Ο «Ερωτόκριτος» και τα «Μυστικά του Βάλτου» άνοιξαν το δρόμο, ήταν τα δύο πρώτα λογοτεχνικά έργα που έγιναν κόμικς από τις Εκδόσεις Polaris και μάλιστα με τεράστια επιτυχία, μεταφράστηκαν σε άλλες γλώσσες, βραβεύτηκαν και έδωσαν την ευκαιρία σε ένα κοινό νεανικό να έρθει σε επαφή μαζί τους με έναν τρόπο εντελώς σύγχρονο. Αυτές τις μέρες κυκλοφορεί το τρίτο κόμικ στη σειρά «Νεοελληνική Πεζογραφία σε Γκράφικ Νόβελ», η μεταφορά της σκοτεινής νουβέλας του Ανδρέα Καρκαβίτσα με έντονα στοιχεία νατουραλισμού, του Ζητιάνου, που μετατράπηκε σε μία εξαιρετική έκδοση σχεδιασμένη από τον Kanellos Cob (που έχει κάνει και τη μεταφορά σε κόμικ) και επιμελημένη από τον Γιάννη Ράγκο.
Μερικά χρόνια μετά την ενσωμάτωση της Θεσσαλίας στο ελληνικό κράτος, φτάνει στο χωριό Νυχτερέμι στις εκβολές του Πηνειού ο επαγγελματίας ζητιάνος Τζιριτόκωστας, ένας αδυσώπητος εκμεταλλευτής της ανθρώπινης αδυναμίας. Με αποκλειστικό σκοπό τον προσωπικό πλουτισμό, ο Τζιριτόκωστας θα χειραγωγήσει επιδέξια τους αμόρφωτους, δεισιδαίμονες και με πρωτόγονα ένστικτα κατοίκους του χωριού και σε λίγες μόνον ημέρες θα τους οδηγήσει στην καταστροφή και τον αφανισμό. Ο Ζητιάνος, το αδιαμφισβήτητο αριστούργημα του Καρκαβίτσα, ένα κλασικό κείμενο της εγχώριας ρεαλιστικής λογοτεχνίας, συγκαταλέγεται στα σπουδαιότερα έργα της νεότερης πεζογραφίας μας.
«Η πρόταση ήρθε από τον Polaris στα πλαίσια της σειράς "Η νεοελληνική λογοτεχνία σε γκράφικ νόβελ"» λέει ο δημιουργός του, Kanellos Cob. «Είχα ήδη κάνει δουλειές με τον Μπλε Κομήτη, όπου η συνεργασία μας με τον Γιώργο Γούση ήταν άψογη και, έτσι, μου πρότειναν να αναλάβω τον Ζητιάνο. Με ενδιέφερε πολύ το θέμα αφού είναι ένα εξαιρετικά καλογραμμένο κείμενο, βαθιά ταξικό και είχε άπλετο υλικό για εικονογράφηση».
Ο Καρκαβίτσας παρουσιάζει την ανατομία μιας κοινωνίας στην οποία επικρατεί η φτώχεια, η αμάθεια, η διαφθορά, το ταξικό μίσος, ο νόμος της ζούγκλας, η δεισιδαιμονία, ο μισογυνισμός και η πονηριά. Χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να κοροϊδέψει και να χειραγωγήσει τους κατοίκους.
— Τι ήταν αυτό που σε εντυπωσίασε πιο πολύ στον Ζητιάνο;
Ο Ζητιάνος, είναι ένα πολιτικό παραμύθι που αντικατοπτρίζει όλα τα σκοτεινά σημεία μιας μικρής κοινωνίας, όπου δεν υπάρχουν καλοί ή κακοί, παρά μόνο άνθρωποι που πρέπει να επιβιώσουν. Σε όλο το διήγημα συμπαθείς και αντιπαθείς τους χαρακτήρες. Ακόμα και τον Ζητιάνο που είναι η προσωποποίηση του "κακού". Ο Καρκαβίτσας καυτηριάζει, πολλές φορές με χιούμορ, τη δομή των κοινωνικών τάξεων και τη σχέση της εξουσίας με το άτομο. Η ιστορία εξελίσσεται σε μία αγροτική, σχεδόν φεουδαρχική κοινωνία (με τα κατάλοιπα της Οθωμανικής αυτοκρατορίας) η οποία αλλάζει σε μία βιομηχανοποιημένη και καπιταλιστική κοινωνία. Ήταν από τα πρώτα νατουραλιστικά ελληνικά διηγήματα που διακρίνεται για την καυστικότητα με την οποία, ο Καρκαβίτσας, έκρινε τα κακώς κείμενα της εποχής του. Αυτά τα στοιχεία καθώς και οι απίστευτες περιγραφές τις ελληνικής υπαίθρου, που ήταν έμπνευση για το εικονογραφικό κομμάτι, με ώθησαν να διηγηθώ αυτή την ιστορία.
