Γνώρισα τη Ζα Ζα πριν από μερικά χρόνια, τρόπον τινά επαγγελματικά. Ήξερα γι’ αυτήν —όπως και πολλοί άλλοι βέβαια— και επιδίωκα να έρθω σε επαφή μαζί της για αρκετό καιρό. Αλλά δεν ήταν εύκολο. Ή, κι όταν ήταν, δεν ήμουν εγώ για τον ένα ή τον άλλο λόγο, οικογενειακό ή οικονομικό φέρ’ ειπείν, διαθέσιμος, όσο κι αν με τρέλαινε η ιδέα πως ήταν εξαιτίας μου που δε θα την έβλεπα.
Εντέλει όμως τα κατάφερα, και έγινε ό,τι ήταν να γίνει. Έγινε ό,τι ήταν να γίνει.
Φυσικά άρχισα από το αμέσως επόμενο λεπτό να ενδιαφέρομαι περισσότερο για κείνην, γεγονός που αφενός μεν δεν της έκρυψα —δε θα είχα κανένα κέρδος από αυτό—, αφετέρου δε ήταν αναμενόμενο όπως ο θάνατος. Αυτό που δεν ήταν αναμενόμενο (πλην, είναι ευεξήγητο) ήταν, όχι η έλξη της προς το πρόσωπό μου βέβαια, προς Θεού, αλλά η, ας την πούμε, συναδελφική συμπάθεια, ένα είδος συνωμοτικής αγάπης, που έδειξε η ίδια προς εμένα. Αν μη τι άλλο, κάνουμε την ίδια δουλειά, μολονότι εγώ για σαφώς πολύ περισσότερα χρόνια — κι αν εξαιρέσουμε το γεγονός ότι η ίδια δε θα ασχοληθεί ξανά με την ταπεινή τέχνη της επιμέλειας βιβλίων. Παρ’ όλ’ αυτά, έτσι ήταν —από μια κοινή πετριά— που δεθήκαμε πέρα από κάθε ελπίδα. Και έχω την τιμή, κι αυτή την υποδόρια έπαρση, την περηφάνια, να εξακολουθούμε να είμαστε δεμένοι.
Για την ίδια ήδη έχουν γνωστοποιηθεί ευρέως τα περισσότερα, ακόμη και σε όσους δε διάβασαν το βιβλίο που γράψαμε μαζί, ή που αγνοούν την υπόθεσή του. Εύπορη, με εξαιρετικές σπουδές, με καλόν άντρα, με απολαυστική δουλειά, θέλησε να αποτινάξει μια ζωή που έδειχνε να μη την ικανοποιεί σε υψηλό βαθμό (δεν ξέρω 100% γιατί), και επέλεξε να γίνει, ας το πούμε έτσι, συνοδός πολυτελείας. Ασκεί αυτό το επάγγελμα και σήμερα, και θα εξακολουθεί να το ασκεί για όσο θέλει η ίδια. Στο μυθιστόρημα (που δεν είναι ακριβώς μυθιστόρημα, κι ας φαίνεται σαν τέτοιο: όλα όσα περιγράφονται δεν είναι προϊόν φαντασίας) εξιστορούμε ακριβώς αυτό: την πολύπλοκη διαδικασία της διαφοροποίησής της (εννοώ τη λέξη με τη βιολογική, εξελικτική της έννοια) και της ανόδου της, ακόμη-ακόμη, σ’ αυτό που θα μπορούσαμε με μια δόση αφέλειας να ονομάσουμε «σεξουαλική αλυσίδα». Η Ζα Ζα βρίσκεται κοντά στην κορυφή της. Όχι στην κορυφή της, αλλά κοντά.
Δεν ήταν μόνη σ’ αυτή τη διαδρομή. Αντίθετα, χρησιμοποίησε κάποιον μακρινό «εραστή», ή καλύτερα «αφέντη» (ποτέ της δεν τον ξεχνά), καθώς και μία παλαιότερη στο επάγγελμα, την οποία γνώρισα επίσης προσωπικά. Καθώς αναγεννιόταν, γνώρισε πολλούς, και πολλές, περπάτησε στους δρόμους μιας άλλης Θεσσαλονίκης, ατύχησε να γίνει μάρτυρας κάποιων βίαιων θανάτων, και γεύτηκε πολύ σεξ.
Δε θα ήθελα να αποκαλύψω περισσότερα, είτε από τις σελίδες του βιβλίου, είτε, κυρίως, έξω από αυτές.
Όσο για την εκδοτική του περιπέτεια, δεν υπήρξε καμία τέτοια. Ήταν βαθιά μου επιθυμία, και ασχέτως του βιβλίου, να ξεκινήσει έναν εκδοτικό το Free Thinking Zone τής Αρετής Γεωργιλή, και το γεγονός πως αυτό έγινε, και μάλιστα με τη «Ζα Ζα», με χαροποιεί τρομερά. Νιώθω για πρώτη φορά, μετά από 25 χρόνια που εκδίδω, στο σπίτι μου. Και δεν έχω σκοπό να φύγω.
Το ίδιο νιώθει κι εκείνη. Η Ζα Ζα.
σχόλια