Ελάχιστοι καλλιτέχνες στη μουσική βιομηχανία έχουν αποκτήσει μεγαλύτερο σεβασμό και έχουν επηρεάσει περισσότερους νεότερους μουσικούς από τον Hancock. Στην αυτοβιογραφία του ο Miles Daviesαναφέρει: «Ο Herbie ήταν ένα βήμα μετά τον Bud Powell και τον Thelonious Monk και δεν έχω ακούσει κανέναν ακόμη που να τον έχει ακολουθήσει».
Γεννημένος στο Σικάγο το 1940 ο Herbie ήταν ένα παιδί θαύμα που έπαιζε κονσέρτα του Μότσαρτ με τη συμφωνική ορχήστρα της πόλης στην ηλικία των 11. Άρχισε να παίζει τζαζ στο γυμνάσιο, αρχικά επηρεασμένος από τον Oscar Petersonκαι τον Bill Evans. Την ίδια εποχή άρχισε να αναπτύσσει ένα επιπλέον πάθος για την επιστήμη της μηχανικής, καταλήγοντας να παρακολουθήσει ταυτόχρονα μαθήματα μουσικής και ηλεκτρολογίας στο Grinnell College. Όταν ήταν 20 χρονών, το 1960, τον ανακάλυψε ο τρομπετίστας Donald Byrd, ο οποίος του ζήτησε να συμμετέχει στο γκρουπ του. Ο ίδιος τον σύστησε στον Alfred Lion της Blue Note Recordsκαι δυο χρόνια αργότερα υπέγραψε στη θρυλική εταιρεία ως σόλο καλλιτέχνης. Το ντεμπούτο άλμπουμ του Takin' Offκυκλοφόρησε το 1963, με το "Watermelon Man" να γίνεται αυτόματα hit στους jazz και R&Β ραδιοφωνικούς. Λίγο καιρό αργότερα οMiles Daviesτον κάλεσε να παίξει στο Miles Davies Quintet, μία πρόσκληση που του άλλαξε τη ζωή και αρκούσε από μόνη της να του χαρίσει μια θέση στην ιστορία της jazz. Ακόμα κι όταν αποχώρησε από το γκρουπ συμμετείχε στις θρυλικές ηχογραφήσεις των In a Silent Wayκαι Bitches Brew, που ήταν οι προάγγελοι του jazz fusion, ενώ κυκλοφόρησε κλασικά σόλο άλμπουμ στην Blue Note, όπως τα Maiden Voyage,Empyrean Islesκαι Speak Like a Child. Το πρώτο soundtrack που έγραψε ήταν για το Blow Upτου Αντονιόνι και απ' το 1968 άρχισε να ασχολείται με το καινούργιο τότε ηλεκτρονικό jazz-funk.
To 1973, με το γκρουπ που δημιούργησε, τους Headhunters, ηχογράφησαν τον ομώνυμο δίσκο, το πρώτο jazz άλμπουμ που έγινε πλατινένιο. Μέχρι τα μέσα των ‘70s έπαιζε σε στάδια σε ολόκληρο τον κόσμο και ως το 1979 είχε συνολικά 11 άλμπουμ στα pop charts - τα τέσσερα απ' αυτά ταυτόχρονα. Η συγκεκριμένη περίοδός του παρείχε μια ανεξάντλητη πηγή από samples στις μελλοντικές γενιές των χιπ χόπερ και των δημιουργών χορευτικής μουσικής, τοποθετώντας τον πολύ ψηλά στη λίστα με τους πιο σημαίνοντες μουσικούς στην ιστορία της «μαύρης μουσικής». Η συνεργασία του με τον Bill Laswellγέννησε το ιστορικό Future Shockτο 1983 και το single "Rockit" έγινε τεράστια χορευτική επιτυχία, κερδίζοντας Grammy για το καλύτερο R&B instrumental. Τρία χρόνια αργότερα κέρδισε το Όσκαρ για τη μουσική που έγραψε για το Round Midnight, στο οποίο πρωταγωνίστησε, ενώ στη δεκαετία του ‘90 οι Βρετανοί US3 σάμπλαραν το "Cantaloupe Island" στο κομμάτι τους "Cantaloop", από τα πιο αναγνωρίσιμα και δημοφιλή κομμάτια της Blue Note. Η πιο πρόσφατη κυκλοφορία που συμμετέχει είναι το Hear, O Israel, ο δίσκος που ηχογραφήθηκε το 1968 σε μια εβραϊκή συναγωγή και κυκλοφορεί τώρα για πρώτη φορά ολοκληρωμένος και επίσημα.
σχόλια