Στις 7/2 θα μας επισκεφτεί στο Gazarte ο μελαγχολικός εκπρόσωπος του slowcore, ο ποιητής των παράνομων νυχτερινών ραντεβού και των οδυνηρών χωρισμών, ο Josh Haden με την μπάντα του, τους Spain. Δεκαπέντε χρόνια μετά την πρώτη τους εμφάνιση στο Ρόδον, οι Spain έρχονται με αφορμή την κυκλοφορία ενός άλμπουμ στις αρχές του 2014. Ο δίσκος ονομάζεται «Sargent Place» και είναι ο τρίτος δίσκος τους που κυκλοφορεί από τη δισκογραφική εταιρεία Glitterhouse Records.
Για μια πρώτη γνωριμία με τη γλυκιά μελαγχολία των Spain προσφέρεται η συλλογή «Spirituals: The best of Spain», αν και το πιο αντιπροσωπευτικό άλμπουμ τους είναι το «She haunts my dreams»
Ο Josh Haden είναι η επιβεβαίωση του γνωμικού «το μήλο κάτω απ' τη μηλιά...». Αντίθετα, όμως, από τα περισσότερα «μήλα» διάσημων γονέων, τα οποία αποδεικνύονται «τζούφια», άνοστα κι ενίοτε σκουληκιασμένα, ο γιος του μεγάλου μπασίστα Charlie Haden (ο οποίος μας εγκατέλειψε στις 11 Ιουλίου του 2014) έχει διαμορφώσει έναν ιδιόμορφο ήχο, όπου το slowcore ζευγαρώνει με την τζαζ. Οι δίσκοι των Spain διαθέτουν την υγρή, βουρκωμένη ατμόσφαιρα που εγκαινίασαν οι Tindersticks, αλλά παρά την ενίοτε «βρετανική» προφορά του, ο Josh ξεκίνησε από τη σκηνή του Σίλβερ Λέικ, στο Λος Άντζελες. Μετά τις εκ βάθρων αλλαγές στη σύνθεση της μπάντας το 2007, ο Josh συνεχίζει να παίζει μπάσο και να τραγουδάει, να γράφει τις γλυκόπικρες μελωδίες και τους ερωτικούς στίχους των τραγουδιών. Το περίεργο είναι ότι οι Spain κέρδισαν τη γενικότερη αποδοχή κοινού και κριτικών όταν ο Johnny Cash (ή μάλλον ο παραγωγός του, Rick Rubin) επέλεξε να διασκευάσει ένα θρησκευτικό/ερωτικό κομμάτι τους, το «Spiritual». Το τραγούδι υπάρχει στο άλμπουμ «Unchained» (1996) του Johnny Cash. Άλλες δύο γοητευτικές εκτελέσεις: από τους Midnight Choir στο «Unchained Heroine» (2000) και από τους Soulsavers στο «It's not how far you fall, it's the way you land» (2007), με τη φωνή του Mark Lanegan. Όσοι προτιμούν την jazzy διάσταση των Spain, αξίζει να αναζητήσουν στο YouTube την αιθέρια εκτέλεση του «Spiritual» από τον Charlie Haden και τον Pat Methany στο «Beyond the Missouri sky (short stories)» (1997).
Για μια πρώτη γνωριμία με τη γλυκιά μελαγχολία των Spain προσφέρεται η συλλογή «Spirituals: The best of Spain», αν και το πιο αντιπροσωπευτικό άλμπουμ τους είναι το «She haunts my dreams», (1999) – στο οποίο ακούγεται το «Every time I try» που μάθαμε από την ταινία του Βιμ Βέντερς, Το τέλος της βίας.
