«O σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα» λέει ο Δημήτρης Μέλλος στην συνέντευξη που παραχώρησε στο LIFO.gr και ίσως σε αυτή την φράση να χωρά όλη η φιλοσοφία του για την φωτογραφία και τους ανθρώπους.
Περισσότερo από μια δεκαετία στην Νέα Υόρκη, με πολλές διακρίσεις και βραβεία τα τελευταία χρόνια, ο Δημήτρης Μέλλος συνεχίζει ακούραστα να ανακαλύπτει την μεγαλούπολη και τους ανθρώπους της. Ας ακούσουμε τι έχει να μας πει μα πάνω από όλα ας δούμε τις φωτογραφίες ενός ανθρώπου, που πιστεύει ότι η ομορφιά είναι παντού και μπορούμε να την δούμε όλοι. Το μόνο που χρειάζεται, όπως λέει, είναι να ανοίξουμε τα μάτια μας
— Ποιο είναι το πρώτο πράγμα που έμαθες για την ζωή στη Νέα Υόρκη όταν εγκαταστάθηκες το 2005 και τι θα έλεγες ότι έχεις μάθει για την ζωή στην μεγαλούπολη μετά απο μια δεκαετία;
Δεν είμαι σίγουρος αν μπορώ να απομονώσω ένα μόνο πράγμα που πρωτοέμαθα ή διαπίστωσα.
Αλλά κάτι που έχω αποκομίσει είναι ότι το μεγάλο ενδιαφέρον αυτής της πόλης, από φωτογραφική άποψη αλλά και γενικότερα, έχει να κάνει με το πόσο ουσιαστικά πολυπολιτισμική είναι, αλλά με μια έννοια πραγματικά οργανική και όχι επίπλαστη ή άτακτα επιβεβλημένη. Δε νομίζω ότι υπάρχει άλλη πόλη που ουσιαστικά συμπυκνώνει ολόκληρο τον πλανήτη σε μερικά τετραγωνικά χιλιόμετρα. Πιστεύω θα δυσκολευόμουν πλέον να ζήσω σε μια πολύ ομοιογενή κοινωνία, η υπερβολική ομοιογένεια είναι πολύ βαρετή (παρότι ενίοτε βολική).
— Έχεις σπουδάσει ψυχολογία και φιλοσοφία. Με ποιο τρόπο οι δυο επιστήμες επηρέασαν την φωτογραφική σου ματιά;
Σίγουρα όχι με άμεσο ή συνειδητό τρόπο. Δεν κάνω conceptual φωτογραφία, δεν με ενδιαφέρει καθόλου να εκφράσω συγκεκριμένες ιδέες ή θεωρίες μέσω της δουλειάς μου. Αλλά ασφαλώς οι σπουδές και τα διαβάσματά μου (όπως άλλωστε και το σύνολο των εμπειριών μου) έχουν επηρεάσει το ποιός είμαι, και επομένως έμμεσα και το πώς και το τι φωτογραφίζω. Για παράδειγμα, με ενδιαφέρει και με συγκινεί πολύ στη φωτογραφία δρόμου όταν καταφέρνω να συλλάβω κάτι από τις φευγαλέες εξωτερικές εκφράσεις του εσωτερικού κόσμου των ανθρώπων, π.χ. μέσω ενός βλέμματος ή μιας χειρονομίας. Αλλά και πάλι δεν είμαι σίγουρος τι προηγείται, η κότα ή το αυγό. Εννοώ ότι πιθανότατα τόσο η ενασχόληση μου με την ψυχολογία όσο και με τη φωτογραφία απλά έχουν μια κοινή ρίζα και αφετηρία, που δεν είναι άλλη από μια αστείρευτη περιέργεια και ενδιαφέρον για τις ζωές των άλλων.