— Πώς κατάφερε αυτός ο άνθρωπος να προκαλέσει την συμπόνοια και την εμπιστοσύνη ενός ολόκληρου χωριού και να τους πείσει να ικανοποιήσουν τις επιθυμίες του;
Ο Καρκαβίτσας παρουσιάζει την ανατομία μιας κοινωνίας στην οποία επικρατεί η φτώχεια, η αμάθεια, η διαφθορά, το ταξικό μίσος, ο νόμος της ζούγκλας, η δεισιδαιμονία, ο μισογυνισμός και η πονηριά. Χρησιμοποιεί όλα τα μέσα για να κοροϊδέψει και να χειραγωγήσει τους κατοίκους. Σε όλο το διήγημα, ο Ζητιάνος, μεταμορφώνεται συνεχώς. Είναι ο κακομοίρης, ο απόβλητος αλλά είναι και λίγο σαμάνος: πουλάει βοτάνια στις γυναίκες για πάσα νόσο και χρησιμοποιεί μαγικά σύμβολα στην κόντρα του με τον χριστιανικό εξορκισμό του παπά.
Στα ταξίδια του στον κόσμο έχει μάθει να αναγνωρίζει τις κρυφές επιθυμίες των ανθρώπων, να τις καλλιεργεί και μετά οπωσδήποτε να εξαργυρώνει τον "κόπο" του. Παρατηρεί και ζυγίζει τις καταστάσεις και προσαρμόζεται ώστε να εκμεταλλευτεί όλα τα μειονεκτήματα των χαρακτήρων του βιβλίου με σκοπό την εξουσία και το κέρδος. Ουσιαστικά, πουλάει ελπίδα. Αν σε όλα αυτά προσθέσεις την αφέλεια, τη δεισιδαιμονία και την δουλικότητα των Καραγκούνηδων του χωριού το μείγμα είναι εκρηκτικό και η καταστροφή –για τους άλλους, όχι για τον ζητιάνο- έρχεται «φυσιολογικά».
H κριτική του Καρκαβίτσα απέναντι στο κράτος και τους θεσμούς είναι ανελέητη. Βρισκόμαστε στο τέλος του 19ου αιώνα σε χωριό στη Θεσσαλία που πρόσφατα είχε απελευθερωθεί από τον τουρκικό ζυγό. Οι κάτοικοι είναι μπερδεμένοι από την μεταβολή, αφού δεν είναι πια δούλοι, αλλά ούτε και ελεύθεροι. Σε αυτό το περιβάλλον εξετάζει προσεκτικά την κοινωνική θέση της γυναίκας. Αυτή είναι σε απελπιστική κατάσταση, τη βασανίζουν η φτώχεια, οι δουλειές του σπιτιού, τα πολλά παιδιά, που έχουν αξία μόνο αν είναι αγόρια, και ο άντρας της. Είναι και η ίδια όπως και οι άλλοι υπερβολικά δεισιδαίμων και κουτοπόνηρη. Έχει μια κοινωνική ζωή στο χωριό με τις υπόλοιπες γυναίκες αλλά ο ορίζοντάς της είναι σκοτεινός και κλειστός, δεν έχει διαφυγή από πουθενά. Το εντυπωσιακό με το έργο του Καρκαβίτσα είναι η μεγάλη αντίθεση μεταξύ του ειδυλλιακού φυσικού περιβάλλοντος –το χωριό και η φύση γύρω είναι παραδεισένιας ομορφιάς- με τη μαύρη ζωή των κατοίκων. Στην περίπτωση της γυναίκας η αντίθεση αυτή είναι ακόμη πιο έντονη.
