Η «εξωτικά μεσογειακή» μουσική των Raw επανακυκλοφορεί από την Dark Entries

Η «εξωτικά μεσογειακή» μουσική των Raw επανακυκλοφορεί από την Dark Entries Facebook Twitter
Πριν μερικά χρόνια ένα γιαπωνέζικο site, το She Ye-Ye, έγραψε για τον «εξωτικά μεσογειακό ήχο των Raw» και ξαφνικά άρχισα να δέχομαι emails με προτάσεις από labels που ήθελαν να επανεκδώσουν το υλικό μας. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO
0

Από το 1985 που κυκλοφόρησε το «Repulsion» των Rehearsed Dreams, ένα από τα ιστορικά άλμπουμ της dark/new wave σκηνής (και όχι μόνο για την Ελλάδα), η πορεία του Γιάννη Παπαϊωάννου (ΙΟΝ) από την Creep Records μέχρι τη νέα κυκλοφορία του «Fragments» στην Dark Entries (την εταιρεία από το Σαν Φρανσίσκο που επανακυκλοφόρησε πρόσφατα τα άλμπουμ της Λένας Πλάτωνος), έχει μια συνέπεια που σπάνια συναντάς σε καλλιτέχνη της ηλεκτρονικής σκηνής.

Το «Fragments» που περιέχει 4 κομμάτια των Raw (τρία από το «City» και ένα ακυκλοφόρητο) συμπυκνώνει αναμνήσεις από τον ηλεκτρονικό ήχο των '90s, τη μουσική που σημάδεψε μια ολόκληρη γενιά – ίσως την τελευταία γενιά που η μουσική όριζε και τον τρόπο ζωής των νέων ανθρώπων.

Προσπαθώ να είμαι πολύ επιλεκτικός σε ό,τι ακούω. Όσο ακόμα μπορώ, βρίσκω συνεχώς πολλές ενδιαφέρουσες κυκλοφορίες, αλλά όσο ο καιρός περνάει, τόσο αυτές αδυνατούν να με «κρατήσουν» για πολύ. Δεν υπάρχει αληθινή έμπνευση στη σημερινή στραπατσαρισμένη μουσική βιομηχανία. Ή τουλάχιστον δεν φαίνεται μέσα στον τεράστιο όγκο πληροφορίας που καταναλώνουμε καθημερινά.

— Πώς ξεκίνησες τη σχέση σου με τη μουσική; Με τι ήχους μεγάλωσες;

Στο σπίτι υπήρχε πάντα μουσική. Μεγάλωσα βλέποντας τον πατέρα μου να ηχογραφεί επιμελώς συλλογές με τα σινγκλάκια της εποχής σε ένα Grundig TK42 μαγνητοφώνο, για να τα ακούει όλα μαζί η μητέρα μου, χωρίς να χρειάζεται να πηγαινοέρχεται στο πικάπ. Σε αυτό το μαγνητόφωνο ηχογραφούσε συχνά και εμάς, τα παιδιά, να τραγουδάμε ή να μιλάμε.

Παίζοντας αργότερα με αυτό, συνειδητοποίησα τις δυνατότητες του «ηχογραφημένου» ήχου με αποτέλεσμα να ηχογραφώ κι εγώ τους ροκ δίσκους του μεγάλου αδερφού μου, αλλάζοντας, όμως, την ταχύτητα της μπομπίνας. Αυτοί οι ροκ δίσκοι των Beatles, του Hendrix και του Bowie επηρέασαν σε μεγάλο τον τρόπο σκέψης και συμπεριφοράς μου. Πολλά χρόνια αργότερα, ακόμα και το ντύσιμό μου. Όπως συμβαίνει με όλους τους έφηβους.

— Γιατί ήθελες να φτιάξεις δικιά σου μουσική; Πώς ξεκίνησες να φτιάχνεις;

Η μουσική ήταν ένα τρόπος να εκφραστώ και να βγάλω προς τα έξω τα συναισθήματά μου, ακολουθώντας τους δρόμους που μου έδειξαν οι δίσκοι που άκουγα. Κάποια στιγμή ξεκίνησα να μαθαίνω κλασική κιθάρα και στο σπίτι του δασκάλου υπήρχε κι ένα συνθεσάιζερ που με μαγνήτιζε με την παρουσία του. Το δανείστηκα και άρχισα να αφιερώνω περισσότερο χρόνο σε αυτό παρά στην κιθάρα.

