Ανάμεσα στις ερωτήσεις παρατίθενται αποσπάσματα από το τελευταίο βιβλίο της με τον τίτλο “Η γυναίκα του Θεού” που κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Καστανιώτη.
Δεν είμαστε ίδιοι άνθρωποι στην αρχή μιας περιπέτειας και στο τέλος της. Δεν μιλάμε την ίδια γλώσσα, ούτε ξέρουμε τα ίδια πράγματα.
Αν ονομάσουμε “περιπέτεια” αυτό που μας συμβαίνει, πώς ήμασταν στην αρχή της και πώς θα είμαστε στο τέλος της;
Δεν είμαι ο κατάλληλος άνθρωπος για να κρίνω. Πιστεύω ότι ένα μέρος του προβλήματος είναι ότι όλοι έχουμε άποψη για τα πάντα και συνεπώς, χάνουμε την εστίαση στη δουλειά μας και στη ζωή μας. Ακούγεται εγωιστικό, αλλά δεν είναι: μόνο αν κάνουμε καλά και ήσυχα τη δουλειά μας, κάτι θ'αλλάξει. Μια κρίση, σαν αυτή που ζούμε, είναι εξαιρετικά περίπλοκη και βασίζεται εξίσου στο προγραμματισμένο και στο τυχαίο, σε συμπτώσεις αλλά και σε συμπεριφορές που μας έφεραν ως εδώ. Άρα, ό, τι κι αν πω, θα συνεισφέρω απλώς στη γενική φλυαρία. Αρκεί να θυμόμαστε πως ήμασταν αδαείς και ανεύθυνοι στην αρχή. Και πώς χρειάζεται να προχωρήσουμε με περισσότερες γνώσεις και υπευθυνότητα. Είμαστε ένα “έφηβο” κράτος που καλείται να ενηλικιωθεί.
-Κι η δική μου χώρα είναι παλιά.
Ο Θεός με κοίταξε με θλίψη. -Δεν θα την αναγνώριζες.
-Τόσο πολύ έχει αλλάξει;
Στράφηκε και κοίταξε το ποτάμι. Σκουπίδια επέπλεαν, χαρτιά, πλαστικές σακούλες.
-Δεν έχει σχέση με ό,τι ήξερες
Τι σχέση έχει αυτή η χώρα με ό,τι ξέραμε;
Επέστρεψα στην Ελλάδα το 2010, στην καρδιά της κρίσης και πράγματι, δεν αναγνώριζα τίποτα. Γι' αυτό και έγραψα αυτό το βιβλίο. Η ανικανότητά μου να επικοινωνήσω, να καταλάβω, με οδήγησε στην αλληγορία, στο αίνιγμα, σ'ένα πιο κρυπτικό κείμενο. Στο μυθιστόρημά μου δεν χρησιμοποιώ ονόματα τόπων: Ελλάδα, Ιταλία ή Κίνα. Ωστόσο, το ταξίδι που κάνει ο Θεός και η συμβία του στον κόσμο περιέχει κώδικες αποκρυπτογράφησης των τόπων, για όποιον τους χρειάζεται. Είχα την ανάγκη να στραφώ στην υπαρξιακή ουσία των τόπων, στη βαθεία δομή τους, να τους περιγράψω με συμβολισμούς, όχι ρεαλιστικά. Είδαμε πού μας οδήγησε ο ρεαλισμός και η έλλειψη φαντασίας.
Δεν Τον προδίδω περισσότερο απ' όσο προδίδεται. Μαθαίνω για Εκείνον ό,τι θέλει να μάθω. Όσο για την αγάπη, σήμερα Τον αγαπώ με μεγαλύτερο πάθος από ποτέ, με απόγνωση. Ταυτόχρονα, Τον μισώ τυφλά, θα ήθελα να Τον διαλύσω
Πότε η αγάπη αρχίζει να (μας) διαλύει;
Όταν σταματήσουμε να καταλαβαίνουμε τον άλλο και να τον δεχόμαστε όπως είναι. Αλλά θα έπρεπε να είμαστε πιο ανοιχτοί στις συμπληρωματικές όψεις της αγάπης: η ζήλεια, η κούραση, η πλήξη, είναι μερικές φορές σταθμοί μιας μεγάλης αγάπης. Κι εκεί χρειάζεται διάγνωση για να καταλάβει κανείς αν τέλειωσε η αγάπη ή αν τέλειωσε απλώς η παραδείσια φάση της.
