαλύτερο μέρος του είναι μια απολαυστική δουλειά, ειδικότερα όταν ο Hacke ανεβάζει τις εντάσεις. Στη συναυλία του Σαββάτου (05/03, Fuzz) θα τον παρουσιάσουν μαζί με τον Chris Hughes.
Freak Show
Η ιδέα του Burn, Baby, Burn Tour γεννήθηκε από τον Hacke, που εδώ και καιρό έκανε περιοδείες μόνο με την Picciotto ή τους Neubauten. Τελευταία φορά που ταξίδευε με παρέα ήταν την περίοδο του «Mountains of madness» με τους Tiger Lillies, που βασιζόταν στα κείμενα του H.P. Lovecraft. Είχαν έρθει και στην Αθήνα και, αν θυμάμαι καλά, όλοι είχαμε φύγει ευτυχισμένοι, ακόμα κι αν το DVD της παράστασης σκονίζεται από τότε στο ράφι. Τώρα, θέλοντας μετά από καιρό συντροφιά στην περιοδεία τους, κάλεσαν τον Khan (μέλος των Captain Comatose) κι αυτός με τη σειρά του φώναξε τον Kid Congo Powers και τη (θεά) Julee Cruise. Οι τρεις τους μόλις κυκλοφόρησαν από κοινού έναν κατά βάση ηλεκτρονικό δίσκο, που φαντάζομαι θα αποτελεί το μενού που θα παρουσιάσουν στη συναυλία. Τα τραγούδια του γράφτηκαν σε μεγάλο χρονικό διάστημα, περίπου δέκα χρόνια, και ο Khan τα χαρακτηρίζει σύγχρονα μπλουζ. «Μιλάμε για τις ιστορίες της ζωής μας. Για τις συναντήσεις μας με ανθρώπους που θα χάσουμε την επόμενη μέρα, φεύγοντας για τον επόμενο σταθμό της περιοδείας μας. Είναι ένας δίσκος για την αγάπη μας προς τους ανθρώπους που είναι αδύνατο να κρατήσουμε κοντά μας μετά το τέλος της συναυλίας». Αυτή η περιοδεία είναι συνεύρεση 6 ανθρώπων που έχουν ήδη διανύσει πολύ δρόμο και εξαρχής περιμένεις πως όταν βρεθούν ταυτόχρονα στη σκηνή θα στηθεί ένα πάρτι. Χαρακτηριστική είναι η δήλωση της Picciotto: «Σήμερα η μουσική βιομηχανία βυθίζεται γρήγορα και οι πρώτοι μουσικοί που το καταλαβαίνουν είναι αυτοί που κινούνται μακριά από τα φώτα της δημοσιότητας. Δεν πρόκειται, όμως, να παραδοθούμε, οπότε Burn, Baby, Burn».
From the future
Στα δισκογραφικά, τώρα, έχουν αρχίσει να εμφανίζονται οι πρώτοι σημαντικοί δίσκοι της χρονιάς με αφετηρία άλλον ένα πιτσιρικά, αυτήν τη φορά μεγαλωμένο στη Χιλή. Είναι της ίδιας συνομοταξίας -όχι μόνο ηλικιακά- με τον James Blake και τον Tom Krell aka How To Dress Well, αλλά ο μοναδικός εξ αυτών που πετυχαίνει σε όλα τα επίπεδα. Μπορεί ο Blake να σκίζει από αισθητική και μυστήριο κι ο Krell από απλότητα, αλλά ο Jaar είναι ο μοναδικός που μπορεί να κάνει όλα τα παραπάνω και να καταλήξει για περισσότερα από τρία τραγούδια σε κάτι ουσιαστικό. Αν και βαριέμαι αφόρητα, σχεδόν όλα τα remixes που έκανε πέρσι και ουσιαστικά τον οδήγησαν στην κυ- κλοφορία του «Space is only noise» φαίνεται πως είναι από τις ελάχιστες περιπτώσεις που μπορούν να διαχωρίσουν τις παραγωγές τους σε αυτές που πρέπει να βρεθούν σε έναν δίσκο η μια δίπλα στην άλλη για λειτουργήσουν και σε αυτές που είναι απλά χρηστικές για ένα καλό σετ. Κανείς δεν μπορεί να καταλάβει πώς μπορεί να το κάνει αυτό σε τέτοια ηλικία. Από την άλλη, ένας κατά πολύ μεγαλύτερός του, ο Josh Pearson, επιτέλους κυκλοφορεί τον δίσκο που περιμέναμε όσοι τον έχουμε δει ζωντανά. Το «Last of the country gentlemen» είναι ένας συγκλονιστικός δίσκος βασισμένος στην κιθάρα του και κυρίως στη δύσβατη ζωή του. Βλέπεις, οι δυσκολίες καταφέρνουν να διατηρήσουν ανέπαφες τις ζωτικές διεργασίες για να εξακολουθήσεις να είσαι πάνω απ' όλα άνθρωπος και όχι απλά καλλιτέχνης. Γεγονός που επιβεβαιώνει άλλη μια φορά ο -πλέον προσβλητικός- κυνισμός του Σαββόπουλου. Δωροδοκηθήκαμε από τους πολιτικούς είπε, και ο Πάγκαλος, μόλις επιστρέψει από το Παρίσι, θα του σφίξει το χέρι.
σχόλια