Όταν το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Fort Worth (The Modern) στο Τέξας παρουσίασε τον Νοέμβριο του 2024 την έκθεση «Diaries of Home» με έργα γυναικών και non-binary καλλιτεχνών, οι οποίοι εξερευνούν τις πολυδιάστατες έννοιες της οικογένειας, της κοινότητας και του σπιτιού, κανείς δεν πίστευε ότι η αστυνομία θα προχωρούσε σε κατάσχεση τεσσάρων φωτογραφιών της Sally Mann, ύστερα από καταγγελία ότι απεικονίζουν γυμνά παιδιά και θα μπορούσαν να θεωρηθούν πορνογραφικές.
Οι καλλιτέχνες που συμμετείχαν στην έκθεση −Patty Chang, Jess T. Dugan, LaToya Ruby Frazier, Nan Goldin, Debbie Grossman, Letitia Huckaby, Deana Lawson, Laura Letinsky, Sally Mann, Arlene Mejorado, Catherine Opie, Laurie Simmons και Carrie Mae Weems− εκφράζουν προσωπικούς και κοινωνικούς στοχασμούς με έργα που αναπαριστούν ιστορίες αγάπης, επιθυμίας, απώλειας, ιστορίες από την οικιακή ζωή και την πολυπλοκότητα των ανθρώπινων σχέσεων. Χρησιμοποιούν ως επίκεντρο στο έργο τους τον εαυτό τους και άλλους, για να εξερευνήσουν διάφορες κοινωνικές σχέσεις μέσα και έξω από το σπίτι, δείχνοντας συχνά τη δυναμική τόσο των βιολογικών όσο και των «κατασκευασμένων» οικογενειών.
Για παράδειγμα, η Nan Goldin απεικονίζει τον εραστή και τους φίλους της ως μια μορφή επιλεγμένης οικογένειας, ενώ η Sally Mann, της οποίας οι φωτογραφίες βρέθηκαν στο στόχαστρο των αρχών, αναδεικνύει τα τρία παιδιά της ως θέμα, γυμνά και, όπως αναφέρει το κείμενο της έκθεσης, «…μελαγχολικά και σε υπονοούμενες καταστάσεις, με τη Mann να αναδεικνύει μια άγρια, σκοτεινή πλευρά της παιδικής ηλικίας που μπορεί να είναι ακατέργαστη και να δημιουργεί αναστάτωση».
«Είχα την πεποίθηση ότι ο φακός μου έπρεπε να παραμείνει ανοιχτός σε όλο το φάσμα της παιδικής τους ηλικίας», γράφει, «και με την πρόθυμη, δημιουργική συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων, φωτογράφισα τους θριάμβους, τη σύγχυση, την αρμονία και την απομόνωσή τους, καθώς και τις δυσκολίες στις οποίες βρίσκονται τα παιδιά».
Οι φωτογραφίες έχουν τραβηχτεί τη δεκαετία του 1980 και του 1990, όταν τα παιδιά της ήταν μικρά, και έχουν δημοσιευτεί και εκτεθεί εκτενώς για περισσότερα από 30 χρόνια σε κορυφαίους πολιτιστικούς οργανισμούς σε όλο τον κόσμο.
![Το έργο της Sally Mann προκαλεί ξανά έντονες αντιπαραθέσεις](/sites/default/files/styles/main_height/public/articles/2025-01-28/Sally-Mann%E2%80%99s-Exposure.jpg?itok=m41lftpy)
Ήδη από την περίοδο της δημιουργίας αυτής της σειράς φωτογραφιών με τα παιδιά της να τρέχουν, να παίζουν και να ποζάρουν γυμνά στην απομονωμένη φάρμα τους στη Βιρτζίνια το έργο της είχε χαρακτηριστεί από ορισμένους προκλητικό έως και πορνογραφικό και είχε ειπωθεί ότι στο αποτέλεσμα υπήρχε σεξουαλικοποίηση των ανήλικων παιδιών. Η σειρά αυτή ονομάζεται «Immediate Family». Όταν δημοσιεύτηκε προκάλεσε μεγάλες αντιπαραθέσεις και μια συζήτηση για τον πολιτιστικό συντηρητισμό και τη λογοκρισία της τέχνης, και οι συνθήκες κάτω από τις οποίες δημιουργήθηκε εξετάστηκαν εξονυχιστικά, με τη Mann να υποστηρίζει ότι τα παιδιά της συναινούσαν στη φωτογράφιση και ότι ήταν αναπόσπαστο μέρος της διαδικασίας παραγωγής των φωτογραφιών – ότι ήταν περισσότερο συνεργάτες παρά υποκείμενα των έργων της.
