«Τα παγόβουνα είναι το «μαύρο κουτί» του πλανήτη μας, γιατί μέσα στην λευκή μάζα τους κρύβουν πολύτιμες πληροφορίες για τις κλιματικές αλλαγές εκατοντάδων χιλιάδων ετών» ξεκινάει να μου λέει ο κ. Φωκίων Ζησιάδης καθώς στεκόμαστε απέναντι από τις μεγάλων διαστάσεων και υψηλής ανάλυσης φωτογραφίες του που έχουν στηθεί στο Μουσείο Μπενάκη.
Οι εικόνες του που κοσμούν τους τοίχους του μουσείου δημιουργούν μια ελαφριά δροσιά, κι ας είναι Οκτώβρης με υγρασία στην Αθήνα, καθώς κοιτώντας τες αισθάνεσαι σαν να εισέρχεσαι μέσα στην απόκοσμη αρκτική φύση. Τα μεγαλειώδη παγόβουνα που έχει απαθανατίσει άλλοτε φαίνονται να ταξιδεύουν κι άλλοτε στέκονται εντελώς ακίνητα πάνω στην παγωμένη θάλασσα ενώ οι λεπτομέρειες που έχει καταγράψει ο φωτογραφικός του φακός σε κάνει να θες να τα πλησιάσεις για να δεις από κοντά τους αλλόκοτους σχηματισμούς τους, τον τρόπο με τον οποίο τα διαπερνά το φως, τα «λέπια» αλλά και τη γυαλάδα τους.
Ο φωτογράφος λειτουργώντας και ως περιπετειώδης εξερευνητής πολλές φορές χρειάστηκε να ταξιδέψει με έλκηθρα που σέρνουν σκυλιά ή ακόμα και με snowmobiles σε πολύ μεγάλες αποστάσεις για να φτάσει σε επιλεγμένες τοποθεσίες και με θερμοκρασίες που άγγιζαν μέχρι και τους -35 βαθμούς Κελσίου.
«Οι εικόνες των παγόβουνών του, με την κρυσταλλική τους ευθραυστότητα και επιβλητικότητά τους, όμοια με μιας μαρμάρινης κατασκευής, είναι αυτό που αποτυπώνουν, δεν διαφοροποιούνται ως μεταφορές, δεν συνιστούν όχημα ενός άλλου νοήματος. Αποτελούν την κατάθεση ενός τολμηρού καλλιτέχνη-περιηγητή που παραδίδει αφοπλιστικά τον θεατή στην ομορφιά, στην τάξη, στην άψογη τελειότητα, στην απόληξη του άφθαρτου σε φθαρτό, με γεωμετρίες καθαρές, λιτές, με φωτισμούς διαυγείς και, συνάμα, δραματικούς.
Ο φακός του συνεπαίρνεται από τη χορογραφία των παγόβουνων, είτε πάνω ή κάτω από την επιφάνεια της θάλασσας, που ως καταγραφέας διαμορφώνει την οπτική του καλλιτέχνη, εκλεπτύνει την όραση του. Στη διαδικασία της ποιητικής του, ο Φωκίων αναμειγνύει τη δυναμική του ως άτομο με την τέχνη, καταγράφει μια ζωή εκτός τειχών, σκηνοθετεί, ή καλύτερα σκηνογραφεί, συνθέτοντας με ακρίβεια το πλάνο, έτσι ώστε οι φωτογραφίες του να αποδώσουν τη σιωπή μέσα στη σιωπή που εμπεριέχει το εγκλωβισμένο νερό (κύριο συστατικό των παγόβουνων), μέχρι τη στιγμή που βίαια, έκρυθμα θα ελευθερωθεί» σημειώνει ο Σταύρος Καβαλλάρης, επιμελητής της έκθεσης.
«Τα παγόβουνα έχουν μια αμφισημία. Στην ψυχιατρική και στην ψυχοθεραπεία τα χρησιμοποιούν ως ένα κλασσικό παράδειγμα που συγγενεύει πολύ με την προσωπικότητα του ανθρώπου: με το συνειδητό και το υποσυνείδητο. Αυτό που βλέπουμε πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας είναι το 10-15% ενώ από κάτω υπάρχει η άβυσσος, όπως ακριβώς συμβαίνει και με την ανθρώπινη ιδιοσυγκρασία» λέει ο ίδιος ο φωτογράφος.
