Πώς ο Echonomist έγινε ένας από τους πιο επιτυχημένους Έλληνες παραγωγούς και DJs διεθνώς

ECHONOMIST INTERVIEW Facebook Twitter
Δεν θέλω να με ξέρει ο κόσμος μόνο για τις καθαρά dance-club παραγωγές μου. Είμαι και πολλά άλλα πράγματα... Φωτ.: Ιωάννα Χατζηανδρέου
0

Είναι δύσκολο να βρεις κάποιο άτομο από την ηλεκτρονική μουσική σκηνή της χώρας, το οποίο θα σου μιλήσει άσχημα για τον Πέτρο. Ακόμα πιο δύσκολο είναι να βρεις κάποιο, το οποίο θα υπονοήσει έστω πως ο Πέτρος δεν αξίζει τη θέση που έχει κερδίσει στην παγκόσμια σκηνή της electronica.

Κατά γενική ομολογία ο Πέτρος Μαγγανάρης, ή Echonomist για τους fans, αποτελεί μία από τις πιο δυναμικές Ελληνικές παρουσίες στο διεθνές στερέωμα. Κι όλα αυτά χωρίς φανφάρες και πυροτεχνήματα, αλλά σταθερά, σχεδόν αθόρυβα και σοβαρά. Γιατί ο Πέτρος, πάνω απ’ όλα, είναι ταλαντούχος μουσικός κι αυτό αρκεί.

Γεννημένος και μεγαλωμένος στη Θεσσαλονίκη με μουσική παιδεία, ξεκίνησε την καριέρα του ως μέλος και αναπόσπαστο μέρος διάφορων σχημάτων για να εκτοξευθεί ως Echonomist. Με κυκλοφορίες σε labels-μεγαθήρια, όπως οι Watergate, Innervisions, Afterlife, Kompakt, ένα fanbase που περιλαμβάνει τους Tale Of Us, Solomun, Dixon και Âme, και εμφανίσεις σε όλο τον πλανήτη, απολαμβάνει πλέον τους καλοδουλεμένους καρπούς της σκληρής δουλειάς του. Με αφορμή την κυκλοφορία του νέου του άλμπουμ Secret Places, ο Πέτρος μοιράζεται τη διαδρομή του ως εδώ και την κοσμοθεωρία του πίσω από τους ήχους.

Πάντα χαίρομαι για τις επιτυχίες μου, αλλά ως εκεί, τις βάζω σε ένα μέρος στο μυαλό μου και προχωράω στον επόμενο στόχο. Ποτέ δεν θεωρώ κάτι αδύνατο, αν πιστεύω σε αυτό και το αγαπάω πραγματικά, θα γίνει, χωρίς όμως να είμαι ανυπόμονος. Απολαμβάνω το ταξίδι μέχρι να καταφέρω τον στόχο μου, κι αυτή είναι η ουσία για εμένα.

— Όταν ήσουν μικρός, οι γονείς σού αγόρασαν ένα συνθεσάιζερ, ώστε να μάθεις μουσική και να διασκεδάζετε στις οικογενειακές μαζώξεις τις Κυριακές. Τι σε οδήγησε στον ηλεκτρονικό ήχο; Υπήρχε κάτι, κάποιο άτομο που σε επηρέασε σε αυτή σου τη μεταστροφή;
Μετά τα 15 μου υπήρξαν διάφοροι παράγοντες που διαμόρφωσαν την προσωπικότητά μου, τις μουσικές μου προτιμήσεις, καθώς και την ανάγκη να εκφραστώ μέσα από τη δημιουργία και την παραγωγή ηλεκτρονικής μουσικής. Στο λύκειο, σε ένα από τα προαιρετικά μαθήματα της φωτογραφίας, ο καθηγητής μου μού έδειξε τον θαυμαστό κόσμο της ambient μουσικής μέσω του Βαγγέλη Παπαθανασίου, του Βrian Eno και των Pink Floyd.

