Για μένα, που δεν παρακολουθώ τηλεόραση, άρα δεν είχα πετύχει κάποιες εμφανίσεις της των τελευταίων ετών, το comeback της Κλειώς Δενάρδου ήταν μια τρομερά ευχάριστη έκπληξη. Πόσο μάλλον όταν αυτό το comeback έγινε με μια jazzy ατμοσφαιρική μπαλάντα βασισμένη στα δημοτικά δίστιχα που της χάρισε ο ανιψιός της Αλέξανδρος Καψοκαβάδης, γνώριμός μου από το νεο-folk, θα το χαρακτήριζα, συγκρότημα Ματ σε 2 Υφέσεις.
Η φωνή της Δενάρδου κρατιέται καλά, εντυπωσιακά καλά για την ώριμη ηλικία της. Είναι που δεν την έβλαψε με το τσιγάρο, τις καταχρήσεις και τη νύχτα, όπως παραδέχεται και η ίδια στη συζήτηση που ακολουθεί. Η οποία συζήτηση κλείστηκε άμεσα στο καφέ του ξενοδοχείου Παρκ της λεωφόρου Αλεξάνδρας, έναν χώρο που και μόνο από την άποψη του ονόματός του συνδέεται με τη μεγάλη ιστορία της στο ελληνικό τραγούδι.
Ελάχιστοι Έλληνες τραγουδιστές έχουν ζήσει τα μεγαλεία της Κλειώς Δενάρδου στο εξωτερικό, τα ταξίδια, τις εμφανίσεις, τις συμμετοχές στα φεστιβάλ, τα βραβεία και τις διακρίσεις της.
Από την άλλη, ίσως είναι η μόνη που το όνομά της και ένα συγκεκριμένο τραγούδι της, το «Πού να 'ναι ο ίσκιος σου, Θεέ» των Ιακωβίδη-Γαβριηλίδη, αμαυρώθηκαν έντονα από την παρουσίαση στη χουντική Ολυμπιάδα του 1969.
Δεν θα μπορούσα να μην αναφερθώ στη συζήτησή μου μαζί της στο γεγονός αυτό αλλά και στην αδικία που συντελέστηκε εις βάρος μιας εξαιρετικής ερμηνεύτριας, τη στιγμή που, ως γνωστόν, συλλήβδην οι εκπρόσωποι του τότε ελαφρού τραγουδιού, όπως και του λαϊκού, συμμετείχαν στις φιέστες των συνταγματαρχών.
Και η Δενάρδου όχι μόνο δεν αρνήθηκε να εκφράσει ευθαρσώς τη γνώμη της για τα γεγονότα, ίσως για πρώτη φορά δημόσια, αλλά μου άνοιξε κανονικά την καρδιά της.
Την ευχαριστούμε για όλα όσα εκμυστηρεύτηκε, όπως ευχαριστούμε και τον Αλέξανδρο Καψοκαβάδη για το τραγούδι «Το πικρό» με τη φωνή της που δημοσιοποιείται κατ' αποκλειστικότητα από το LIFO.gr.
Κλειώ Δενάρδου - Το πικρό
Μουσική & Ενορχήστρωση: Αλέξανδρος Καψοκαβάδης
στίχοι από τα δημοτικά τραγούδια
— (Ξεκινάω την εκφώνηση) Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2017, συνέντευξη με την Κλειώ Δενάρδου...
Και αύριο είναι μια σημαδιακή μέρα για μένα, γιατί πριν από 38 χρόνια έφερα στον κόσμο τον γιο μου, τον Νικόλα.
— Ένα παιδί έχετε μόνο, κ. Δενάρδου;
Ναι. Κι ένα εγγόνι... (έρχεται ο σερβιτόρος, παραγγέλνει ελληνικό καφέ με ελάχιστη ζάχαρη) Ήταν θείο δώρο το εγγόνι, γιατί μας άλλαξε τη ζωή, τη δική μου δηλαδή. Πολλές φορές, παλιότερα ειδικά, μου λέγανε «αχ, γιατί δεν εμφανίζεσαι πιο συχνά;», αλλά ήμουν τόσο δοσμένη στην οικογένειά μου που σιγά-σιγά έφυγε όλο το άλλο.
Τα καλοκαίρια μόνο που πηγαίνω ακόμα στην Κέρκυρα με ζητάνε και δίνω καμιά συναυλία. Άντε να κάνω κι εδώ καμιά τηλεόραση, αλλά επιλεκτικά πάντα.
— Μ' αρέσει που ξεκινάμε με την ιδιωτική σας ζωή.
Κοιτάξτε, οπωσδήποτε ήθελα από μικρή την οικογένεια, όμως μου άρεσε πολύ και η καλλιτεχνία, το τραγούδι. Όταν γνώρισα, βέβαια, τον άντρα μου, η σκέψη ήταν να παντρευτούμε και να τακτοποιηθούμε. Αργήσαμε πολύ να παντρευτούμε κι αμέσως μετά ήθελα να αποκτήσω κι ένα παιδί.
— Όπως κάθε γυναίκα.
Ναι, αν και ο άντρας μου είχε τους ενδοιασμούς του λόγω επαγγέλματος. Τελικά, το θαύμα έγινε και ήταν η πιο ευτυχισμένη στιγμή της ζωής μου.
«Ήμουν τραγουδίστρια όλων των Ελλήνων και όλης της Ελλάδος»
— Τον έχετε σήμερα τον άντρα σας;
Βεβαίως, και πάμε να κλείσουμε 48 χρόνια μαζί. Προσέξτε, 48 χρόνια από τη μέρα που γνωριστήκαμε, γιατί παντρευτήκαμε μετά από 9 χρόνια σχέσης.
— Μου περιγράφετε μια ενάρετη ζωή, ήρεμη. Ο γάμος με τον έναν και μοναδικό σύντροφο, το παιδί μετά, το εγγόνι στη συνέχεια...
Ακριβώς, είχα μια στρωτή οικογενειακή ζωή.
— Και μια ισορροπία με την άλλη σας ζωή, την καλλιτεχνική.
Αυτό νομίζω ότι είναι επιλογή. Δυστυχώς, έβλεπα πολλούς συναδέλφους να νοιάζονται μόνο για την καριέρα και να βουλιάζουν σε προσωπικά βάσανα, να μην μπορούν να αφοσιωθούν στην οικογένειά τους. Πρέπει να διαλέξεις! Εγώ, λοιπόν, διάλεξα να βάλω σε δεύτερη μοίρα την καριέρα μου.
