Ο ΚΥΡΙΑΚΟΣ ΝΤΕΛΟΠΟΥΛΟΣ, που πέθανε χθες στα 87 του, υπήρξε μία ξεχωριστή περίπτωση των ελληνικών γραμμάτων.
Γεννημένος στην Κέρκυρα το 1933, αλλά μεγαλωμένος στην Πάτρα (εκεί όπου τελείωσε το Γυμνάσιο), έρχεται στην Αθήνα για σπουδές, στην αρχή με υποτροφία στο Κολλέγιο Αθηνών και εν συνεχεία ως φοιτητής στο Τμήμα Αγγλικής Φιλολογίας, της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, παρακολουθώντας στην πορεία ειδική σχολή και σεμινάρια βιβλιοθηκονομίας.
Από τα πρώτα κιόλας βιβλία του δείχνει τα ενδιαφέροντά του. Η βιβλιοθηκονομία σε πρώτο πλάνο μέσω της έκδοσης «Σχεδίασμα κανόνων ταξιθετήσεως δελτίων καταλόγου» (1967), που αφορούσε στη βιβλιοθήκη του Κολλεγίου και ταυτόχρονα μια ροπή του προς το παράξενο και το ευτράπελο, μέσω του weird, σουρεαλιστικού βιβλίου του «Στραβά και Ανάποδα» (πρώτη έκδοση Μαυρίδης, 1967).
Ο Ντελόπουλος παρατηρεί στους δρόμους, σε έντυπα, ψάχνει σε αρχεία κ.λπ. ό,τι πιο περίεργο, παράξενο, χιουμοριστικό, ακραίο, ασύνηθες, ιδιότροπο κ.λπ., φωτογραφίζει, αποδελτιώνει και καταγράφει, ερανίζοντας με γνώση και με εμβρίθεια.
Στην παραγωγή του ξεχωρίζουν επίσης πολλά και διαφορετικά αναγνώσματα.
Όπως λογοτεχνικά («O Άκης και οι άλλοι» στη Γνώση το '83, «Άκης και Δωροθέα» στον Καστανιώτη το 2010), βιβλιογραφικά («Παιδικά και νεανικά βιβλία του 19ου αιώνα» στην Eταιρεία Eλληνικού Λογοτεχνικού και Iστορικού Aρχείου, το 1995, έργο για το οποίο βραβεύτηκε από την Ακαδημία Αθηνών, «Nίκος Kαββαδίας, βιβλιογραφία 1928-1982» στο Eλληνικό Λογοτεχνικό και Iστορικό Aρχείο, το 1983), φιλολογικά («Nεοελληνικά φιλολογικά ψευδώνυμα» στο Βιβλιοπωλείον της Εστίας το 2006, επίσης βραβευμένο από την Ακαδημία), φωτογραφικά («Tηνιακή επιγραφοποιία / μια σύγχρονη καλλιτεχνική έκφραση σε ακμή» Eκδόσεις Eρίννη, το 2001) και άλλα πολλά.
Ο Κυριάκος Ντελόπουλος υπήρξε επίσης διακεκριμένος μεταφραστής, μεταφέροντας στην γλώσσα μας βιβλία των William Faulkner, Lillian Hellman, George Orwell (το κλασικό «Η Φάρμα των Ζώων» πρώτα στις εκδόσεις Εγνατία, το 1978) και άλλων, ενώ υπήρξε και λάτρης της τζαζ, αφού μετέφρασε ένα ιστορικό και κλασικό βιβλίο για τον χώρο, το «ΤΖΑΖ», του Marshall W. Stearns (εκδόσεις Ε.Λ.Ι.Α. το 1981), αρθρογραφώντας σχετικά και στο παλαιό περιοδικό ΤΖΑΖ, στο διάστημα 1978-1980.
Το βιβλίο του «Στραβά και Ανάποδα», που ανήκει στα χιουμοριστικά του, αποτέλεσε την πρώτη εκδοτική επιτυχία του, καθώς οι δύο εκδόσεις του (Μαυρίδης 1967 και Γρηγόρης 1970) το έφεραν σε αρκετές χιλιάδες χέρια, έχοντας με το μέρος του μεγάλες πένες της εποχής, όπως ήταν εκείνες των Νίκου Τσιφόρου, Δημήτρη Ψαθά και Ανδρέα Καραντώνη.
Ο Ντελόπουλος παρατηρεί στους δρόμους, σε έντυπα (περιοδικά και εφημερίδες), ψάχνει σε αρχεία κ.λπ. ό,τι πιο περίεργο, παράξενο, χιουμοριστικό, ακραίο, ασύνηθες, ιδιότροπο κ.λπ., φωτογραφίζει, αποδελτιώνει και καταγράφει, ερανίζοντας με γνώση και με εμβρίθεια. Όπως έγραφε ο ίδιος, στην πρώτη έκδοση τού «Στραβά και Ανάποδα»:
«Είναι μερικά βιβλία που με ένα ξεφύλλισμα και μόνο δηλώνουν αμέσως το περιεχόμενό τους. Αυτά τα βιβλία δεν έχουν ανάγκη να κατατοπίσουν τον αναγνώστη με μακρούς προλόγους και εισαγωγές. Το Στραβά και Ανάποδα είναι ένα τέτοιο βιβλίο. Δεν χρειάζεται επεξηγήσεις, ούτε αποτελεί μια ευκαιρία να αναπτύξει ο γράφων τις αντιλήψεις του περί χιούμορ. Είναι μια συλλογή από σημεία και τέρατα, την οποία απαρτίζουν φωτογραφίες με στατικά θέματα, στιγμές της καθημερινής ζωής και διάφορα περισπούδαστα κείμενα.(...)
