Είναι από τις πιο διακεκριμένες παγκοσμίως φωτογράφους τοπίου και αρχιτεκτονικής. Η Erieta Attali, με φωτογραφικό έργο που εκτείνεται από την Ευρώπη και την Ασία ως την Αυστραλία και την Αμερική, έχει αφιερώσει πάνω από δύο δεκαετίες στην εξερεύνηση της σχέσης ανάμεσα στην αρχιτεκτονική και το τοπίο.
Αυτήν τη φορά επιστρέφει για να φωτογραφίσει τη Δήλο, ενώ από το 1992 έως το 2002 έχει φωτογραφίσει εκτενώς ανασκαφικούς χώρους και αρχαιολογικά ευρήματα για το ελληνικό υπουργείο Πολιτισμού σε όλη την Ελλάδα και διάφορα μνημεία και ανασκαφές στην Ιταλία, την Τουρκία, τη Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, με ειδικότητα στις υπόγειες ταφές και τις τοιχογραφίες.
Ο κύκλος φωτογραφιών που ακολουθεί καταγράφει το νησί της Δήλου, στο οποίο έκανε τέσσερις συνολικά επισκέψεις, και θα παρουσιαστεί αρχικά σε μια έκθεση στη Σιγκαπούρη στις αρχές του 2024, με τίτλο «Afloat| The shifting landscapes of Delos» σε συνεργασία με την εκεί ελληνική πρεσβεία. Οι φωτογραφίσεις έγιναν με την άδεια του ΥΠΠΟΑ, που στηρίζει την παραγωγή του καλλιτεχνικού της έργου, και την υποστήριξη της Γαλλικής Αρχαιολογικής Εταιρείας.
Οι ποιητικές και μεταφορικές φωτογραφίες της Attali, στις οποίες η αρχιτεκτονική απεικονίζεται ως φυσικό χαρακτηριστικό αναπόσπαστο από το περιβάλλον, είναι οπτικοί χάρτες των χρονικών και χωρικών μετασχηματισμών στα απομακρυσμένα φυλάκια της ανθρώπινης ύπαρξης.
Για την Attali κάθε κύκλος φωτογραφίσεων είναι μια πολυαισθητηριακή εμπειρία. Κάθε φωτογράφιση σχετίζεται άμεσα με τη σωματική αντίδραση στις ακραίες συνθήκες που συναντά σε σχεδόν απάτητους τόπους και επανεστιάζει το βλέμμα και τη θέση της ίδιας της φωτογράφου, τα οποία είναι άρρηκτα συνδεδεμένα με τις διαφορετικές συνθήκες που επικρατούν σε κάθε αρχιτεκτονικό τοπίο.
Έχει διασχίσει τέσσερις ηπείρους, δουλεύοντας σε απομονωμένα και απομακρυσμένα εδάφη, από την Ισλανδία έως τον Ινδικό Ωκεανό, και η επίπονη αναζήτησή της αποτυπώνεται στο βραβευμένο έργο της «Περιφέρεια | Αρχαιολογία του φωτός» («Periphery | Archaeology of Light»), στο οποίο αναφέρεται στην αρχαία ελληνική χαρτογραφία, με τις άκρες των χαρτών να αντιπροσωπεύουν τα εξωτερικά όρια του γνωστού κόσμου.
Οι ποιητικές και μεταφορικές φωτογραφίες της Attali, στις οποίες η αρχιτεκτονική απεικονίζεται ως φυσικό χαρακτηριστικό αναπόσπαστο από το περιβάλλον, είναι οπτικοί χάρτες των χρονικών και χωρικών μετασχηματισμών στα απομακρυσμένα φυλάκια της ανθρώπινης ύπαρξης. «Η ιδέα αυτού του βιβλίου ήταν να εξετάσω την περιφέρεια λαμβάνοντας υπόψιν ότι το κέντρο του κόσμου είναι η Ελλάδα και η Δήλος», λέει.
Η Erieta Attali δεν βλέπει τη Δήλο υπό το πρίσμα της αρχαιολογικής φωτογραφίας, αλλά υπό εκείνο της φωτογραφίας αρχαιολογικού τοπίου. Τις καθηλωτικές αρχαιότητες και το τοπίο της. Την αρχιτεκτονική και τα απομεινάρια των αρχιτεκτονημάτων. Το φυσικό τοπίο, μονοπάτια και λόφοι και φυτικός κόσμος και διαμορφώσεις του ανάγλυφου του νησιού μετά από χιλιάδες χρόνια. Όλα όσα περιβάλλουν το νησί και δημιουργούν την ατμόσφαιρά του, η θάλασσα, τα σύννεφα και ο ουρανός.
Η ατμόσφαιρα είναι καθοριστικό στοιχείο, μια σπουδή στη δημιουργία του νοήματος κάθε φωτογράφισης της Attali. Αυτή την ατμόσφαιρα αναζητά και στη Δήλο, παρατηρώντας το νησί και τις αλλαγές που επιφέρουν το φως, ο άνεμος και οι καιρικές συνθήκες, από το πρώτο φως της ανατολής και μετά τη δύση του ήλιου, είτε ευρισκόμενη επάνω στο νησί είτε περιπλέοντάς το μέρα και νύχτα.
«Αυτό που με ενδιέφερε από τότε που έκανα τοπία ήταν η ατμόσφαιρα που υπάρχει σε κάθε μέρος, το τοπίο των Κυκλάδων, η κυκλαδική τέχνη, το νόημα αυτού του πετρώδους νησιού που μοιάζει με έρημο. Ένα μικρό ερημωμένο τοπίο, με πετρώδεις σχηματισμούς, με τη σκληρότητα των βράχων, ενώ φυσούν ισχυροί άνεμοι», λέει.