— «Η Φύσις θεότης αδιάφορη, ανεπηρέαστη, ίση δείχνοντας αγάπη και στους Κάη του καρπούς και στα πρωτοτόκια του Άβελ» λέει ο Καρακαβίτσας στον επίλογο, και ο ζητιάνος κατορθώνει να ξεφύγει από το χωριό άθικτος και πλούσιος, είναι τελικά τόσο άδικος ο κόσμος που ζούμε; Δεν υπάρχει «Θεία Δίκη;».
Όσον αφορά στο κείμενο, φαίνεται ξεκάθαρα η πεποίθηση του Καρκαβίτσα πως στην κοινωνική επιβίωση ισχύει ότι και στη φυσική: ο νόμος του ισχυρού. Μέχρι ενός σημείου το ενστερνίζομαι. Είναι αρκετά πεσιμιστικό, αλλά και στις σύγχρονες κοινωνίες ο ίδιος νόμος ισχύει. Δεν νομίζω ότι μπορούμε να μιλάμε για «Θεία Δίκη» όταν τράπεζες διώχνουν κόσμο από τα σπίτια τους, όταν αδύναμες χώρες γίνονται οικονομικές αποικίες των ισχυρών χωρών ή όταν στις «σύγχρονες» μεγαλουπόλεις ο κόσμος τρώει ξύλο και χημικά ή σκοτώνεται, επειδή διαδηλώνει για τα αυτονόητα. Ο Ζητιάνος είναι ο πολιτικός που θα σου τάξει φούμαρα, ο τραπεζίτης που θα σε εκβιάσει, ο λούμπεν τύπος που θα σε ψειρίσει. Ο Καρκαβίτσας βάζει μπροστά μας έναν καθρέπτη μέσα στον οποίο ψάχνουμε να βρούμε τα πιο αποτρόπαια μέρη του εαυτού μας, που δεν είναι άλλα από τις προκαταλήψεις μας, τους φόβους μας και όλα αυτά που μας απομακρύνουν από τους συνανθρώπους μας.
— Πιστεύεις ότι θα ενδιαφερθεί ένας νέος άνθρωπος, που δεν διαβάζει, να ασχοληθεί με ένα κόμικ που βασίζεται σε μία ηθογραφία του προηγούμενου αιώνα; Πόσο σύγχρονος είναι ο Ζητιάνος;
Πιστεύω πως είτε το διήγημα είναι εξαιρετικά σύγχρονο, είτε η δική μας πραγματικότητα έχει μείνει έναν αιώνα πίσω. Εξετάζοντας το κείμενο έχουμε την εξουσία να καταπιέζει και να αυθαιρετεί πάνω στους κατοίκους χρησιμοποιώντας είτε νομικά μέσα είτε ωμή βία. Διεφθαρμένους κρατικούς υπαλλήλους να χρηματίζονται. Γυναίκες να υποφέρουν από την πατριαρχία. Ολόκληρο το χωριό, μαζί με τον εκπρόσωπο της εκκλησίας, να πιστεύει σε δεισιδαιμονίες με βότανα και γιατροσόφια, νεράιδες, βρικόλακες και να καταφεύγει στη μαγεία. Είναι όλα αυτά τόσο ξένα σε έναν σημερινό νέο;
Πιο συγκεκριμένα, τον Σεπτέμβριο του 2018 δούλευα το storyboard του τέταρτου κεφαλαίου όπου οι χωρικοί θέλησαν να κάψουν τον τελωνοφύλακα γιατί θεώρησαν πως είναι βρικόλακας. Χωρίς να ρωτήσουν, χωρίς να το ψάξουν, δαιμονοποίησαν έναν άνθρωπο και έσπευσαν να τον σκοτώσουν. Τότε είδα στα media τη δολοφονία του Ζακ Κωστόπουλου στο κέντρο της Αθήνας, μέρα μεσημέρι. Θεώρησαν, λανθασμένα, ότι είναι ληστής, ναρκομανής και τον σκότωσαν! Προκατάληψη, φόβος, βλακεία. Ίδια συνθήκη και ίδιο αποτέλεσμα, 130 χρόνια μετά. Με μόνη διαφορά ότι οι ένοχοι, στο διήγημα, συνελήφθησαν. Το κείμενο του ζητιάνου είναι κλασικό και ως τέτοιο θίγει θέματα που είναι διαχρονικά. Απλά είναι τρομακτικό όταν κάνεις τη σύγκριση.
