O Γιάννης Βεσλεμές που πήρε το βραβειο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη αφηγείται τη ζωή του

O Γιάννης Βεσλεμές που πήρε το βραβειο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη αφηγείται τη ζωή του Facebook Twitter
0

Γεννήθηκα το '79 στο Χαλάνδρι, δίπλα στο σινεμά Αβάνα. Η πρώτη ταινία όπου με πήγε η μάνα μου ήταν η συνέχεια του Μάγου του Οζ, Return to Oz. Ακόμα και τώρα τη θεωρώ σπουδαία ταινία. Βίαιη και σκοτεινή. Οι σημερινές παιδικές ταινίες είναι ανώδυνες και γι' αυτό καθόλου συναρπαστικές. Τα παιδιά αντέχουν το σκοτάδι και όταν μεγαλώνουν το επεξεργάζονται και το βάζουν στην πραγματική του διάσταση. Από τα 15 ήξερα τι ήθελα να κάνω στη ζωή μου. Στα 25 μου πέρασα μια φάση που έχασα τον στόχο μου και μου φάνηκε τρομακτικό. Νομίζω ότι αν μπορούσα να αλλάξω κάτι, θα άλλαζα το γεγονός ότι στα 15 μου ήμουν τόσο ώριμος και ήξερα τι ήθελα να κάνω. Τώρα είμαι 35 χρονών και ξέρω, όπως και τότε, ότι θέλω να γράφω μουσικές και να κάνω ταινίες.

  • Έχω αναμνήσεις από δύο ετών. Και με αφορμή την ταινία, τη δεκαετία του '80 την κουβεντιάζω συχνά. Η δική μου εκδοχή των '80s δεν έχει απόλυτη σχέση με την πραγματικότητα. Το ότι την επισκέπτομαι συχνά, δεν σημαίνει απαραίτητα ότι τη νοσταλγώ. Με ενδιαφέρει γιατί εκεί χάνονται ή γίνονται δυσδιάκριτα τα όρια του καλού και του κακού γούστου και πολιτικά μπαίνουν οι γκρίζες ζώνες στο παιχνίδι. Ένας νέος του σήμερα μπορεί πιθανότατα στο μέλλον να βρίσκει ενδιαφέρουσα την εποχή μας για τους ίδιους ακριβώς λόγους. Το ότι βιώνεις έντονα την εποχή της παιδικής σου ηλικίας δεν σημαίνει απαραίτητα ότι την εξιδανικεύεις.

Δεν υπάρχει πια το guilty pleasure. Στην τέχνη δεν υπάρχει για μένα κάτι καθιερωμένο, μια σταθερά, κάτι αντικειμενικά αριστουργηματικό.Υπάρχει αυτό που μόνο εσύ αγαπάς και φιγουράρει σε μια λίστα προσωπική.

