Από τον Χρήστο Παρίδη
Στο νέο του μυθιστόρημα Άρια,ο κόσμος από την αρχή, (εκδόσεις Ψυχογιός), ο Δημήτρης Στεφανάκης μας μεταφέρει στην μεταξική Αθήνα λίγο πριν από το Δεύτερο Παγκόσμιο πόλεμο.
Ένας διπλωμάτης, μία αρχαιολόγος, πράκτορες, μυστικές υπηρεσίες, το παλάτι, η αστυνομία, το παράνομο κομμουνιστικό κόμμα, ο πόλεμος, η κατοχή, η εξορία στην Αίγυπτο, όλα ενταγμένα αριστοτεχνικά στο πανόραμα μιας εποχής επικίνδυνης και συγχρόνως γοητευτικής.
Μία Ελλάδα που παραδόξως δεν μοιάζει να απέχει τόσο πολύ από το σήμερα.
Μετά την Αλεξάνδρεια και το Παρίσι, τις σας έκανε να τοποθετήσετε τη δράση του τελευταίου σας μυθιστορήματος στην Αθήνα;
Προτού καν ολοκληρώσω το προηγούμενο μου βιβλίο, το Φιλμ νουάρ, είχα στο μυαλό μου μια άτυπη τριλογία του κοσμοπολιτισμού, μεταφέροντας τη δράση από την Αλεξάνδρεια και το Παρίσι στον ελλαδικό χώρο και στην Αθήνα. Ο λόγος ήταν προφανής: Μετά τη γενιά του ’30 οι συγγραφείς που τοποθετούν τη δράση των ηρώων τους στην πρωτεύουσα, περιορίζονται σε αποσπασματικά επεισόδια αδυνατώντας εντέλει να μας δώσουν μία συνολική εικόνα της πόλης σε διάφορες εποχές. Προσπάθησα, λοιπόν, να ανοικοδομήσω το μητροπολιτικό μύθο της Αθήνας, ξεκινώντας από εκείνη την εποχή.
Η χρονική απόσταση βοηθά έναν συγγραφέα να δει την εποχή σαν ένα μωσαϊκό ανθρώπινων συνηθειών και συμπεριφορών;
Είτε μιλάμε για μια άλλη εποχή είτε για το σήμερα, αυτό που προέχει κάθε φορά, είναι ο άνθρωπος και η λογοτεχνία. Η Ιστορία, ως αφηγηματικό φόντο, αποτελεί πρόσχημα, ίσως και μία ευκολία: η αναδρομή σε άλλες εποχές και η χρονική απόσταση ανεβάζει τον πήχη της γοητείας. Και στην περίπτωση της Άριας η γοητεία μιας Αθήνας του μεσοπολέμου η γοητεία είναι δεδομένη. Μία πόλη με ανθρώπινο μέτρο, με υπέροχους δρόμους και πάρκα, η αριστοκρατία, η κατασκοπία, ο έρωτας.
Πόσο βαθιά ερευνάτε τα απόκρυφα μιας εποχής πριν αρχίσετε να γράφετε;
Καθώς τώρα καταπιάνομαι με μια ιστορία που διαδραματίζεται στην Ελλάδα του 2013, καταλαβαίνω πόσο χρόνο ξοδεύω κάθε φορά ερευνώντας, προκειμένου να ανασυστήσω μια ολόκληρη εποχή. Προσπαθώ να δίνω στον αναγνώστη την εντύπωση ότι έρχομαι από εκείνα τα χρόνια, γεμάτος πληροφορίες για μια διαφορετική καθημερινότητα από τη δική μας. Σημαντικό ρόλο σε αυτό παίζει ασφαλώς η ενορατική ικανότητα του συγγραφέα. Πολύτιμες ωστόσο είναι κι οι ανθρώπινες μαρτυρίες που αν χρησιμοποιηθούν σωστά μπορούν να ανασυστήσουν την χαμένη μαγεία του παρελθόντος. Πρέπει να ξέρεις μονάχα πού να τις αναζητήσεις. Ορισμένες φορές, και μην σας φανεί παράξενο, τις αντλεί κανείς από τη δεξαμενή των αναμνήσεων που έχει μέσα του.
Αναψηλαφήσατε μια εποχή πολιτικών εντάσεων με το καθεστώς Μεταξά να επηρεάζει ακόμα και τη ζωή των ηρώων σας, χωρίς να παίρνετε πολιτική θέση.
Πάντα πίστευα ότι ο καλός συγγραφέας, είναι ο αναποφάσιστος συγγραφέας, ο συγγραφέας που δεν αποφασίζει για λογαριασμό του αναγνώστη. Καταγράφεις τα γεγονότα, κρατώντας αποστάσεις, εμβαθύνοντας πολύ περισσότερο στην ανθρώπινη ύπαρξη και πολύ λιγότερο σε συγκεκριμένες απόψεις και δόγματα. Δεν είναι η δουλειά του συγγραφέα να παίρνει αποφάσεις.
Ο κεντρικός σας ήρωας είναι ένας διπλωμάτης καριέρας ο οποίος ακολουθεί την Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή στις ανασκαφές των Μυκηνών το 1939. Μιλήστε μας λίγο για τον ρόλο των ξένων αρχαιολόγων στα χρόνια του πολέμου.
Οι αρχαιολόγοι είχαν ανέκαθεν κλασική παιδεία, ήξεραν καλά τα ελληνικά, και το γεγονός ότι ταξίδευαν σε όλη την Ελλάδα για ανασκαφές, τους καθιστούσε σε περιόδους κρίσης, ιδανικούς πράκτορες. Όσο για τη Βρετανική Αρχαιολογική Σχολή στο Κολωνάκι παραμένει ίδια κι απαράλλαχτη, σε σημείο που νομίζεις ότι ξαφνικά μεταφέρθηκες στη δεκαετία του 1930.