— Πότε πιστεύεις ότι ένας φωτογράφος δρόμου γίνεται αδιάκριτος με τους ανθρώπους; Έχει συμβεί να πατήσεις αυτή την διαχωριστική γραμμή;
Διαφορετικοί φωτογράφοι έχουν διαφορετικά κριτήρια. Και επίσης και το κοινό της φωτογραφίας δρόμου φαίνεται ότι συχνά εντυπωσιάζεται από μια πολύ επιθετική και αδιάκριτη προσέγγιση, και δεν την θεωρεί αδιακρισία αλλά «μαγκιά» (βλέπε τους διάφορους μιμητές του Bruce Gilden, που φλασάρουν τα θύματά τους αιφνιδιαστικά και από πολύ κοντινή απόσταση). Όσον αφορά εμένα, το πρόβλημά μου με την υπερβολική αδιακρισία δεν είναι απλά ηθικό αλλά και αισθητικό – δε νομίζω ότι ο εύκολος εντυπωσιασμός είναι η καλύτερη βάση για πραγματικά δυνατές φωτογραφίες. Ακόμη και η δουλειά του ίδιου του Gilden, που μου αρέσει, κατά τη γνώμη μου χάνει από το γεγονός ότι στερείται συναισθηματικής γκάμας – το βασικό συναίσθημα που βγαίνει είναι το σοκ των φωτογραφιζόμενων. Φυσικά υπό μία έννοια ο φωτογράφος δρόμου είναι εξ ορισμού αδιάκριτος, αλλά εγώ τουλάχιστον προσπαθώ να είμαι, ας το πούμε, διακριτικά αδιάκριτος.
Η υπέρβαση της διαχωριστικής γραμμής έχει να κάνει τόσο με το πώς ακριβώς φωτογραφίζει κανείς (πώς πλησιάζει π.χ. τους φωτογραφιζόμενους, αν του είναι αδιάφορο αν θα γίνει αντιληπτός ή όχι), αλλά και με το τι φωτογραφίζει. Εγώ για παράδειγμα θα απέφευγα να φωτογραφίσω κάποιον που κοιμάται σε δημόσιο χώρο, και επομένως είναι εντελώς ευάλωτος στη ματιά των άλλων. Επίσης είμαι πάρα πολύ επιφυλακτικός όσον αφορά τη φωτογράφιση γενικά ανθρώπων σε μειονεκτική ή ευάλωτη θέση, π.χ. άστεγων και ζητιάνων. Τέτοιες φωτογραφίες, όταν γίνονται με σεβασμό και όχι πορνογραφικά, μπορούν να έχουν την αξία τους ως κοινωνιολογικά ντοκουμέντα αλλά και ως πολιτική τοποθέτηση πιθανόν. Αλλά για μένα είναι βασικό ο φωτογραφιζόμενος τουλάχιστον να μην αντιληφθεί ότι έγινε αντικείμενο φωτογράφισης, ώστε να μην αισθανθεί εκτεθειμένος και πιθανόν προσβεβλημένος. Ο σκοπός δεν αγιάζει τα μέσα.
— Υπάρχουν δυο φωτογραφίες σου που είναι από τις αγαπημένες μου γιατί ενώ είναι τυχαία φωτογραφικά στιγμιότυπα μοιάζουν σαν να στήθηκαν με σκοπό να περάσουν κάποιο μήνυμα. Η πρώτη είναι αυτή με την γυναίκα με το μαντίλι και τα ερωτηματικά πάνω από το κεφάλι της και η άλλη είναι με το κοριτσάκι και την λέξη “trauma” πίσω της. Θα ήθελα να μου πεις περισσότερα για τις δυο φωτογραφίες(τις περιοχές που βγήκαν, εάν κάτι θυμάσαι από την ημέρα που της τράβηξες , τι δυσκολίες είχαν κ.τ.λ)