Το 2015 σε ένα άρθρο της στους ΝΥΤ με τίτλο «Sally Mann’s Exposure» γράφει ότι επί δέκα χρόνια φωτογράφιζε τα παιδιά της, που ήταν περίπου 6, 4 και 1 έτους όταν ξεκίνησε το «Immediate Family» (που εκδόθηκε το 1992), σε ένα αγρόκτημα χωμένο στους λόφους της Βιρτζίνια, χωρίς να υπάρχει ψυχή σε ακτίνα χιλιομέτρων. Η οικογένεια ζούσε απομονωμένη, σε πρωτόγονες συνθήκες διαβίωσης, χωρίς ρεύμα, χωρίς τρεχούμενο νερό και, φυσικά, χωρίς υπολογιστή και χωρίς τηλέφωνο.
«Είχα την πεποίθηση ότι ο φακός μου έπρεπε να παραμείνει ανοιχτός σε όλο το φάσμα της παιδικής τους ηλικίας», γράφει, «και με την πρόθυμη, δημιουργική συμμετοχή όλων των εμπλεκομένων, φωτογράφισα τους θριάμβους, τη σύγχυση, την αρμονία και την απομόνωσή τους, καθώς και τις δυσκολίες στις οποίες βρίσκονται τα παιδιά − μώλωπες, εμετοί, ματωμένες μύτες, βρεγμένα κρεβάτια, όλα αυτά».
![Το έργο της Sally Mann προκαλεί ξανά έντονες αντιπαραθέσεις](/sites/default/files/styles/main/public/articles/2025-02-04/sally-mann765.jpg?itok=3dPIIMfK)
Όταν εκδόθηκε το βιβλίο, έγινε μεγάλη εκδοτική επιτυχία, κάτι που έφερε στη Mann φήμη, χρήματα αλλά και ανεπιθύμητη δημοσιότητα. Κατακλύστηκε από mail, φαξ, τηλεφωνήματα και αγνώστους που της χτυπούσαν την πόρτα, ενώ δεν ήταν λίγα τα υβριστικά μηνύματα που έλαβε. Όπως γράφει, «η συντριπτική ανταπόκριση οφειλόταν, εν μέρει, σε ένα άρθρο σχετικά με τη δουλειά μου από τον Richard B. Woodward, με μια φωτογραφία αυτής της σειράς να εμφανίζεται ως εξώφυλλο στο “New York Times Magazine”». Στο άρθρο του με τίτλο «The disturbing photography of Sally Mann» ο δημοσιογράφος την επικρίνει γράφοντας ότι με αυτά τα φωτογραφικά πορτρέτα έχει ανακαλύψει μια φλέβα χρυσού, με παραγγελίες που ξεπερνούν το μισό εκατομμύριο δολάρια, και σημειώνει ότι οι γυμνές φωτογραφίες των παιδιών έχουν προκαλέσει προβλήματα σε πολλά έντυπα, φέρνοντας ως παράδειγμα το «Artforum», το πιο ριζοσπαστικό περιοδικό στον κόσμο της τέχνης της Νέας Υόρκης, που αρνήθηκε να δημοσιεύσει μια φωτογραφία της γυμνής κόρης της, και τη θυμωμένη κριτική στη «The San Diego Tribune» με τίτλο «Μπορεί να είναι τέχνη, αλλά τι γίνεται με τα παιδιά;»
Με αυτές τις προκλητικές και αμφιλεγόμενες φωτογραφίες η Sally Mann βρέθηκε στο μάτι του κυκλώνα και στο επίκεντρο μιας συζήτησης για το τι συνιστούσε χυδαιότητα στην τέχνη. «Μέσα σε αυτό το ταραχώδες κλίμα, είχα δημοσιεύσει τις οικογενειακές μου φωτογραφίες. Αν και μόλις το ένα τέταρτο απεικόνιζε γυμνά παιδιά, με περιέγραψαν ως τη γυναίκα που φωτογράφιζε τα παιδιά της γυμνά, οπλίζοντας τους επικριτές μου, πολλοί από τους οποίους δεν είχαν δει ποτέ το έργο», γράφει.