Η επανάληψη και η ανάμνηση είναι ίδια κίνηση προς αντίθετη κατεύθυνση. Η ανάμνηση πάει προς τα πίσω, ενώ η επανάληψη είναι ανάμνηση προς τα εμπρός, όπως η δημιουργία του κόσμου
Τι ρόλο παίζουν η επαναληψιμότητα και η ανάμνηση στη δημιουργία και τελικά, στη ζωή (ή στη ζωή και τελικά, στη δημιουργία);
Πιστεύω πολύ στην άποψη του Σοπενχάουερ. Η επανάληψη δεν είναι κακή, μαθαίνει κανείς επαναλαμβάνοντας. Η σύνδεση της επανάληψης μόνο με τη ρουτίνα, και όχι με τον καθησυχασμό ή με την τελετουργία, είναι ο κοινός τόπος της εποχής μας, που αναζητά συνεχώς νέες συγκινήσεις, νέες προκλήσεις. Κατά βάθος, μας αρέσει να επαναλαμβάνουμε: να φτιάχνουμε ένα φαγητό που αγαπάμε, να περπατάμε σ'ένα δρόμο που σημαίνει κάτι για μας, να ξαναδιαβάζουμε ένα βιβλίο που υπήρξε κομβικό για τη ζωή μας, να συναντάμε τους αληθινούς μας φίλους ξανά και ξανά. Και ο συγγραφέας γράφει άλλωστε σε παραλλαγές το ίδιο βιβλίο, ασχολείται εμμονικά μ'ένα θέμα. Μόνο αν η επανάληψη χάσει τη σημασία της, χάνει και τη δραστικότητά της.
-Πρόσεχε! Είπε ο Θεός.
-Γιατί; Αν πέσω δεν θα με σώσεις;
Κι Εκείνος: -Σου το έχω πει τόσες φορές. Δεν είμαι ταχυδακτυλουργός
Είναι κι η πίστη μια ταχυδακτυλουργία;
Η πίστη είναι κάτι πολύ βαθύ και αγνό, παραπέμπτει στον παιδικό μας εαυτό που πιστεύει στο θαύμα. Η πίστη είναι μια μορφή αφελούς γενναιοδωρίας, κατά τη γνώμη μου. Ακόμη κι όταν πιστεύεις σ'έναν άλλο άνθρωπο, επιστρατεύεις την παιδική πίστη στο καλό και υποθέτεις καλόπιστα, ότι κι ο άλλος θα πιστέψει σ' εσένα.
Δε μπορώ να πιαστώ από πουθενά, καταλαβαίνεις; Είμαι καταδικασμένη να επινοώ. Και μετά να πιστεύω όσα επινόησα”. [...]
“Δεν υπάρχει κάτι για να καταλάβεις. Η φαντασία δεν οδηγεί πουθενά. Μόνο σε ακόμα μεγαλύτερη φαντασία
Και πού οδηγεί η ακόμη μεγαλύτερη φαντασία;
Η φαντασία, αντίθετα απ' αυτό που πιστεύει ο απελπισμένος Θεός στο βιβλίο μου, είναι το μόνο αναγνωστικό του κόσμου που διαθέτουμε, η μόνη οδηγία χρήσεως. Είναι αδύνατον να συλλάβουμε τον κόσμο που ζούμε, τη ζωή και τον θάνατο, χωρίς τη συνδρομή μιας αχαλίνωτης φαντασίας. Το ότι φανταζόμαστε τον Θεό, το ότι κι εκείνος ίσως μας φαντάστηκε, όπως υποστηρίζουν τόσες εκδοχές κοσμογονίας, είναι ανατρεπτικό επειδή η πίστη στηρίζεται στην ενδεχόμενη ανυπαρξία του Άλλου. Δημιουργούμε εκ του μηδενός. Υπάρχει καλύτερος ορισμός για τη φαντασία;
Πώς να σου μιλήσω για τη λογοτεχνία; Θα το πω με μια εικόνα. Ορισμένοι άνθρωποι δεν μπορούν να ευχαριστηθούν ένα κρεβάτι με μηχανισμό ανάκλισης επειδή τους θυμίζει ότι θα γεράσουν και θα πεθάνουν κάποτε. Αυτοί οι άνθρωποι λέγονται συγγραφείς
Τι συμβαίνει λοιπόν με τα κρεβάτια με μηχανισμούς ανάκλισης, όταν πέφτουν στα χέρια των συγγραφέων;
Φαντάζονται τα χειρότερα! Ο συγγραφέας βλέπει σε κάθε αντικείμενο μια κρυμμένη πλοκή, ένα μυστήριο. Ένα συμπυκνωμένο δράμα.
Τελικά, ο Θεός διαβάζει (μεταξύ άλλων) Άννα Αχμάτοβα;
Δεν ξέρω αν υπάρχει Θεός, οπότε δεν ξέρω τί διαβάζει... Μου άρεσε όμως η ιδέα ενός Θεού που ξαφνικά βυθίζεται στη λογοτεχνία, στην αρχή υπνωτισμένος, μετά όλο και περισσότερο θυμωμένος. Η λογοτεχνία θυμίζει στον Θεό του βιβλίου μου τον τρόπο που δημιούργησε τον κόσμο, το βάθος της φαντασίας και το εύρος της σύλληψης που απαιτείται σε κάθε κοσμογονία. Και η λογοτεχνία, κατ' εικόνα της δημιουργίας του κόσμου, είναι μια κτίση.
σχόλια