— Δεν θα έχετε παράπονο, βέβαια. Γνωρίσατε μεγάλες δόξες.
Όχι, δόξα τω Θεώ! Και βραβεύτηκα σε όλο τον κόσμο! Μέσα από τα φεστιβάλ γύρισα όλη την Ευρώπη σχεδόν, έφτασα μέχρι το Ρίο ντε Τζανέιρο. Από τη στιγμή που έχω βγει στο Κάρνεγκι Χολ με τον Χατζηνάσιο στο πιάνο, πώς να μη νιώθω χορτασμένη; Θέλω να σας πω ότι στις αρχές έζησα μεγάλη και έντονη ζωή, αλλά όταν άρχισε να μεγαλώνει το παιδί μου, αραίωνα λίγο-λίγο.
— Συνειδητή επιλογή.
Συνειδητότατη, άλλαξαν και οι καιροί όμως, ε;
— Σαφώς. Πότε θα τοποθετούσατε χρονικά την απόσυρσή σας από τα μουσικά δρώμενα;
Εγώ είμαι κατασταλαγμένη κι ευχαριστώ τον Θεό που δεν με ταλαιπώρησε η σκέψη ότι κάποια στιγμή θα 'ρθει η απόσυρση. Έλεγα πάντα στον εαυτό μου ότι αν δω κάτι στραβό στον λαιμό μου, στη φωνή μου, το κλείνω με φερμουάρ και τελείωσε το θέμα! Το αντιμετώπισα χωρίς μελαγχολία και μιζέρια ή προβλήματα του τύπου «γιατί να μου συμβεί εμένα τώρα αυτό;» κ.λπ.
— Έχει γούστο που το λέτε αυτό, γιατί ένας νεότερος συνάδελφός σας, ο Γιώργης Χριστοδούλου, μου έλεγε πως στο κοντινό παρελθόν ήσασταν συμμαθητές στα μαθήματα φωνητικής. Εννοώ πως τη φροντίζετε τη φωνή σας.
Δυστυχώς, είμαι ο πιο αδιάφορος άνθρωπος για μένα, για τον εαυτό μου. Τα μαθήματα αυτά τα έκανα για κάποιο διάστημα, δεν εξακολουθώ να τα κάνω. Μην ξεχνάτε, είχα δύσκολο ρεπερτόριο φωνητικά, δεν έλεγα τραγουδάκια «εν-δυο, εν-δυο». Το ίδιο είναι όταν παίζεις πιάνο ή βιολί, χρειάζεται να κάνεις ένα ζέσταμα.
— Εγώ, πάλι, πιστεύω πως διατηρείστε σε καλή φωνητική κατάσταση, γιατί δεν «καήκατε» από τις καταχρήσεις και τη νύχτα.
Μπράβο, αυτό είναι! Δεν κάπνισα ποτέ, απ' το αλκοόλ απείχα τελείως και από τα χαζοξενύχτια. Συνηθιζόταν τότε να πηγαίνουν όλοι μαζί μετά σε κάποιο άλλο μαγαζί, αλλά εγώ, τίποτα. Είχα και τον δεσμό με τον άντρα μου και δεν ήθελα να τα κάνω αυτά. Μόλις τελείωνα τη δουλειά μου, γύριζα στο σπίτι μου.
— Ο άντρας σας τι δουλειά έκανε;
Έχει μεγάλο βαθμό στην αστυνομία, είναι στρατηγός τώρα!
— Πού να σας άφηνε να γυρνάτε τότε; Λογικό...
Κοιτάξτε, εγώ δεν ήθελα. Δεν μπορούσα να κάθεται μόνος του στο σπίτι ή να 'ρχεται να με παίρνει κάθε βράδυ για να πηγαίνουμε αλλού. Δεν ήμουν αυτού του στυλ άνθρωπος.
— Κατάλαβα. Την είπατε με καμάρι την ιδιότητα του άντρα σας: στρατηγός!
Ναι, γιατί είναι ένας καταπληκτικός άνθρωπος και όσοι συνάδελφοι τον είχαν γνωρίσει τον αγαπούσαν πολύ. Ήταν πολύ δοτικός και όπου μπορούσε να βοηθήσει το έκανε με την καρδιά του. Κι αν έχει βοηθήσει κόσμο! Συνδεόμασταν πάρα πολύ και με τη Ρένα Βλαχοπούλου, που τον λάτρευε.
— Είχατε μεγάλη φιλία με τη Βλαχοπούλου. Μιλήστε μου λίγο γι' αυτήν.
Με τη Ρένα κάναμε μαζί νούμερα πίστας στην «Παλιά Αθήνα», ένα μεγάλο κοσμικό μαγαζί στην Πλάκα. Σκεφτείτε ότι έκαναν ντουέτα οι δυο τους με τον Σωτήρη Μουστάκα. Τεράστιοι ηθοποιοί! Εκεί τη γνώρισα ή, για να 'μαστε σωστοί, εκεί την έζησα. Πρέπει να ήταν το '71, το '72.
— Μες στην επταετία δηλαδή.
Ναι, μες στην επταετία, τότε που μπορώ να σας πω ότι όλα τα μαγαζιά ήταν τίγκα. Σκεφτείτε ότι μόλις οι ηθοποιοί ζήτησαν να έχουν ένα ρεπό από το θέατρο, κάθε Δευτέρα, έτσι κι εμείς είπαμε να κάνουμε το ίδιο.
— Καλό κι αυτό, να ψάχνετε τότε για ρεπό και σήμερα με το ζόρι να δουλεύει ένα μαγαζί μία μέρα την εβδομάδα.
Δυστυχώς. Κι έτσι τώρα, επειδή ούτε στην τηλεόραση πάω συχνά ούτε έχω έναν δίσκο για να προμοτάρω ώστε να είμαι στην επικαιρότητα, όπου πηγαίνω γίνεται χαμός. Είχα πάει τις προάλλες σε μια πρεμιέρα και με ρωτούσαν όλοι γιατί δεν εμφανίζομαι κάπου.
Έλα, πες μου, εσύ τώρα αν μπορώ εγώ να εμφανίζομαι μια-δυο φορές την εβδομάδα, να 'χω το άγχος αν θα έρθει κόσμος ή αν θα πάρω τα λεφτά μου. Γιατί; Γιατί να το κάνω αυτό; Ξαναλέω, δόξα τω Θεώ, είμαι χορτάτη! Σκεφτείτε ότι, παράλληλα με τα κέντρα όπου τραγουδούσα, έκανα και τρεις-τέσσερις χορούς παράλληλα.
