Το downtempo είναι αυτό το είδος χαλαρωτικής ηλεκτρονικής μουσικής που παίζεται μετά το τέλος ενός πάρτι ή ενός κλαμπ σε έναν chill-out χώρο. Μοιάζει με την ambient, αλλά έχει περισσότερο ρυθμό, είναι πιο μελωδική, ενώ έχει επίσης στοιχείο trip hop και hip hop. Είναι από αυτές τις μουσικές που ακούς πιο συχνά στο ραδιόφωνο ή σε κάποιο μπαρ ή καφέ, επειδή, όπως αναφέρθηκε στην αρχή, η κύρια ιδιότητά της είναι να χαλαρώνει. Και αυτό δεν το αναφέρω για να μειώσω την αξία της – κάθε άλλο. Είναι από τα πιο εμπορικά είδη κι έχει φανατικούς οπαδούς σε όλο τον κόσμο, ιδιαίτερα στην Ευρώπη.
Ο Simon Green διαπρέπει ως Bonobo σε αυτό το είδος εδώ και 17 χρόνια, από το 1999, όταν ξεκίνησε να υπογράφει μουσική με αυτό το ψευδώνυμο. Ξεκίνησε ως DJ – ακόμη χρησιμοποιεί αυτή την ιδιότητα του. Κυκλοφόρησε την πρώτη του δισκογραφική απόπειρα το 2000. Είχε τίτλο «Animal Magic» και ήταν ένα DIY άλμπουμ. O Green δεν είχε αναλάβει μόνο ολόκληρη την παραγωγή, είχε παίξει και όλα τα όργανα μόνος του. Αυτό ήταν αρκετό για να τον χαρακτηρίσει ως έναν από τους νεότερους πρωτοπόρους του downtempo, όπως επίσης και για να τον πάρουν χαμπάρι από τη Ninja Tune και να τον βάλουν στο δυναμικό τους. Κυκλοφόρησε άλλα τέσσερα άλμπουμ, με αποκορύφωμα το «Northern Borders» το 2017. Η μουσική του είχε πάντοτε μια τζαζ χροιά. Ο ίδιος ανακάλυψε την τζαζ μέσα από το χιπ χοπ που άκουγε από μικρός. Έψαχνε τα samples αυτών των κομματιών, προσπαθούσε να βρει ποιους μουσικούς σάμπλαραν.
«Όταν περιόδευα όλη την εβδομάδα, όντας τρεις ημέρες άυπνος, και βρισκόμουν στις 7 το πρωί σε έναν διάδρομο αεροδρομίου, έχοντας ακόμη στ' αυτιά σου τους ήχους του κλαμπ, είναι πολύτιμο να βρίσκεσαι λίγο μόνος με τις σκέψεις σου. Μπορεί να μην είναι ο πιο άνετος χώρος, αλλά αισθάνομαι ότι απέκτησα την ικανότητα να δημιουργώ μουσική εν κινήσει, στον δρόμο».
Πριν από μερικές μέρες κυκλοφόρησε το νέο του άλμπουμ, το έκτο κατά σειρά. Έχει τίτλο «Migration» και ήδη βρίσκεται στο νούμερο 5 των βρετανικών τσαρτ. Στο «Migration» προχωράει τον ήχο του ένα βήμα παραπέρα και δεν κοιτάει, όπως θα περίμενε κανείς, νοσταλγικά στο παρελθόν, ούτε δοκιμασμένες συνταγές. Δήλωσε πρόσφατα στην «Independent»: «Νομίζω ότι υπήρχε μια εποχή στις αρχές των ’00s που η τζαζ ήταν της μόδας. Όταν ξεκινούσα, υπήρχε περισσότερο χορευτική μουσική από τζαζ λούπες – είναι ακόμη της μόδας... Αλλά δεν ξέρω αν το μυαλό μου αυτήν τη στιγμή είναι σε αυτού του είδους την παραγωγή. Πάντοτε προσπαθώ να βρω νέα πράγματα που δεν έχω ξανακάνει».