Κάνετε αναφορά σε αρκετά πραγματικά πρόσωπα που έπαιξαν καταλυτικό ρόλο στην εποχή…
Ένας από αυτούς είναι ο Ντέιβιντ Μπάλφουρ, γνωστός ως Πατήρ Δημήτριος, που προπολεμικά ιερουργούσε στο παρεκκλήσι του Ευαγγελισμού ως εξομολόγος της βασιλικής οικογένειας. Στην Αίγυπτο πέταξε τα ράσα και φόρεσε τη στολή του αξιωματικού της Βρετανικής Υπηρεσίας Πληροφοριών. Ο ρόλος του στις μεταπολεμικές εξελίξεις στην Ελλάδα θεωρείται ζοφερός. Είναι εκείνος που επηρέασε αποφασιστικά τον Τσόρτσιλ στην απόφασή του να συντρίψει τον ΕΛΑΣ με κάθε τρόπο, ακόμα και με Εμφύλιο.
Ο Γουοτερχάους που παίζει σημαντικό ρόλο στο μυθιστόρημα σας είναι επίσης αληθινό πρόσωπο.
Ο διάσημος αυτός ιστορικός Τέχνης έπαιξε επίσης σημαντικό ρόλο στις πολιτικές εξελίξεις στην Μέση Ανατολή που προηγούνται του Εμφυλίου. Εκείνος πίστευε ότι η Ελλάδα θα μπορούσε να εφαρμόσει το ιταλικό μοντέλο αφομοίωσης της αριστεράς στο κοινοβουλευτισμό αλλά διαψεύσθηκε οικτρά. Προσπάθησε, πάντως, από ό,τι φαίνεται, να αποτρέψει τον Εμφύλιο.
Βάζετε τον ήρωα σας να παρακολουθεί το Σύμφωνο του Λιβάνου, εντάσσετε πραγματικές προσωπικότητες, τι θελήσατε τελικά να κάνετε με την Άρια ;
Δεν είμαι συγγραφέας προθέσεων. Αυτό που εντέλει προέκυψε είναι το πανόραμα μιας εποχής που ορίζει σε μεγάλο βαθμό και το σήμερα. Ίδιες δυνάμεις, ίδια πολιτικά ήθη, ίδια ονόματα, ανερμάτιστοι πολιτικοί με σχεδόν προδοτική στάση.
Ο χαρακτηρισμός «προδοτικός» δεν είναι επικίνδυνος;
Δεν μπορώ να δεχτώ ότι τον Εμφύλιο τον επινόησαν οι αριστεροί ή οι Εγγλέζοι. Υπήρχε φοβερή φτώχεια, ταλαιπωρία χρόνων, μόλις είχε τελειώσει ένας παγκόσμιος πόλεμος με μία κυβέρνηση που είχε διαφύγει στο Κάιρο εγκαταλείποντας το λαό στο έλεος της τύχης του. Και τι έκαναν εκεί; Ενθάρρυναν απλώς τις ζυμώσεις που μας οδήγησαν σε εθνική τραγωδία. Παραθέτω πραγματικό γεγονός που συνέβη στην Εύβοια, όταν αντάρτες συλλαμβάνουν μερικούς διπλωμάτες τη στιγμή που προσπαθούν να διαφύγουν στην Αίγυπτο. Εκείνοι προφασίζονται ότι θέλουν να συνεχίσουν τον αγώνα κατά των Γερμανών από το Κάιρο. Οι καλά ενημερωμένοι αντάρτες όμως απαντούν:«Και πότε πολεμάτε αφού όλη τη μέρα τη βγάζετε με κοκτέηλ στην ταράτσα του Σέφερντ;»
Στην Άρια όμως πρωταγωνιστεί η Αθήνα.
Ήρθε η ώρα να χτίσουμε το μύθο της από την αρχή. Στην πραγματικότητα ο μητροπολιτικός μύθος της Αθήνας τώρα οικοδομείται, εκτός των άλλων και με τη λογοτεχνία. Αν σηκώσεις το κεφάλι περπατώντας στους Αθηναϊκούς δρόμους, αντικρίζεις μια πόλη βουτηγμένη στο παρελθόν – ένα γοητευτικό παρελθόν που το μυθιστόρημα αξίζει να αναδείξει. Η αρχιτεκτονική της γλώσσα είναι μέρος της Ιστορίας της. Η καθημερινότητα που αναδεικνύεται στα χρόνια της «Άριας» μοιάζει να έχει εκλείψει αλλά στην πραγματικότητα είναι παρούσα. Σας δίνω ένα παράδειγμα: Στις 27 Οκτωβρίου του 1940, ημέρα Κυριακή, είχε ασυνήθιστη ζέστη.Ο κόσμος λιαζόταν στα ζαχαροπλαστεία και τα καφενεία της πλατείας Συντάγματος και διάβαζε τα κυριακάτικα φύλλα των εφημερίδων. Πόσο απέχει αυτό από τις δικές μας συνήθειες; Σαν να μην άλλαξε τίποτε, σαν να μην πέρασε μια μέρα. Ήρθε η ώρα να οικοδομήσουμε έναν μύθο και για την Αθήνα, όπως έκαναν άλλοι για τη Θεσσαλονίκη, την Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια, τη Βηρυτό, τη Σμύρνη, το Παρίσι.
To μυθιστόρημα του Δημήτρη Στεφανάκη "Άρια. Ο κόσμος από την αρχή" κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις ΨΥΧΟΓΙΟΣ
σχόλια