— Χοροεσπερίδες θα εννοείτε.
Ναι, τραγουδούσα και σε άλλα μαγαζιά, σε ξενοδοχεία σαν το Χίλτον και το Μεγάλη Βρετάνια, το King George, παντού. Ήμουν δουλευταρού. Τελείωνα απ' το μαγαζί και είχα κανονίσει να τραγουδήσω σε χορό αμέσως μετά.
Είχα σοφέρ που με περίμενε με ανοιχτή τη μηχανή. Έριχνα από πάνω μια ζακέτα, μια εσάρπα και πήγαινα στον άλλο χώρο. Το ωραίο ήταν που έλεγα του μαέστρου: «Μόλις με δείτε να έρχομαι, παίξτε κατευθείαν την εισαγωγή!». (γέλια)
— Ήσασταν ερωτευμένη με τη δουλειά σας.
Ναι, ήμουν. Ο ορισμός της ευτυχίας είναι να βρίσκεσαι στη σκηνή, να παίζει η ορχήστρα, να κλείνεις τα μάτια και να νιώθεις πως η φωνή σου είναι εντάξει. Και τώρα ακόμη είμαι ερωτευμένη με το τραγούδι, με τη ζωή, με τη χαρά των νέων ανθρώπων που βλέπω.
Σκέφτομαι πόσο άδικο είναι αυτό σήμερα για τα νέα παιδιά. Πόσο θα διαρκέσει όλο αυτό; Ακούω κάτι φωνές από κοπέλες κι αγόρια και λέω τι κρίμα να μην μπορούν να μοιραστούν αυτό που κάνουν.
— Έχετε ξεχωρίσει κάποιους νεότερους συναδέλφους σας;
Πολλούς, πάρα πολλούς, αλλά δεν θα ήθελα να αναφέρω ονόματα.
— Κ. Δενάρδου, έχετε υπηρετήσει όλα τα είδη τραγουδιού, από το ελαφρό και το ελαφρολαϊκό μέχρι το ποπ. Ποιο σας πήγαινε περισσότερο;
Το καθαρά ελληνικό, καλό τραγούδι! Ως και του Ζαμπέτα τραγούδησα κομμάτια σε πίστα, όχι σε δίσκο. Ποια τραγούδια του, όμως; Τα αριστουργήματά του! Είχαμε λατρεία! Είχαμε βρεθεί και στην Αμερική, ήταν μαζί με τη γυναίκα του, εμείς σε άλλο κέντρο κι αυτός σε άλλο.
— Κι ύστερα αρχίζουν οι απώλειες των φίλων...
Πολλοί, πάρα πολλοί (βουρκώνει). Και τελευταία έχουν φύγει πολλοί. Άνθρωποι που έχουμε συνεργαστεί, όπως η Νάντια Κωνσταντοπούλου, και που δεν έχουμε συνεργαστεί, όπως η Τζένη Βάνου. Συναντιόμασταν πολύ με τη Βάνου στα φεστιβάλ.
— Όπως και με τη Μούσχουρη, να υποθέσω;
Με τη Μούσχουρη, όχι. Δεν την πρόλαβα, είχε φύγει ήδη στο εξωτερικό. Την έβλεπα μόνο στα πρωινά, σε συναυλίες του καιρού εκείνου, κι είχα λαχτάρα να γίνω τραγουδίστρια. Η Γιοβάννα είναι φίλη μου, καταπληκτική!
— Θυμάστε το πρώτο τραγούδι που γράψατε σε δίσκο;
Σε δισκάκι, μάλιστα... (σκέφτεται) Ένα τραγούδι που πάντα σκέφτομαι με συγκίνηση και το 'χα τραγουδήσει εδώ, στο θέατρο Παρκ, ήταν του Μίκη Θεοδωράκη, η «Μαργαρίτα - Μαγιοπούλα». Ήταν τότε που έκαναν τη σύμπραξη με τον Χατζιδάκι κι εγώ ήμουν η πρώτη που γύρισε σε δίσκο τη «Μαργαρίτα - Μαγιοπούλα».
Σκεφτείτε ότι ζούσε τότε ο πατέρας του Μίκη και με λάτρευε. Είχα κάνει και σιγόντο στον Μπιθικώτση με το «Βάρκα στο γιαλό». Μπουζούκι έπαιζε ο Ζαμπέτας, δεν χρειάζεται να πω τίποτε άλλο! (χαμογελάει) Πέρασα πολύ ωραίες στιγμές, μεγάλες συναντήσεις έχω ζήσει.
— Πληθωρικός ο Θεοδωράκης, έτσι;
Πληθωρικός και σπουδαίος! Όταν σε διηύθυνε στο τραγούδι του, σε συνέπαιρνε, βρε παιδί μου, σε μάγευε! Πληθωρικός, όπως ακριβώς το είπατε, αλλά δεν σε έπνιγε. Σου έδινε κάτι και πέταγες!
Δεν ξέρω, όμως, δυστυχώς ήμουν δειλός, πάρα πολύ δειλός άνθρωπος κι αυτό ήταν το μείον μου. Ποτέ δεν πήγα στον Χατζιδάκι, που τον έβλεπα κάθε μέρα εκεί, να γνωριστώ μαζί του και να του κάνω μια κρούση για συνεργασία. Τίποτα, τίποτα, τόσο χαμηλών τόνων άνθρωπος όσο εγώ δεν πιστεύω ότι υπήρξε!
— Πιστεύετε ότι ο Θεοδωράκης συνδύασε ευφυώς την πολιτική με τη μουσική του προσωπικότητα;
Τα συνδύασε όλα μια χαρά! Ακόμα και το ρεπερτόριο αυτό με τα επαναστατικά τραγούδια βρήκε τον δρόμο του, το σήκωνε η εποχή. Και σήμερα, όποτε η εποχή επιτάσσει αντιδραστικές στιγμές, τα τραγούδια του είναι ολόφρεσκα!
— Του συζύγου σας του άρεσε ο Θεοδωράκης;
Πολύ! Μα, κοιτάξτε, ο άντρας μου είχε ισχυρές φιλίες με τους πιο αριστερούς και τους πιο προοδευτικούς. Μου άρεσε να τους παρακολουθώ στις συζητήσεις τους, με τα επιχειρήματά τους ο καθένας. Ήταν σκέτη μαγεία.
— Είναι η παλιά αστική δεξιά, κ. Δενάρδου, που έχει εκλείψει.