— Είχες επαφή με τον θεσσαλικό κάμπο πριν ξεκινήσεις να ασχοληθείς με το έργο; Πόσο σημαντικό ρόλο παίζει η περιοχή και ο τόπος γενικά στη μεταφορά του βιβλίου σε κόμικ;
Δεν έχω πάει ποτέ στη Θεσσαλία. Το χειρότερο είναι πως όταν ξεκίνησα να δουλεύω τον Ζητιάνο ήμουν στον Καναδά, όπου έμεινα για ένα χρόνο, οπότε δεν υπήρχε εύκολος τρόπος να επισκεφτώ την τοποθεσία. Το μεγαλύτερο μέρος της έρευνας έγινε από βιβλία που μου έστειλε ο εκδοτικός, φωτογραφίες που μου έστειλαν φίλοι από αυτά τα μέρη, το διαδίκτυο και η φαντασία. Σίγουρα, αν το μέρος που εικονογραφείς είναι υπαρκτό, βοηθάει πολύ αν το επισκεφτείς. Δεν είναι όμως υποχρεωτικό. Στις μέρες μας, η πρόσβαση στην εικόνα είναι πολύ εύκολη. Βρήκα εξαιρετικές φωτογραφίες από την ελληνική ύπαιθρο που με βοήθησαν στο σχέδιο και στην χρωματική παλέτα.
— Ποια ήταν η πιο μεγάλη δυσκολία που αντιμετώπισες όσο καιρό δούλευες το κόμικ;
Ολόκληρο το κόμικ ήταν μια πρόκληση. Είναι η πρώτη φορά που δουλεύω ένα κόμικ 120 σελίδων. Χρειάζεται πολύ υπομονή, οργάνωση και διαχείριση της ανασφάλειας που σου βγάζουν τέτοιες δουλειές. Σαν να γυρίζεις μια ταινία που έχεις αναλάβει όλους τους ρόλους. Το πιο δύσκολο κομμάτι ήταν αυτό του σεναρίου. Επέλεξα να κάνω εγώ τη μεταφορά για να μπορέσω να χτίσω τις εικόνες και τις σκηνές όπως ήθελα. Η δυσκολία βρισκόταν στο χτίσιμο των διαλόγων και της διήγησης όπου ήθελα να μείνω όσο πιο πιστός γίνεται στο κείμενο. Ευτυχώς το σενάριο επιμελήθηκε ο Γιάννης Ράγκος που κυριολεκτικά έβαλε τα πράγματα στη θέση τους.
— Γιατί αποφάσισες να δουλέψεις για ένα ελληνικό βιβλίο με προφανώς λιγότερα λεφτά απ' ό,τι θα έπαιρνες στη Γαλλία;
Σχετικό είναι. Στη Γαλλία μπορεί αυτό το επάγγελμα να έχει περισσότερη αναγνώριση απ' ό,τι στην Ελλάδα, αλλά είναι από τα πιο κακοπληρωμένα και επισφαλή. Εκτός από τους 4-5 μεγάλους εκδοτικούς υπάρχουν πάρα πολλοί που δεν πληρώνουν καλά. Τον Ζητιάνο αποφάσισα να τον αναλάβω διότι η ιστορία μίλησε κατευθείαν στην καρδιά μου. Επίσης το έγραψα στη μητρική μου γλώσσα. Στα Γαλλικά δεν μπορώ να είμαι πολύ ευέλικτος με τον γραπτό λόγο.
Ο Polaris μου έδωσε όλη την ελευθερία και την εμπιστοσύνη που χρειαζόμουνα για να διηγηθώ την ιστορία όπως ήθελα. Αυτό δεν το συναντάς στη Γαλλία. Τέλος ήξερα πως θα έχω στο πλευρό μου τον Γιώργο Γούση με τον οποίο περνούσαμε ώρες στο skype αναλύοντας το εικονογραφικό κομμάτι, το οποίο επιμελήθηκε, και στο τέλος κέρδισα έναν φίλο. Ένα κόμικ 120 σελίδων είναι ένας χρόνος, και βάλε, συστηματικής δουλειάς και συγκέντρωσης. Δεν θα μπορούσα να το κάνω αν δεν με ενδιέφερε η ιστορία ή αν οι συνθήκες δεν ήταν καλές, όσα και να με πλήρωναν.