  • Στην εφηβεία άρχισα να πηγαίνω μόνος μου στα διάφορα σινεμά του κέντρου. Στην Ταινιοθήκη της Κανάρη και στο Άστυ της Κοραή, στο Αλφαβίλ της Μαυρομιχάλη. Έβλεπα φανατικά ευρωπαϊκό κι ελληνικό σινεμά, ρετροσπεκτίβες, αφιερώματα και ό,τι μου φαινόταν διαφορετικό από αυτό που έπαιζε η τηλεόραση. Στο σπίτι έκαιγα το βίντεο με όλα τα VHS – μου τράβαγαν την προσοχή τα εξώφυλλα, συνήθως sci-fi και ταινίες τρόμου.
  • Με μια δανεική super 8 ξεκίνησα να τραβάω τα πρώτα μου πειραματικά φιλμ. Αυτό το πράγμα μού φάνηκε πολύ προσιτό και οπτικά ενδιαφέρον σε σχέση με τη βιντεο-εικόνα που κυκλοφορούσε τότε. Η μουσική ήρθε λίγο αργότερα. Πέρασα απ' όλα, κλασικό πιάνο και ωδείο, γυμνασιακές μέταλ μπάντες, ελληνόφωνα ροκ κακέκτυπα, παρωδίες Depeche Mode ντουέτα. Ενδιαφέρον έγινε όταν κάποια στιγμή αγόρασα ένα συνθεσάιζερ κι ένα MPC sampler. Τότε άρχισα να καταλαβαίνω την αρχιτεκτονική του ήχου και την άμεση χαρά της ηλεκτρονικής μουσικής.
  • Η μουσική σε ανταμείβει συναισθηματικά σχετικά πιο εύκολα και πιο γρήγορα και κάπως κυριάρχησε στη ζωή μου μια περίοδο, ενώ το σινεμά ήταν πάντα –τουλάχιστον στο μυαλό μου– προτεραιότητα. Γι' αυτό προσπάθησα να ξεχωρίσω τη μουσική από τον κινηματογράφο με αυτή τη φανταστική περσόνα του Felizol.
  • Με τον Boy γνωριστήκαμε στη σχολή κινηματογράφου. Είχαμε μια μπάντα τότε, τους Sportex, μια πρωτόγονη εκδοχή αυτού που κάνουμε σήμερα. O Βούλγαρης τον πρώτο καιρό ντρεπόταν να τραγουδήσει, έπαιζε τύμπανα και πλήκτρα. Γρήγορα, βέβαια, με εκτόπισε, γιατί προφανώς τραγουδούσε καλύτερα από μένα. Στην μπάντα προστέθηκε και ο Έκτορας (ή Dr Hector), που είναι απίθανος σκιτσογράφος και συγγραφέας, κι έτσι πάλευαν τα τρία «εγώ» μας στην πίστα. Στις αρχές του 2000 ήμασταν κάτι σαν τα σκαθάρια της οδού Θεμιστοκλέους.
O Γιάννης Βεσλεμές που πήρε το βραβειο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη αφηγείται τη ζωή του Facebook Twitter
Δεν με ενδιαφέρει και πολύ να διαχωρίζω τα πράγματα σε όμορφα και άσχημα, και αυτή η δεκαετία αυτό το σηματοδοτεί με κάποιον τρόπο... Φωτό: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
