Η ποιητική του Στάικου

Η ποιητική του Στάικου Facebook Twitter
1

Κωστής ΠαπαγιώργηςΟι παραφθορές του ερωτικού μυθιστορήματος, όπως γνωρίζουν οι φανατικοί ρέκτες του είδους, δημιουργούν συχνά παραλογοτεχνικές αδελφότητες όπου κυριαρχούν η σαρκολατρία, το μαύρο χιούμορ και κάθε λογής επωαζόμενη παρέκκλιση. Δεν χρειάζεται η αναφορά στον «σαδισμό» και σε όλες τις σχολές της πορνολογοτεχνίας για να αντιληφθούμε την κλίση προς την πορνογραφία. Και μόνο η σκέψη ότι η μάνα φέρνει το παιδί της στον κόσμο ολόγυμνη, παραδομένη (αρχικά) στη μαία και κατόπιν στα χέρια του μαιευτήρα, καταλαβαίνουμε ότι η γύμνια, και ό,τι σχετικό ξυπνάει, είναι από μόνη της συνωμοσία σιωπής με αποσιωπώμενα συμπαρομαρτούντα. Ο Στάικος, με πείρα επί του θέματος, συναιρεί την ειρωνεία με τη γύμνια, τη διαφθορά με την υποτίμηση, σκηνοθετώντας ένα ερωτικό τρίο όπου η μάνα με την κόρη είναι οι θύτες και ο γιατρός το ζητούμενο θύμα.

Διόλου παράξενο ότι η βαθιά ερωτική περιπέτεια αρχίζει με επίσκεψη στον παιδοψυχολόγο. Όντως ο Επαμεινώνδας Κωνσταντακόπουλος, διαπρεπής παιδοψυχολόγος, θα δεχτεί την επίσκεψη της Λέιλα (μάνας), που ανησυχεί για τη θυγατέρα με την οποία μοιάζουν «σαν δυο σταγόνες». Παρουσιάζοντας τα παιδιαρίσματα της κόρης, η μάνα ουσιαστικά προδίδει τα συμπτώματα της αρνησενηλικίωσης, όπερ σημαίνει ότι η θυγατέρα επιδεικνύει καθήλωση, π.χ. εξακολουθεί να βυζαίνει την πανέμορφη μάνα, παρά τα δεκαεπτά της χρόνια. Σε παρόμοιες περιπτώσεις, όπου η ασθενής παραδίδεται με κατεβασμένα χέρια στην αγκάλη του ιατρού-εραστή, η ερωτική κατάκτηση μπορεί να κολακεύει τον άνδρα στον πρώτο γύρο, αλλά η συνέχεια ανήκει θριαμβευτικά σε μάνα και κόρη.

Ήδη, και ενώ η Λέιλα ήταν στη διάθεση του ιατρού, στη δεύτερη συνάντηση ο ιατρός ήταν αυτός που κράτησε τον ρόλο του θύματος. Μάλιστα, έλεγε και ξανάλεγε μέσα του ότι ήθελε να τον κάνει ό,τι θέλει η Λέιλα. Ο επόμενος χρόνος ήταν ένας θρίαμβος για τον ιατρό που τρύπωνε στα δοκιμαστήρια γυναικείων εσωρούχων, απολαμβάνοντας «τον παράδεισο της κολάσεως». Ο γιατρός έφτασε κυριολεκτικά στο σημείο να βάλει στη θέση του την κοκκινομάλλα γραμματέα του, η οποία λόγω πείρας (ως γραμματέας και ερωμένη) ήταν ικανή να αντεπεξέλθει επιτυχώς σε τρέχουσες και απλές περιπτώσεις. Όσο για τον γιατρό, έφτασε στο σημείο να εκχωρήσει τη σύζυγό του προς τέρψη ενός γοητευτικότατου φίλου του. Φυσικά, όπως γνωρίζουν οι πολύπειροι εραστές, παρότι παραχωρούσε τη γυναίκα του, δεν έπαυε να βασανίζεται από το τέρας της ζηλοτυπίας...

