Ο Πάολο Ντι Πάολο γεννήθηκε το 1925 στο Λαρίνο, μια μικρή πόλη στη Νότιο Ιταλία, αλλά ήδη από το 1939 βρισκόταν στη Ρώμη για να σπουδάσει κλασική λογοτεχνία στο Λύκειο και στη συνέχεια φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Ρώμης.
Ζωγράφιζε από την εφηβεία του, αλλά μια μέρα, αφότου είχε τελειώσει τις σπουδές του, είδε σε μια βιτρίνα μια Leica III C, την ίδια φωτογραφική μηχανή που χρησιμοποιούσε ο Ανρί-Καρτιέ Μπρεσόν.
Με την ενθάρρυνση των καλλιτεχνών φίλων του, αποφάσισε να την αγοράσει, θέλοντας να προσεγγίσει το εικαστικό όραμα μέσω της φωτογραφίας.
Κάπως έτσι ξεκίνησε η ιστορική του συνεργασία με το πιο «ψαγμένο» και «καλτ» ιταλικό περιοδικό για διανοούμενους της εποχής, το εβδομαδιαίο "Il Mondo".
Ο Ντι Πάολο βρέθηκε με την κάμερα του στον πυρήνα της χρυσής εποχής του ιταλικού σινεμά και του νεορεαλισμού, πλάι σε ιερά τέρατα όπως ο Ντε Σίκα, ο Ροσελίνι, ο Βισκόντι, ο Φελίνι, ο Αντονιόνι, ο Παζολίνι και στους ντόπιους σταρ που είχαν αναδειχτεί από την Τσινετσιτά και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας.
Ο Ντι Πάολο βρέθηκε με την κάμερά του στον πυρήνα της χρυσής εποχής του ιταλικού σινεμά και του νεορεαλισμού, πλάι σε ιερά τέρατα όπως ο Ντε Σίκα, ο Ροσελίνι, ο Βισκόντι, ο Φελίνι, ο Αντονιόνι, ο Παζολίνι και στους ντόπιους σταρ που είχαν αναδειχτεί από την Τσινετσιτά και το Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Βενετίας.
Αυτό που τον ξεχώριζε από τους υπόλοιπους φωτογράφους της εποχής και του χάριζε την αμέριστη εμπιστοσύνη των μεγάλων μαέστρων της οθόνης αλλά και κορυφαίων ποιητών, συγγραφέων και καλλιτεχνών όπως ο Έζρα Πάουντ, ο Αλμπέρτο Μοράβια και ο Τζόρτζιο Ντε Κίρικο, ήταν η κουλτούρα, η κλασική μόρφωση, η αίσθηση της κομψότητας και η αριστοκρατική αύρα ευγένειας που απέπνεε (όπως είχε πει ο ίδιος, ήταν ο μοναδικός άνθρωπος σε ολόκληρη την Ιταλία που χρησιμοποιούσε το άρωμα Penhaligon, την «αποκλειστική» μάρκα της αγγλικής αριστοκρατίας).
Από όλες τις εκπληκτικές φωτογραφίες που τράβηξε εκείνα τα χρόνια, εκείνη για την οποία ένιωθε ο ίδιος πιο περήφανος ήταν αυτή στον λόφο Monte Dei Cocci της Ρώμης, όπου απεικονίζεται ο Πιερ Πάολο Παζολίνι να κάθεται και να παρατηρεί ένα αγόρι που μοιάζει να εγκαταλείπει το κάδρο. Το αγόρι είχε ακολουθήσει τον Παζολίνι και τον Ντι Πάολο στον λόφο, ανταλλάσσοντας ματιές με τον σκηνοθέτη.
Ανάμεσα στους δύο τους, απλώνεται στη φωτογραφία η κοιλάδα της ιταλικής πρωτεύουσας σαν αγεφύρωτο χάσμα. Όταν την έδειξε όμως αργότερα ο Ντι Πάολο στον διευθυντή του περιοδικού, εκείνος αρνήθηκε να τη δημοσιεύσει με την αιτιολογία ότι ήταν «υπερβολικά τέλεια».
Η αλήθεια είναι ότι το έργο ενός «ντοκιμαντερίστα» και εικαστικού φωτογράφου όπως ο Ντι Πάολο δεν ταίριαζε με το ύφος της δημοφιλούς φωτογραφίας της εποχής.
Η «έκρηξη» των παπαράτσι τον ανάγκασε τελικά να εγκαταλείψει τη φωτογραφική του μηχανή και να εξαφανιστεί από τους φωτογραφικούς κύκλους κυριολεκτικά σε μια νύχτα. Παντρεύτηκε την 21χρονη βοηθό του και έγινε καθηγητής ιστορίας και φιλοσοφίας.
Θα περνούσαν είκοσι χρόνια από τότε μέχρι τη στιγμή που η κόρη του Σίλβια αναζητώντας σε μια ντουλάπα τα μπαστούνια της για το σκι, ανακάλυψε μια σειρά από κούτες με αρνητικά και πολλές υπέροχες εκτυπωμένες φωτογραφίες.
Ρωτώντας τον πατέρα της ποιος τις είχε τραβήξει, αυτός αναγκάστηκε να της αποκαλύψει για πρώτη φορά την προηγούμενη ζωή του ως φωτογράφου.
Έκπληκτη, η Σίλβια Ντι Πάολο έθεσε ως στόχο την ανάδειξη του φωτογραφικού έργου του πατέρα της ώσπου πολλά χρόνια αργότερα σε μια μικρή έκθεση που είχε διοργανώσει η ίδια σε μια γκαλερί, είδε τις φωτογραφίες ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Gucci και αποφάσισε να σπονσονάρει τη μεγάλη έκθεση με τίτλο «Ένας Χαμένος Κόσμος: Φωτογραφίες του Πάολο Ντι Πάολο, 1954-1968» που εγκαινιάστηκε στο Μουσείο MAXXI της Ρώμης και θα διαρκέσει ως τις 30 Ιουνίου.
Ο ίδιος ο Ντι Πάολο βρίσκεται ακόμα εν ζωή στα 94 του, και μάλλον διασκεδάζει που θυμήθηκαν τις φωτογραφίες του μετά από πενήντα και πλέον χρόνια από τότε που αποφάσισε να βάλει για πάντα στο συρτάρι τη φωτογραφική μηχανή του.
σχόλια