Και οι δυο αυτές φωτογραφίες μου είναι αγαπητές, ιδιαίτερα εκείνη με το κοριτσάκι. Αλλά ο λόγος δεν είναι ότι δείχνουν σαν να είναι κάπως συμβολικές ή να προσπαθούν να περάσουν κάποιο μήνυμα – αντιθέτως, αυτό για μένα αποτελεί αισθητικό μειονέκτημα. Δεν φωτογραφίζω πρωτίστως για να περάσω οποιοδήποτε μήνυμα, αλλά για να αποτυπώσω την πραγματικότητα – η φωτογραφία για μένα είναι μια κατάφαση στον εξωτερικό κόσμο όπως αυτός υφίσταται. Φυσικά μια καλή φωτογραφία, όπως κάθε καλό έργο τέχνης, εμπεριέχει πολλαπλά επίπεδα νοήματος. Αλλά τα οποιαδήποτε φιλοσοφικά ή πολιτικά μηνύματα θα μπορούσαν να αντληθούν από αυτή είναι καλύτερο να μην είναι χοντροκομμένα, μονοδιάστατα, ή κραυγαλέα. Η φωτογραφία με το κοριτσάκι για παράδειγμα θεωρώ ότι είναι μια από τις καλύτερές μου και αρκετά υποδειγματική φωτογραφία δρόμου λόγω της αλλόκοτης σχεδόν επανάληψης της έκφρασης του κοριτσιού στη σχεδόν πανομοιότυπη έκφραση της γυναίκας στα δεξιά του κάδρου. Και βεβαίως το πρόσωπο της γυναίκας στην αφίσα δημιουργεί ένα ωραίο τρίγωνο με τα άλλα δύο πρόσωπα. Αλλά η λέξη “trauma” ήταν το τελευταίο που με ενδιέφερε όταν τράβηξα τη φωτογραφία, και μάλιστα θα προτιμούσα να μην ήταν εκεί ακριβώς επειδή δείχνει σα να κατευθύνει, άθελά μου, την ανάγνωση της συγκεκριμένης φωτογραφίας προς μία συγκεκριμένη κατεύθυνση. Θεωρώ ότι είναι καλύτερο η φωτογραφία να αφήνει την ερμηνεία της όσο το δυνατόν πιο ανοιχτή στον θεατή και όχι να τον χειραγωγεί.
Τώρα όσον αφορά το πώς τραβήχτηκαν οι φωτογραφίες, αυτή με το κοριτσάκι τραβήχτηκε μια μέρα που φωτογράφιζα στο νότιο άκρο του Μανχάτταν, κοντά στη Wall Street (μου αρέσουν οι περιοχές με πολλή κίνηση και πολυκοσμία αλλά και ενδιαφέρουσα αρχιτεκτονική). Περίμενα να περάσω το φανάρι, και όπως συχνά κάνω γύρισα να κοιτάξω πίσω μου, και ακριβώς εκείνη τη στιγμή είδα αυτή την στιγμιαία ταύτιση μεταξύ της έκφρασης του κοριτσιού και της γυναίκας, και ευτυχώς είχα την εγρήγορση να τραβήσω άμεσα τη φωτογραφία (αυτές οι στιγμές διαρκούν κυριολεκτικά κλάσματα του δευτερολέπτου). Η άλλη φωτογραφία τραβήχτηκε ένα καλοκαίρι, νομίζω Αύγουστο, με φοβερό καύσωνα. Με ενδιέφερε αυτός ο τοίχος με τα ερωτηματικά, κυρίως επειδή, εν αντιθέσει με τη λέξη trauma, το ερωτηματικό σαν σύμβολο υποδηλώνει ακριβώς την αβεβαιότητα ως προς την ερμηνεία – αλλά και καθαρά εικαστικά, από γραφιστική άποψη ας το πούμε, τα ερωτηματικά μου φάνηκαν ωραία ως φόντο. Τράβηξα λοιπόν λίγα καρέ με διάφορους περαστικούς (συνήθως δεν κάθομαι στο ίδιο σημείο πολλή ώρα), και πάνω που ετοιμαζόμουν να φύγω είδα με την άκρη του ματιού μου αυτή τη γιαγιά με το μαντήλι να πλησιάζει. Μου τράβηξε αμέσως το ενδιαφέρον όχι μόνο γιατί αυτού του είδους η αμφίεση με το παλιομοδίτικο μαντήλι είναι ασυνήθιστη για το Μανχάτταν, αλλά και γιατί φορούσε παλτό μέσα στο κατακαλόκαιρο! Ευτυχώς είχα την καλή ιδέα να την φωτογραφίσω από γωνία που δεν φαινόταν το πρόσωπό της, εντείνοντας έτσι την αίσθηση του αγνώστου που υποβάλλουν και τα ερωτηματικά.
— Ένα top5 με τους αγαπημένους σου φωτογράφους και ένα σύντομο σχόλιο για τον καθένα;
Είναι πάρα πολύ δύσκολο να επιλέξω μόνο πέντε… Θα έλεγα τους εξής:
1.