Η ύπαρξη και η έκδοση των φωτογραφιών άνοιξε τους ασκούς του Αιόλου, και μέσα σε μια απερίγραπτη κατάσταση πίεσης η Mann έφτασε να ζητήσει τη βοήθεια ψυχιάτρου για να αντιμετωπίσει κατηγορίες που δεν είχε καν υπολογίσει ή υποπτευθεί. Ωστόσο δεν ήταν οι ακραίες κατηγορίες περί αιμομιξίας ή πορνογραφίας αυτές που τη διέλυσαν αλλά ο χαρακτηρισμός «κακή μητέρα».
![Το έργο της Sally Mann προκαλεί ξανά έντονες αντιπαραθέσεις](/sites/default/files/styles/main/public/articles/2025-01-28/sally-mann2.jpg?itok=LN1cXGRF)
Οι επιστολές που της απευθύνονταν αποκαλώντας τη «κακή μητέρα» έθεταν συνήθως το ζήτημα της συγκατάθεσης των παιδιών στις φωτογραφίσεις. «Τα παιδιά […] συμμετείχαν στη διαμόρφωση της σκηνής, στην παραγωγή των επιθυμητών εφέ για τις φωτογραφίες και στην επεξεργασία τους. Όταν έφτιαχνα το “Immediate Family”, έδωσα σε κάθε παιδί τις φωτογραφίες του και τους ζήτησα να αφαιρέσουν αυτές που δεν ήθελαν να δημοσιευτούν», γράφει ανάμεσα σε άλλα στο άρθρο της.
Παρόλο που η έκθεση στο Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Fort Worth είχε εγκαινιαστεί από τον Νοέμβριο, οι φωτογραφίες της Mann μπήκαν στο στόχαστρο της αστυνομίας του Τέξας λίγο πριν από τα Χριστούγεννα, όταν η εφημερίδα «The Dallas Express» αποφάσισε να ερευνήσει το ζήτημα, μετά από ανώνυμη πληροφορία ενός επισκέπτη της έκθεσης. Ο δημοσιογράφος Carlos Turcios, ο οποίος χαρακτηρίζει τον εαυτό του «συντηρητικό ακτιβιστή», δημοσίευσε το πρώτο του άρθρο για τις φωτογραφίες με τον τίτλο «Αποκλειστικό: Προωθεί το Μουσείο Σύγχρονης Τέχνης του Fort Worth την παιδική πορνογραφία;». Συντηρητικές ομάδες και πολιτικοί υποστήριξαν την καταγγελία του, ο Turcios έγραψε αρκετά ακόμη αντίστοιχα άρθρα και, κατόπιν εντολής των ρεπουμπλικανών αξιωματούχων της περιοχής, η αστυνομία προχώρησε στην κατάσχεση των έργων και στην έναρξη μιας νέας έρευνας.
Τόσο η οργάνωση Artists At Risk Connection, που προασπίζεται την καλλιτεχνική ελευθερία, όσο και η The National Coalition Against Censorship καταδίκασαν την κατάσχεση των φωτογραφιών, με τη δεύτερη να αναφέρει ότι: «Η κατηγορία ότι αυτά τα έργα αποτελούν υλικό παιδικής σεξουαλικής κακοποίησης δεν είναι απλώς αναληθής, αλλά είναι εξαιρετικά επικίνδυνη για την ελευθερία των εκατομμυρίων Αμερικανών που επιθυμούν να καταγράψουν την ανάπτυξη των παιδιών τους χωρίς τον κίνδυνο ποινικής δίωξης από την κυβέρνηση. Υποθέτει ότι πρόκειται για την οπτική ενός παιδόφιλου και υποβαθμίζει τη σοβαρότητα των πραγματικών περιστατικών κακοποίησης παιδιών».