Δεν μιλάω κομματικά τώρα, αλλά θα συμφωνήσω. Είχε μια ποιότητα ο άντρας μου, ήταν άλλο πράγμα! Επειδή όμως με ρωτήσατε για το πρώτο μου τραγούδι, θυμάμαι ότι στο ωδείο όπου πήγαινα ο διευθυντής, ο Τίτος Παπάζογλου, μου είχε δώσει κάποια τραγούδια του και μ' αυτά εμφανίστηκα μπροστά στον Μίνωα Μάτσα.
Εκεί, στην εταιρεία του Μάτσα, ξεκίνησα με σιγόντα στον Σώτο Παναγόπουλο, που δεν ζει πια. Κάναμε πολλά ντουέτα μαζί και σιγά-σιγά άρχιζα να σολάρω, αλλά όσοι μ' άκουγαν θα έλεγαν «έλα, μωρέ, αυτή είναι μεγάλη», μη γνωρίζοντας ότι μετά ξεκίνησα να γράφω στο στούντιο τα πρώτα δικά μου κομμάτια.
— Τραγουδήσατε πολλούς συνθέτες, αλλά εγώ θα ξεχώριζα το πέρασμά σας από το πιο μοντέρνο τραγούδι, την ποπ της εποχής.
Δεν τον αποποιούμαι τον χαρακτηρισμό, για όνομα του Θεού, μόνο που εγώ δεν υπήρξα κατεξοχήν ποπ τραγουδίστρια. Θυμάμαι κάτι ντουέτα σε τρία-τέσσερα κομμάτια που κάναμε με τον Τέρη Χρυσό. Βγαίναμε με παντελόνια καμπάνες, κάτι φουλάρια, όλα αυτά τα «χίπικα», και λέγαμε τραγούδια αυτού του μαλλιά που έφτιαχνε ρυθμικά τραγούδια, μου διαφεύγει τώρα το όνομά του.
Τα λέγαμε ως σατιρικά τα κομμάτια αυτά και ήταν μια τρέλα! Δεν με σταματούσε τίποτα, γι' αυτό και τραγούδησα επίσης πολύ ξένο τραγούδι.
— Απ' το στόμα μου το πήρατε. Ήσασταν κάτι σαν την Caterina Valente εκείνη την εποχή, είχατε ξενόγλωσσο ρεπερτόριο.
Ναι, τραγουδούσα σε γαλλικά και ιταλικά.
— Τις είχατε σπουδάσει τις γλώσσες ή τα μαθαίνατε επί τη ευκαιρία τα κομμάτια;
Γαλλικά είχα μάθει, τα ήξερα και τα τραγουδούσα καλά. Τα ιταλικά ήταν εύκολη γλώσσα τραγουδιστικά, δεν είχα δυσκολία. Εγώ, όμως, δεν τραγουδούσα ακριβώς πολύγλωσσο ρεπερτόριο, όπως η Valente, ήθελα μόνο ελληνικά.
— Έπαιξαν ρόλο σ' αυτό και οι κλασικές σας σπουδές.
Ακριβώς. Κλασικό τραγούδι έκανα στο ωδείο. Είχα πάρει εξαιρετικές κριτικές όταν έκανα μελοδραματική. Μελοδραματική σημαίνει πριν από το δίπλωμα να παρουσιάζεις μια ολόκληρη πράξη από μία όπερα. Εγώ είχα διαλέξει μία πράξη από τη «Μαντάμ Μπατερφλάι», είχα βγει κανονικά ντυμένη, με τα όλα μου. Τότε ήταν που μου είπαν «κρίμα» επειδή δεν πήγα στη Λυρική Σκηνή.
Δεν ήθελα, όμως, να 'μαι στη χορωδία, αφού δεν είχα τα μέσα για να «γίνω» ή για να πάρω έναν ρόλο. Μην έχοντας επίσης την οικονομική δυνατότητα να σπουδάσω έξω, σκέφτηκα, τελειώνοντας το Γυμνάσιο, να μην ασχοληθώ με καμία άλλη δουλειά εκτός από το τραγούδι. Ούτε καν σκέψη για γραμματέας. Και πάλι, όμως, τα πολύ ελαφριά τραγούδια δεν τα 'θελα καθόλου.
— Σαν ποια, ας πούμε, «Να το πάρεις το κορίτσι», τέτοια;
Τέτοια, ναι! Γοητευόμουν απ' τα τραγούδια του Αττίκ, διότι, επηρεασμένη απ' το κλασικό, δεν μπορούσα να πεταχτώ στα «λα-λα-λα». Μου άρεσαν ο Αττίκ και ο Χαιρόπουλος, λόγιοι συνθέτες και γεροί μελωδοί.
— Και σαν τον Κώστα Γιαννίδη.
Άλλη μου αγάπη αυτός! Κάναμε μια σειρά εκπομπών στο ραδιόφωνο της ΥΕΝΕΔ που λεγόταν «Η παλιά Αθήνα ξαναζεί». Ήταν ο Γιαννουκάκης με τον Γιαννίδη και του έλεγε ο Γιαννίδης: «Θυμάσαι, βρε Γιάγκο, που η Πατησίων στο τέρμα της ήταν μια ρεματιά και πετούσαμε χαρταετούς;».
Δεν μιλάμε για πολλά χρόνια πριν, εβδομήντα από σήμερα που μιλάμε και είκοσι από τότε που γίνονταν οι εκπομπές. Εκεί μέσα εγώ έμπαινα συνεπαρμένη κι έλεγα παλιά τραγούδια του Γιαννίδη και σμυρναίικα, γιατί αυτός ήταν Σμυρνιός. Υπάρχουν αυτά, δεν έχουν βγει, αλλά τα 'χω εγώ σε κασέτα. Δυο-τρία χρόνια κράτησαν οι εκπομπές αυτές και ο Γιαννίδης με λάτρευε.
— Θα κερδίζατε και πολλά χρήματα.
Βγάζαμε, κανονικά, αλλά εγώ μπορούσα να αποταμιεύω. Περνώντας τα χρόνια, ιδίως σήμερα, δεν αποταμιεύεις τίποτα. Είχα έναν άντρα πολύ οικονόμο, που έβλεπε το αύριο.