Προσπαθούσα, με πολύ κόπο, να μιμηθώ όλους εκείνους τους περίεργους ήχους που είχα ακούσει στους πρώτους post-punk δίσκους. Λίγο αργότερα αγόρασα το πρώτο μου αναλογικό συνθεσάιζερ και σταδιακά, κατέληξα να ηχογραφώ στο παλιό Grundig επαναλαμβανόμενες μελωδίες ή συνδυασμούς ήχων και να διατηρώ έτσι ένα ηχητικό ημερολόγιο.

Η «εξωτικά μεσογειακή» μουσική των Raw επανακυκλοφορεί από την Dark Entries Facebook Twitter
Tη μουσική μου πορεία θα μπορούσα να την παρομοιάσω με ένα περιπετειώδες ταξίδι που ακόμη και τώρα δεν ξέρω που θα με οδηγήσει. Ή μάλλον καλύτερα, δεν ξέρω αν θέλω να με οδηγήσει κάπου. Φωτο: Πάρις Ταβιτιάν/LIFO

— Πόσο μεγάλο ρόλο έχει παίξει το περιβάλλον που μεγάλωσες στη μουσική σου;

Στο γυμνάσιο του Βύρωνα βρεθήκαμε μια παρέα συμμαθητών με κοινά μουσικά ακούσματα και μεγάλη δίψα για όλα τα νέα πράγματα που συνέβαιναν στην πόλη. Τρέχαμε μαζί σε όλες τις συναυλίες, από τους Police και τους Bauhaus στο Σπόρτινγκ μέχρι τις πρωινές κυριακάτικες στα συνοικιακά σινεμά, όπου έπαιζαν οι ελληνικές μπάντες. Ένα απόγευμα είχαμε αράξει στα Αγαλματάκια και πάνω στην κουβέντα, μεταξύ σοβαρού και αστείου, αποφασίσαμε με τον Σπύρο (Φάρο) και Βασίλη (Σορίλο) να φτιάξουμε το δικό μας συγκρότημα. Και κάπως έτσι ξεκίνησαν οι Rehearsed Dreams.

— Θυμάσαι ποιο ήταν το πρώτο κομμάτι που έφτιαξες και με ποια αφορμή;

To πρώτο κομμάτι που έφερα στη νεοσύστατη μπάντα μας ήταν το «Τhe Spy», το οποίο ηχογραφήθηκε για το πρώτο μας demo, αλλά δεν συμπεριλήφθηκε τελικά στο άλμπουμ που έβγαλε η Creep το 1985. Μετά από πολλά χρόνια το «Τhe Spy» κυκλοφόρησε στη συλλεκτική συλλογή της Geheimnis Records με τίτλο «Rehearsed Dreams: Αnthology 1983 – 1985».


Tη μουσική μου πορεία θα μπορούσα να την παρομοιάσω με ένα περιπετειώδες ταξίδι που ακόμη και τώρα δεν ξέρω που θα με οδηγήσει. Ή μάλλον καλύτερα, δεν ξέρω αν θέλω να με οδηγήσει κάπου. Κατά τη διάρκεια της μουσικής μου πορείας διάλεγα πάντα το δύσκολο δρόμο. Δεν με ενδιέφερε ποτέ να φτιάξω σουξέ ή εύπεπτα τραγούδια. Δεν έκανα δημόσιες σχέσεις για να διαφημίσω ή να προβάλω την μουσική μου. Μια σημαντική, αλλά και ριψοκίνδυνη απόφαση, ήταν να δημιουργήσω μαζί με τον Μάκη Φάρο, το συγκρότημα Raw και τη δισκογραφική εταιρεία Elfish Records, με σκοπό την προώθηση της ελληνικής ηλεκτρονικής μουσικής.

Η εταιρεία δεν κατάφερε να ορθοποδήσει, να γίνει δηλαδή μια κερδοφόρα επιχείρηση. Ίσως, τελικά δεν ήταν κι αυτός ο σκοπός μας. Έτσι, αποφασίσαμε να την κλείσουμε μετά από 4 χρόνια. Κατάφερε, όμως, σε αυτήν την περίοδο να κυκλοφορήσει κάποια πολύ ιδιαίτερα για τη σύγχρονη ελληνική δισκογραφία άλμπουμ, που όπως φαίνεται συνεχίζουν να έχουν ένα πολύ καλό αντίκτυπο σε διεθνές επίπεδο. Από το 1996 ξεκίνησα να ηχογραφώ, μόνος μου, ως ΙΟΝ. Το 2011, μέσα από ένα κομμάτι του ION, γεννήθηκαν οι Mechanimal.