Συχνά τα παρομοιάζει με ζωντανά όντα. «Έχουν τη δική τους διάθεση, είναι σε μια διαρκή κίνηση ή σε απόλυτη ακινησία, πολλαπλασιάζονται, ανατρέπονται, ζουν και πεθαίνουν ίσως και μετά από δεκαεπτά χρόνια. Το μόνο που δεν κάνουν είναι να σου μιλούν, αν και βγάζουν τους δικούς τους ήχους» λέει ο Φ. Ζησιάδης ο οποίος έκανε συνολικά τέσσερα ταξίδια στην Γροιλανδία μέχρι να φτάσει στο σημείο να εκθέσει τις φωτογραφίες του, ξεκινώντας από το 2016 όταν αρχικά μαγεύτηκε από την γοητεία του παγωμένου τοπίου.
«Δεν έφτασα εκεί έχοντας κάποιον οικολογικό προβληματισμό. Ούτε πήγα για να διαπιστώσω την κλιματική αλλαγή και την υπερθέρμανση του πλανήτη» λέει τονίζοντας πως βρέθηκε εκεί ξεκάθαρα για την φωτογραφική αναζήτηση και περιπέτεια.
Η ιδέα για αυτό το ταξίδι γεννήθηκε στην Ισλανδία όπου βρισκόταν στο πλαίσιο ενός άλλου φωτογραφικού πρότζεκτ από το οποίο προέκυψε και το Fine Art photo book «Iceland» που κυκλοφορεί από τον εκδοτικό οίκο teNeues. Εκεί λοιπόν, καθώς φωτογράφιζε τοπία, εντόπισε κάποιες φάρμες με εγκαταλειμμένα pick-up αυτοκίνητα του '50. Η εικόνα τον τράβηξε αμέσως και καθώς ο Ισλανδός οδηγός του Landmark Dui, ο οποίος τον συνοδεύει πλέον σε όλα του τα αρκτικά ταξίδια, τον είδε συνεπαρμένο από το αντικείμενο, του πρότεινε να επισκεφθεί κάποια στιγμή ένα μέρος στην Γροιλανδία όπου υπάρχει μια αμερικανική βάση με χιλιάδες βαρέλια κι αυτοκίνητα αφημένα εκεί από Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Αυτό ήταν. Χωρίς να το σκεφτώ και πολύ τον επόμενο χρόνο που έκανα το πρώτο μου ταξίδι στην Γροιλανδία πήραμε ένα ελικόπτερο και προσγειωθήκαμε στο μέρος». Το εν λόγω σημείο ήταν η πρώην αμερικάνικη βάση Bluie East για την οποία μάλιστα σύντομα δεν θα υπάρχει κανένα ίχνος μιας και η περιοχή αυτή την στιγμή «καθαρίζεται» από τα σημάδια του παρελθόντος. Το ότι την αποτύπωσε με τον φωτογραφικό του φακό έχει και μια ιστορική αξία γι' αυτό και έχει ήδη δημοσιευτεί από το Lens Culture.
Σύντομα ανακάλυψε το μεγαλείο της Γροιλανδίας, το μέρος των ακραίων αντιθέσεων. Το θέμα του φωτός ή της έλλειψής του, των ακραίων θερμοκρασιών ή του πως αισθάνεται ο άνθρωπος τις αποστάσεις στις αχανείς της εκτάσεις είναι μια εμπειρία εξωπραγματική. «Η ορατότητα που έχεις εκεί, όταν ο καιρός είναι αίθριος, είναι εξαιρετικά ευκρινής μια και δεν υπάρχουν υδρατμοί, ούτε σύννεφα αλλά και ούτε σκόνη. Αν το ανθρώπινο μάτι είναι συνηθισμένο να εκτιμά μια απόσταση ως ένα χιλιόμετρο στην πόλη, περίπου η ιδία αίσθηση της όρασης εκεί ισοδυναμεί με δυο ή και τρία χιλιόμετρα. Αυτό έχει ως συνέπεια να λανθάνεις πολύ εύκολα στην εκτίμηση του αποστάσεων, άρα και του χρόνου που απαιτείται για να τις διανύσεις. Παθαίνεις vertigo, χάνεσαι.