  • Η πρώτη ταινία που έκανα ήταν το '98 και λεγόταν Τούγκο Τούγκο. Ήταν μια ομαδική δουλειά με την οποία προσπαθήσαμε να καλύψουμε τις ελλείψεις της σχολής. Ήταν μια σπουδαστική ταινία που κάναμε στο πρώτο έτος, αλλά κινήθηκε σε διάφορα φεστιβάλ κι έτσι ήρθαν κάποια λεφτά για να μπορέσω να κάνω κι άλλες μικρού μήκους ταινίες. Το 2000 έκανα τον Φωταγωγό, το 2003 το Goal, το 2009 το ΟΣΙΚΙ.
  • Οι ταινίες μου, παρόλο που ήταν μικρού μήκους, δεν ήταν εύκολες. Ήταν πρότζεκτ που στο καθένα αφιέρωνα τουλάχιστον τρία χρόνια και κάποια ήταν αρκετά ακριβά ως παραγωγές. Οπότε, η μεγάλου μήκους, ως κατασκευή, πρακτικά δεν με ζόρισε τόσο. Η πραγματική δυσκολία σε μια μεγάλου μήκους ταινία είναι στην έκθεσή της στον κόσμο, στο κοινό. Εκεί παίρνεις τα μεγαλύτερα ρίσκα.
  • Αυτό το πράγμα που ήθελα από την αρχή, να παίζεται δηλαδή η ταινία μόνο μεταμεσονύκτια κάθε Σάββατο, έχει λειτουργήσει. Είναι sold out οι προβολές και θα το κρατήσουμε έτσι. Οι μεταμεσονύκτιες ήταν και μια ανάγκη να φτιαχτεί ένας εναλλακτικός τρόπος διανομής και να βρει η ταινία τον κόσμο της σιγά-σιγά, με λίγο διαφορετικό τρόπο. Να μπει ο θεατής στη διαδικασία, να το αντιμετωπίσει αυτό το πράγμα ως κάτι πιο αυστηρό, ότι θα πας να δεις την ταινία μόνο τότε, μόνο κάτω από αυτές τις συνθήκες. Μου άρεσε η εποχή των '90s που μπορούσες, και στα κανονικά σινεμά αλλά και στα multiplex, να βλέπεις ταινίες στη μία και στις δύο το πρωί. Δεν έχω προλάβει το πρώτο κύμα των μεταμεσονύκτιων προβολών στην Αθήνα, αρχές '90 όμως πρόλαβα το δεύτερο με το Αλφαβίλ ή πιο μετά, κάτι έξαλλα καλοκαίρια στη Δεξαμενή.
  • Έχω προλάβει, επίσης, το παράνομο κύκλωμα της βιντεοκασέτας, που ήταν ο μόνος τρόπος, πέρα από το σινεμά, για να έρθεις σε επαφή με το ζόρικο, άγνωστο, πραγματικά undergrοund σινεμά. Πολύ μεγάλη σημασία για μένα είχε και έχει η συνθήκη της αίθουσας. Σε ένα αφιέρωμα πας και βλέπεις 3 και 4 ταινίες. Ακόμα και αν δεν είσαι απόλυτα συγκεντρωμένος σε όλο αυτό –θα κοιμηθείς λίγο στη μία ή θα μασουλάς κάτι στην άλλη–, δεν έχει και πολλή σημασία. Από μόνο του είναι ένα γεγονός, το «σινεμά ρεπερτορίου». Με ενοχλεί που απαξιώνεται η αίθουσα κι εξισώνεται με το σπίτι. Δεν με πειράζει να κατεβάζει κάποιος ταινίες – και όταν το Ίντερνετ πια σκληρύνει, θα τη θυμόμαστε αυτή την εποχή. Η αίθουσα, όμως, πάει να χαθεί και κάπως πρέπει να βρεθεί ένας τρόπος να επιστρέψουμε σε αυτήν.