ΚΛΕΙΩ ΔΕΝΑΡΔΟΥ - ΑΓΑΠΗ ΜΟΥ ΑΝΟΙΞΕ ΝΑ ΜΠΩ, ΚΩΣΤΑΣ ΚΑΠΝΙΣΗΣ, 1967
— Ενώ εσείς δεν το βλέπατε;
Το 'βλεπα ή, ναι, μπορεί και να μην το 'βλεπα! Ήμουν πάντα εγκρατής, όμως, δεν κοιτούσα τα λούσα. Ήμουν πάντα καλοντυμένη και καλοχτενισμένη. Πετάγομαι αλλού τώρα: κάναμε κάποτε στη Θεσσαλονίκη ένα αφιέρωμα στον Σουγιούλ και στον Σακελλάριο. Βγαίναμε μια βόλτα στην παραλία και σταμάταγε ο κόσμος: «Αχ, κ. Δενάρδου, σας θυμόμαστε από τα φεστιβάλ! Τι ωραία ντυσίματα είχατε!».
Και τι ντυσίματα; Εγώ σε μοδίστρα ντυνόμουν, δεν ήξερα οίκους μόδας και τέτοια (γέλια). Πραγματικά, με εντυπωσιάζει όλη αυτή η αγάπη του κόσμου, αλλά σας το 'πα και πριν, είμαι εγώ τώρα για να βγαίνω σε κέντρο;
— Θα ήταν σίγουρα μια φθορά.
Άλλο να έκανα μια συναυλία τιμής ένεκεν, εκεί εντάξει...
— Να, όμως, που έχουμε ένα ολοκαίνουριο τραγούδι με τη φωνή σας. Πώς προέκυψε;
Το κομμάτι το έγραψε ο Αλέξανδρος Καψοκαβάδης, που είναι ανιψιός του άντρα μου. Ο Αλέξανδρος γεννήθηκε και μεγάλωσε μαζί με τον Νικόλα μου. Είναι και νονός, επίσης, του Αλέξανδρου, του εγγονού μου. Αυτός, όπως μου έχει πει, είχε πάντοτε την επιθυμία να μου γράψει ένα τραγούδι.
Το περασμένο καλοκαίρι, που τον φιλοξένησα στην Κέρκυρα με τη γυναίκα του, μου λέει «βρε θεία, άκουσε ένα τραγούδι» και πιάνει την κιθάρα και μου το σιγοψιθυρίζει. Μου εξήγησε πως ετοιμάζει έναν δίσκο κι ότι είναι όνειρο της ζωής του να πω κι εγώ ένα τραγούδι του. Δεν συγκινήθηκα απλώς... Να με συγχωρείτε κιόλας, δεν έχω μεγάλη ιδέα για τον εαυτό μου. Ποτέ δεν κατάλαβα πόση αξία έχω ή αν έχω καν. Ποτέ!
— Παρά την αγάπη του κόσμου;
Ναι, αισθανόμουν μεγάλη χαρά, αλλά εκείνη τη στιγμή μόνο, μετά τελείωνε. Έτσι και τώρα είπα του Αλέξανδρου: «Παιδί μου, μην το συζητάς. Στείλε μου το κομμάτι να το μάθω και όποτε μου πεις θα 'μαι στη διάθεσή σου για να το γυρίσουμε».
Τον Νοέμβριο, λοιπόν, πριν από έναν μήνα, με ειδοποίησε πως είναι έτοιμο και πως με περιμένει το στούντιο. Πήγα και το γύρισα. Να σας πω, όμως, ότι κι εκεί, στον σύλλογο Ερατώ που πάμε, όποτε οι μουσικοί, παλιοί και νέοι, ακούνε το επίθετο του άντρα μου, Καψοκαβάδης, με ρωτάνε: «Τον Αλέξανδρο Καψοκαβάδη τι τον έχετε;». «Ανιψιός μου είναι» τους απαντάω και εισπράττω τα καλύτερα λόγια.
— Σας πιστεύω. Εκτιμώ κι εγώ τον ανιψιό σας από το συγκρότημα Ματ σε 2 Υφέσεις, εδώ και κάμποσα χρόνια.
Ταλαντούχο παιδί, αλλά σεμνό κι αυτή η σεμνότητα είναι λιγάκι μείον για έναν καλλιτέχνη.
— Σαν κι εσάς...
Μα, γι' αυτό το λέω και γι' αυτό δεν άνοιξα πολύ κι εγώ τα φτερά μου.
— Σας έλειψε, λέτε, ένα πιο ευρύ ρεπερτόριο.
Οπωσδήποτε!
— Με ποιους θα θέλατε να έχετε συνεργαστεί;
Είπα του Χατζιδάκι τραγούδια...
— Εν τη απουσία του στις ΗΠΑ, αλλά εδώ θέλω να μείνουμε λίγο...
Ναι.
— Στον μεγάλο δίσκο «Κλειώ '73» τραγουδήσατε κομμάτια από τον «Καπετάν-Μιχάλη» και όχι μόνο.
Έχετε υπ' όψιν, εγώ πρωτοτραγούδησα το «Δεν ήταν νησί» και μετά το βγάλανε πολλοί άλλοι καλλιτέχνες.
ΚΛΕΙΩ ΔΕΝΑΡΔΟΥ - ΔΕΝ ΗΤΑΝ ΝΗΣΙ
— Ο Γιώργος Ρωμανός το τραγούδησε πρώτος.
Πρώτος ο Ρωμανός, αλλά από τη θεατρική παράσταση. Εγώ πρώτη γύρισα σε δίσκο κάποια τραγούδια από τον «Καπετάν-Μιχάλη».
― Τέλος πάντων, άλλο θέλω να σας πω, με τον φόβο να σας γίνω δυσάρεστος: ο ίδιος ο Χατζιδάκις, όπως το έγραψε ακριβώς, θεώρησε πως εν μέσω χούντας το «Δεν ήταν νησί» κυκλοφόρησε με τον λίγο ύποπτο τίτλο «Άμα λευτερωθεί η Κρήτη», γι' αυτό και με το που γύρισε, θέλησε να απολυμάνει το υλικό του για πιάνο - φωνή με τη Φλέρυ Νταντωνάκη...
Κοιτάξτε, εγώ τραγούδησα «Δεν ήταν νησί», έτσι είχε βγει με μένα. Τον Χατζιδάκι, εκτός από τότε που συνεργαζόταν με τον Θεοδωράκη, δεν τον ξανασυνάντησα. Μία φορά μόνο πήγα να τον δω, όταν είχε ιδρύσει την Ορχήστρα των Χρωμάτων.
Με πήρε ένας μουσικός του, συνεργάτης δικός μου από το Ακροπόλ, για να του μιλήσω κατ' ιδίαν μετά τη συναυλία. «Κλειώ μου!» μου είπε και μου έδειξε τρομερή οικειότητα και ζεστασιά. Και τότε ξανάπα πόσο κρίμα ήταν που δεν έκανα δουλειά μαζί του.
