Το ιδιότυπο εγχείρημα του Θοδωρή Γεωργακόπουλου δεν έχει ξαναγίνει στα ελληνικά χρονικά: πριν από δυο χρόνια και συγκεκριμένα την 1η Φεβρουαρίου του 2012 ξεκίνησε να γράφει ένα μυθιστόρημα δημοσιεύοντας ένα κεφάλαιο κάθε μέρα στην προσωπική του ιστοσελίδα.
Οι αναγνώστες μπορούσαν να εκφράσουν έτσι τη γνώμη τους και να διατυπώσουν ιδέες. Σε έναν μήνα ακριβώς το εγχείρημα είχε ολοκληρωθεί-το τελικό βιβλίο διορθώθηκε, συμπληρώθηκε και έτυχε της επιμέλειας του ίδιου του συγγραφέα για να εκδοθεί τελικά από τον «Καστανιώτη».
Η ανταπόκριση ήταν μεγάλη και το βιβλίο του Θοδωρή Γεωργακόπουλου βρέθηκε να φιγουράρει σε διάφορες λογοτεχνικές λίστες-περιοδικό «Δέκατα» και «Αναγνώστης»-ενώ πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι συμπεριλαμβάνεται στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων Λογοτεχνίας.
«Φεβρουάριος» δύο χρόνια μετά. Τι άλλαξε από τότε;
Στη χώρα έχουν αλλάξει πολλά πράγματα. Η αγανάκτηση πλέον είναι πιο υποβόσκουσα, σα να έχουν κουραστεί λίγο όλοι να γκρινιάζουν.
Λοιδωρούμε τις προσπάθειες τις επικλήσεις πλεονασμάτων και τα δήθεν «success stories", αλλά πολύς κόσμος πιστεύει ή κάνει ότι πιστεύει πως όντως τα πράγματα είναι λίγο πιο ήπια από ό,τι εκείνες τις μέρες των ταραχών και της «αντιμνημονιακής» υστερίας. Τίποτα ουσιαστικό δεν έχει αλλάξει στ' αλήθεια, βέβαια. Απλά η αγανάκτηση είναι πιο υπόγεια, σα μόνιμος θόρυβος στο φόντο.Ο πρωταγωνιστής του βιβλίου σήμερα μάλλον θα ήταν λιγότερο απεγνωσμένος, και ως εκ τούτου λιγότερο αποφασιστικός στις πράξεις του, που τότε έμοιαζαν αναπόφευκτες.
Θα ξαναεπιχειρούσες ένα τόσο τολμηρό εγχείρημα;
Ναι, ασφαλώς. Όχι το ίδιο ακριβώς, βέβαια, αλλά οπωσδήποτε θα πειραματιστώ και με άλλα πράγματα που έχουν να κάνουν με την παραγωγή του γραπτού λόγου και το πού και πώς καταναλώνεται αυτός από τους αναγνώστες. Είναι ωραίο να δοκιμάζεις φόρμες, μεθόδους και όρια στα πράγματα που απολαμβάνεις πιο πολύ απ' όλα στον κόσμο.
Τι σε κάνει να μπορείς να γίνεις συγγραφέας σε ένα μήνα;
Πολλοί συγγραφείς γράφουν το πρώτο τους draft σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα, αυτό δεν είναι ιδιαίτερα σπάνιο. Εξίσου σημαντική είναι η διαδικασία της επιμέλειας, του σβησίματος και ξαναγραψίματος που ακολουθεί πάντα –στην περίπτωση του δικού μου βιβλίου ήταν κι αυτή σχετικά σύντομη βέβαια. Αλλά η συγγραφή η ίδια δεν είναι μια μυστική τεχνική που την κατέχουν λίγοι: Οποιοσδήποτε ξέρει γραφή μπορεί να δοκιμάσει να γράψει, κι οποιοσδήποτε δακτυλογραφεί γρήγορα μπορεί να γράψει κάτι γρήγορα.