— Ποιος είναι ο τελευταίος καλός δίσκος που άκουσες;

To πιο πρόσφατο άλμπουμ που μου άρεσε και σαν concept (το πρώτο πραγματικά anti-Trump άλμπουμ Αμερικανού καλλιτέχνη) και σαν μουσικό αποτέλεσμα, είναι το «Songs of Resistance 1942-2018» του κιθαρίστα Marc Ribot.

— Είναι όντως αδιάφορη η νέα μουσική σκηνή ή μεγαλώνουμε επικίνδυνα;

Προσπαθώ να είμαι πολύ επιλεκτικός σε ό,τι ακούω. Όσο ακόμα μπορώ, βρίσκω συνεχώς πολλές ενδιαφέρουσες κυκλοφορίες, αλλά όσο ο καιρός περνάει, τόσο αυτές αδυνατούν να με «κρατήσουν» για πολύ. Δεν υπάρχει αληθινή έμπνευση στη σημερινή στραπατσαρισμένη μουσική βιομηχανία. Ή τουλάχιστον δεν φαίνεται μέσα στον τεράστιο όγκο πληροφορίας που καταναλώνουμε καθημερινά. Οπότε, όταν ανακαλύπτω κάτι καινούργιο, βλέπω ότι μπορεί να μην αντέχει στις δικές μου λίστες, αλλά εύκολα παίζει κολλημένο στα ακουστικά των νεότερων. Σίγουρα, μεγαλώνοντας, έχω γίνει πιο αυστηρός, ίσως και πιο επικριτικός. Μπορεί και γεροπαράξενος. Παρόλα αυτά, περιμένω με παιδική ανυπομονησία να ακούσω την καινούργια μουσική που θα με εκπλήξει.

 

Raw - Sisyphus (City, Elfish, 1994)

— Η επιστροφή στους ήχους του παρελθόντος οφείλεται στο ότι φτάσει η νέα μουσική σε μια κατάσταση που δεν ενδιαφέρει σχεδόν κανέναν;

H νοσταλγία για τους ήχους του παρελθόντος δεν οφείλεται στο γεγονός ότι η μουσική έχει φτάσει σε αδιέξοδο. Το να κάνουμε το «παρελθόν» μόδα δεν είναι κάτι καινούργιο και σίγουρα δεν είναι κάτι που συμβαίνει μόνο με την μουσική. Η νοσταλγία για κάτι που δεν έχουμε ζήσει και ο μύθος του «παλιού και καλού», υπήρχαν πάντα.

Σήμερα, η τεχνολογία βοηθάει πάρα πολύ στην επεξεργασία παλαιού υλικού, που ίσως όταν ήταν νέο δεν του δόθηκε η κατάλληλη προσοχή. Επίσης, είναι καλύτερο, αν κάποιος αγαπάει τους ήχους των '80s ή των '90s, να ακούσει την αυθεντική μουσική που γράφτηκε τότε και πιθανόν ξεθάβεται τώρα σε ανατυπώσεις, παρά όποια άχαρη απομίμηση μπορεί να γίνεται σήμερα.

— Πες μου για το «Fragments» και αυτά που θα ακολουθήσουν, τι υλικό περιέχουν; Η Dark Entries πώς ενδιαφέρθηκε να τα κυκλοφορήσει;

Το συγκρότημα των Raw ιδρύθηκε το 1990, κυκλοφόρησε 2 άλμπουμ και συμμετείχε σε πολλές ελληνικές και ξένες συλλογές. Ζήσαμε μια εποχή που η επικοινωνία με τα ανεξάρτητα labels γίνονταν ακόμη μέσω ταχυδρομείου. Πριν μερικά χρόνια ένα γιαπωνέζικο site, το She Ye-Ye, έγραψε για τον «εξωτικά μεσογειακό ήχο των Raw» και ξαφνικά άρχισα να δέχομαι emails με προτάσεις από labels που ήθελαν να επανεκδώσουν το υλικό μας. Μια από αυτές τις προτάσεις ήρθε από τον Josh Cheon της Dark Entries από το Σαν Φρανσίσκο. Ο Josh γνώριζε ότι είχαμε ακυκλοφόρητο υλικό και βασικά ζητούσε να επιμεληθεί κάποιες κυκλοφορίες με διάσπαρτα αποσπάσματα από το αρχείο μας.

