Παρόλο που έτυχε να προλογίζω τις ελληνικές εκδόσεις και των δύο αυτών βιβλίων -τύχη καλή που ασφαλώς και δεν είναι άμοιρη της επιλογής μου να τα παρουσιάσω μαζί σ' αυτό το σημείωμα-, έχω τις ενστάσεις μου για τους τίτλους. Στην περίπτωση του πρώτου -έλασσον οπωσδήποτε σύγγραμμα εν σχέσει με το θεμελιώδες έργο του Χάγιεκ- η ευθύβολη αγγλική πρόταση Τhe Company of Strangersφόβισε το τμήμα πωλήσεων του εγχώριου εκδοτικού οίκου. Ξένοι, είπανε, λογίζονται πια μόνον οι Αλβανοί και οι άλλοι δευτεροκλασάτοι οικονομικοί μετανάστες! Προτιμήθηκε έτσι ο πλαδαρός Συνεταιρισμός με αγνώστους. Πιο βασανιστικό ήταν το δίλημμα με το TheConstitutionofLiberty.Θεωρήθηκε όντως βαρύγδουπο το Σύνταγμα της ελευθερίας, και όμως τελικά προκρίθηκε εις βάρος του στατικού Καθεστώτος, που ήταν η αρχική μεταφραστική επιλογή.
Ας πάμε όμως στην ουσία, όσο κατατοπιστικό ενδεχομένως κι αν είναι το παρασκηνιακό αυτό κουτσομπολιό. Πάρτι κάνουν ξανά τον τελευταίο καιρό οι πάσης φύσεως κολεκτιβιστές, κρατιστές, πεφωτισμένοι ινστρούχτορες, αλάθητοι σχεδιαστές και άγρυπνοι τοποτηρητές των οικονομικών και κοινωνικών μας πραγμάτων. Δεν μας έφτανε λοιπόν το ξεσάλωμα των τυχοδιωκτών που τίναξαν στον αέρα τη διεθνή χρηματοπιστωτική πιάτσα, μετασχηματισμένη βέβαια προ πολλού, είναι η αλήθεια, σε ξέφραγο παγκόσμιο καζίνο. Παρά είδαμε πάλι να ξεθαρρεύουν, επιχαίροντας για την κατάντια μας, τους ορκισμένους εχθρούς της ατομικής πρωτοβουλίας και του ιδιωτικού ασύλου. Της ελευθερίας, με μια λέξη, η οποία δεν μπορεί να νοηθεί παρά ως η κοινά επιθυμητή και θεσμικά επεξεργασμένη προστασία μας από κάθε είδους εξαναγκασμό. Δεν τολμούν να τα βάλουν με τη φροντίδα και την αγάπη της ελευθερίας, το φιλελευθερισμό, οι ισαπόστολοι του παρεμβατισμού, του απηνούς ελέγχου και του περιορισμού των ατομικών κρίσεων και δράσεων. Και σκαρφίστηκαν έτσι και πιπιλάνε χρόνια τώρα την εντελώς άνοστη, συνθετική -στην κυριολεξία- καραμέλα του... «νεο-φιλελευθερισμού».Το πρώτο συνθετικό του εξαμβλώματος προδήλως παραπέμπει στη νοσηρή, κατά την εκτίμησή τους, αναζωπύρωση της φιλελεύθερης λαχτάρας, ύστερα από την αποτυχία των δικών τους πιεστικών πειραμάτων. Των απονενοημένων -στην κυριολεξία πάλι- προσπαθειών τους να επιβάλουν την κοινωνική αλλαγή από το ύψος της ελιτίστικης κορυφής, στην οποία εκείνοι με το έτσι θέλω είχαν στρογγυλοκαθίσει. Ερήμην προφανώς των αμαθών και άβουλων δήθεν λαϊκών «μαζών». Ανάθεμα λοιπόν στους «νεοφιλελεύθερους», σ' αυτούς που θαρραλέα επιχειρούσαν να ξαναδιακηρύξουν ότι στέρεη γνώση, που συντελεί στην κοινή προκοπή, δεν είναι αυτή που πάει να μας φορεθεί καπέλο, αυταρχικά και συγκεντρωτικά, παρά εκείνη που αναδεικνύεται μέσα από τις αποκεντρωμένες επιλογές και τις κρίσεις ανεξάρτητων ομάδων ή και ατόμων που συμμετέχουν πάντως στη συλλογική προσπάθεια, με στόχο -τι άλλο;- τη συγκομιδή οικονομιών κλίμακος. Θέλετε και την πιο «τεχνική» εκδοχή του στίγματος; Υπέρμαχοι απλώς της καπιταλιστικής ασυδοσίας -άτεχνα μασκαρεμένης μάλιστα με ένα ελευθεριάζον προσωπείο- όσοι τολμούσαν να υποστηρίξουν εκ νέου πως ο αποκεντρωτικός αλλά και εν τ' αυτώ συντονιστικός μηχανισμός της τιμής της αγοράς ασφαλώς και συνδέει αποτελεσματικότερα τις σκόρπιες, άρρητες ως επί το πλείστον, γνώσεις των ατόμων. Επιτρέποντάς τους ακριβώς να λάβουν καλύτερες αποφάσεις για τη διάθεση και αξιοποίηση των αγαθών και υπηρεσιών τους από αυτές που αλαζονικά εισηγούνται οι ειδικοί και οι «εμπειρογνώμονες».