Για να ολοκληρώσουμε όμως την αναφορά στο γνωμικό περί μηλιάς και μήλων, πρέπει να προσθέσουμε μια πληροφορία ακόμα. Ο καταπληκτικός κύριος Charlie Haden πρόσφερε στον κόσμο της μουσικής άλλα τρία προικισμένα τέκνα, τρεις κόρες –τρίδυμες για την ακρίβεια–, οι οποίες ασχολούνται με σαφώς πιο πειραματική και δύσκολη μουσική από τον μικρό τους αδελφό. Τη βιολονίστρια Petra και την μπασίστρια και βοκαλίστρια Rachel, οι οποίες συμμετείχαν στη rock/punk μπάντα That Dog, και την τσελίστρια Tanya. Οι τρεις αδελφές κυκλοφόρησαν το 2014 το πρώτο τους άλμπουμ ως «Haden Triplets» (με παραγωγό τον Ry Cooder). Η πιο ενδιαφέρουσα από τις απογόνους του Haden είναι αναμφίβολα η Petra, η οποία έχει ηχογραφήσει μια acapella εκδοχή του δίσκου των Who «The Who sell out» κι έχει συνεργαστεί με τον Bill Frisell.
Και μια τελευταία στάση στο Haden Clan, και στον πατέρα Charlie που προλάβαμε να δούμε αρκετές φορές στη χώρα μας την προηγούμενη δεκαετία. Ο Charlie Haden (συνεργάτης, εκτός πολλών άλλων, των Ornette Coleman, Keith Jarrett και Carla Bley) είναι από τους μουσικούς που σε αναγκάζουν να χρησιμοποιήσεις αμέτρητα κοσμητικά επίθετα και υπερθετικούς βαθμούς, και δεν το θέλω αυτό. Θα σας συστήσω ένα άλμπουμ του ενδεικτικά: το «Ballad of the Fallen», το οποίο έγραψε με την Carla Bley και τον Don Cherry το 1983 για την ECM.
Spain
Σάββατο 7 Φεβρουαρίου Gazarte, Βουτάδων 32-34, Γκάζι Ώρα έναρξης: 22.00 Τιμές εισιτηρίων: Προπώληση: A' ζώνη-€26, Β' ζώνη-€22, όρθιοι-€15 Gazarte, Public, Παπασωτηρίου, Seven, Ιανός, www.viva.gr, και τηλεφωνικά στο 11 876 Ταμείο: A' ζώνη-€29, Β' ζώνη-€25, όρθιοι-€18
Τι άλλο καλό κυκλοφορεί;
Murder by Death – Big Dark Love
Παρότι το όνομά τους προδιαθέτει για heavy metal, δεν έχουν καμία σχέση με το είδος και τις παραφυάδες αυτού. Ο κιθαρίστας και τραγουδιστής Adam Turla έχει πει ότι διάλεξαν για όνομά τους τον τίτλο της ομώνυμης (ξεκαρδιστικής αστυνομικής) ταινίας του 1976, επειδή εξέφραζε τον δυσοίωνο χαρακτήρα της μουσικής τους. Περίεργος συνειρμός, αλλά και οι MBD είναι μια περίεργη μπάντα στο στερέωμα της αμερικανικής roots/Americana. Προέρχονται από το Μπλούμινγκτον της Ιντιάνα, μια κωμόπολη στη μέση του πουθενά, την οποία δεν εγκατέλειψαν για να εγκατασταθούν στα μεγάλα κέντρα της σόου μπίζνες. Όταν τους έπληξε η κρίση της δισκογραφικής βιομηχανίας, κατέφυγαν στη χρηματοδότηση του προτελευταίου τους άλμπουμ «Bitter Drink, Bitter Moon» (2012) μέσω του Kickstarter – κάτι που επανέλαβαν και στο καινούργιο τους άλμπουμ. Καθώς το ελληνικό μουσικόφιλο και συναυλιακό κοινό έχει συχνά την τάση να ταυτίζεται με καλλιτέχνες που ίσως δεν είναι πολύ γνωστοί στην πατρίδα τους (Puressence, Porcupine Tree, Archive), ένα από τα συναυλιακά highlights της άνοιξης αναμένεται να είναι οι συναυλίες των MBD μέσα Μαΐου, στην Αθήνα και στη Θεσσαλονίκη.