Η αγάπη μου για τους Στέρεο Νόβα και τη Λένα Πλάτωνος έπαιξαν μεγάλο ρόλο στην ανάγκη μου να θέλω να δημιουργήσω και εγώ τους ίδιους ήχους. Γι’ αυτό και η πρώτη μου επαφή με τη μουσική παραγωγή και τη δισκογραφία ήταν με την μπάντα που δημιούργησα, τους Ίνφο, περίπου το 2001. Κυκλοφορήσαμε τρία άλμπουμ μέχρι το 2009 και παίξαμε σε διαφορά stages της εγχώριας μουσικής σκηνής.

ECHONOMIST INTERVIEW Facebook Twitter
Δημιουργώ μουσική γιατί μου αρέσει η δημιουργία, όταν αυτό επιβραβεύεται με διάφορους τρόπους, είμαι ακόμη πιο χαρούμενος και ευγνώμων. Φωτ.: Ιωάννα Χατζηανδρέου

— Ξεκινώντας να δουλεύεις σε διάφορα προσωπικά και συλλογικά πρότζεκτ, εξερευνούσες συγχρόνως ένα μεγάλο φάσμα της ηλεκτρονικής μουσικής. Πώς κατέληξες στον ήχο που σε εκφράζει και ποια ήταν τα στοιχεία που χτύπησαν όλα τα κουτάκια στην επιλογή σου;
Πάντα μου άρεσαν πολλά ήδη μουσικής και πηγαίνοντας στο στούντιο δεν ήθελα να βάζω ποτέ τον εαυτό μου σε καλούπια, ήθελα απλά να δημιουργώ. Έτσι με τους Ίνφο κυκλοφορούσαμε trip hop, drum n bass και house, πάντα με μια πιο indie αισθητική. Με ένα άλλο project, τους Scientifics, βγάζαμε κυρίως breakbeat διασκευές σε βινύλια.

Ως Echonomist ξεκίνησα να πειραματίζομαι με την Detroit techno και house. Βασικές επιρροές ήταν και είναι ακόμη οι Carl Craig, Underground Resistance, Kenny Larkin, Delano Smith, Model 500. Πάντα με ιντρίγκαρε η φουτουριστική προσέγγιση της dance σκηνής, σαν να κάνεις ένα blend της ‘70s ψυχεδελικής ροκ και πρώιμης ambient, new age μουσικής με την techno του σήμερα. Πολλές φορές, όμως, επιστρέφω στα breaks και στις indie επιρροές μου, όπως εξελίχθηκαν μέσα από τους Future Sound of London, Orbital και LTJ Bukem, αλλά τους Happy Mondays, Pulp και Cure.

— Αυτήν τη στιγμή θεωρείσαι ένας από τους πραγματικά ταλαντούχους μουσικούς της σκηνής με απεριόριστες δυνατότητες. Πώς εξέλιξες την τεχνική σου δεινότητα; Έρχεται ποτέ εκείνη η μέρα που λες «ok, είμαι σίγουρος για τις ικανότητές μου, το έχω»;
Ευχαριστώ πολύ για τα καλά σου λόγια. Ποτέ δεν σταματάω να μαθαίνω, αισθάνομαι αυτοπεποίθηση ώστε να εμπιστεύομαι τον εαυτό μου και τις επιλογές μου. Δεν υπάρχει μια συνταγή για το πώς να εξελιχθείς για κάτι που ΔΕΝ έχει τέλος. Ποτέ δεν είπα στον εαυτό μου «μπράβο κατάφερες κάτι μεγάλο» – έτσι θα έφερνα τη μουσική μου καριέρα σε ένα τέλμα.