Το «Fragments» είναι η πρώτη κυκλοφορία των Raw στην Dark Entries, ένα EP που περιέχει 4 κομμάτια από το «City» και ένα παλιότερο, πιο σπάνιο. Το γεγονός ότι οι Raw βρίσκονται στον κατάλογο μιας εταιρείας που σήμερα διακινεί σε όλο τον κόσμο μερικούς από τους πιο συμβολικούς ηλεκτρονικούς ήχους της παγκόσμιας δισκογραφίας, όπως αυτούς της Λένας Πλάτωνος ή του Thomas Leer, μου δίνει και μεγάλη χαρά και σημαίνει πάρα πολλά για εμένα.

— Πόσο βασίστηκες στο DIY όταν ξεκίνησες να φτιάχνεις μουσική και σε όλο αυτό που κουβαλούσε το punk;

Νομίζω ότι χωρίς την αφοσίωση στην DIY πρακτική, έτσι όπως καλλιεργήθηκε ως βασική πτυχή του punk, δεν θα είχα καταφέρει να κάνω ό,τι έκανα. Σε όλες τις φάσεις της μουσικής μου πορείας. Στην περίπτωση του punk η DIY συμπεριφορά έδειξε σε εκατοντάδες νέα ονόματα πώς να σηκώσουν το μεσαίο δάχτυλο σε όλα τα μεγάλα ροκ συγκροτήματα της εποχής. Αλλά το DIY μπορεί να συνοψιστεί ως κάτι που βασικά γίνεται από τους οπαδούς, για τους οπαδούς. Και αυτό ενίσχυσε μια κοινωνική δικτύωση που επέτρεψε για πολλά χρόνια την επιβίωση μιας υποκουλτούρας. Δεν είναι τυχαίο που το DIY ήθος, έστω και άθελά του, μεταμοσχεύθηκε σε πολλές διαφορετικές κουλτούρες σε όλο τον κόσμο και επηρέασε είτε την Τέχνη είτε, ακόμη και, την τεχνολογική επανάσταση των 80's.

 

Mechanimal - We Come Alive

— Τι έχει μείνει από τις μέρες του Βύρωνα και από την κατάσταση που δημιούργησαν στην ελληνική μουσική τα ονόματα της Creep Records; Τι σου λείπει από τότε;

Εκείνη η θρυλική μονοκατοικία στο Βύρωνα που την είχαμε κάνει αυτοσχέδιο στούντιο για πρόβες ήταν ένα πραγματικό εκκολαπτήριο. Εκτός από τα συγκροτήματα της Creep είχαν περάσει και όλα τα νέα συγκροτήματα της εποχής από εκεί. Λίγο αργότερα, κάποιοι φίλοι, οι Teenage Dolls και οι On Purpose, έπιασαν και τον πάνω όροφο, και τον έκαναν κι εκείνον στούντιο.

Κάτι που δεν θα ξεχάσω ποτέ είναι που στο ίδιο οίκημα, έμενε και η κυρία Σωτηρία, γύρω στα 70. Τα είχε λίγο χαμένα και ίσως γι' αυτό δεν είχε παραπονεθεί ποτέ για την ένταση του ήχου. Ένα βράδυ, θυμάμαι, είχε φεγγάρι, και βγήκαμε στην αυλή για ένα τσιγάρο. Την είδαμε να κάθεται εκεί γυμνή. Διακριτικά γυρίσαμε και μπήκαμε πάλι μέσα ενώ εκείνη μας φώναξε «Γιατί σταματήσατε; Άντε να παίξετε κι άλλο ρε παιδιά». Σήμερα, αν κάτι μου λείπει από εκείνα τα χρόνια, είναι η παρουσία δύο σπουδαίων μουσικών, του Φιλώτα Βασκαλή των Yell-O-Yell και του Κώστα Ποθουλάκη των Villa 21.

