Έρχεται μια στιγμή στη ζωή κάθε ανθρώπου που νιώθει την ανάγκη να δραπετεύσει από τα δεσμά που επιβάλλει το παρελθόν, μετατρέποντάς τα σε κληρονομιά για το μέλλον. Για τη Σαρλότ Γκενσμπούργκ η στιγμή αυτή έφτασε πριν από τέσσερα χρόνια, όταν δηλαδή έχασε την ετεροθαλή αδελφή της και φωτογράφο Kέιτ Μπάρι, για την οποία εικάζεται πως αυτοκτόνησε πηδώντας από τον τέταρτο όροφο ενός παριζιάνικου διαμερίσματος.
Η μισή Γαλλίδα μισή Βρετανίδα ηθοποιός και μουσικός κυκλοφόρησε την προηγούμενη εβδομάδα τον νέο, τέταρτο δίσκο της με τίτλο «Rest», ο οποίος τη βρίσκει να ξορκίζει απώλειες που κάποτε τη βάραιναν: τον θάνατο της αδερφής της αλλά και του διάσημου πατέρα της Σερζ Γκενσμπούργκ, τη χαμένη παιδική αθωότητα, τις δεσμεύσεις της ζωής και το διαβρωτικό πέρασμα του χρόνου.
Ωστόσο δεν αφήνεται στη θλίψη αλλά καταφέρνει να δώσει στον θρήνο της μια μορφή εορταστικής πράξης μέσα από τραγούδια γεμάτα φινετσάτες synth-pop χορωδίες και μεθυστική disco ενέργεια.
Το «Rest» είναι ο πιο προσωπικός δίσκος της Γκενσμπούργκ, αφενός γιατί η ίδια υπογράφει τη μουσική και τους στίχους σχεδόν σε όλα τα κομμάτια και αφετέρου γιατί δεν φοβάται να ανοίξει όλα τα μέτωπα της ιδιωτικής της ζωής.
Aντίθετα, σε όλες τις προηγούμενες δουλειές της τον κύριο λόγο είχε πάντα ένα αρσενικό: στο εφηβικό της ντεμπούτο «Charlotte for ever» (1986) ουσιαστικά τραγουδάει τους στίχους και τις μελωδίες του πατέρα της, του «5:55» (2006) την καταπληκτική μουσική τη χρωστάει στους Air και τους βρετανικούς στίχους στον Τζάρβις Κόκερ, ενώ για το «IRM» (2009) αφέθηκε στις δημιουργικές ορέξεις του Beck.
Το «Rest» έχει επαινεθεί ήδη από την πλειονότητα των πιο έγκριτων μουσικών μέσων ως ένα άλμπουμ με τρομερό στιχουργικό θάρρος και κοφτερή μελωδική διαύγεια.
Στο τελευταίο της άλμπουμ όμως αξιοποίησε τη συμβολή διαφόρων μουσικών και εμπιστεύτηκε απόλυτα το βιωματικό υπόβαθρο των στίχων της. Πίσω από την παραγωγή βρίσκεται ο SebastiAn, γνωστός για τη συνεργασία του με τον Frank Ocean και τις διασκευές του στους Daft Punk, με τον οποίο μπορεί στην αρχή να μην τα έβρισκαν («ερχόταν μεθυσμένος στις ηχογραφήσεις και το έπαιζε φτασμένος», όπως σχολίασε η Γκενσμπούργκ), αλλά τελικά είναι αυτός που χάρισε στο άλμπουμ αυτή την τόσο στυλάτη αισθητική του.
Σε άλλη σημεία βάζουν το χαρισματικό χεράκι τους οι Paul McCartney («Songbird in a cage») και ο Manuel de Homem-Christo («Rest»), το έτερον ήμισυ των Daft Punk, ενώ η ιστορία θέλει τον Νεοζηλανδό croooner Connan Mockasin να έχει ταξιδέψει μαζί με της σε ένα μικρό νησί της Βρετάνης, πείθοντάς της να ψάξει βαθύτερα μέσα της για το καλλιτεχνικό θάρρος που αναζητούσε.