— Το καταλαβαίνω. Ήσασταν εξαιρετική τραγουδίστρια και ο Χατζιδάκις, προφανώς, θα εκτιμούσε το ταλέντο σας.
Ξέρετε ότι αυτό το τραγούδι, το «Δεν ήταν νησί», το πρωτάκουσα με αυτή την ενορχήστρωση από τη Νάνα Μούσχουρη στη Γαλλία; Αλλά και μετά, όταν έφυγε η δικτατορία, το έλεγα κι εγώ και γινόταν σεισμός! Μάλλον του Χατζιδάκι δεν του άρεσε πολύ να γίνονται επιτυχίες τα τραγούδια του, αυτό λέω εγώ σήμερα.
— Να πάμε τώρα και στο «Πού να 'ναι ο ίσκιος σου, Θεέ».
Αυτό ήταν σταθμός στην καριέρα μου! Ήρθαν στο σπίτι μου ο Ζακ Ιακωβίδης με τον Γαβριηλίδη τον στιχουργό. «Κλειώ, θέλουμε να τραγουδήσεις ένα κομμάτι» μου είπε κι άρχισε να μου το ψιθυρίζει, γιατί δεν είχα πιάνο στο σπίτι ‒ κακώς βέβαια.
Ξέροντας μουσική, άκουγα τις νότες και το σιγοψιθύριζα κι εγώ μέχρι που μ' έπιασε ένα ρίγος! «Μαέστρο», του κάνω, «αυτό το τραγούδι κάτι θα πάρει»!
— Αναφερόμενη, φυσικά, στην Ολυμπιάδα Τραγουδιού του 1969.
Ακριβώς, διεθνούς εμβέλειας!
— Και ο Σαρλ Αζναβούρ ήταν εκεί, νομίζω.
Ως γκεστ, ναι, αλλά προσέξτε, μέσα σε έναν διαγωνισμό χωρών όπως το Ιράν, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Τουρκία ‒ όλα τα κράτη του κόσμου! Την πρώτη μέρα ήμουν 13η, ανάμεσα σε καμιά δεκαπενταριά συνθέτες και τραγουδιστές. Το κομμάτι που θα ερχόταν πρώτο θα διαγωνιζόταν την επομένη στο διεθνές τμήμα της Ολυμπιάδας.
— Θυμάστε ποιοι άλλοι Έλληνες τραγουδιστές ήταν;
Όλοι! Ο Γιάννης Βογιατζής, η Γιοβάννα, ο Σώτος Παναγόπουλος, που έλεγε το «Χαρά μου, για σένα ζω, χαρά μου». Αν δείτε το πρόγραμμα που έχω κρατήσει θα δείτε και όλους όσοι βρέθηκαν εκεί. Η επιτροπή συνεδρίαζε σε σουίτα της Μεγάλης Βρετάνιας για το κομμάτι που θα 'βγαινε πρώτο!
Ο Γιάννης ο Βογιατζής πήγε κι έστησε αυτί κι ήρθε τρεχάλα πίσω στο Στάδιο. «Άντε», μου λέει, «το πήρες κι αυτό! Ήρθες πρώτη!». Εγώ να του λέω «μην παίζεις μ' αυτά τα πράγματα», καθώς δεν ήθελα να το πιστέψω.
Βγήκα τελικά πρώτη, όμως ούτε έκλαψα, ούτε μίλησα, ούτε κοκορεύτηκα, ούτε γέλασα. Μόνο τον άντρα μου, θυμάμαι, που τότε δεν ήμασταν παντρεμένοι ακόμα, να με παίρνει σε μια γωνιά και να μου λέει: «Όλα αυτά είναι εφήμερα, κοίτα μην πάρουν τα μυαλά σου αέρα» (γελάει πολύ).
Σωστή η παρατήρησή του, αλλά κι εγώ ήμουν πολύ προσγειωμένο παιδί, παρόλο που υπήρχαν ανταποκριτές από τα ξένα μέσα, π.χ. από την Ισπανία, επειδή στη Βαρκελώνη γινόταν ένας αντίστοιχος διαγωνισμός τραγουδιού. Ήταν, όμως, μια τεράστια στιγμή στην καριέρα μου!
— Θεωρείτε αδικία που η τεράστια αυτή στιγμή στην καριέρα σας ταυτίστηκε με τη χούντα, που με ένα σερφάρισμα στο Διαδίκτυο αναφέρεται η Κλειώ Δενάρδου ως «το πουλέν της χούντας»;
Τώρα που μου τα ρωτάτε όλα εσείς, θα μου κάνετε τη μεγάλη χάρη να μ' αφήσετε να μιλήσω και να τα γράψετε όπως σας τα λέω!
— Αυτό εξυπακούεται, κ. Δενάρδου.
Έχουν περάσει τόσα χρόνια κι έχω αδικηθεί κατάφωρα απ' αυτό το πράγμα! Να είστε σίγουρος πως αν δεν έπαιρνα το Α' Βραβείο, ούτε θα ήξερε κανείς ότι έλαβα μέρος στην Ολυμπιάδα. Αφού δεν μιλάει κανείς για τους άλλους τραγουδιστές που ήταν εκεί, δεν λένε τίποτα για κανέναν συνθέτη!
— Γιατί το χρεωθήκατε τόσο πολύ εσείς; Από τα κόμπλεξ και τη ζήλια των άλλων;
Δεν ξέρω και δεν μ' ενδιέφερε! Και ξέρετε κάτι; Εμένα μου λέγανε να πάω να τραγουδήσω και πήγαινα οπουδήποτε, ήμουν τραγουδίστρια όλων των Ελλήνων και όλης της Ελλάδος, δεν ήμουν η τραγουδίστρια των μεν ή των δε! Όταν από μόνοι τους μου δίνουνε μία και με κατατάσσουν κάπου, πείτε μου εγώ τι θα μπορούσα να κάνω! Εγώ ήξερα να κλείνω δουλειές και να πηγαίνω να τραγουδάω, αυτό ήταν το μόνο που μ' απασχολούσε!
Σας παρακαλώ να το γράψετε έτσι, γιατί είναι μεγάλη αδικία αυτή και το συγκεκριμένο τραγούδι συγκινεί ακόμα τον κόσμο, όποτε το τραγουδάω. Το ξανατραγούδησα στην πρόσφατη αναβίωση του Φεστιβάλ Τραγουδιού Θεσσαλονίκης και ενώ δεν έβλεπα απ' τα φώτα, ο κόσμος όλος είχε σηκωθεί όρθιος και χειροκροτούσε! Μπορείτε να το καταλάβετε;
— Εγώ μπορώ, αλλά ίσως κάποιοι σας χρέωσαν τη σύμπραξη με ένα καθεστώς τυραννικό, δικτατορικό.