Αναμασημένο, είπαμε, κατά κόρον το συκοφαντικό τροπάριο. (Αλλά και σθεναρή, είδαμε, η αντίσταση αυτών που ανοίκεια διασυρόταν.) Ενδιαφέρον έχει ωστόσο τώρα να εξετάσουμε σε ποιο χρονικό σημείο -με βολικό πρόσχημα βέβαια την ιδιαίτερα έντονη εκδήλωση μιας ακόμα οικονομικής κρίσης σαν κι αυτές στις οποίες είναι εξ ορισμού ευάλωτες οι ανοιχτές κοινωνίες μας-, σε ποια στιγμή, λοιπόν, έρχεται το νέο ξέσπασμα κατά της αδέσμευτης, μη υποκείμενης σε ιεραρχικούς εξαναγκασμούς, ατομικής πρωτοβουλίας; Μα, τη στιγμή ακριβώς που με την όλο και πιο εντατική και εκτατική χρήση του Διαδικτύου προβάλλει πλέον ολοφάνερα η δυνατότητα να αντληθούν αποτελεσματικότερα και να συντονιστούνενεργητικότερα παρά ποτέ οι μυριάδες των μεμονωμένων περιούσιων ιδιωτικών ταλέντων. Η κατακύρωση μιας «συλλογικής ευφυΐας», που προκύπτει από την αξιοποίηση ποικίλων, διαφόρων και δημιουργικά αποκλινουσών αντιλήψεων και επιλογών, είναι πια σχεδόν μια ανάσα μπροστά μας. Κι αυτός είναι, λοιπόν, ο φόβος που εξηγεί το σημερινό αναπτερωμένο μένος των δογματικών κολεκτιβιστών. Δεν τους χρειάζεται πια κανείς τους «μπροστάρηδες» που θα χαράξουν την απαρέγκλιτη, σύμφωνα με τις τελεσίδικες οδηγίες τους, συλλογική πορεία. Το δρόμο τον ανοίγουμε για να τον περπατήσουμε γνωστικά και απολαυστικά, όλοι μαζί. Κι οι αποφάσεις και οι νεωτερισμοί έρχονται από κάτω, όχι από την πάνσοφη και παντοδύναμη κορυφή. Θα υπάρξουν λάθη, κακοτοπιές και θα γίνονται συνέχεια δοκιμές που θα οδηγούν σε δόκιμες ή και αδόκιμες ενίοτε διορθωτικές κινήσεις. Με πλήρη εμπιστοσύνη ωστόσο πια στο ότι η τάξη προκύπτει ακούσια και τυχαία, απρογραμμάτιστα κάθε φορά, αρκεί να υπάρχει σεβασμός στην πολλαπλότητα και στη διαφορετικότητα των καταθέσεων.
Δεν μετανιώνω που ανάλωσα το μεγαλύτερο μέρος του προλόγου μου στην ελληνική έκδοση του κεφαλαιώδους έργου του Χάγιεκ σε μια «τεχνική» προσπάθεια να συνδέσω την επιχειρηματολογία του με τους σύγχρονους εξελικτικούς προβληματισμούς. Χαίρομαι ωστόσο πολύ που μου δίνεται εδώ η ευκαιρία να επιμείνω κυρίως στο ότι η προδρομική σκέψη του είναι σε πλήρη σύμπνοια με το ευοίωνο αυτο-οργανωτικό εγχείρημα της «μαζικής συνεργασίας» μέσω του Διαδικτύου, του εδραιωμένου πλέον κεντρικού νευρικού συστήματος της οικουμένης. Αυτά είναι τα ζητήματα που έχουν ενδιαφέρον και σημασία σήμερα, κύριοι, όχι η απληστία των περιστασιακών χρυσών αγοριών και κοριτσιών. Με τον τρόπο του -πολύ γλαφυρό, πρέπει να πω, και άμεσα αντιληπτό- τα ίδια πράγματα μας λέει πάνω κάτω και ο Σιμπράιτ. Το «μεγάλο πείραμα», που ανέλαβαν να διεκπεραιώσουν οι σταθερά εγκατεστημένες πλέον και εμπορικά δραστηριοποιούμενες ανθρώπινες κοινότητες, συνίσταται στην αύξουσα εμπιστοσύνη με την οποία περιβάλλαμε τους ξένους - καθ' υπέρβαση των «φυσιολογικών» στενών σχέσεών μας με συγγενείς και λοιπούς, συναλλακτικά ωφέλιμους, οικείους συνανθρώπους. Γι' άλλη μια φορά, μας τα 'χουν πει βέβαια όλα αυτά οι ένδοξοι πρόγονοι - ο Περικλής εν προκειμένω, τα λόγια του οποίου διέσωσε ο Θουκυδίδης: «... η πόλη μας είναι φιλόξενη και ανοιχτή για όλους και δεν υπάρχει σε μας νόμος ξενηλασίας που να εμποδίζει τον κάθε ένα να μάθει ή να δει πράγματα που τον ενδιαφέρουν, αν και από τη διάφανη, φιλελεύθερη αυτή στάση μας θα μπορούσαν πράγματι να ωφεληθούν οι εχθροί μας...». Είναι άραγε σύμπτωση που και ο Χάγιεκ ξεκινά το βιβλίο του με ένα παράθεμα από τονΕπιτάφιο:«... όλοι οι πολίτες είναι ίσοι μπροστά στους νόμους με δεδομένες τις ιδιωτικές τους διαφορές...»; Δεν το πιστεύω, ωραία ξέρει επί τέλους να συσπειρώνεται και η φιλελεύθερη συντροφιά. Και καμαρώνοντας που συνέβαλα κατά κάποιον τρόπο κι εγώ στην ελληνική σταδιοδρομία των δύο πολύτιμων αυτών βιβλίων, αφήνω φυσικά τους καθ' έξιν μισαλλόδοξους στην γκρίνια και στο συκοφαντικό χαβά τους.
σχόλια