Κάθε εβδομάδα ζητάω από το κορίτσι μου να με πάει βόλτα στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, αλλά δεν με πάει ποτέ. Όταν βολτάρω δίπλα στα αρχαία, φαντάζομαι ιστορίες αρχαιοελληνικής επιστημονικής φαντασίας.

  • Η Νορβηγία είναι μια φυσική συνέχεια των μικρών μήκους που έκανα αλλά και των δίσκων που βγάζω ως Felizol. Αυτά τα δύο έγιναν φέτος ένα. Ήθελα με τον χαρακτήρα του Ζανό (Βαγγέλης Μουρίκης) να περιγράψω έναν άνθρωπο που ξοδεύεται στη νύχτα ψάχνοντας την αγάπη, τη συντροφικότητα, την παιδικότητα. Προσπάθησα να βάλω μέσα όλες μου τις εμπειρίες από την ενασχόλησή μου με τη νύχτα και τα πλάσματά της, αλλά και τις ψυχωμένες μουσικές, τη στάχτη απ' τις καμένες ταινίες. Τα τοποθέτησα όλα αυτά στο «δωμάτιο» της Νορβηγίας. Διαδραματίζεται στα '80s γιατί νιώθω ότι κάπως αυτή η εποχή συντονίζεται με το τώρα. Δεν με ενδιαφέρει και πολύ να διαχωρίζω τα πράγματα σε όμορφα και άσχημα, και αυτή η δεκαετία αυτό το σηματοδοτεί με κάποιον τρόπο. Αυτό το βρίσκω τρομερά ενδιαφέρον, δεν έχει να κάνει πολύ με το camp ή τον χαβαλέ. Δεν υπάρχει πια το guilty pleasure. Στην τέχνη δεν υπάρχει για μένα κάτι καθιερωμένο, μια σταθερά, κάτι αντικειμενικά αριστουργηματικό. Υπάρχει αυτό που μόνο εσύ αγαπάς και φιγουράρει σε μια λίστα προσωπική.
  • Βρικόλακες είναι αυτοί που καίγονται τη νύχτα και ζουν λες και δεν υπάρχει αύριο. Είναι οι τελευταίοι ρομαντικοί. Αυτός είναι ο ήρωάς μου και τον αγαπώ, παρόλο που φαντάζει παράσιτο. Κουβαλάει όλα τα κουσούρια του Νεοέλληνα κατά μία έννοια, αλλά έχει δικό του σύστημα αξιών. Είναι ένας καραγκιόζης-σαμουράι χαμένος μέσα σε ένα πάρτι που δεν τελειώνει ποτέ.
  • Αυτό που έχω παρατηρήσει πολλές φορές είναι ότι πλέον οι κακές κριτικές σχολιάζουν τις καλές κριτικές ή το hype και όχι τις ίδιες τις ταινίες. Μου λείπουν οι άνθρωποι που καιγόντουσαν από την αγάπη τους για το θεωρητικό κείμενο. Οι κριτικοί που αφιέρωναν χρόνια μελετώντας το έργο ενός σκηνοθέτη ή ένα ισχυρό κινηματογραφικό ρεύμα. Αυτοί που συνομιλούσαν με τους ανθρώπους του σινεμά και δεν κρυβόντουσαν πίσω από τη μίζερη μικρή οθόνη του υπολογιστή.
O Γιάννης Βεσλεμές που πήρε το βραβειο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη αφηγείται τη ζωή του Facebook Twitter
Είμαι μάλλον συντηρητικούλης. Μένω στην ίδια πόλη 35 χρόνια, οπότε από αυτή την άποψη ζω πιο πολύ μέσα στο κεφάλι μου... Φωτό: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
  • Είμαι μάλλον συντηρητικούλης. Μένω στην ίδια πόλη 35 χρόνια, οπότε από αυτή την άποψη ζω πιο πολύ μέσα στο κεφάλι μου. Τα κινηματογραφικά γυρίσματα, οι ηχογραφήσεις μου, οι συναυλίες είναι ό,τι πιο κοντινό σε αυτό που θεωρώ περιπέτεια. Αυτό που μου ταράζει ακόμα τη φυσιολογική κατά τα άλλα ζωή μου είναι η τέχνη των άλλων. Ο Ρόμπερτ Άλτμαν, για παράδειγμα. Αυτός ο άνθρωπος ήταν τόσο παραγωγικός –έκανε πάνω από 40 ταινίες– και αδιάφορος απέναντι στα σενάρια που έπαιρνε στα χέρια του. Τα πέταγε κι επιχειρούσε στο γύρισμα να φτιάξει κάτι που θα ήταν τελείως καινούργιο. Συγκρούστηκε με όλα τα συστήματα, τους παραγωγούς και τους ηθοποιούς του Χόλιγουντ. Άφησε κάτι το οποίο είναι αδιανόητα προσωπικό και επηρέασε όλο το σύγχρονο σινεμά