Πάντα χαίρομαι για τις επιτυχίες μου, αλλά ως εκεί, τις βάζω σε ένα μέρος στο μυαλό μου και προχωράω στον επόμενο στόχο. Ποτέ δεν θεωρώ κάτι αδύνατο, αν πιστεύω σε αυτό και το αγαπάω πραγματικά, θα γίνει, χωρίς όμως να είμαι ανυπόμονος. Απολαμβάνω το ταξίδι μέχρι να καταφέρω τον στόχο μου, κι αυτή είναι η ουσία για εμένα. Δημιουργώ μουσική γιατί μου αρέσει η δημιουργία, όταν αυτό επιβραβεύεται με διάφορους τρόπους, είμαι ακόμη πιο χαρούμενος και ευγνώμων.

Echonomist & Avangart Tabldot - Secret Places Feat. Alexandros Miaris (Club Version)

— Η Θεσσαλονίκη έχει και είχε μια μακρά και σημαντική ιστορία στον χώρο του ηλεκτρονικού ήχου. Θυμάμαι στο παρελθόν πως κάποιες μόδες έσκαγαν πρώτα εκεί και μετά στην Αθήνα.
Θεωρώ ότι ήμασταν πάντα πρωτοπόροι στη ροκ σκηνή της χώρας, βλέπε Τρύπες, Ξύλινα Σπαθιά, Μωρά στη Φωτιά κ.ά. Ίσως τα βλέπω έτσι τα πράγματα γιατί δεν ζούσα ποτέ στην Αθήνα, πολλά πράγματα ξεκίνησαν και εκεί σε σχέση με την ηλεκτρονική / club κουλτούρα της χώρας.

Η Θεσσαλονίκη είχε μια ιστορία με clubs όπως τα Cocos, Space Mobile, Nani Nani, Decadence και Arthouse, που υποστήριζαν όλα τα είδη ηλεκτρονικής μουσικής και τις ομάδες της πόλης.

Επίσης, μπορώ να πω ότι έχει ένα μοναδικό φεστιβάλ ηλεκτρονικής μουσικής, το Reworks, που συνεχίζει πετυχημένα την πορεία του, εδώ και 20 χρόνια πλέον.

— Πώς κατάφερες να «βγεις» από τα όρια της χώρας και να ξεκινήσεις μια πραγματικά σημαντική καριέρα στο εξωτερικό; Επέλεξες να βρεις μάνατζερς/agents ή το έκανες παραδοσιακά, αποκλειστικά μέσω της μουσικής σου;
Παραδοσιακά, μέσω της μουσικής μου. Πάντα μου άρεσε να βασίζομαι στις δυνάμεις μου και όχι σε κάτι άλλο. Θυμάμαι τον εαυτό μου να γράφει demo / CD μέχρι αργά το βράδυ, να τα βάζω μέσα σε φακέλους και να τα στέλνω ταχυδρομικά σε διάφορες εταιρείες στο εξωτερικό. Ποτέ δεν φοβόμουν την αρνητική απάντηση. Όταν αυτό συνέβαινε, με έκανε ακόμη πιο πεισματάρη και δημιουργικό.

Στην πορεία, κάποια μικρά labels κυκλοφόρησαν τα πρώτα μου βινύλια, με αποτέλεσμα κάποια αξιοσέβαστα ονόματα της παγκόσμιας σκηνής να παίξουν τη μουσική μου, όπως οι Dixon, Âme, Tale of Us και Solomun. Αυτό μου έδωσε την αυτοπεποίθηση να πιστέψω πως κάποια στιγμή θα κυκλοφορήσω τις παραγωγές μου στις εταιρείες τους. Και έγινε, όντως, κυκλοφορώντας δύο EPs και ένα album στην Innervisions κι ένα EP στην Afterlife.

Μετέπειτα, ήρθαν οι μάνατζερ και το booking agency, που με βοηθούν να οργανώσω τα releases και τα gigs μου στο εξωτερικό.