Το αν είναι αρκετά καλό για να εκδοθεί και για να αρέσει σε αναγνώστες είναι μια άλλη υπόθεση, βέβαια, και το τι χρειάζεται για να επιτευχθεί αυτό είναι ένα μεγάλο θέμα. Δεν είμαι σε καμία περίπτωση ειδικός, αλλά υποθέτω ότι στο να γραφτεί ένα αξιοπρεπές κείμενο πάρα πολύ γρήγορα βοηθά αρκετά το να έχει ο συγγραφέας όσο το δυνατό μεγαλύτερο μέρος της ιστορίας στο μυαλό του, και να έχει γράψει πολλές φορές στο παρελθόν μεγάλα και περίπλοκα κείμενα με ασφυκτικά deadlines.
Η εμπειρία είναι σημαντικός παράγοντας, γι' αυτό δίνω πάντα την ίδια συμβουλή σε όποιον μου έχει εκφράσει την επιθυμία του να γράψει: Να αρχίσει να γράφει αμέσως, οπουδήποτε και οτιδήποτε, χιλιάδες, εκατοντάδες χιλιάδες, εκατομμύρια λέξεις, για να αποκτήσει την όσο μεγαλύτερη τριβή και εξοικείωση με την παραγωγή του γραπτού λόγου μπορεί.
Περίμενες τέτοια (θερμή) αποδοχή;
Περίμενα κάποια ανταπόκριση, αλλά δεν είχα επίγνωση για το μέγεθος ή το περιεχόμενό της. Ήταν πολύ ωραία και ενθαρρυντικά τα μηνύματα που έπαιρνα τον καιρό που το έγραφα το βιβλίο, και ήταν θαυμάσιο κίνητρο για να συνεχίσω και, κυρίως, να προσπαθήσω να γράψω το καλύτερο δυνατό κείμενο γι' αυτούς τους ανθρώπους που περίμεναν καινούριο κεφάλαιο κάθε νύχτα. Αυτό που κέρδισα ήταν κάτι που κανονικά κανένας συγγραφέας δεν απολαμβάνει ποτέ: Απευθείας επικοινωνία με τον αναγνώστη καθώς διαβάζει το βιβλίο.
Γράφοντας ένα κεφάλαιο την ημέρα και δείχνοντάς το απευθείας στους αναγνώστες δεν δοκίμασα μόνο ένα διαφορετικό τρόπο γραψίματος λογοτεχνικού κειμένου, αλλά και έναν διαφορετικό τρόπο ανάγνωσης. Οι χιλιάδες άνθρωποι που απέκτησαν τη συνήθεια να διαβάζουν ένα κεφάλαιο κάθε ημέρα στην οθόνη του υπολογιστή ή της φορητής συσκευής τους ήρθαν για πρώτη φορά σε επαφή με λογοτεχνικό κείμενο με αυτό τον τρόπο. Ήταν μια πρωτόγνωρη εμπειρία για όλους, και εγώ από την πλευρά μου την απόλαυσα πολύ.
Τώρα, το ολοκληρωμένο βιβλίο είναι ένα εντελώς διαφορετικό πράγμα, ξεχωριστό. Είναι πιο πλήρες και αυτάρκες και διαχρονικό ως κείμενο, ένα κανονικό βιβλίο όπως όλα τα άλλα. Το ότι και μ' αυτή τη μορφή βρίσκει καλής αποδοχής με χαροποιεί με διαφορετικό, πιο «παραδοσιακό» τρόπο, αλλά εξίσου σημαντικό.
Τι επιτέλους είναι ο Θοδωρής Γεωργακόπουλος-συγγραφέας, μπλόγκερ, αρθρογράφος γραφιάς, ευζωιστής- ή ένας αστικός μύθος;
Ωραία είναι αυτά που του λες, αλλά τον εξωθείς να χρησιμοποιήσει τρίτο πρόσωπο για να αναφερθεί στον εαυτό του, κι αυτό είναι ασυγχώρητο.
Περιέγραψε μου το γραφείο του συγγραφέα.