χωρίς να το πάρουμε καν χαμπάρι. Θαυμάζω επίσης τον Βαγγέλη Παπαθανασίου. Είναι περισσότερο γνωστός για το δεύτερο κομμάτι του έργου του, που είναι η μουσική για τα σαλόνια, αλλά ξεχνάει ο κόσμος ότι τα άλμπουμ της δεκαετίας του '70 και των αρχών του '80 είναι μονόλιθοι πειραματισμού και προσήλωσης σε έναν ήχο που τον διαμόρφωσε ουσιαστικά ο ίδιος. Έφερε μια «ελληνικότητα» στον ηλεκτρονικό ήχο που μέχρι τότε κανείς δεν είχε δοκιμάσει, να παντρέψει δηλαδή μουσικά ιδιώματα βυζαντινά με έναν τεχνολογικό και φουτουριστικό τρόπο.
  • Επιστρέφω συνεχώς στα βιβλία της Μαργαρίτας Καραπάνου. Για μένα είναι η σημαντικότερη και πιο τολμηρή Ελληνίδα συγγραφέας. Μίλησε για τα τραύματα της παιδικής ηλικίας και του έρωτα με τον πιο τρυφερό και ταυτόχρονα σκληρό τρόπο. Με τον Βούλγαρη γράψαμε γι' αυτήν ένα θλιμμένο αργό ζεμπέκικο techno και του δώσαμε το όνομά της.
  • Δεν μου αρέσει που μεγαλώνω, αλλά παρατηρώ ότι ασπρίζουν τα μαλλιά μου και αρχίζει και έχει την πλάκα του. Δεν μου πάει που γερνάω, αλλά σίγουρα θα μου πάνε τα λευκά μαλλιά. Πιστεύω ότι όλα στο σύμπαν είναι τυχαία, τίποτα δεν είναι προκαθορισμένο. Δεν υπάρχει κάτι πέρα απ' τον θάνατο. Προσεύχομαι γι' αυτό.
  • Τι μου αρέσει να κάνω, πέρα απ' τη μουσική και το σινεμά; Επισκέπτομαι τους φίλους μου, μαγειρεύω, καίγομαι στο Ίντερνετ, κάνω βόλτες με τα πόδια στην Αθήνα. Δεν έχω δίπλωμα οδήγησης, περπατάω αρκετά. Κάθε εβδομάδα ζητάω από το κορίτσι μου να με πάει βόλτα στους Στύλους του Ολυμπίου Διός, αλλά δεν με πάει ποτέ. Όταν βολτάρω δίπλα στα αρχαία, φαντάζομαι ιστορίες αρχαιοελληνικής επιστημονικής φαντασίας. Έχεις διαβάσει Λουκιανό; Ε, κάπως έτσι. Μου αρέσει πια η Αθήνα, κάποτε τη μισούσα. Υπήρχε μια περίοδος που έβγαινα τα βράδια μόνο όταν έπαιζα ο ίδιος μουσική. Έγινε λίγο τρομακτικό αυτό, γιατί συνδύασα όλα τα μαγαζιά με τη δουλειά και δεν είναι εύκολο να διασκεδάζω τώρα σε αυτά. Τώρα προτιμώ να διασκεδάζω στα ταξίδια, έξω από την Αθήνα ή στο εξωτερικό.
O Γιάννης Βεσλεμές που πήρε το βραβειο πρωτοεμφανιζόμενου σκηνοθέτη αφηγείται τη ζωή του Facebook Twitter
Δεν μου αρέσει που μεγαλώνω, αλλά παρατηρώ ότι ασπρίζουν τα μαλλιά μου και αρχίζει και έχει την πλάκα του. Δεν μου πάει που γερνάω, αλλά σίγουρα θα μου πάνε τα λευκά μαλλιά... Φωτό: Πάρις Ταβιτιάν/ LIFO
  • Μιλάω λίγο σε αυτούς που δεν ξέρω από συστολή, ενώ με τους φίλους μου δεν χωράω πουθενά. Καταλαμβάνω τον χώρο μου, που λέμε. Έχω πολλούς φίλους και τους αγαπώ διαφορετικά. Στην πραγματικότητα, δεν με ενδιαφέρει να ξέρει κάποιος, πέρα από τους φίλους μου, και πολλά πράγματα για μένα. Προτιμώ να καίγεται κάποιος για τους δίσκους και τις ταινίες μου. Εγώ, πάντως, αυτούς που θαυμάζω δεν θα 'θελα να τους συναντήσω ποτέ. Τι να λέμε, «πόσο γαμάτο είναι, Vangelis, το "Βeaubourg" ή πότε με το καλό ετοιμάζετε, κύριε Πολάνσκι, την επόμενη ταινία σας»;
  • Στη Νορβηγία ο Ζανό λέει: «Το μόνο που χρειαζόμουν ήταν ένα ζεστό κορίτσι». Όλα γύρω απ' τον έρωτα και την αγάπη περιστρέφονται. Εγώ δεν ψάχνω να τη βρω, σαν τον Ζανό. Δεν λέω ότι είμαι χορτασμένος, κανείς δεν είναι. Αλλά είμαι κοντά στον έρωτα, πλέω σαν υπερτροφικό βρέφος στην αγάπη και τρέμω κάθε μέρα για την απώλεια.
Μουσική
0