— Πού βρίσκεται αυτή τη στιγμή το κόμικ στη Γαλλία; Υπάρχει το κοινό που υπήρχε πιο παλιά; Στην Ελλάδα μπορεί να πουλάνε μεμονωμένες εκδόσεις, αλλά το κοινό της δεν μπορεί να στηρίξει ούτε ένα περιοδικό κόμικ.
Το κόμικ σαν θεσμός χαίρει πάντα σεβασμού. Είναι στην κουλτούρα του κόσμου να αγοράζει κόμικς όπως είναι στην κουλτούρα της Ελλάδας οι άνθρωποι να αγοράζουν λογοτεχνία. Δεν υπάρχει η ίδια ανταπόκριση, όμως που υπήρχε 10 χρόνια πριν. Το πρόβλημα με την αγορά είναι πως έχει κορεστεί. Υπάρχει πολλή παραγωγή και μικρότερη ζήτηση. Όταν βγάλεις ένα κόμικ στη Γαλλία θα μείνει στα ράφια για 2 μήνες και μετά θα εξαφανιστεί γιατί παράλληλα θα βγουν άλλοι 10 τίτλοι. Αν πουλήσει 5000 χιλιάδες αντίτυπα, πλέον, θεωρείται ότι έχει πάει καλά.
Στην Ελλάδα, εκτός του ότι η αγορά είναι μικρότερη, υπάρχει ακόμα αυτή η αντίληψη της υποβίβασης του κόμικ σε κάτι ανόητο ή παιδικό. Σίγουρα υπάρχει όλο και περισσότερος κόσμος στην Ελλάδα που ενδιαφέρεται για το κόμικ, αλλά δεν θα αγοράσει τόσο εύκολα. Απογοητεύτηκα όταν έμαθα ότι θα σταματήσει ο Κομήτης. Είδα εξαιρετικές δουλειές Ελλήνων καλλιτεχνών και δεν έχουν να ζηλέψουν τίποτα από αυτές των Γάλλων. Πιστεύω πως αν το κόμικ έμπαινε σαν μέσο στην εκπαίδευση, θα άλλαζε και την αντίληψη των επόμενων γενιών γι' αυτό.
— Πες μου μερικά πράγματα για σένα, πού μεγάλωσες; Από πότε σχεδιάζεις; Γεννήθηκα και μεγάλωσα στην Αθήνα, στο Γαλάτσι.
Σπούδασα Συντήρηση Έργων Τέχνης στο Τ.Ε.Ι. Αθήνας και στα 25 μου μετακόμισα στη Γαλλία για να σπουδάσω σχέδιο. Από τότε συνεργάζομαι με μέσα που έχουν κοινό παρονομαστή το σχέδιο. Από περιοδικά και εκδοτικούς οίκους μέχρι δισκογραφικές εταιρίες και τοιχογραφίες. Ανέκαθεν το σχέδιο ήταν ένα μέσο για να εκφράσω σκέψεις και συναισθήματα. Μικρός διάβαζα κόμικς της Marvel και DC και αντέγραφα τα σχέδια από τις σκηνές και πίστευα ότι θα γίνω «ζωγράφος» όταν μεγαλώσω.
Στην εφηβεία έχασα το ενδιαφέρον μου για τα κόμικς και έπαψα να βλέπω το σχέδιο σαν επαγγελματική προοπτική, λόγω φόβου επαγγελματικής αποκατάστασης. Μεγάλωσα σε μία μικροαστική οικογένεια όπου η ευτυχία ήταν συνώνυμη με την οικονομική ασφάλεια, οπότε το σχέδιο παρέμεινε σαν χόμπι. Ως φοιτητής, σε μια σχολή που δεν με ενδιέφερε ιδιαίτερα, άρχισα να βλέπω το σχέδιο πιο σοβαρά. Ξεκίνησα να διαβάζω πολιτικά και science fiction κόμικς και όταν πρωτοείδα δουλειές του Moebius και του Enki Bilal ενθουσιάστηκα. Διάβασα πολύ ιστορία της τέχνης, που ήταν από τα καλύτερα πράγματα που πήρα από το Τ.Ε.Ι., και σιγά σιγά άρχισα να εμπνέομαι από καλλιτέχνες και κινήματα. Με τον καιρό, η ζωγραφική άρχισε να γίνεται ανάγκη. Ένα μέσο το οποίο μου επιτρέπει να διηγούμαι ιστορίες. Έβλεπα πως δεν με ενδιέφερε να αφιερώσω χρόνο σε κάτι άλλο. Οπότε αποφάσισα να το δω επαγγελματικά.