Κακά τα ψέματα, πάντως, τα ρολόγια σε αυτό το μέρος του πλανήτη είναι παντελώς άχρηστα, διότι όλα πηγαίνουν σύμφωνα με τον καιρό, αν και για την ιστορία οι Ινουίτ τελικώς απέκτησαν ρολόγια με την έλευση των κληρικών στην περιοχή. Στην ουσία οι κληρικοί που προσπάθησαν να τους προσηλυτίσουν τους υποχρέωναν να φορούν ρολόγια για να μη χάνουν τη λειτουργία στην εκκλησία» λέει ο Φ. Ζησιάδης που έζησε συνολικά 100 ημέρες στη Γροιλανδία και είχε την ευκαιρία όχι μόνο να φωτογραφίσει το μεγαλειώδες αρκτικό τοπίο, το οποίο είναι και το θέμα της τρέχουσας έκθεσης, αλλά να γνωρίσει και να φωτογραφίσει τους ανθρώπους του τόπου αλλά και την άγρια ζωή, υλικό που θα αξιοποιηθεί φυσικά στην συνέχεια αφού έχει ήδη δρομολογηθεί μια έκδοση από τον οίκο Rizzoli, ο οποίος σύντομα πρόκειται να εκδώσει ακόμα ένα φωτογραφικό πρότζεκτ του Φ. Ζησιάδη για το Βιετνάμ.
Ο φωτογράφος λειτουργώντας και ως περιπετειώδης εξερευνητής πολλές φορές χρειάστηκε να ταξιδέψει με έλκηθρα που σέρνουν σκυλιά ή ακόμα και με snowmobiles σε πολύ μεγάλες αποστάσεις για να φτάσει σε επιλεγμένες τοποθεσίες και με θερμοκρασίες που άγγιζαν μέχρι και τους -35 βαθμούς Κελσίου, διανυκτερεύοντας μέσα σε σκηνή για μέρες ώστε να καταφέρει να τραβήξει φωτογραφίες από αποικίες αρκτικών πουλιών, από μοσχοβόδια (muskox), πολικές αρκούδες, αρκτικές αλεπούδες, λαγούς και κουκουβάγιες, όλα τους κατάλευκα σαν το χιόνι. «Είναι βέβαια και οι πολυάριθμες φώκιες. Πολλοί τις ονομάζουν "τα McDonald's" της Αρκτικής, μια και αποτελούν το πιο συνηθισμένο θέαμα και φαγητό στην τροφική αλυσίδα. Τις σκοτώνουν κατά χιλιάδες για την επεξεργασία του δέρματος και του λίπους, αλλά και για το κρέας τους που το χρησιμοποιούν ακόμα και για φαγητό που δίνουν στα σκυλιά» περιγράφει ο κ. Ζησιάδης.
Στη Γροιλανδία συνηθίζει να ταξιδεύει πάντα μοναχικά. «Δεν έχω πάει ποτέ με γκρουπ φωτογράφων. Έχω πάντα μαζί μου τον Dui, ενώ εξορισμού και για λόγους ασφάλειας μας συνοδεύουν πάντα δυο ντόπιοι κυνηγοί Ινουίτ, οι οποίοι είναι άριστοι σκοπευτές και εξαιρετικοί καπετάνιοι στην πλεύση ανάμεσα στα παγόβουνα. Οι μικρές κοινωνίες των ανθρώπων σε αυτήν τη μεριά της γης έχουν άλλη κλίμακα αξιολόγησης. Καταναλωτικά αντικείμενα η συνήθειες που έχουν αξία στην πόλη εκεί δεν έχουν καμία απολύτως. Το μόνο που έχει αξία είναι να καταφέρεις να "επιβιώσεις σε ένα τόπο που δεν συγχωράει"» λέει συνοψίζοντας την εμπειρία του.