— Είχες πάντα μια ιδιαίτερη αγάπη για την τεχνολογία, εξακολουθεί να σε ενδιαφέρει το ίδιο;

Παρά τα προβλήματα κάθε μακρόχρονης σχέσης, συνεχίζω να αγαπώ την τεχνολογία. Ένα μεγάλο κομμάτι της καθημερινότητας μου είναι εξαρτημένο από αυτήν και το πόσο σωστά λειτουργεί: κινητό, υπολογιστής, λάπτοπ, στούντιο. Ανησυχώ για το γεγονός ότι ο νους των σύγχρονων μηχανικών είναι ισχυρότερος από ποτέ, αλλά πιστεύω πως οι νέοι είναι καλύτερα προετοιμασμένοι να κατανοήσουν τις πολυπλοκότητες της τεχνολογίας. Έτσι, χωρίς να ανησυχώ, ξέρω ότι η δική μας γενιά δεν χρειάζεται να ανησυχεί για αυτόνομες μηχανές που σκέφτονται από μόνες τους. Τουλάχιστον, όσο θυμάται ότι ανά πάσα στιγμή μπορεί να τραβήξει το καλώδιο από την πρίζα.

— Πώς τη βλέπεις την απόφαση που πήρε πριν από μερικές μέρες το ευρωκοινοβούλιο να απαιτεί πνευματικά διακαιώματα από το Google, το Facebook και τις άλλες ψηφιακές πλατφόρμες;

Ως μέλος της ΑΕΠΙ, μιας διαλυμένης εισπρακτικής εταιρείας πνευματικών δικαιωμάτων, το μόνο που μπορώ να πω είναι ότι τα πνευματικά δικαιώματα είναι σημαντικά, αλλά το ίδιο είναι και ο ελεύθερος λόγος. Οπότε εάν οι μεγάλες ψηφιακές πλατφόρμες βρουν μπροστά τους το άρθρο 13 του νέου νόμου της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για τα πνευματικά δικαιώματα, μπορούν πολύ απλά να μπλοκάρουν ότι «ενοχλεί» το επιχειρηματικό τους μοντέλο. Δηλαδή μπορούν να σφίξουν, ακόμη περισσότερο, την ελευθερία του YouTube ή την άνεση να μοιράζεσαι ό,τι θέλεις στο Facebook.

Από την άλλη, βέβαια, τα τελευταία χρόνια υπάρχει μεγάλη γκρίνια από τους καλλιτέχνες και γι' αυτό η ψηφοφορία ενός νέου νόμου είναι ζωτικής σημασίας για το μέλλον των δημιουργικών οικονομιών της Ευρώπης. Οπότε, ναι, κάπως πρέπει να διασφαλίσουμε ότι οι καλλιτέχνες θα αποζημιώνονται δίκαια σε ό,τι αφορά τις δημιουργικές αμοιβές τους, ασχέτως αν αυτό δεν αρέσει στις ψηφιακές πλατφόρμες, και κατά συνέπεια στους χρήστες.

 

ION - Electric Poem 1

— Τι θυμάσαι από τα χρόνια του 01; Άφησαν τίποτα πίσω τους αυτά τα χρόνια της dance έκρηξης στην Ελλάδα;

Aν οι αναμνήσεις από τα χρόνια του 01 ήταν μουσική, τότε θυμάμαι τον Στάθη να ακούει εναλλάξ Massive Attack και Erik Satie, τον Γιώργο να ακούει Kraftwerk, την Μερόπη να ακούει Global Communication, τον KB να ακούει Aphex Twin, τον Δημήτρη να ακούει Elastica, τον Γιάννη να ακούει Cocteau Twins και τη Βάλια να ακούει Lou Reed. Αυτό που ήταν μοναδικό για όλους εμάς στο 01 ήταν η ελευθερία που είχαμε να ζήσουμε σαν «τουρίστες στη νιότη μας» και να περιγράψουμε αυτό που ζούσαμε, ο καθένας στον δικό του μικρό κόσμο.