Για αρκετούς που γνωρίζουν την πορεία του ως καλλιτέχνη, το γεγονός ότι μετακόμισε τα τελευταία χρόνια από τη Βρετανία στην Αμερική, συγκεκριμένα στο Λος Άντζελες, μετά από ένα πέρασμα στη Νέα Υόρκη, δεν είναι κάτι νέο. Κάποιος, πολύ λογικά, θα σκεφτόταν ότι τo «Migration» αναφέρεται στην προσωπική μετανάστευση του συμπαθούς μουσικού. Αντίθετα, όμως, έχει σχέση με την παγκόσμια περιοδεία που έκανε για το «Northern Borders» και τον κράτησε περίπου τρία χρόνια στον δρόμο. Οι περισσότερες ιδέες του άλμπουμ γράφτηκαν κατά τη διάρκειά της. Το βασικό του θέμα έχει σχέση με την κινητικότητα, όπως εξηγεί ο ίδιος. Το έφτιαξε σε δωμάτια ξενοδοχείου ή κατά τη διάρκεια των πτήσεων, όποτε ξέκλεβε λίγο χρόνο από το εξαντλητικό του πρόγραμμα. Λέει συγκεκριμένα: «Όταν περιόδευα όλη την εβδομάδα, όντας τρεις ημέρες άυπνος, και βρισκόμουν στις 7 το πρωί σε έναν διάδρομο αεροδρομίου, έχοντας ακόμη στ’ αυτιά σου τους ήχους του κλαμπ, είναι πολύτιμο να βρίσκεσαι λίγο μόνος με τις σκέψεις σου. Μπορεί να μην είναι ο πιο άνετος χώρος, αλλά αισθάνομαι ότι απέκτησα την ικανότητα να δημιουργώ μουσική εν κινήσει, στον δρόμο».
Φυσικά, η Ελλάδα ήταν μέσα στο πρόγραμμα της περιοδείας. Στη χώρα μας έχει έρθει συνολικά τρεις φορές, η τελευταία ήταν το 2014, αν δεν κάνω λάθος.
Όταν επέστρεψε στο σπίτι του στο Λ.Α., όλες οι ιδέες του έδεσαν μέσω της συνέργασίας του με τον John Ηopkins, έναν άλλο εκπατρισμένο Βρετανό ηλεκτρονικό παραγωγό. Στο άλμπουμ, όμως, κάνουν ένα πέρασμα αρκετοί μουσικοί, όπως οι Rye με τα φωνητικά της Milosh και ο Nick Murphy (Chet Faker), ενώ στο πρώτο βίντεο για το single «Kerala» πρωταγωνιστεί η Gemma Arterton.
«Αισθάνομαι ότι σε αυτό το άλμπουμ είχα πραγματικά όρεξη να μάθω καινούργια πράγματα, βουτώντας σε μορφές παραγωγής που δεν καταλάβαινα παλιότερα. Είχα και πολύ κόσμο που ερχόταν στο στούντιο και μου έδειχνε μια άλλη πλευρά του Λ.Α. Γινόταν μια ανταλλαγή ιδεών, κάτι που δεν είχα πριν. Απλώς πειραματιζόμασταν και προσπαθούσαμε να μάθουμε κάποια πράγματα» αναφέρει.
Αυτό ίσως εξηγεί την ύπαρξη κομματιών, όπως το τρομερό «Outlier». Αποτελεί σίγουρα το highlight του άλμπουμ, διαρκεί «ξεδιάντροπα» περίπου 8 λεπτά και σε αυτό ο Bonobo αφομοιώνει το στυλ του Burial, φέρνοντάς το τελείως στα δικά του μέτρα. Και πραγματικά, δεν γίνεται καλύτερο από αυτό.
Παρόλη την αγχωτική, όπως φαίνεται, διαδικασία της δημιουργίας του, το «Migration» είναι μια εντυπωσιακή προσπάθεια και ίσως η καλύτερη και πιο ολοκληρωμένη δουλειά του Bonobo μέχρι στιγμής.
σχόλια