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Η ξανθιά φιλοδοξία της Sabrina Carpenter

Μουσική / Η Sabrina Carpenter ξέρει ακριβώς τι κάνει στην ποπ

Η πρώτη καλλιτέχνιδα που είχε ταυτόχρονα τρία τραγούδια στην πεντάδα του Billboard Hot 100 –κάτι που είχε να συμβεί από την εποχή των Beatles– δεν είναι τόσο αθώα όσο φαίνεται. Στην πορεία, έχει σπάσει αρκετά στερεότυπα.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ
«Ελάχιστοι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με την τέχνη άφησαν παρακαταθήκη»

Οι Αθηναίοι / «Αυτό που λέμε ευτυχισμένη ζωή δεν υπάρχει»

Ο Θέμης Ανδρεάδης γνώρισε τεράστια επιτυχία με το σατιρικό τραγούδι αλλά το ρίσκο να ασχοληθεί με το αγαπημένο του είδος, την μπαλάντα, τον άφησε εκτός μουσικής για σχεδόν είκοσι χρόνια. Η επιστροφή του με ένα δίσκο βινυλίου με συμμετοχές μουσικών από τις νεότερες γενιές ανοίγει ένα νέο, πιο φωτεινό κεφάλαιο στη ζωή του.
M. HULOT
Σοστακόβιτς: Ο συνθέτης που έγραψε το σάουντρακ της ρωσικής ιστορίας

Συμφωνική Μουσική - Ιστορίες / Σοστακόβιτς: Ο συνθέτης που έγραψε το σάουντρακ της ρωσικής ιστορίας

Μισός αιώνας συμπληρώνεται φέτος από τον θάνατο του Ντμίτρι Σοστακόβιτς και η Κρατική Ορχήστρα Αθηνών ερμηνεύει το Κοντσέρτο του για βιολί και ορχήστρα με σολίστα τον Βαντίμ Ρέπιν. Με αυτήν την αφορμή, η Ματούλα Κουστένη ξετυλίγει μια ιστορία ζωής και μουσικής που καθορίστηκε τόσο από την πολιτικές εξελίξεις και το πλαίσιο του σοβιετικού καθεστώτος, όσο και από τις προσωπικές επιλογές του μεγάλου Ρώσου συνθέτη.
ΜΑΤΟΥΛΑ ΚΟΥΣΤΕΝΗ
Το αριστουργηματικό σετ των Pan Pot στην Αθήνα

Μουσική / Pan Pot: Πόσο καταπληκτική μουσική παίζει αυτό το δίδυμο;

Δεν είναι πλέον εικοσάρηδες, αλλά δεν καταφεύγουν μονάχα σε νοσταλγικούς ήχους. Συνεχίζουν να καθορίζουν ηχητικά το μέλλον της techno, κάτι που απέδειξαν και στο extended σετ τους στην Αθήνα.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΒΟΥΡΛΑΚΟΣ
«Στην αρχή με ενοχλούσαν τα σχόλια για το Ozempic, όχι όμως πια»

Lifo Videos / «Στην αρχή με ενοχλούσαν τα σχόλια για το Ozempic, όχι όμως πια»