Ο Στάικος, καθώς δείχνουν τα πράγματα, αρέσκεται μετά μανίας στα γυναικεία εσώρουχα, γι' αυτό πιθανώς βάζει τα πρόσωπά του να κάνουν συχνές εσωρουχότσαρκες, όπερ σημαίνει γδύνομαι για να ντυθώ, ντύνομαι για να γδυθώ. Σε μία από τις λίγες στιγμές που ο γιατρός πασχίζει να έρθει στα συγκαλά του, διαβάζουμε την ακόλουθη αυτοκριτική: «Βέβαια, είναι μια πόρνη διαφορετική από τις άλλες πόρνες, δίπλα της οι άλλες πόρνες μοιάζουν με αγγελούδια, είναι μια πόρνη πέραν της πόρνης, μια ιδιοφυής παλιογυναίκα, μια θεία τσούλα, ένα κάθαρμα. Όσο για το θαύμα της γνωριμίας μας, στο ιατρείο, το μακρινό εκείνο απόγευμα. Ένα θαύμα προς χάριν μου. Για μένα. Να με πλησιάσει με το θείο εύρημα της άρρωστης κόρης! Δεν οφείλω πολλές, όσες, θυσίες στη χάρη της; Με λεηλατεί. Τα χρήματά μου από πολλά έγιναν λίγα, η γυναίκα μου ζει στην αγκαλιά ενός άλλου, δικό μου εύρημα και τούτο, για να απολαμβάνω ελεύθερα τη σκλαβιά μου. Έλεος Λεϊλά, ελέησον Λίλα, Λέιλα ανωτέρα πάσης Λέλας και πάσης Λόλας».

Ανδρέας Στάικος - Βηθσαβέ. Εκδόσεις Άγρα. Σελ.: 160. Τιμή: € 13,50.

Τσιγάρα και ποτά δεν έχουν τελειωμό στη νέα πραγματικότητα που βιώνει ο Επαμεινώνδας, αλλά η εμφάνιση της Βηθσαβέ, της κόρης που δίνει και το όνομά της στο βιβλίο, αλλάζει ταχύτητες προς το χειρότερο και σεξουαλικότερο. Τα σύνδρομα της κόρης (ο μικρομεγαλισμός, για παράδειγμα) ως διά μαγείας εξαφανίστηκαν, η αρνησενηλικίωση αποτέλεσε παρελθόν, αλλά συνάμα το κορίτσι των δεκατριών ετών άρχισε να κολυμπάει σε βαθιά νερά. Ό,τι απολάμβανε με τη μητέρα της κόρης, ο Επαμεινώνδας το μετέφερε επιδεικτικά και πάνω στο κορμί της κόρης. Ιδίως το γλειφιτζούρισμα, που διακοπτόταν κάθε τόσο για να απολαύσει η μικρή ένα τσιγάρο. Με τις διαδοχικές μεταβάσεις του γλυκίσματος από το στόμα της μιας στο στόμα της άλλης, ο γιατρός συγκράτησε καταγοητευμένος την αθώα φράση της Βηθσαβέ: «Μαμά, όσο τρώγεται τόσο και μεγαλώνει». Η κόρη, επίσης, δεν μπορούσε να ανεχτεί την υπεροχή της Λέιλα. Οπότε, η απορία λάμβανε διαστάσεις άλυτου προβλήματος: έως πότε μητέρα και κόρη θα μοιράζονται τον ίδιο (δύστυχο και σαρκολάτρη) Επαμεινώνδα;

Εν προκειμένω, η ευρηματικότητα του αφηγητή επινοεί ένα στοιχείο (ένα παλούκι, συγκεκριμένα) που αλλάζει άρδην την όλη σκηνοθεσία και απόλαυση. «Αυτό το παλούκι, κύριε Επαμεινώνδα, θα σας δώσει μεγάλη χαρά. Διότι δεν είναι δυνατόν να δίνει χαρά στη μαμά και σ' εμένα και να μη δίνει σ' εσάς. Αν δεν πιστεύετε, ρωτήστε και τη μαμά». «Τι να ρωτήσω;» ρώτησε ο γιατρός. «Η μαμά βυθίζει το παλούκι στον πισινό μου, βαθιά, πολύ βαθιά. Στην αρχή πονάει λίγο, αλλά μπρός στη μέθη τι είναι ο πόνος; Κι έπειτα βαθιά, ακόμη πιο βαθιά, και τότε ούτε πόνος ούτε τίποτα, μόνο χαρά, μόνο μέθη, μόνο φωτιά, μόνο πλημμύρα». Γενικά, η Βηθσαβέ, αντί για κούκλες και κουκλάκια, προτιμούσε τα παλούκια; Ακολουθούν οι ναύτες, ρωμαλέοι, αφρόκρεμα και επιπλέον γαύροι... Μετά ακολουθεί το πιστόλι, άλλο σεξουαλικό όργανο κι αυτό...