ECHONOMIST INTERVIEW Facebook Twitter
Αγαπώ την χορευτική ηλεκτρονική μουσική, αγαπώ εξίσου όμως και την πιο συναισθηματική μορφή της. Φωτ.: Ιωάννα Χατζηανδρέου

— Είναι πάγια αναζήτηση και όνειρο των Ελλήνων παραγωγών να προσπαθούν και να ελπίζουν σε μία καριέρα εκτός συνόρων. Γιατί προσδοκούμε στην αναγνώριση απ’ έξω τόσο πολύ; Γιατί συνήθως αρχίζουμε να σεβόμαστε τους καλλιτέχνες αφότου έχουν δοκιμαστεί και επιτύχει εκτός και όχι όταν ακόμα προσπαθούν εδώ;
Αν ξεκινάς μια καριέρα για να πετύχεις την «αναγνώριση» της τοπικής σκηνής, νομίζω ότι ξεκινάς λάθος. Σίγουρα η αναγνώριση από την παγκόσμια μουσική σκηνή σου δίνει την ευκαιρία να έρθεις σε επαφή και να δουλέψεις σε πιο επαγγελματικό επίπεδο. Προσπαθείς να πάρεις το 100% κάθε εμπειρίας και να γίνεις ακόμη πιο καλός, είτε πρόκειται για το πώς θα επικοινωνείς με τους συνεργάτες σου, τους promoters, τους ιδιοκτήτες των clubs και των εταιρειών που συνεργάζεσαι, είτε για τους υποστηρικτές της μουσικής σου.

Αν γυρίσεις πίσω στη χώρα σου και δεις ότι έχεις αναγνωριστεί κι εκεί, αυτό σου δίνει μια επιπλέον χαρά. Ποτέ δεν θα πρέπει όμως να είναι αυτός ο στόχος – θα σε περιορίσει και όταν το πετύχεις, θα μείνεις σ’ αυτό χωρίς να εξελιχθείς.

— Με την καριέρα που έχεις καταφέρει και με την παρουσία σου σε σημαντικά events παγκοσμίως, θα έπρεπε να σε βλέπουμε πιο συχνά σε (σημαντικές) local διοργανώσεις. Κι όχι μόνο εσένα, αλλά και άλλα άτομα από την  Ελλάδα, με ανάλογη πορεία. Όμως δεν συμβαίνει συχνά αυτό. Γιατί;
Είμαι πολύ χαρούμενος με τη σχέση που έχω με τους διοργανωτές εγχώριων events. Ας μην ξεχνάμε, άλλωστε, ότι στο παρελθόν έπαιζα κυρίως στην Ελλάδα και σε τέτοιο βαθμό που μπορούσα να βιοποριστώ αποκλειστικά από αυτό, κάτι που δεν ξεχνώ ποτέ.

Στην πορεία της καριέρας μου και με τη σταδιακή άνοδό της, πλέον μου είναι αδύνατον να παίζω σε εγχώρια events τόσο συχνά. Οι υποχρεώσεις μου και οι εμφανίσεις μου καλύπτουν ένα πολύ μεγαλύτερο φάσμα γεωγραφικά. Κάποιες άλλες φορές, πάλι, είναι καθαρά θέμα κακού timing.

Echonomist feat. Mironas - Our Last Night

— Ποια είναι η ειλικρινής σου άποψη για την ηλεκτρονική μουσική σκηνή της χώρας; Πώς μπορούμε να την εξελίξουμε εμείς, που είμαστε μέρος της, προσωπικά αλλά και συλλογικά;
Δυστυχώς ζούμε σε μια χώρα που η πλειοψηφία των ραδιοφωνικών σταθμών, τηλεοπτικών εκπομπών, clubs και κέντρων διασκεδάσης προωθούν κυρίως την ελληνική λαϊκή ή τραπ ή όπως αλλιώς μπορείς να χαρακτηρίσεις αυτήν τη μουσική υποκουλτούρα. Αυτό συμβαίνει εδώ και πολλά χρόνια κι έχει μπει βαθιά μέσα στη συνείδηση του κοινού, αλλοιώνοντας οτιδήποτε (πιο) ουσιαστικό θα μπορούσε να προωθηθεί μέσω αυτών των δικτύων.

