ΑΠΟ ΤΗΝ ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Την τελευταία φορά που είχα δει τον Ντέιβιντ Σεντάρις ήταν σε μια ψαροταβέρνα στην Πειραϊκή, πριν από πέντε χρόνια, ανάμεσα σε κρεμασμένα χταπόδια και άδεια καραφάκια από τσίπουρα. Τον θυμάμαι να ενθουσιάζεται με τον παχουλό μαγαζάτορα με το ατημέλητο μουστάκι και το ξεκούμπωτο πουκάμισο και να πλάθει διάφορες ιστορίες για τις πιθανές, κρυφές αγαπητικές του. Έκτοτε, ο θηριώδης τύπος ήταν για μας το απόλυτο «ζώο του σεξ» – η δική μας συνωμοτική λέξη κάθε φορά που βρισκόμασταν. Κάποια άλλη στιγμή τον θυμάμαι, κατά τις μέρες της παραμονής του στην Αθήνα, να επισκέπτεται την Κεντρική Αγορά απ’ όπου και κράτησε τις χάρτινες επιγραφές «Κατσικάκι» και «Φρέσκο Χοιρινό» γιατί απλώς του άρεσε η γραμματοσειρά. Προηγουμένως, είχαμε κάνει ένα πέρασμα από ένα σούπερ μάρκετ για να αγοράσει βαφές για πασχαλινά αυγά! Δεν ξέρω αν τα έβαψε ποτέ, αλλά αυτό που ξέρω είναι πως μερικές φορές είναι ωραίο να γνωρίζεις τους ήρωές σου από κοντά, ίσως γιατί είναι καλύτεροι και από όσο τους φαντάζεσαι. Στην περίπτωση του Σεντάρις είναι επιβεβαιωμένο ότι καμιά φαντασία δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τη δική του πραγματικότητα – κάτι που θα διαπιστώσουν όσοι διαβάσουν τα βιβλία του (από τις εκδόσεις Μελάνι) και τον δουν ζωντανά στη Στέγη Γραμμάτων & Τεχνών του Ιδρύματος Ωνάση (στις 18 Φεβρουαρίου, στις 19:00). Τον πετύχαμε στο τηλέφωνο λίγες ώρες πριν από την άφιξη του στην Αθήνα.
Πώς και σε βρίσκω στο Παρίσι; Ξέρω ότι έχεις κόψει τους δεσμούς με τη γη της Μαρίας Αντουανέτας.
Η αλήθεια είναι πως δεν έρχομαι πια στη Γαλλία παρά μόνο δυο φορές τον χρόνο, όταν υπάρχουν σοβαροί λόγοι, όπως ένα χαλασμένο δόντι. Ένας καλός οδοντίατρος είναι ένας καλός λόγος για να έρχεσαι στο Παρίσι.
Θες να πεις ότι το βασικότερο κίνητρο για να λες «πάντα θα έχουμε το Παρίσι» είναι τα χαλασμένα δόντια;
Κάπως έτσι. Πάντα θα έχω ωραίες αναμνήσεις από σφραγίσματα στο Παρίσι.
Ναι, αλλά δεν μπορώ να σε φανταστώ στην Αγγλία (όπου μένει πλέον μόνιμα). Παλιά έπιπλα, βροχή κι εσένα να πίνεις τσάι με άνοστα μπισκότα.
Πολλά δεν μπορείς να με φανταστείς ότι κάνω αλλά τα κάνω. Έχω γειτόνισσες που μοιάζουν στη Μις Μαρπλ, διαβάζω μαζικά γράμματα από Βρετανούς συνταξιούχους και φτάνω να μιλάω με βρετανική προφορά. Μια κυρία ογδόντα ετών μου έγραφε κάποια στιγμή ότι ο καλύτερός της φίλος τής έκανε δώρο για τα γενέθλιά της (!) ένα βιβλίο μου το οποίο βρήκε «αηδιαστικό γιατί ήταν γεμάτο από άσεμνες λέξεις». Ήθελα να της πω «κυρία μου, αυτό που είναι αηδιαστικό δεν είναι το βιβλίο μου αλλά ο φίλος σας που δεν έχει καταλάβει μισό αιώνα ποια κάνει παρέα». Τον φίλο σας, μάλλον, πρέπει να ξεφορτωθείτε και όχι τα βιβλία μου.