Τον Σεπτέμβριο του 2022 έφτασε για πρώτη φορά στο νησί. Μοιράστηκε την ταξιδιωτική και φωτογραφική αυτή εμπειρία με τους βοηθούς της, Γιάννη Τουρνικιώτη, Asgeir Torfason και Lucas Waltcher. Το να εξερευνά τον τόπο μαζί με άλλους ανθρώπους την εμπνέει, καθώς μέσα από τις συζητήσεις μαζί τους μπορεί να δει το τοπίο και την αντανάκλασή του μέσα στα μάτια των άλλων. «Στην πρώτη αυτή προσέγγιση του νησιού, που κράτησε τέσσερις μέρες, δεν μπορούσαμε να μείνουμε εκεί σε εικοσιτετράωρη βάση. Συνειδητοποίησα ότι δεν μπορείς να φωτογραφίσεις αν δεν μείνεις εκεί, για να βιώσεις και να συλλάβεις το πρώτο φως της μέρας, να ακούσεις τον ήχο των κυμάτων τη νύχτα, να μείνεις μετά τη δύση του ηλίου και να παρατηρήσεις τη μεταμόρφωση του τοπίου μέσω του φωτός. Μια προσέγγιση ήταν να φωτογραφίσω την τραχύτητα του θερινού φωτός που υπάρχει όταν φωτογραφίζεις τον Σεπτέμβριο».
Με μια φωτογραφική μηχανή M6 Leica στον λαιμό και μια Linhof 4x5 ιντσών στον ώμο, η Attali άρχισε να φωτογραφίζει με δυνατό αέρα στη λοφογραμμή. Για εκείνη, η φωτογράφιση είναι μια εμπειρία όχι μόνο πνευματική αλλά και σωματική, μια σκληρή εργασία που την περιγράφει ποιητικά: «Το σώμα αντιδρά στις συνθήκες, πονά, αλλά εσύ πρέπει να επιτρέψεις σε κάποια μέρη του σώματος να λειτουργήσουν, ώστε να αναπνεύσεις, να σκεφτείς και να καθρεφτίσεις αυτό που αντιλαμβάνεσαι γύρω σου χωρίς να αισθάνεσαι τον σωματικό πόνο. Γίνεσαι στοχαστής, όχι μόνο αυτός που μεταφέρει μια εικόνα».
Ο άλλος τρόπος αντιμετώπισης του νησιού ήταν να κοιτάξει τη Δήλο από απόσταση.
«Είναι μια διαφορετική ατμόσφαιρα φωτογράφισης το να βλέπεις τη Δήλο από απόσταση, γιατί πάντα σκεφτόμαστε ότι φωτογραφία στη Δήλο σημαίνει “είμαι εκεί” και αρχαιολογικός τόπος, αρχαιότητες. Για μένα είναι εντελώς διαφορετικό το ζητούμενο, δεν είναι μόνο τα ευρήματα που σε εμπνέουν, είναι όλο το μικροσκοπικό αυτό νησί και η φύση που το περιβάλλει» λέει. «Τον Οκτώβριο, όταν επιστρέψαμε, συνειδητοποίησα ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα ολόκληρο σύμπαν, έναν αρχαίο κόσμο που βρισκόταν εδώ απομονωμένος. Παρατηρώντας την κίνηση του φωτός, αρχίζεις να μελετάς όλα αυτά τα στοιχεία και έρχονται και αποκτούν νόημα».
«Δημιουργώ φωτογραφίες με βάση την αφήγηση και την επανάληψη των πλάνων, στα οποία οι φωτογραφίες δεν είναι ποτέ οι ίδιες» λέει μιλώντας για το μοτίβο της.
Ένα άλλο κεφάλαιο που ανοίγει με τη δουλειά της στις φωτογραφίσεις της Δήλου είναι τα νυχτερινά πλάνα, ένας άλλος τρόπος να ιδωθεί το νησί. «Άρχισα να πειραματίζομαι με το σεληνόφως και το ισχυρό φως του φακού του νυχτοφύλακα» λέει. «Είναι μια διαδικασία διαλόγου ανάμεσα στην τεχνική, τη γνώση και την αισθητική που εφάρμοζα όταν φωτογράφιζα τους βασιλικούς τάφους».
Οι φωτογραφίες της συγκροτούν ένα σώμα εργασίας που οδηγούν τον θεατή σε μια νέα αποκάλυψη του νησιού, σε έναν αναστοχασμό πάνω στον τόπο, τον χρόνο και τον πολιτισμό, που αφορά τη σχέση του νησιού με τα γύρω νησιά στο κυκλαδικό σύμπλεγμα, τη θέση των πραγμάτων και την αρμονία τους μέσα στο σύμπαν που μας περιβάλλει. Έρχονται σαν συνέχεια των μακροχρόνιων ανασκαφών που ανάπλασαν τη μνημειολογική ιστορία της Δήλου, σε συνέχεια της εργασίας αρχαιολόγων και επιστημόνων, Ελλήνων και φιλελλήνων, που συνεχίζεται αδιάλειπτα σε αυτό το Μνημείο Παγκόσμιας Κληρονομιάς μέχρι σήμερα, φωτίζοντας με μοναδικό τρόπο ένα από τα σημαντικότερα μέρη του αρχαίου ελληνικού κόσμου, αποτίοντας φόρο τιμής στο σπουδαίο θρησκευτικό και εμπορικό αυτό κέντρο του κόσμου, τη γενέτειρα της Αρτέμιδας και του Απόλλωνα.