Η Marseaux, μια από τις πιο αναγνωρίσιμες φωνές της σύγχρονης ελληνικής ποπ σκηνής μιλά για την τυχαία της συνάντηση με το τραγούδι αλλά και για τις προσωπικές δυσκολίες που έχει αντιμετωπίσει και την έφεραν μέχρι το σήμερα.
ΣΩΤΗΡΗΣ ΒΑΛΑΡΗΣ
Το νέο ντοκιμαντέρ για τους Led Zeppelin αφήνει απ’ έξω την σκοτεινή πλευρά τους

Μουσική / Το νέο ντοκιμαντέρ για τους Led Zeppelin αφήνει απ’ έξω την σκοτεινή πλευρά τους

Το Becoming Led Zeppelin εξερευνά τις συνθήκες δημιουργίας του θρυλικού συγκροτήματος αγνοώντας την ακολουθία από σατανιστικές τελετουργίες, γκρούπις, ηρωίνη, όργια και κακοποιήσεις που σημάδεψαν την μετεωρική τους διαδρομή
THE LIFO TEAM
H ψευδαίσθηση της «ανακάλυψης» μουσικής στις επιμελημένες playlists του Spotify

Μουσική / Ανακαλύπτουμε πράγματι μουσική στο Spotify ή ζούμε μια ψευδαίσθηση;

Αρχικά, τις επιμελημένες playlists της δημοφιλούς πλατφόρμας τις έφτιαχναν επαγγελματίες, που προσλαμβάνονταν για το γούστο και την κρίση τους. Όμως, πια τα πράγματα δεν λειτουργούν έτσι. Και παρότι μας περιβάλλει ένας ωκεανός ήχων, το Spotify αρκείται στο να μας κρατά αποκλεισμένους στο νησί μας.
THE LIFO TEAM
Πιοτρ Ίλιτς Τσαϊκόφσκι (1840-1893)

Μουσική / Τσαϊκόφσκι: Πώς μπορεί ο κορυφαίος συνθέτης να ενοχλεί τη σημερινή Ρωσία;

Στη Ρωσία θεωρούν αδιανόητο το να φέρει η εθνική τους κληρονομιά ομοφυλοφιλική ταυτότητα, ακόμα κι αν πρόκειται για τον συνθέτη της «Λίμνης των κύκνων» και του «Καρυοθραύστη», καθώς και της «Παθητικής συμφωνίας», η οποία ίσως προμηνύει τη φημολογούμενη κρατική δολοφονία του. Με αφορμή την παράσταση που ανεβαίνει στην Εθνική Λυρική Σκηνή ανατρέχουμε στα νέα στοιχεία για τη ζωή του.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Λουκιανός Κηλαηδόνης (1943-2017): Μια ζωή

Μουσική / Λουκιανός Κηλαηδόνης (1943-2017): Μια ζωή

Σαν σήμερα πεθαίνει ο «φτωχός και μόνος κάου-μπόυ», που την εποχή της επικράτησης του πολιτικού τραγουδιού στη χώρα μας πρότεινε την επανασύνδεση με τον Αττίκ και τον Κώστα Γιαννίδη, αλλά και την αμερικανική τζαζ, country και σουίνγκ μουσική.
ΑΝΤΩΝΗΣ ΜΠΟΣΚΟΪ́ΤΗΣ
Βασίλης Λούρας: «Η Κάλλας θα είναι πάντα ένα σύμβολο δύναμης για τους φοβισμένους»

Μουσική / «Η Κάλλας θα είναι πάντα ένα σύμβολο δύναμης για τους φοβισμένους»

Το ντοκιμαντέρ «Μαίρη, Μαριάννα, Μαρία: Tα άγνωστα ελληνικά χρόνια της Κάλλας» που έγραψε και σκηνοθέτησε ο Βασίλης Λούρας -και θα κυκλοφορήσει σύντομα στους κινηματογράφους από το Cinobo- είναι μια συναρπαστική ταινία για την Κάλλας που αποκαθιστά την αλήθεια για τα χρόνια της στην Ελλάδα αλλά και για τη θυελλώδη σχέση της με τη χώρα που η μεγάλη ντίβα θεωρούσε πατρίδα.
M. HULOT