Σου ταιριάζει, δηλαδή, καλύτερα η Αγγλία;
Ναι, από πολλές απόψεις. Υπάρχει οργάνωση, οι άνθρωποι εδώ, αν εξαιρέσεις τις ογδοντάχρονες, αγαπούν τα βιβλία μου και δεν περηφανεύονται που οι πλατείες τους κάποτε φιλοξενούσαν γκιλοτίνες, όπως οι Γάλλοι. Μου αρέσει που υπάρχει η κουλτούρα του βιβλίου στη Βρετανία, και ειδικά των εκπομπών για τα βιβλία. Είθισται, μάλιστα, στη Βρετανία να ακούνε τα βιβλία σε συνέχειες στο ραδιόφωνο, κάτι που ταιριάζει με τη δική μου ανάγκη να μιλάω για τα βιβλία μου και να τα διαβάζω στο κοινό. Θεωρώ, μάλιστα, ότι προορισμός του βιβλίου είναι να ακούγεται ή να διαβάζεται, όχι να παίζεται σε σειρά ή να ανεβαίνει στο θέατρο. Αλλιώς, δεν είναι βιβλίο. Πολλές φορές μου έκαναν πρόταση να γράψω σενάρια για ταινίες ή να γυριστούν τα βιβλία μου σε κωμικές σειρές, αλλά απεχθάνομαι οτιδήποτε οπτικοποιημένο σε σχέση με τον λόγο. Άλλο το βιβλίο, άλλο η εικόνα. Κι εγώ εξακολουθώ να είμαι εξαρτημένος από το διάβασμα.
Διάβασες κάτι τελευταία που να σε ενθουσίασε;
Ναι, έναν απίστευτο συγγραφέα που δεν είχα διαβάζει ποτέ πριν, τον Τζον Γουίλιαμς και το βιβλίο του Stoner. Φαντάσου ότι είχε πρωτοεκδοθεί το 1965 και έφερε τον εναλλακτικό τίτλο Life sucks and then you die (Ζεις μια κόλαση και μετά πεθαίνεις). Πρόκειται για την ιστορία ενός πανεπιστημιακού –όπως ο ίδιος ο Γουίλλιαμς– που ζούσε χάρη στην αγάπη για τη λογοτεχνία. Είναι ένα αριστούργημα, δεν θα άλλαζα ούτε μια λέξη. Να το διαβάσεις.
Φαντάζομαι πόσο θα χαιρόσουν αν άκουγες κάποιον αναγνώστη σου να αναφέρεται έτσι σε κάποιο δικό σου βιβλίο. Εσύ τι ανταπόκριση έχεις από το κοινό; Ξέρω ότι πολλές φορές διαβάζεις τις ιστορίες σου στο κοινό προτού τις δημοσιεύσεις.
Ναι, συνηθίζω να το κάνω, αν και τελευταία έκανα ένα τεράστιο «reading tour» (ταξίδι προώθησης του βιβλίου) σε ολόκληρη την Αμερική, όπου υπέγραφα βιβλία για δέκα ώρες σερί – δεν υπερβάλλω, σε κάποια πόλη υπέγραφα επί δεκατρείς ώρες. Με θυμάμαι να τρώω σάντουιτς υπογράφοντας και κάποιος διαμαρτυρήθηκε που, εκτός από την υπογραφή μου, το βιβλίο του είχε κι ένα «αποτύπωμα» από τυρί με ντομάτα.
Στην Ευρώπη βρήκες, αλήθεια, καθόλου χρόνο να ταξιδέψεις; Έχεις πάει, φερ’ ειπείν, στον Βορρά; Ο Άντονι Μπουρντέν έλεγε ότι δεν πρόκειται να επισκεφτεί ποτέ αυτές τις χώρες, επειδή δεν έχουν χιούμορ.
Φυσικά και έχω πάει και νομίζω ότι ο Μπουρντέν υποκύπτει στα στερεότυπα που έχουν οι Αμερικανοί για τους Βορειοευρωπαίους. Το καλύτερο κοινό το βρήκα, για παράδειγμα, στη Γερμανία. Αλλά ρώτα με σε παρακαλώ αν έχω πάει στη Σουηδία και γιατί. Ρώτα με τώρα.
Ωραία, έχεις πάει στη Σουηδία και γιατί;
(Μου απαντάει γελώντας σε μια ακατάληπτη γλώσσα, που κατόπιν μου εξηγεί ότι είναι σουηδικά). Εννοείται ότι πήγα στη Σουηδία, μια χώρα την οποία λατρεύω, για να μάθω καλύτερα σουηδικά,. Έχουν εξαιρετικό πολιτισμό, καταπληκτική οργάνωση, αν και δεν πολυσυμπαθώ τους καταψυγμένους καρχαρίες – ειδικά για κυρίως πιάτο.
Τελευταία, όμως, ποιο ταξίδι σου θυμάσαι πιο έντονα;
Στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Απίστευτη εμπειρία! Έχεις πάει ποτέ;
Αστειεύεσαι, βέβαια. Είμαι γυναίκα, δεν θέλω να βρεθώ λιθοβολημένη επειδή θα πιάσω το γόνατο του φίλου μου χωρίς να φοράω μπούρκα.