Και δεν μιλάω μόνο για την ηλεκτρονική μουσική. Δεν υπάρχει επί της ουσίας μουσική παιδεία. Η σημερινή νέα γένια δεν γνωρίζει συχνά θρύλους της ροκ, πανκ, new wave σκηνής. Επίσης, νιώθω ότι δεν υπάρχει η δίψα που υπήρχε κάποτε να μάθεις ή να ακούσεις κάτι διαφορετικό. Η ομοιογένεια στη συμπεριφορά, στο ντύσιμο, στα ακούσματα και γενικά στα γούστα, είτε προέρχεται από την ανάγκη ένταξης σε μια ομάδα, είτε από έλλειψη γνώσης και πιο ισχυρής προσωπικότητας, έχει ως αποτέλεσμα οι έστω λίγοι, διαφορετικοί να θεωρούνται βαρετοί ή «κουλτουριάρηδες» και να μένουν στο περιθώριο. Στο όχι και πολύ μακρινό παρελθόν, η πρόσκληση-πρόκληση για άκουσμα μιας καινούργιας μπάντας ήταν περιπέτεια… τώρα είναι κάτι μάλλον «βαρετό». Προσωπικά νομίζω ότι, δυστυχώς, εμείς θα είμαστε για πάντα η μειονότητα.

Μία μικρή αλλά πολύ σημαντική συμβουλή που θα έδινα είναι ο κόσμος να υποστηρίζει τους τοπικούς promoters, όσο μπορεί, που θυσιάζουν χρόνο και χρήμα για την διοργάνωση ενός event. Προσπαθήστε να είστε επιεικείς μαζί τους και κυρίως μη ζητάτε να μπείτε στη λίστα για να μην πληρώσετε εισιτήριο. Το ξέρω ότι αυτό σας κάνει να αισθάνεστε ξεχωριστά ως άτομα, αλλά πιστέψτε με, κάθε πώληση εισιτηρίου γι' αυτούς είναι σημαντική. Έτσι θα μπορέσουν να συνεχίσουν να σας προσφέρουν και αλλά events και σιγά-σιγά να χτίσουμε μια πιο δομημένη και ισχυρή ηλεκτρονική σκηνή  στην Ελλάδα.

Επίσης, να υποστηρίζετε και να μην υποτιμάτε τους Έλληνες παραγωγούς και DJs, να αγοράζετε τη μουσική τους, να συμμετέχετε στα events τους, να σέβεστε την προσπάθεια, την πορεία και την όποια εξέλιξή τους. Ο χώρος της τέχνης ήταν πάντα δύσκολος και δυστυχώς στο τέλος δεν έχουν όλοι το στομάχι για να αντέξουν τις δυσκολίες, τις απορρίψεις, τα αρνητικά σχόλια, τον ανταγωνισμό. Θέλει πολλή υπομονή, απεριόριστη αγάπη και πίστη.

ECHONOMIST INTERVIEW Facebook Twitter
Πάντα μου άρεσαν πολλά ήδη μουσικής και πηγαίνοντας στο στούντιο δεν ήθελα να βάζω ποτέ τον εαυτό μου σε καλούπια, ήθελα απλά να δημιουργώ. Φωτ.: Ιωάννα Χατζηανδρέου

— Ποιο είναι το δικό σου, προσωπικό «Secret Place»; Μίλησέ μου λίγο για το άλμπουμ σου – την έμπνευση πίσω από τη δημιουργία του, τι ήθελες να εκφράσεις, πώς επέλεξες την Innervisions για την κυκλοφορία του.
Ίσως θα ακουστεί λίγο τετριμμένο, αλλά το Secret Place μου είναι το στούντιό μου… κάθε φορά που λείπω στα μεγάλα τουρ, ανυπομονώ να γυρίσω εκεί. Αλλάζει η διάθεσή μου όταν  δημιουργώ κάτι καινούριο, αλλά ακόμη κι αν δεν γράψω κάτι, μου αρκεί να είμαι εκεί και να τζαμάρω με τα συνθεσάϊζερ μου.