Charlotte Gainsbourg - Rest
Κι αν μοιάζει δύσκολο για έναν οποιονδήποτε άνθρωπο να πιστέψει πλήρως στις ικανότητές του, αναλογιστείτε πόσο ακατόρθωτο φάνταζε για τη Σαρλότ Γκενσμπούργκ, μια κοπέλα που μεγάλωσε στη σκιά του εκρηκτικού γάμου των γονιών της, της Βρετανίδας ηθοποιού και μουσικού Τζέιν Μπίρκιν και του Γάλλου μουσικού, ηθοποιού και θρυλικού γόη των '70s Σερζ Γκενσμπούργκ.
Παρόλο που το ερωτευμένο ζεύγος γύριζε σπίτι από τα ξενύχτια του όταν η μικρή Σαρλότ ετοιμαζόταν για το σχολείο και πολύ γρήγορα πήρε διαζύγιο, η Γκενσμπούργκ θυμάται με νοσταλγία τα παιδικά της χρόνια, τα οποία ήταν «μια μαγική εποχή, καθώς είχα έναν ολοδικό μου, λατρεμένο κόσμο, μέσα στον οποίο χανόμουν», όπως τόνισε πρόσφατα στο «Vulture».
Μεγαλώνοντας μετά τα εννιά μαζί με τη μητέρα, την ετεροθαλή αδελφή και τον πατριό της Τζον Μπάρι (τον διάσημο Βρετανό συνθέτη), λαχταρούσε πάντα εκείνο το τηλεφώνημα του πατέρα της που θα την έπαιρνε να πάνε μαζί για δίσκους, ταινίες και φιλοσοφικές συζητήσεις, στιγμές που επέδρασαν σημαντικά στη διαμόρφωση της προσωπικότητάς της.
Γρήγορα όμως έκανε την εμφάνισή της η άσχημη πλευρά αυτής της διάστασης, με τη γονική παρέμβαση να είναι έντονη στις επιλογές της. Το 1984 ήταν μια σημαντική χρονιά, καθώς η 13χρονη Γκενσμπούργκ έκανε τόσο το κινηματογραφικό της ντεμπούτο στο φιλμ «Paroles et Μusique», υποδυόμενη την κόρη της Κατρίν Ντενέβ με πρωτοβουλία της μητέρας της, όσο και το δισκογραφικό με το τραγούδι «Lemon Incest».
To συγκεκριμένο κομμάτι προκάλεσε αναστάτωση, καθώς η ντροπαλή Γκενσμπούργκ τραγουδούσε στα γαλλικά και σε στίχους του πατέρα της «ο έρωτας που δεν θα κάνουμε ποτέ μαζί», υπονοώντας παιδοφιλική σχέση και οδηγώντας το κοινό να πιστέψει πως η ιστορία είναι αυτοβιογραφική.
Την αίσθηση αυτή ενίσχυσε το γραμμένο και σκηνοθετημένο από τον Σερζ Γκενσμπούργκ φιλμ «Charlotte for ever», στο οποίο ο ίδιος υποδύεται έναν άντρα που μετά τον θάνατο της γυναίκας του αναζητά τρυφερότητα στην κόρη του, στον ρόλο της οποία φυσικά έβαλε τη Σαρλότ. H ίδια έχει δηλώσει πως δεν είχε ιδέα τι συνέβαινε εκείνη την εποχή, καθώς ήταν πολύ μικρή και μαγεμένη από τον νέο κόσμο που ανοιγόταν μπροστά της.
Τελικά, μετά το πρώτο της άλμπουμ το 1986 αποφάσισε να βάλει στην άκρη τη μουσική της καριέρα και να κυνηγήσει την ηθοποιία. Μέσα σε όλα αυτά χρόνια έχει συνεργαστεί με σπουδαίους σκηνοθέτες, όπως ο Tοντ Χέινς και ο Mισέλ Γκοντρί, αλλά έγινε περισσότερη γνωστή στο ευρύ κοινό ως μούσα του Λαρς φον Τρίερ, μέσα από τις ιδιαίτερα προκλητικές ταινίες του «Antichrist» και «Nymphomaniac».