Garry Winogrand
O λόγος που αποφάσισα να έρθω στη Νέα Υόρκη και να προσπαθήσω να γίνω φωτογράφος δρόμου. Λατρεύω τις φωτογραφίες του γιατί δεν προσπαθούν να είναι τίποτε άλλο παρά καταγραφή της ζωής. Ο λιγότερο «δήθεν» φωτογράφος που μπορώ να φανταστώ. Θαυμάζω το οξύ και ενίοτε πολύ μαύρο χιούμορ του για την εξυπνάδα και τη διακριτικότητά του, εν αντιθέσει με πολλούς σημερινούς υποτιθέμενους φωτογράφους δρόμου, που θεωρούν ότι φωτογραφία δρόμου σημαίνει χοντροκομμένα οπτικά αστειάκια γυμνασιακού επιπέδου, ένα είδος φωτογραφίας που πραγματικά απεχθάνομαι. Επίσης, χωρίς τυπική παιδεία, ο Winogrand ήταν ένας από τους οξυδερκέστερους θεωρητικούς του φωτογραφικού μέσου, ένας άνθρωπος που είχε σκεφτεί πολύ αλλά και που ενστικτωδώς αντιλαμβανόταν σχεδόν καλύτερα από τον οποιονδήποτε επαγγελματία κριτικό τι σημαίνει φωτογραφία.
2.
Saul Leiter
Eίχε οικειοθελώς πέσει στην αφάνεια επί δεκαετίες, εργαζόμενος ως ζωγράφος αφού παρήγε ένα εκπλητικό φωτογραφικό έργο μέσα σε λίγα μόλις χρόνια τη δεκαετία του ’50 και του ’60. Τραβούσε σχεδόν αποκλειστικά κάθετα κάδρα, κάτι που εγώ δεν τραβάω ποτέ. Και όμως, είναι ο φωτογράφος που μου προκαλεί περισσότερο δέος από οποιονδήποτε. Οι συνθέσεις του είναι εκπληκτικές, η χρήση του χρώματος εξίσου. Ένας φωτογράφος που ασθάνομαι ότι με υπερβαίνει εντελώς.
3.
William Klein
Επίσης ένας «παλιός», με εκπληκτικό έργο σε ασπρόμαυρο τη δεκαετία του ’50 και το ’60, αλλά σε αντίθεση με τον Leiter παρέμεινε διάσημος όλα αυτά τα χρόνια. Και πάλι εντελώς sui generis όσον αφορά τα κάδρα του, με ενίοτε πολύ περίπλοκες συνθέσεις, και ο μόνος φωτογράφος που μπορώ να σκεφτώ που χρησιμοποιεί καλά τον υπερευρυγώνιο φακό (συνήθως η αισθητική του υπερευρυγώνιου είναι απλή μανιέρα και εύκολος εντυπωσιασμός). Μια ολόκληρη στρατιά από επιγόνους ουσιαστικά μιμούνται, ή στην καλύτερη περίπτωση αντλούν έμπνευση, από την αισθητική του Klein και στο τύπωμα, με πολύ έντονο κοντράστ κτλ. (υποψιάζομαι ότι ακόμη και ο περίφημος Daido Moriyama ανήκει σε αυτή την κατηγορία). Αλλά κανείς τους δεν πλησιάζει καν τη δύναμη των εικόνων του Klein.
4.
Alex Webb
Και ένας σύγχρονός μας. Πάρα πολύ ωραία χρήση του χρώματος, και εξαιρετικά πολύπλοκα κάδρα. Αλλά δεν μένει στον κενό φορμαλισμό, όσο εντυπωσιακός και αν είναι αυτός: οι φωτογραφίες του έχουν και φοβερό συναίσθημα, αλλά με πολύ διακριτικό τρόπο. Και ένας πολύ σεμνός και χαμηλών τόνων άνθρωπος σε προσωπικό επίπεδο, παρότι έχει απόλυτη επίγνωση της αξίας του έργου του.
5.