Το «Secret Places» είναι το δεύτερο άλμπουμ μου. Σε αυτό προσπαθώ να πω μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος. Θα ήθελα ο κόσμος να το ακούσει έτσι, ως ένα μουσικό έργο και όχι μεμονωμένα, το κάθε κομμάτι ξεχωριστά. Μας έχει λείψει να ακούμε άλμπουμ, δεν έχουμε την υπομονή να το κάνουμε.

Το πρώτο κομμάτι που έγραψα για αυτό ήταν το «When in Rome», όπου κάνει φωνητικά και παίζει κιθάρα ο Αλέξανδρος Μιάρης (των Εlectric Litany). Τον Αλέξανδρο τον ξέρω χρόνια, από τότε που έβγαλαν το πρώτο τους άλμπουμ. Από τότε μου είχε γεννηθεί η επιθυμία να γράψω κάτι μαζί του και μετά από σχεδόν 13 χρόνια αυτό έγινε πραγματικότητα με τέσσερα κομμάτια για το άλμπουμ μου.

Ένα άλμπουμ για εμένα είναι πολύ σημαντικό και θα πρέπει να έχει κάτι ιδιαίτερο. Γνωρίζω ότι είμαστε παραγωγοί ηλεκτρονικής, «dance» κυρίως μουσικής, αλλά έχει σημασία να δείχνω στον κόσμο και τις άλλες πτυχές της μουσικής μου προσωπικότητας.

Μετά από πολλές συζητήσεις, ο Kristian (μέλος των Âme και συνιδρυτής της Innervisions) με παρότρυνε να ξεκινήσω το άλμπουμ. Είμαι καλλιτέχνης της εταιρείας εδώ και κάποια χρόνια, αλλά και μεγάλος θαυμαστής του ήχου της, όποτε δεν θα μπορούσα να κυκλοφορήσω το άλμπουμ κάπου άλλου παρά μόνο εκεί. Με κάνει πολύ χαρούμενο και ίσως είναι ένα από τα σημαντικότερα επιτεύγματά μου να μπορώ να κυκλοφορώ τη μουσική μου σε μια εταιρεία που θαυμάζω για τη διαφορετικότητά της και την επιμονή στην ποιότητα των κυκλοφοριών της.

Echonomist - A Different Frame feat. Alexandros Miaris

— Νιώθω πως τον τελευταίο καιρό αλλάζεις τον ήχο σου πατώντας σε πιο electro μονοπάτια. Το άλμπουμ, όμως, με γύρισε σε ένα best-of ή σε ένα πιο αιθέριο, συναισθηματικό tribute στην πορεία σου ως σήμερα.
Είναι πιο πολύ μια επιστροφή στις βάσεις μου και σε αυτά τα πράγματα που με έκαναν να αγαπήσω τη μουσική, εξαρχής. Ένιωσα την ανάγκη να εξωτερικεύσω την πιο «ρομαντική» και ευαίσθητη πλευρά μου. Στο κάτω-κάτω η μουσική είναι συναίσθημα και τι πιο όμορφο από το να σου προκαλεί ρίγη, συγκίνηση, χαρά.

Δεν θέλω να με ξέρει ο κόσμος μόνο για τις καθαρά dance-club παραγωγές μου. Είμαι και πολλά άλλα πράγματα και ίσως κατά βάθος αυτά τα «άλλα» να είναι περισσότερο ο Πέτρος. Αγαπώ τη χορευτική ηλεκτρονική μουσική, αγαπώ εξίσου όμως και την πιο συναισθηματική μορφή της. Ίσως, εν μέρει, να ήθελα να δείξω στο κοινό μου ότι η ηλεκτρονική μουσική δεν είναι μόνο σκοτεινή και άγρια, όπως λανθασμένα πιστεύουν αρκετοί.