Και τα δύο μέρη όπου γράφω πλέον (ένα γραφείο στο σπίτι, ένα στην εταιρεία μου, τη Nest Media, όπου περνώ το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας) έχουν κάποια συγκεκριμένα χαρακτηριστικά: Μεγάλες οθόνες, λεπτά πληκτρολόγια, γκάτζετς και καλώδια για φόρτιση, ηχεία (στο σπίτι) και καλά ακουστικά (στο γραφείο) για μουσική όταν χρειάζεται, ήπιο φως, γρήγορο ίντερνετ και σχετική ησυχία.
Το βιβλίο σου, παρότι μυθοπλασία, είναι ένα βιβλίο για την Αθήνα της κρίσης. Κατά πόσο έπαιξε ρόλο η μεταμόρφωση του αστικού τοπίου στα γραφόμενα σου;
Το αστικό τοπίο έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο καθώς αποτελεί ένα φόντο/συμπρωταγωνιστή στην ιστορία.
Η μεταμόρφωσή του δεν έπαιξε πολύ μεγάλο ρόλο, καθώς η ιστορία διαδραματίζεται μόνο μέσα σε έναν –δραματικό μεν, αλλά μικρό- μήνα. Εξάλλου, αν παρατηρήσουμε διαχρονικά τη μεταμορφωση του αστικού τοπίου της πόλης, θα δούμε ότι είναι λιγότερο δραματική από ό,τι θα περίμενε κανείς.
Σήμερα από πολλές απόψεις η Αθήνα είναι μια χειρότερη πόλη από ό,τι ήταν πριν από την κρίση, αλλά από κάποιες δεν είναι. Κι όποιος θυμάται την κίνηση, την ατμοσφαιρική ρύπανση, τις υποδομές και το κέντρο της Αθήνας στις αρχές της δεκαετίας του '90, ας πούμε, βλέπει ξεκάθαρα ότι η σημερινή Αθήνα, παρακμάζουσα πρωτεύουσα μιας πτωχευμένης χώρας, είναι πολύ πολύ καλύτερο μέρος για να ζει κανείς από ό,τι ήταν τότε. Οπότε είναι λίγο δύσκολο να μπει η αμφίσημη μεταμόρφωση της εικόνας της πόλης στη γενικότερη αφήγηση της κρίσης, την οποία κατά τα άλλα κι εγώ υπηρετώ με διάφορα γραπτά μου.
Ο «Φεβρουάριος» φιγουράρει σε διάφορες λίστες λογοτεχνικών βραβείων και πρόσφατα ανακοινώθηκε ότι συγκαταλέγεται και στη βραχεία λίστα των Κρατικών Βραβείων. Τι θα έλεγες στον λόγο σου αν κρατούσες κάποιο βραβείο;
Υποθέτω ότι πρώτα θα ευχαριστούσα τους 15.000 ανθρώπους που μπήκαν και διάβασαν μέρος του αρχικού δοκιμίου που έγραφα τέτοιον καιρό πριν από δύο χρόνια, και με παρακίνησαν να γράψω όσο καλύτερο κείμενο μπορούσα. Επίσης, τον εκδότη που διέγνωσε ότι το κείμενο θα μπορούσε να γίνει αξιόλογο βιβλίο (πριν ακόμα τελειώσει εκείνος ο Φεβρουάριος –δεν ήξεραν καν πως τελειώνει το βιβλίο όταν υπογράψαμε) και το εξέδωσε. Θα ευχαριστούσα και τους ανθρώπους που μου δίνουν το βραβείο, γιατί αυτό είναι το σωστό, και τέλος θα ευχαριστούσα το σημαντικότερο πράγμα απ' όλα, κάτι χωρίς το οποίο τίποτα από όλα αυτά δεν θα ήταν εφικτό: Το ίντερνετ.
Βεβαίως υποθέτω ότι θα είχα τόσο άγχος και θα ντρεπόμουν τόσο που όλα τα παραπάνω θα εκφέρονταν κάπως έτσι: «Χμφδφσεφσδφ».
http://www.georgakopoulos.org/
http://www.februarios.com/
σχόλια