(θυμώνει) Βρε μάνα μου, τα θέατρα δεν ήταν γεμάτα; Σε παρακαλώ πολύ, δεν πηγαίναμε όλοι στο ραδιόφωνο, δεν κάνανε όλοι δουλειές; Γιατί εγώ να το χρεωθώ και να μην το χρεωθούν τόσοι και τόσοι;
— Συγχωρέστε με, αλλά είναι πράγματα που δεν μπορώ να μην τα ρωτήσω.
Ναι, κάνετε πολύ καλά και μου δίνετε την ευκαιρία επιτέλους να τα πω κι εγώ! Γιατί, όμως, εγώ; Γιατί; Τα κέντρα ήταν όλα γεμάτα, οι μπουάτ, οι εταιρείες δίσκων γύριζαν συνέχεια τραγούδια! Τότε ήταν που πληρωνόντουσαν όλοι με χρυσάφι!
— Συμφωνώ, πολλοί συνάδελφοι σας «φτιάχτηκαν» τότε.
Κατάλαβες; Κι εγώ πήγαινα με το μεροκάματο!
— Έχετε θυμώσει πολύ, όπως σας βλέπω τώρα.
Κοιτάξτε, θυμώνω, γιατί το πρόβατο πρέπει κάποια στιγμή να σηκώσει λίγο το ανάστημά του. Επιπλέον, εγώ δεν γνώριζα ανθρώπους, κανέναν και τίποτα από εκείνη την κατάσταση. Υπήρξε συνθέτης, φίλος του αντρός μου, που γύρισε και του είπε «μπράβο, βρε Αλέκο, που έφερες τόσο κόσμο», λες και θα μπορούσε ποτέ να γεμίσει ένα στάδιο για ν' ακούσουν τη γυναίκα του!
Ό,τι πιο κωμικό και γελοίο είχαμε ακούσει! Έπειτα, αδικία δεν ήταν και για τον Οικονομίδη, που διέπρεψε και βοήθησε τόσο κόσμο, που έβγαλε τόσους ανθρώπους απ' την αφάνεια, που έφαγαν ψωμί καλλιτέχνες απ' τα χέρια του, και μετά του έριξαν τέτοιο κλότσο;
— Πάντως, μια και τα λέμε όλα, έκανε καραμπάμ όλη αυτή η χουντική κακογουστιά με τα αρχαιοελληνικά άρματα και τις τεράστιες άρπες. Συμφωνείτε;
Έλα, μωρέ, τι πιο ωραίο από μια άρπα που με βάλανε και τραγούδησα; Τι θέλανε δηλαδή, κουδούνια να μου κρεμάσουν να τραγουδάω; Για όνομα του Θεού και της Παναγίας, βλέπω και τα έργα τους τα τωρινά!
— Δεν θα διαφωνήσω καθόλου κι εγώ μαζί σας τώρα.
Πώς θα έπρεπε δηλαδή να με στήσουν μέσα σ' ένα στάδιο τεράστιο; Όταν ανέβαινα τα σκαλιά για να φτάσω ψηλά στην άρπα, για να 'χω από κάτω την ορχήστρα, όταν άρχισε να παίζει αυτή η καταπληκτική εισαγωγή του «Που να 'ναι ο ίσκιος σου, Θεέ», είπα «τώρα, Κλειώ, είσαι εσύ και ο Θεός»! Ήμουν τόσο μόνη στην ουσία εκεί πάνω.
Σ' το λέω τώρα και μου 'ρχονται δάκρυα στα μάτια! Πραγματικά, ήμουν μόνη, εγώ κι ο Θεός, για να τα βγάλω πέρα μ' αυτό το μανιασμένο πλήθος στην αρένα, που ήταν έτοιμο να σε κατασπαραξει αν έκανες το παραμικρό λαθάκι.
ΚΛΕΙΩ ΔΕΝΑΡΔΟΥ - ΠΟΥ ΝΑ ΝΑΙ Ο ΙΣΚΙΟΣ ΣΟΥ ΘΕΕ -Β'ΟΛΥΜΠΙΑΔΑ ΤΡΑΓΟΥΔΙΟΥ 1969
— Απ' όσα μου λέτε και με δεδομένο το «ό,τι έγινε, έγινε», καταλαβαίνω πως θα πρέπει να σας πολέμησαν ερήμην σας.
Για να είμαι ειλικρινής, δεν μου φάνηκε, δεν το καταλάβαινα. Πέραν των σχολίων που υπήρξαν και που μου έθιξες, με συνεπήρες και γι' αυτό μίλησα λίγο περισσότερο, όπως δεν το είχα κάνει μέχρι σήμερα.
— Σας ευχαριστώ, αλλά καλό είναι να ηρεμούν μέσα τους οι άνθρωποι διά της φωνής τους.
Δεν έχεις άδικο. Και ως συνέχεια αυτού που έλεγα, παντού, όπου ήταν να τραγουδήσω, ήξερα τη θέση μου και το μόνο που μ' απασχολούσε πολύ ήταν το πού θα έμπαινε το όνομά μου.
— Στη μαρκίζα;
Στη μαρκίζα, ναι! Όλα τα άλλα, που σε κάποιους τους έκλειναν τα μικρόφωνα ή είχαν τέτοιου είδους προβλήματα, δεν μ' απασχολούσαν! Στην τελική, παραμέριζα το μικρόφωνο και πολλές φορές τραγουδούσα έτσι, χωρίς μικρόφωνο, και ήταν και πιο θείο το άκουσμα!
— Πώς το είδατε όλο αυτό το μεταπολιτευτικό κλίμα στο τραγούδι με τα πολιτικά επικά άσματα και τις ρεμπέτικες κομπανίες;
Εγώ είχα το ρεπερτόριο το δικό μου κι εκεί τελείωνε το θέμα. Οι εποχές αλλάζουν, κάθε εποχή φέρνει ή θέλει τα δικά της, που είναι σεβαστά και πολύ ωραία. Πώς θα μπορούσε να υπάρξει το παλιό, παρόλη τη συγκίνηση που προκαλεί;
— Εμπεριέχει το ρετρό το καθετί παλιό.