Jens Olof Lasthein
Ακόμη ένας σύγχρονος φωτογράφος, τον οποίο ανακάλυψα πολύ πρόσφατα, μόλις πριν λίγους μήνες. Χρησιμοποιεί μια ευρυγώνια μηχανή, και είναι η πρώτη φορά που κάποιος με έκανε να αισθανθώ ενδιαφέρον γι αυτό το φορμά. Και πάλι, με εντυπωσιάζει ότι καταφέρνει να φτιάξει πολύ ωραία κάδρα με ουσιαστικό και όχι απλά φορμαλιστικό ενδιαφέρον, χωρίς να πέσει στην παγίδα του εύκολου εντυπωσιασμού ή του κενού φορμαλισμού – κάτι καθόλου εύκολο όταν έχει κανείς να αναμετρηθεί με ένα τόσο ακραίο φορμά.
— «Ο Δημήτρης Μέλλος πιστεύει ότι οι άνθρωποι βάζουν την πραγματικότητα σε κουτάκια». Αυτή είναι η φράση με την οποία ανοίγει το άρθρο των New York Times σχετικά με την φωτογραφική σου δουλειά στην Ελληνική επαρχία. Θα ήθελα να σε ρωτήσω πως κατάφερες να χτίσεις μια οπτική του κόσμου έξω από το κουτί και εάν χρειάστηκε να αφαιρέσεις στερεότυπα και κανόνες που υπήρχαν μέσα σου όταν εγκαταστάθηκες στην Νέα Υόρκη για να ανακαλύψεις αυτή την οπτική.
Πολύ καλή ερώτηση, αλλά δεν ξέρω αν έχει απάντηση! Δεν είναι μια συνειδητή διαδικασία, του τύπου βάζω ασκήσεις στον εαυτό μου προκειμένου να πετάξω τα στερεότυπα που κουβαλάω. Με μία έννοια, ίσως εν μέρει έχει να κάνει με το ότι, για τον άλφα ή βήτα λόγο, ανέκαθεν ήμουν λίγο εξωγήινος και αισθανόμουν κάπως outsider ακόμη και πριν φύγω από την Ελλάδα. Επίσης, πάντα από παιδί ήμουν πολύ αρνητικός προς οποιαδήποτε άποψη ή οπτική απλά παρουσιάζεται ως δεδομένη και απαιτεί την γενική αποδοχή χωρίς εξέταση. Αλλά μου είναι άγνωστο το πώς αυτό το πνεύμα αντιλογίας, ας το πούμε, μετουσιώθηκε σε φωτογραφική οπτική. Απλά θυμάμαι ότι λίγο πριν φύγω για την Αμερική έκανα πολλές εκδρομές με το αυτοκίνητο με την τότε φίλη μου, και ενώ μέχρι τότε το ανθρώπινο τοπίο της Ελληνικής επαρχίας (εννοώ τα ίχνη της ανθρώπινης παρουσίας στο ύπαιθρο) μου φαινόταν απόλυτα δεδομένο και δεν μου έκανε καμία εντύπωση, σε κάποια στιγμή – πραγματικά ήταν σαν έκλαμψη – συνειδητοποίησα το πόσο απίθανα σουρεαλιστικά είναι για παράδειγμα τα εικονοστάσια που είναι διάσπαρτα παντού. Απλά δεν το συνειδητοποιούμε γιατί τα έχουμε συνηθίσει! Και αυτή ήταν η σπίθα της δουλειάς μου με τα ελληνικά τοπία. Είναι πολύ ενδιαφέρον που, αν το σκεφτούμε, η βαθύτερη εξοικείωση με κάτι ίσως συχνά προϋποθέτει την απο-οικειοποίηση.
— Μίλησε μου λίγο για την σειρά « Fashion Perpetrators» . Έχω την εντύπωση ότι υπάρχουν σε αυτή αρκετές δόσεις χιούμορ αλλά και μια λεπτή ειρωνεία για τα Fashion victims της μεγαλούπολης.