Κατά το πλείστον όλα όσα περιέχονται στην έκδοση προέρχονται από προσωπικές αναζητήσεις.(...)
Το υλικό είναι γνήσιο. Προέρχεται από "πρώτο χέρι". Δεν βρέθηκε έτοιμο, συγκεντρωμένο, πουθενά. Υπήρχε, εντοπίστηκε και καταγράφηκε, αφού προηγήθηκε η απαραίτητη συνθετική εργασία και εξακριβώθηκε η γνησιότητά του. Εξάλλου η προέλευσή του σημειώνεται. Οι φωτογραφίες είναι έργο του γράφοντος και τα αρνητικά στην κατοχή του. Στην κατοχή του ευρίσκεται και όλο το άλλο υλικό, όπως βρέθηκε στην πηγή του.(...)
Η συλλογή αυτή και η παρουσίασή της έγινε χωρίς εμπάθεια, κακή πρόθεση, διάθεση διακωμώδησης και κακόπιστης κριτικής».
Στο πρώτο κεφάλαιο, που αποκαλείται «Λαϊκό Τραγούδι», ο Κυριάκος Ντελόπουλος γράφει εφτά μικρά ή και συντομότατα διηγήματα, οι λέξεις και οι προτάσεις των οποίων προέρχονται, όλες, από λαϊκά τραγούδια! Δείγμα: «Μια Κυριακή χαράματα. Σαν τρελλός τρέχω στον Πειραιά. Στην αποβάθρα του Πειραιά. Στο παλιό θολό λιμάνι. Κάθε λιμάνι και καϋμός. Ξεκινάει μια ψαροπούλα. Βάρκα με πανί. Πολλά καράβια φεύγουνε. Φεύγουν οι μετανάστες. Χάνει το παιδί τη μάνα». Ευφυές.
Στο δεύτερο κεφάλαιο ανθολογεί επιστολές. Αστείες επιστολές, που έχει ανακαλύψει είτε σε εφημερίδες, είτε σε αρχεία άλλων κ.λπ.
Στο βιβλίο υπάρχει κεφάλαιο υπό τον τίτλο «Η ποίησις», στο οποίο ανθολογούνται βλακώδη ποιήματα, αντιγραμμένα από φτηνοεκδόσεις (εφημεριδούλες, και άλλα περιθωριακά έντυπα).
Το ξεψάχνισμα συνεχίζεται στο κεφάλαιο «Μαθητικά Κείμενα», στο οποίο καταγράφονται ανοησίες μαθητών, προερχόμενες από σχολικές εκθέσεις και άλλα γραψίματα της μαθητικής ζωής.
Ακολουθούν επιλεγμένες «μικρές αγγελίες», παρμένες από Τα Νέα κυρίως (την εφημερίδα που συνδέθηκε όσο καμία άλλη, μέσα στα χρόνια, με αυτού του τύπου τις δημοσιεύσεις). Μερικές τις σκανάρουμε για να δείτε το ύφος τους...
Ξεχωριστό και ειδικό κεφάλαιο αποτελεί ο «κινηματογράφος». Ο Ντελόπουλος φωτογραφίζει διαφημιστικές καταχωρήσεις ταινιών, που βγάζουν γέλιο, ενώ κάνει και κάτι άλλο ωραίο, αλλά επίπονο. Καταγράφει τίτλους ελληνικών ταινιών αναλόγως με τα θέματά τους. Στην κατηγορία... Σπουδαίες Προσωπικότητες διαβάζουμε:
Ο Μιχαλιός του 14ου Συντάγματος, Ο Ηλίας του 16ου, Ο Δήμος από τα Τρίκαλα, Ο Θανασάκης ο Πολιτευόμενος, Ο Φίλος μου ο Λευτεράκης, Ο Ιππόλυτος και το Βιολί του, Ο Θόδωρος και το Δίκαννο, Ο Φανούρης και το Σόι του, Ο Αριστείδης και τα Κορίτσια του, Ο Ανιψιός μου ο Μανώλης, Ο Γαμπρός μου ο Δικηγόρος... και πάει λέγοντας...
Το γέλιο βγαίνει αβίαστο, αφού η καταγραφή στηρίζει την επιτυχία της στην αέναη παράθεση, πανομοιότυπων τίτλων, δείχνοντας το πώς σκέφτονταν οι παραγωγοί της εποχής, προκειμένου να προσελκύσουν το λαϊκό κοινό, που στήριζε τότε, πέρα για πέρα, μία από τις μεγαλύτερες κινηματογραφικές «βιομηχανίες» στον κόσμο (ανάλογα, βεβαίως, με τον πληθυσμό μας).
Ακολουθεί ο «ξένος κινηματογράφος», τα «θεατρικά προγράμματα», τα «καρτ ποστάλ» και ακόμη τίτλοι μαγαζιών και εταιρειών που εμπεριέχουν συγκεκριμένα συνθετικά και που η κοινοτοπία και η επανάληψη τούς κάνει αστείους (τους τίτλους).
Όπως είχε γράψει τότε και ο Δημήτρης Ψαθάς (Τα Νέα, 19 Οκτωβρίου 1967):
«Πήρα το βιβλίο στα χέρια μου από περιέργεια κι άρχισα να το ξεφυλλίζω, με αποτέλεσμα να ξεχαστώ και να παρατήσω τη δουλειά μου. Χαλάλι του, όμως. Δύο ώρες ιλαρότητας και ευφροσύνης δεν μπορεί να τις έχει κανείς πολύ συχνά».
Δύο ώρες ίσως είναι πολλές. Εδώ πάντως παίρνετε μια ιδέα, μέσα σε λίγα μόλις λεπτά...
σχόλια