Έπρεπε να περάσουν είκοσι χρόνια από τον παρθενικό της δίσκο και δεκαπέντε από τον αιφνίδιο θάνατο του πατέρα της για να δοκιμάσει την τύχη της στο τραγούδι, χωρίς αυτόν στο πλευρό της. Στο «5:55» (2006) τραγουδάει κατά κύριο λόγο στα αγγλικά, έτσι ώστε να αποφύγει τον συσχετισμό με τον πατέρα της, ενώ το «IRM» (2009) εμπνέεται από ένα ατύχημα που είχε η ίδια στο waterskiing και της προκάλεσε εγκεφαλική αιμορραγία.
Παράλληλα, η 46χρονη πια καλλιτέχνις έχει επενδύσει και στην προσωπική της ζωή, έχοντας τρία παιδιά με τον Γαλλοϊσραηλινό ηθοποιό και σκηνοθέτη που γνώρισε στα γυρίσματα της ταινίας «Aux yeux du monde».
Όταν έχασε την αδελφή της, με την οποία ήταν πολύ αγαπημένες, δεν άντεξε να ζει στο Παρίσι κι έφυγε για τη Νέα Υόρκη, έχοντας στο πλευρό της όλη της την οικογένεια. Εκεί άρχισε να δουλεύει πιο εντατικά τις ιδέες για το «Rest», οι οποίες μετά τα τραγικά γεγονότα πήραν μια εντελώς διαφορετική ηχητική και θεματική κατεύθυνση.
Το «Rest» έχει επαινεθεί ήδη από την πλειονότητα των πιο έγκριτων μουσικών μέσων ως ένα άλμπουμ με τρομερό στιχουργικό θάρρος και κοφτερή μελωδική διαύγεια. Στο «Lying with you» η Γκενσμπούργκ φτιάχνει μια εικόνα στην οποία η ίδια κείτεται μαζί με τη χαμένη αδελφή της και τη μητριά της πάνω από το πτώμα του πατέρα της, ενώ τα «Kate» και «Rest» είναι δύο πρωτότυποι φόροι τιμής στην αδελφή της.
Τραγουδώντας και στις δύο μητρικές της γλώσσες, δεν θρηνεί μόνο φυσικούς θανάτους αλλά και πνευματικούς. Στη φουτουριστική μπαρόκ disco του «Ι'm a lie» γελάει πικρόχολα με τη δειλή πτυχή του χαρακτήρα της, ενώ στην αλά Françoise Hardy μπαλάντα του «Dans vos airs» στοχάζεται πάνω στους εναλλασσόμενους ρόλους που φέρνει η ζωή, κοιτάζοντας τα παιδιά της να παίζουν. Η εξιλέωση έρχεται μέσα από τις funky μπασογραμμές και την disco έκσταση του «Les Oxalis», στο οποίο η Γκενσμπούργκ χορεύει, ούσα σε μέθεξη, πάνω στο νεκρό κουφάρι του παρελθόντος.
Είκοσι έξι χρόνια μετά τον θάνατο του πατέρα της, ακόμα αποφεύγει να βλέπει τις φωτογραφίες του και να ακούει τα κομμάτια του. Γιατί επέλεξε, λοιπόν, να εκτεθεί τόσο πολύ με αυτό το άλμπουμ, δημοσιοποιώντας τις ιδιωτικές της σκέψεις; «Το άλμπουμ είναι εγωιστικό και πολύ προσωπικό. Ήθελα να νιώσω το ίδιο άνετα γυμνή πνευματικά όσο και σωματικά, όπως στις ταινίες μου» σχολίασε αποστομωτικά. Η Σαρλότ Γκενσμπούργκ παραδίδει σώμα και ψυχή σε έναν από τους πιο τρυφερούς δίσκους της χρονιάς.
Charlotte Gainsbourg - Deadly Valentine