Ναι, φυσικά, σε μεγάλο βαθμό αυτός ήταν ο στόχος μου, εξ ου και το λογοπαίγνιο του τίτλου της σειράς – δεν πρόκειται απλά για θύματα της μόδας, αλλά για θύτες, εφόσον πολλοί από αυτούς είναι εκείνοι που δημιουργούν και κατευθύνουν τη μόδα. Η σειρά προέκυψε φωτογραφίζοντας 2-3 χρονιές τα παραλειπόμενα του New York Fashion Week – εφόσον δεν είχα διαπιστευτήρια για πρόσβαση στους εσωτερικούς χώρους όπου γίνονται οι επιδείξεις μόδας, αποφάσισα να προσεγγίσω το θέμα από τη σκοπιά της φωτογραφίας δρόμου, στους εξωτερικούς χώρους που είναι ανοιχτοί σε όλους. Είναι μια τρομερά ενδιαφέρουσα άτυπη πασαρέλα, όχι μόνο λόγω των διάσημων σχεδιαστών, μοντέλων, και άλλων celebrities που μπαινοβγαίνουν, αλλά κυρίως λόγω του πλήθους επίδοξων μοντέλων και άλλων ενδιαφερόμενων για τη μόδα που απλά περνάνε ώρες εκεί κάνοντας δημόσιες σχέσεις ή people-watching. H πρόκληση για μένα ήταν να βγάλω αυθόρμητες και αυθεντικές φωτογραφίες σε ένα πλαίσιο όπου εξ ορισμού όλοι στήνονται και ποζάρουν για να φωτογραφηθούν εντελώς ψεύτικα.
— Αισθάνθηκες κάποια στιγμή στις φωτογραφίες για την σειρά «imagined communities» ότι κινδυνεύεις ;
Καθόλου. Γιατί να κινδυνεύσω; Όλες αυτές οι φωτογραφίες τραβήχτηκαν στα πλαίσια παρελάσεων και άλλων εορταστικών εκδηλώσεων των διαφόρων εθνοτικών κοινοτήτων της Νέας Υόρκης. Είναι εκδηλώσεις χαράς, και κατά κανόνα όλοι είναι σε καλή διάθεση και πολύ ανοιχτοί στο να φωτογραφηθούν. Όπως και με την προηγούμενη δουλειά με τη μόδα, και εδώ η πρόκληση ήταν να βγάλω μη-στημένες φωτογραφίες σε ένα πλαίσιο που εξ ορισμού προορίζεται για να προβάλλει προς τα έξω μια ιδιαίτερα προσεγμένη και περιποιημένη εικόνα της κάθε κουλτούρας και κοινότητας.
— Θα μπορούσες να μας μιλήσεις για τα συναισθήματα σου μετά την νίκη του Τραμπ και εάν το γεγονός έχει επηρεάσει την ψυχολογία γνωστών και φίλων σου;
Τι να πω; Επί δύο μέρες ο ίδιος ήμουν σαν ζόμπι από το σοκ, και το ίδιο και οι περισσότεροι γνωστοί και φίλοι (κυριολεκτώ – δεν ήταν απλά ψυχολογικό το σοκ… όλοι περπατούσαμε σαν υπνοβάτες, άλλαξαν οι ρυθμοί του σώματος όπως μετά από οποιοδήποτε μεγάλο σοκ, όπως μετά το θάνατο ενός αγαπημένου προσώπου). Ήταν πολύ απτό αυτό στην πόλη, σαν να είχε πέσει ένα πέπλο μαυρίλας πάνω σε όλους και όλα. Μην ξεχνάτε ότι η Νέα Υόρκη είναι ένας ιδιαίτερος τόπος, δεν έχει πολιτισμικά καμία σχέση με την ενδοχώρα της επαρχιακής Αμερικής. Στην πόλη το ποσοστό που ψήφισε Τραμπ ήταν λιγότερο του 10%. Οπότε μπορείτε να καταλάβετε τι συναισθήματα προκάλεσε η νίκη του, και μάλιστα εφόσον ο ίδιος μένει εδώ στην πόλη οπότε η αίσθηση πλήγματος και προσβολής ήταν ακόμη οξύτερη…
—Που βρίσκεται για εσένα η ομορφιά;
Παντού. Ας ανοίξουμε όλοι τα μάτια μας. Είναι εκεί.
An illustrated Guide to Greece
Imagined communities
Fashion Perpetrators
Όλες οι φωτογραφίες παραχωρήθηκαν για αποκλειστική χρήση στο LIFO.gr απο τον Δημήτρη Μέλλο.
Δεν επιτρέπεται η αναδημοσίευση τους χωρίς την άδεια του.
Info
Περισσότερα για τον Δημήτρη Μέλλο στο site του και στο instagram
σχόλια