Όχι ακριβώς το ρετρό, αφού γίνονται νέες παραγωγές κι έρχονται πολύ ωραία νέα ακούσματα. Άλλα τα παραδέχομαι, άλλα όχι. Σε όποιον άρεσε να μ' ακούει, θα μ' άκουγε, όποιος ήταν να με καλέσει, θα με καλούσε, εγώ το ίδιο ρεπερτόριο θα έλεγα, αυτό με το οποίο πορεύομαι μέχρι σήμερα.
— Ακούτε σήμερα τους δίσκους σας;
Όχι (γελάει). Μόνο εάν χρειαστεί να ξανακούσω κάτι για να το φρεσκάρω στη μνήμη μου κι εκεί είναι που λέω: «Κοίτα να δεις πόσο ωραίο ακούγεται».
— Τι άλλο λέτε, «τα ακούμε και πάμε μπροστά ή απλώς τα ακούμε για να θυμόμαστε»;
Τα ακούμε και θυμόμαστε! Με ιδιαίτερη συγκίνηση, φυσικά, γιατί όλα αυτά έπιασαν μεγάλη θέση στη ζωή μου.
— Κάθε βράδυ που πέφτετε για ύπνο γυρίζει στο μυαλό σας ένα παλιό σας τραγούδι;
Όχι, τίποτα.
— Τώρα σας συμβαίνει με τη συζήτηση;
Ναι, αυτό μου συμβαίνει τούτη τη στιγμή!
— Πού οφείλεται αυτό;
Ίσως γιατί στο μυαλό μου έρχεται μόνο κάτι που θα με πειράξει ή θα με ευχαριστήσει πολύ. Αναπολώ με πολλή αγάπη και συγκίνηση, αλλά δεν παραβλέπω πως πρόκειται για το παρελθόν, το περασμένο.
— Απέναντί μου έχω μια κομψή και όμορφη κυρία. Κάνετε κάτι ιδιαίτερο γι' αυτό;
Ένα άλλο μείον μου είναι πως, παρότι ο Θεός διατήρησε καλά τη φωνή μου, δεν προσέχω καθόλου την εμφάνισή μου.
— Πλάκα μου κάνετε, κομπλιμέντα θέλετε;
Όχι, θα μπορούσα να προσέχω περισσότερο το σώμα μου, αλλά είμαι αμελής σ' αυτά τα πράγματα. Και με την υγεία μου προσέχω το κατά δύναμιν, κάνω ένα τσεκάπ τον χρόνο κι αυτό λόγω της αδερφής μου, η οποία προσέχει περισσότερο, οπότε κοντά σ' εκείνη, κοιτιέμαι κι εγώ. Η καθημερινότητά μου όλη πλέον περνάει με το σπίτι.
Μπορεί να έχω μια βοήθεια στις δουλειές, αλλά δεν είμαι να κάθομαι σ' έναν καναπέ και να τα περιμένω όλα. Λατρεύω το μαγείρεμα, εγώ που δεν ήξερα να βράσω ένα αυγό. Έχεις δει άνθρωπο να φτιάχνει αυγό, μισό βρασμένο και μισό ωμό; Πώς τα κατάφερα κι έφτασα στο σημείο να είμαι μια πολύ καλή μαγείρισσα!
— Μαγειρεύετε για φίλους, το 'χετε «ανοιχτό» το σπίτι σας;
Όχι τακτικά. Τώρα στις γιορτές θα έρθουν ο γιος μου με τον εγγονό μου.
— Φιλίες έχετε κρατήσει;
Τηλεφωνικά. Να, είδα φίλους τις προάλλες σε μια πρεμιέρα που πήγα. Συναντιέμαι καμιά φορά με την Άντζελα Ζήλεια, με τον Γιαννάκη τον Πετρόπουλο και τηλεφωνιέμαι με τη Γιοβάννα και με τον Τέρη Χρυσό.
ΚΛΕΙΩ ΔΕΝΑΡΔΟΥ, ΤΕΡΗΣ ΧΡΥΣΟΣ - Ο ΜΥΘΟΣ
— Προσκλήσεις συνεχίζουν να φτάνουν στην πόρτα σας;
Ε, όχι πολύ πια. Εντάξει. Μετά βίας πάω κάπου τώρα.
— Πώς σας φάνηκε αυτή η συνέντευξη που φτάνει στο τέλος της;
Κοιτάξτε, εγώ το μόνο που ήξερα ήταν να τραγουδώ. Είχα πάντα κάποια δυσκολία στο να δίνω συνεντεύξεις. Δεν ήμουν πολύ εύκολη στο να μιλήσω και ακόμα και στην τηλεόραση με έβλεπα μετά κι έλεγα: «Αυτό γιατί το είπες;». Χωρίς να σε κολακεύω, όμως, με έφερες από δω, με έφερες από κει, και ο χρόνος κύλησε αβίαστα, φυσικά κι ευχάριστα.
— Να περιμένουμε ολόκληρο δίσκο μετά απ' αυτό το ένα τραγούδι;
Αν θελήσει ο Αλέξανδρος ο Καψοκαβάδης να επεκτείνουμε τη συνεργασία, να κάνουμε μαζί ένα ντουέτο ακόμα, εγώ είμαι στη διάθεσή του. Κι επειδή μαζί σου θέλω να τα λέω όλα κανονικά, αν βγάλω έναν δίσκο, τι θα γίνει μετά; Θα κάνει ο κόσμος «ααα», θα τον αγοράσει αβέρτα κι όλα εντάξει; Εδώ νέα παιδιά, που είναι στην επικαιρότητα, τους βγαίνει το λάδι για να πουλήσουν έναν δίσκο!
— Μπορεί όμως να θέλετε να βγάλετε το μέσα σας, να μην είναι οι πωλήσεις το μόνο ζητούμενο.
Κάπου πρέπει να υπάρχει και συνέχεια, ξέρετε πώς το λέω. Ας κλείσουμε με μια ευχή μέρες που είναι: να είναι καλά η οικογένειά μου, το παιδί μου και η οικογένειά του. Τίποτε άλλο δεν θέλω, να είμαστε όλοι καλά και να αισθανόμαστε λίγο ευχαριστημένοι από τη ζωή.
Το λίγο, καλώς ή κακώς, δεν είναι στη φύση των ανθρώπων.
Με το λίγο, γιατί τώρα πια δεν νομίζω να υπάρχει το πολύ. Είναι σαν να βρίσκεσαι με τον πρώτο σου έρωτα και νομίζεις ότι όλα είναι μαγικά και με ψωμί κι αλάτι μπορείς να τη βγάλεις. Όπως ήταν τα πάντα τότε, καλοκαμωμένα.