Αυτή η χαλαρή ματιά του 01 στη ζωή μιας πόλης που χανόμασταν κάθε βράδυ, προκάλεσε τα στερεότυπα της εποχής και έφερε στην επιφάνεια εναλλακτικές κουλτούρες. Ήμασταν εκεί, είτε σε κάποιο rave είτε στο gig μιας μπάντας, και συχνά γυρνάγαμε στο γραφείο για να γράψουμε για όσα είχαμε ζήσει. Το ξαφνικό κλείσιμο του περιοδικού ήρθε σε μια μεταβατική περίοδο. Μετά την άνοιξη του '96 τίποτα δεν ήταν το ίδιο. Ειδικά η dance κοινότητα, την οποία προσωπικά παρακολουθούσα πιο παθιασμένα, μεταλλάχθηκε σε ένα αδιάφορο τοπίο δημοσίων σχέσεων στις μεγάλες πίστες της πόλης και χρειάστηκαν πολλές επεμβάσεις για να αναβιώσει, μετά από χρόνια, μια άλλη club κουλτούρα στην πόλη.

— Πώς τη βλέπεις τη γενιά του γιου σου; Είναι καλύτερη από τη δική μας;

Δεν υπάρχουν καλύτερες ή χειρότερες γενιές. Επίσης, δεν υπάρχει κανένας λόγος ούτε να ωραιοποίουμε, αλλά ούτε να απομυθοποιούμε το παρελθόν ή το μέλλον. Η γενιά του γιου μου, η λεγόμενη Gen We των σημερινών εικοσάχρονων τολμά να εκτίθεται περισσότερο, καλείται να κατανοήσει περισσότερα, και άρα οδηγείται να αγωνιστεί για περισσότερα. Εγώ δεν θυμάμαι κανέναν να μου είχε μιλήσει για εκφοβισμό στο σχολείο, ειδικά σε μια εποχή που οι καθηγητές ασκούσαν κάθε είδους ψυχολογική πίεση εάν ήσουν «λίγο διαφορετικός». Είναι απολύτως φυσικό, λοιπόν, για τους νέους σήμερα να παθιάζονται με την ισότητα και τη δικαιοσύνη κάθε είδους γιατί είναι πολίτες ενός νέου μεγάλου κόσμου, κι όχι μόνο μιας χώρας. Kάτι που νομίζω τους δίνει περισσότερες επιλογές.

 

Mechanimal - Secret Science

Dark Entries Records

Facebook: ION / Mechanimal 

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Μουσική / 40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Το αθάνατο «εορταστικό» κομμάτι παραμένει ένα δείγμα της γλυκόπικρης φύσης που χαρακτηρίζει την ιδανική ποπ: ακούγεται σχεδόν πρόσχαρο παρότι αντικατοπτρίζει το πένθος μιας διαλυμένης σχέσης.
THE LIFO TEAM
10 πράγματα για τον Folamour

Μουσική / Τα εντυπωσιακά disco και house ηχοτοπία του Folamour

Γνωστός για τα δυναμικά sets του, ο Γάλλος παραγωγός έχει εμφανιστεί σε πάνω από 500 shows διεθνώς σε εμβληματικούς χώρους και φεστιβάλ όπως το Glastonbury, το Tomorrowland και το Coachella, ενώ το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου θα παίξει για το κοινό της Αθήνας.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
O Διονύσης Σαββόπουλος στο φετινό Rockwave σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη

Μουσική / O Διονύσης Σαββόπουλος στο φετινό Rockwave σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη

Για τον 80χρονο τροβαδούρο η απόσταση από το Ηρώδειο μέχρι το Rockwave δεν είναι και τόσο μεγάλη… Το περασμένο καλοκαίρι έστησε μια «εθνική» γιορτή για τα 50 χρόνια αποκατάστασης της δημοκρατίας στη χώρα μας, το ερχόμενο θα διοργανώσει μια προσωπική γιορτή για τα 60 χρόνια παρουσίας του στο τραγούδι.
ΜΙΧΑΛΗΣ ΓΕΛΑΣΑΚΗΣ
Beatles ’64: Πριν από εξήντα χρόνια, κάτι μαγικό κι ανεπανάληπτο

Daily / Beatles ’64: Πριν από εξήντα χρόνια, κάτι μαγικό κι ανεπανάληπτο

Βασισμένο σ’ ένα εκπληκτικό πρωτότυπο υλικό, αυτό το εξαίρετο ντοκιμαντέρ του Disney+ σε παραγωγή του Μάρτιν Σκορσέζε μάς μεταφέρει με μοναδικό τρόπο σ’ αυτό που βίωσαν τα μέλη του θρυλικού συγκροτήματος όταν πάτησαν για πρώτη φορά το πόδι τους σε μια Αμερική που έμοιαζε να τους έχει απόλυτη ανάγκη.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