Σίγουρα, δεν νομίζω ότι είναι και τόσο διασκεδαστικό για μια γυναίκα. Αλλά για μένα ήταν. Δεν περιγράφονται αυτά που είδα: μια τύπισσα ντυμένη στα μαύρα με τυλιγμένο το πρόσωπο και αεροδυναμικά γυαλιά ηλίου. Φαντάσου ότι δεν φαίνονταν καν τα μάτια της και φορούσε γυαλιά ηλίου πάνω από τη μαντήλα! Και συνοδευόταν από έναν παχουλό τύπο με ένα t-shirt που έγραφε «Don’t Mess with Texas» (Μην τα βάζεις με το Τέξας). Αν αυτό δεν είναι σουρεαλιστικό και γελοίο, τότε τι είναι;
Μήπως οι ερωτικές ιστορίες γυναικών; Το βίντεο όπου διαβάζεις τις Πενήντα αποχρώσεις του γκρι είναι απίστευτο.
Νομίζω ότι είναι ό,τι πιο σέξι έχω κάνει ποτέ στη ζωή μου και μπροστά σε κοινό.
Το αξιέπαινο, ωστόσο, ήταν αξιέπαινο ότι κατάφερες να γράψεις το «Now we are five» στο «New Yorker» για την αδελφή σου Τίφανι που αυτοκτόνησε.
Η αλήθεια είναι πως δεν ήθελα να γράψω άλλο ένα δακρύβρεχτο κείμενο. Ή ένα κείμενο που θα γινόταν αφορμή για να πει η γειτόνισσα «Πω, πω, τι έπαθε η κακόμοιρη η οικογένεια». Ήθελα να γράψω κάτι ουδέτερο, ψύχραιμο και όσο γίνεται πιο αντικειμενικό για ένα τόσο δύσκολο γεγονός, όπως είναι η αυτοκτονία. Το γεγονός είναι τόσο φορτισμένο από μόνο του, που δεν επιδέχεται ούτε λυρισμό, ούτε κλάμα. Αφορμή, βέβαια, για να το γράψω ήταν ο πατέρας μου που δεν ήθελε, όπως τόσοι άλλοι συγγενείς αυτοχείρων, να μαθευτεί η πραγματική αιτία του θανάτου στη γειτονιά. Οπότε, ήταν ένας τρόπος να μιλήσω εκ μέρους του για κάτι που θα τον στοίχειωνε για πάντα αλλά και να βρω έναν τρόπο να πω στον υπόλοιπο κόσμο να μη φοβούνται να ντρέπονται για τέτοια ουσιαστικά πράγματα ζωής. Πολλοί ήταν εκείνοι που μετά τη δημοσίευση μου έστειλαν διάφορα μηνύματα για το πόσο τους βοήθησε αυτό το κείμενο να εκφράσουν το δικό τους πρόβλημα πιο ανοιχτά, χωρίς φόβο, αλλά και να κρατήσουν το θετικό μήνυμα που έβγαζε εν τέλει αυτή η ιστορία: η οικογένεια παραμένει ενωμένη, προσπαθεί, κοιτάζει μπροστά. Και κρατάει ως ανάμνηση τις καλύτερες στιγμές από τον άνθρωπο που έφυγε και από τον οποίο θα θυμάται μόνο τα καλύτερα.
Στην Ελλάδα τι να περιμένει το κοινό από εσένα – ή, μάλλον, τι να περιμένει το κοινό από εσένα στη Στέγη;
Δεν ξέρω, επεξεργάζομαι διάφορα. Μιλούσα σε έναν Έλληνα συνάδελφό σου για τα αδέσποτα ζώα που μου είχαν κάνει εντύπωση την περασμένη φορά που είχα επισκεφθεί τη χώρα και μου είπε ότι τώρα θα δω «αδέσποτους ανθρώπους». Ήταν σοκαριστικό, δεν μπορούσα καν να το διανοηθώ. Νόμιζα ότι οι άστεγοι είναι ένα πρόβλημα που αφορά άλλες χώρες και όχι την Ελλάδα. Αν το καλοσκεφτείς, η αντεστραμμένη εικόνα είναι πάντα ενδιαφέρουσα και πολλές φορές κρύβει θησαυρούς. Τουλάχιστον, η Ελλάδα δεν είναι ποτέ κάτι προφανές για κανέναν.
Ο David Sedaris, συζητά με τον Γιώργο Αρχιμανδρίτη
18 Φεβρουαρίου 2014
Στέγη Γραμμάτων και Τεχνών
Λεωφόρος Συγγρού 107-109
19:00
Μικρή Σκηνή
Τα βιβλία του Ντέιβιντ Σεντάρις στην Ελλάδα εκδίδονται από τις Εκδόσεις Μελάνι
σχόλια