Επειδή σχολιάζουμε ένα βιβλίο και όχι ένα πορνό ή ένα κάποιο κινηματογραφικό έργο, αναγκαζόμαστε να σχολιάσουμε σε λίγες αράδες την «ποιητική» του Στάικου, που δεν ορρωδεί προ μύριων όσων δυσκολιών. Συγκεκριμένα, ο αφηγητής δεν αποσκοπεί να περιγράψει συμπλέγματα και παρασυμπλέγματα της τρέχουσας σεξουαλικής ζωής. Το ιδιάζον στην περιγραφή του αφορά ένα είδος ψυχρής σεξουαλικότητας που, όσο θεωρείται ψυχρή και επαναλαμβανόμενη, άλλο τόσο σηκώνει τη σημαία της τρέχουσας αληθείας. Εξάλλου, δεν μπορούμε να μην παρατηρήσουμε ένα παγωμένο στυλ στις αφηγήσεις του Στάικου, που όσο δεν προδίδει τον εαυτό του, άλλο τόσο είναι πειστικό και γενναιόδωρο. Με άλλα λόγια, υπάρχει μια κομψεπίκομψη αλητεία μοντέρνας μορφής, όπου τα πάντα περιγράφονται και συνάμα υπογράφονται χωρίς την παραμικρή χυδαιότητα.

Βιβλίο
1

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βασιλική Πέτσα: «Αυτό που μας πάει μπροστά δεν είναι η πρόοδος αλλά η αγάπη»

Βιβλίο / Η Βασιλική Πέτσα έγραψε ένα μεστό μυθιστόρημα με αφορμή μια ποδοσφαιρική τραγωδία

Η ακαδημαϊκός άφησε για λίγο το βλέμμα του κριτή και υιοθέτησε αυτό του συγγραφέα, καταλήγοντας να γράψει μια ιστορία για το συλλογικό τραύμα που έρχεται να προστεθεί στις ατομικές τραγωδίες και για τη σημασία της φιλικής αγάπης.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
Μιχάλης Γκανάς: Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

Απώλειες / Μιχάλης Γκανάς (1944-2024): Ο ποιητής της συλλογικής μας μνήμης

«Ό,τι με βασανίζει κατά βάθος είναι η οριστική απώλεια ανθρώπων, τόπων και τρόπων και το ανέφικτο της επιστροφής». Ο σημαντικός Έλληνας ποιητής έφυγε σήμερα από τη ζωή σε ηλικία 80 ετών.
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
«Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Βιβλίο / «Queer»: Το μυθιστόρημα της στέρησης που πόνεσε τον Μπάροουζ

Μια αναδρομή στην έξοχη, προκλητική όσο και «προφητική» νουβέλα του Ουίλιαμ Μπάροουζ στην οποία βασίστηκε η πολυαναμενόμενη ταινία του Λούκα Γκουαντανίνο που βγαίνει σύντομα στις κινηματογραφικές αίθουσες.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Βιογραφίες: Aπό τον Γκαρσία Μάρκες στην Άγκελα Μέρκελ

Βιβλίο / Πώς οι βιογραφίες, ένα όχι και τόσο δημοφιλές είδος στη χώρα μας, κατάφεραν να κερδίσουν έδαφος

Η απόλυτη επικράτηση των βιογραφιών στη φετινή εκδοτική σοδειά φαίνεται από την πληθώρα των τίτλων και το εύρος των αφηγήσεων που κινούνται μεταξύ του autofiction και των βιωματικών «ιστορημάτων».
ΤΙΝΑ ΜΑΝΔΗΛΑΡΑ
ΕΠΕΞ Λευτέρης Αναγνώστου, ένας μεταφραστής

Λοξή Ματιά / Λευτέρης Αναγνώστου (1941-2024): Ένας ορατός και συγχρόνως αόρατος πνευματικός μεσολαβητής

Ο Λευτέρης Αναγνώστου, που έτυχε να πεθάνει την ίδια μέρα με τον Θανάση Βαλτινό, ήταν μεταφραστής δύσκολων και σημαντικών κειμένων από τη γερμανική και αυστριακή παράδοση.
ΝΙΚΟΛΑΣ ΣΕΒΑΣΤΑΚΗΣ
Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Βιβλίο / Κυκλοφόρησε η πιο διεξοδική μελέτη της δεκαετίας 1910-1920, μια τρίτομη επανεκτίμηση της «μεγαλοϊδεατικής» πολιτικής του Βενιζέλου

Ο Ιωάννης Στεφανίδης, καθηγητής Διπλωματικής Ιστορίας στη Νομική του ΑΠΘ και επιμελητής του τρίτομου έργου του ιστορικού Νίκου Πετσάλη-Διομήδη, εξηγεί γιατί πρόκειται για ένα κορυφαίο σύγγραμμα για την εποχή που καθόρισε την πορεία του έθνους.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ

σχόλια

1 σχόλια