![Το έργο της Sally Mann προκαλεί ξανά έντονες αντιπαραθέσεις](/sites/default/files/styles/main/public/articles/2025-02-04/sally-mann5432.jpg?itok=6aWRzdHO)
Με την αστυνομία του Fort Worth να εξετάζει ακόμα την καταγγελία για τα έργα της Mann, που επί σειρά ετών έχουν προκαλέσει μια ευρεία γκάμα συναισθημάτων σε όσους τα βλέπουν, από θαυμασμό έως θυμό, η Amy Werbel, ιστορικός και καθηγήτρια Ιστορίας Τέχνης στο Fashion Institute of Technology (FIT), γράφει στο «The Conversation» ότι στο Fort Worth, οι αντιρρήσεις προήλθαν από ντόπιους χριστιανούς ακτιβιστές και αντίστοιχες οργανώσεις. Πρωτοστάτησε το Danbury Institute, που σε μια ανοιχτή επιστολή του κατηγορεί το μουσείο ότι με αυτές τις φωτογραφίες «κανονικοποιεί την παιδοφιλία» και ότι γενικότερα η έκθεση προάγει «την αποδόμηση του καθορισμένου από τον Θεό ορισμού της οικογένειας» μέσω της απεικόνισης LGBTQ+ γονέων. Το Danbury Institute συνεχίζει δηλώνοντας ότι «η Γραφή είναι αυθεντική, απαράλλακτη, αλάνθαστη και επαρκής».
Στις ΗΠΑ, το Ανώτατο Δικαστήριο καθορίζει ότι ένα έργο δεν είναι άσεμνο αν έχει «σοβαρή λογοτεχνική, καλλιτεχνική, πολιτική ή επιστημονική αξία». Η καλλιτεχνική αξία του έργου της Mann έχει αναγνωριστεί διεθνώς, λένε οι υποστηρικτές της.
Το Γραφείο του Σερίφη του Fort Worth, το οποίο κρατά τις επίμαχες φωτογραφίες, αναφέρει ότι αξιολογεί αν παραβιάζουν τον νόμο περί παιδικής πορνογραφίας του Τέξας. Επειδή όμως οι φωτογραφίες της Mann δεν απεικονίζουν σεξουαλικές πράξεις, η μόνη φράση σε αυτόν τον νόμο που θα μπορούσε να θεωρηθεί σχετική είναι η «ασεβής εμφάνιση», με τον όρο «ασεβής» να ορίζεται ως αυτή που έχει την πρόθεση να προκαλέσει σεξουαλική επιθυμία.
Όπως επισήμανε ένας επικριτής της απομάκρυνσης των έργων της Mann, «οι περισσότεροι άνθρωποι μπορούν εύκολα να διακρίνουν τη διαφορά μεταξύ τού να πηγαίνεις σε ένα μουσείο και του να ανοίγεις το Pornhub», ενώ η Amy Werbel γράφει ότι με την απομάκρυνση των φωτογραφιών «οι αξιωματούχοι του Τέξας έβγαλαν τις φωτογραφίες, ως έργα τέχνης, από το πλαίσιό τους. Έτσι, τις παρουσίασαν σε ένα κοινό που μπορεί να μην τις είχε δει ποτέ σε μουσείο τέχνης, αλλά τώρα μπορεί να τις αναζητήσει στο διαδίκτυο από περιέργεια ή, ακόμα χειρότερα, με ανήθικες προθέσεις».
Με πληροφορίες από ΝΥΤ, New York Times Magazine, The National Coalition Against Censorship, Modern Art Museum of Fort North, The Conversation