Για να προσδιορίσουμε το μουσικό ιδίωμα του γκρουπ, αναγκαστικά θα πρέπει να χρησιμοποιήσουμε μια πλειάδα μουσικών όρων: οι MBD στριμώχνονται μεταξύ indie-folk και alternative-country, αλλά διαθέτουν ευρεία γκάμα άλλων στοιχείων τα οποία εκτείνονται από το dark-goth ως το southern folk. Στο καινούργιο τους άλμπουμ «Big Dark Love» ο ήχος τους έχει απαλλαγεί από τα υπερβολικά σκοτεινά ηχοχρώματα, κάτι που φαίνεται από το «I shot the arrow», με το οποίο ανοίγει ο δίσκος. Και καθώς όλοι σχεδόν οι δίσκοι των MBD χτίζονται γύρω από ένα concept, ένα συγκεκριμένο θέμα δηλαδή (π.χ. το «Red of tooth and claw» ήταν μια διασκευή της Οδύσσειας κατά κάποιον τρόπο), ο τελευταίος μιλάει για την αγάπη κάθε είδους: τη σκοτεινή κι επικίνδυνη, την αγάπη άνευ όρων, τη ρομαντική αγάπη.
Για μια φορά ακόμα ο Adam Turla, με τη φωνή που θυμίζει τον Johnny Cash στα νιάτα του, η τσελίστρια Sarah Balliet, ο μπασίστας Matt Armstrong και ο David Fountain (καινούργιο μέλος από το 2013, που παίζει πνευστά, μπάντζο και μαντολίνο) έχουν χτίσει έναν ήχο χωρίς κενά, πλούσιο και δυναμικό και ευχάριστα σκοτεινό. Στο repeat: «Strange Eyes», «Big dark love», «Send me home».
Charlatans – Modern Nature
Δημιουργήθηκαν στο Μπέρμιγχαμ γύρω στο 1990, αλλά θεωρήθηκαν εκπρόσωποι της σκηνής του Madchester, παρότι ο ήχος τους είχε πολλές επιρροές από τη σόουλ και το fusion (και συχνά θύμιζε Isaac Hayes). Κατάφεραν να βγάλουν 12 άλμπουμ σε 15 χρόνια, παρά τις απανωτές απώλειες μελών τους. Και φέτος κυκλοφόρησαν το «Modern Nature», ένα άλμπουμ που νομίζω –χωρίς να είμαι ειδική στην britpop– ότι είναι το καλύτερο της καριέρας τους.
Το καλό το άλμπουμ φαίνεται από το πρώτο κομμάτι, ενίοτε: το «Talking in Tones» ξεκινάει με μια υπέροχη rhythm section, η οποία συνοδεύει το hammond που έχουμε συνδυάσει με τον ήχο των Charlatans. Η χαρακτηριστική κιθάρα δεν προσπαθεί να κλέψει την παράσταση, τα φωνητικά του Tim Burgess παραμένουν πιστά στη μεγάλη βρετανική τραγουδιστική παράδοση. Το «Come Home» δείχνει τον τρόπο να αναβιώσει κανείς τη σόουλ των ’70s, χωρίς να την εκχυδαΐσει. Το ίδιο αποτελεσματικό είναι και το «Keep Enough».
Ή θα συνεχίσω την παράταξη τίτλων και υπερθετικών ή θα αφήσω τα πολλά λόγια και θα πω απλώς: το «Modern Nature» είναι από τα πιο ολοκληρωμένα ποπ άλμπουμ που έβγαλαν τα βρετανικά νησιά εδώ και χρόνια. Τα 25 χρόνια που κουβαλούν οι Charlatans δεν τους στέρησαν από έμπνευση. Το αντίθετο: οι Burgess & Co ακούγονται φρέσκοι και ώριμοι συγχρόνως. Τι άλλο να προσθέσω;
σχόλια