— Ποια είναι τα σχέδιά σου για τον επόμενο χρόνο;
Σχεδιάζουμε με το agency και τον μάνατζέρ μου το παγκόσμιο τουρ για τη προώθηση του άλμπουμ καθώς και ένα live tour μαζί με τον Αλέξανδρο. Επίσης, έχω επιστρέψει στο στούντιο για να τελειώσω κάποια remixes, όπως και ένα ΕP για ένα label στο οποίο θα κυκλοφορήσω μουσική για πρώτη φορά.

Ακούστε το άλμπουμ του Echonomist «Secret Places» εδώ

Ο Echonomist θα εμφανιστεί στο Dimensions, την Παρασκευή 15 Δεκεμβρίου, στο Γήπεδο Tae Kwon Do.

Μουσική
0

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Θέλω να σας παρακαλέσω να μην παίρνετε τόσο πολλά ναρκωτικά

Μουσική / Ellen Allien: «Θέλω να σας παρακαλέσω να μην παίρνετε τόσο πολλά ναρκωτικά»

Η Γερμανίδα DJ, παραγωγός, remixer, διοργανώτρια πάρτι και ιδιοκτήτρια δύο επιδραστικών δισκογραφικών μιλά στη LiFO για το πώς η ηλεκτρονική μουσική παραμένει ένα άκρως πολιτικό κίνημα.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ
Η Corniza απελευθερώθηκε μέσα από την ηλεκτρονική μουσική

Μουσική / Η Corniza απελευθερώθηκε μέσα από την ηλεκτρονική μουσική

Η Κρυσταλλία Θεοδώρου γράφει ηλεκτρονική μουσική για το θέατρο. Το τελευταίο της πρότζεκτ είναι το σάουντρακ για τη θεατρική παράσταση «Κουκλόσπιτο» στο θέατρο Πορεία, το οποίο ερμηνεύει ζωντανά επί σκηνής.
ΜΑΡΙΑ ΠΑΠΠΑ

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

«Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Daily / «Yacht Rock»: Το πιο απολαυστικό μουσικό ντοκιμαντέρ της χρονιάς 

Από τους Steely Dan, τους Toto και τον Kenny Loggins μέχρι τον Questlove, τον Thundercat και τον Mac De Marco, τo ντοκιμαντέρ του HBO συνδέει τις κουκίδες ενός φαινομένου που αποτελεί λιγότερο ένα μουσικό είδος και περισσότερο μια αίσθηση, μια ιδέα, ένα vibe.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΠΟΛΙΤΑΚΗΣ
40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Μουσική / 40 χρόνια Last Christmas: Η αμφιθυμία του George Michael και η «κατάρα των Χριστουγέννων»

Το αθάνατο «εορταστικό» κομμάτι παραμένει ένα δείγμα της γλυκόπικρης φύσης που χαρακτηρίζει την ιδανική ποπ: ακούγεται σχεδόν πρόσχαρο παρότι αντικατοπτρίζει το πένθος μιας διαλυμένης σχέσης.
THE LIFO TEAM
10 πράγματα για τον Folamour

Μουσική / Τα εντυπωσιακά disco και house ηχοτοπία του Folamour

Γνωστός για τα δυναμικά sets του, ο Γάλλος παραγωγός έχει εμφανιστεί σε πάνω από 500 shows διεθνώς σε εμβληματικούς χώρους και φεστιβάλ όπως το Glastonbury, το Tomorrowland και το Coachella, ενώ το Σάββατο 7 Δεκεμβρίου θα παίξει για το κοινό της Αθήνας.
ΦΩΦΗ ΤΣΕΣΜΕΛΗ