Σε μια ενότητα φωτογραφιών της έκθεσης τα μάτια μαγνητίζονται από τις εικόνες με παγόβουνα που έχουν ένα εκτυφλωτικό γαλάζιο χρώμα. «Δεν αλλάζω τα χρώματα στην επεξεργασία των φωτογραφιών μου. Αυτό είναι το φυσικό τους χρώμα και δημιουργείται όταν από την πίεση φεύγει ο αέρας που είναι παγιδευμένος μέσα στον πάγο. Δεν είναι σαν πίνακας ζωγραφικής;
Για μένα η φωτογραφία είναι σαν ένα ιδιωτικό παράθυρο στη φύση και μου δίνει τη δυνατότητα να δω αυτό που θέλω να δω. Είναι ο τρόπος μου να ερμηνεύω τα πράγματα» λέει ο φωτογράφος, ο οποίος κάνει όλα τα στάδια της δουλειάς μόνος του, από τη χρηματοδότηση και τον προγραμματισμό του εκάστοτε ταξιδιού, μέχρι τη φωτογράφιση, την εμφάνιση των φωτογραφιών και το editing. «Μόνος μου κάνω και τις εκδόσεις των βιβλίων τα οποία εντέλει μένουν και ως παρακαταθήκη για τις επόμενες γενιές γιατί είμαι βέβαιος ότι το 2150 η Αρκτική δεν θα έχει πια την ίδια μορφή, όπως ούτε και οι Ινουίτ ούτε και τα ζώα, και πάει λέγοντας».
Είναι εύλογο να σημειωθεί ότι ο Φ. Ζησιάδης δεν ξεκίνησε από τη φωτογραφία αλλά από την αρχιτεκτονική. Αρχικά αποφοίτησε από την Αρχιτεκτονική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου της Θεσσαλονίκης και έπειτα έκανε μεταπτυχιακές σπουδές στο Πανεπιστήμιο της Πενσιλβάνια. Όμως, εντέλει, έστρεψε το ενδιαφέρον του στον χώρο του τουρισμού μια και ως δεύτερης γενιάς τουριστικός επιχειρηματίας συνέβαλε στην αξιοποίηση και επέκταση των εγκαταστάσεων του γνωστού ξενοδοχειακού συγκροτήματος της Χαλκιδικής Sani Resort. Αφοσιώθηκε σε αυτό τον τομέα όπου και διέπρεψε για αρκετά χρόνια.
Στην αρχή τα ταξίδια σε μακρινά μέρη του πλανήτη ξεκίνησαν ως μέρος της δουλειάς. «Πήγαινα ως επιχειρηματίας του τουρισμού να δω κάποιους ψαγμένους προορισμούς για να παίρνω ιδέες τις οποίες θα μπορούσα να αξιοποιήσω πίσω στη δουλειά μας. Σιγά-σιγά όμως τα ταξίδια αυτά προσανατολίζονταν σε ολοένα και πιο εναλλακτικά μέρη, ολοένα και πιο μακρινά. Η περιέργειά μου με οδηγούσε πλέον μόνο σε απροσδόκητους προορισμούς» λέει ο ίδιος.
Μέχρι που το 2015 μετά από την συλλογική απόφαση των μετόχων για ρευστοποίηση της εταιρείας, αποφάσισε συνειδητά να ακολουθήσει αυτό που μιλούσε στην καρδιά του, αφήνοντας πίσω τον γιο του, Λεωνιδα Ζησιαδη, να αναλάβει επάξια τα των μπίζνες.
«Έχω πλέον αποκτήσει μια σχέση ζωής με τη Γροιλανδία, με την έννοια του ότι μου έχει γίνει ανάγκη και θέλω να πηγαίνω εκεί τουλάχιστον μια φορά τον χρόνο. Είναι σαν να μην θέλω να τελειώσει αυτό το πρότζεκτ ποτέ. Αγάπησα το μέρος όσο κανένα άλλο, παρότι είναι ένα από τα πιο αφιλόξενα μέρη στον πλανήτη».
Info
Η έκθεση φωτογραφίας του Φωκίωνα Ζησιάδης «Παγετώνες. Από τη Γένεση στην Εξαΰλωση» ξεκινά στις 17 Οκτωβρίου και θα διαρκέσει έως και τις 17 Νοεμβρίου 2019 στο Μουσείο Μπενάκη / Πειραιώς 138.
σχόλια