— Από πότε ζεις στη Λυών;
Μετακόμισα το 2010 για να ξεκινήσω σπουδές στην Ecole Emile Cohl. Οι ιδιωτικές σχολές στην Ελλάδα δεν ήταν πολύ πιο φτηνές από ότι έξω, αλλά ήξερα πόσο δύσκολο θα ήταν να μπορέσω να δουλέψω μετά. Έτσι αποφάσισα να φύγω, ικανοποιώντας και την ανάγκη μου να ζήσω στο εξωτερικό. Στην αρχή έψαχνα σχολές στην Αγγλία, αφού δεν μιλούσα Γαλλικά, αλλά το κόστος ήταν μεγάλο και δεν υπήρχαν προοπτικές για βοήθεια από το κράτος ή υποτροφίες. Ξεκίνησα να ψάχνω στη Γαλλία με την ελπίδα να βρω κάτι καλύτερο και να μπορέσω να δω τον εαυτό μου σε αυτό. Συνειδητοποίησα πόσο μεγαλύτερο εύρος επιλογών είχα εκεί. Ξεκίνησα μαθήματα Γαλλικών, άρχισα να στέλνω portfolio και αισίως βρέθηκα στη Λυών.
— Πώς τα βλέπεις τα πράγματα, γενικά, στη Γαλλία;
Όπως βλέπω και τα σύγχρονα πολιτικά πλαίσια στην Ευρώπη. Δεξιά και ακροδεξιά πολιτικά ρεύματα επιτίθενται στις κατώτερες τάξεις για να συντηρήσουν ένα σύστημα που ξέρουν πως δεν λειτουργεί και πως έχει ημερομηνία λήξης. Η Γαλλία, τα τελευταία χρόνια, θυμίζει την πολιτική της Θάτσερ. Φορολογικά προνόμια στις ανώτερες τάξεις και περικοπές στις κατώτερες. Περιορισμός των εργατικών συνδικάτων και μείωση των κοινωνικών επιδομάτων. Ο Μακρόν σε προεκλογικές του δηλώσεις είχε πει πως ευτυχώς που υπάρχει η Uber γιατί αλλιώς οι οδηγοί θα επέστρεφαν στα προάστια για να πουλάνε ναρκωτικά. Αυτό και μόνο δείχνει μία τεράστια έλλειψη ταξικής συνείδησης.
Πλέον οι διαδηλώσεις θυμίζουν εμφύλιο πόλεμο. Ακραία αστυνομική καταστολή με ανθρώπους να χάνουν τα μάτια και τα χέρια τους. Υπάρχει κοινωνική κρίση και αυτό είναι παράθυρο για την Λεπέν όπως ήταν παράθυρο για τη χρυσή αυγή. Επιπλέον η Γαλλία είναι μία βαθιά ρατσιστική χώρα όπου η Ισλαμοφοβία βρίσκει θέση ακόμα και στα πιο κεντρώα κόμματα. Πολιτικές που καλλιεργούν τον φόβο και παίζουν με τις προκαταλήψεις των ανθρώπων. Θυμίζει και λίγο τον Ζητιάνο, όχι;
— Σκέφτεσαι να γυρίσεις στην Ελλάδα;
Μου βγαίνει νοσταλγία σίγουρα. Αλλά φοβάμαι πως είναι μόνο από συναισθηματική ανάγκη. Εχω συνηθίσει τόσα χρόνια εδώ και έχω χτίσει οικογενειακούς δεσμούς με ανθρώπους που λατρεύω. Τον χρόνο που έζησα στον Καναδά, συνειδητοποίησα πόσο δεμένος είμαι με τους κοντινούς μου και πόσο δύσκολο είναι να ξεκινάς να χτίσεις δεσμούς από την αρχή, μετά από κάποια ηλικία. Γι'αυτό και γύρισα πίσω στη Λυών. Δεν θα επέλεγα να επιστρέψω άμεσα στην Ελλάδα αν και εκεί έχω ανθρώπους που μας δένουν πολλά. Σίγουρα όμως, στο εξής, οι επισκέψεις μου θα γίνουν πιο συχνές. Ρώτα με πάλι σε τρία χρόνια και βλέπουμε.
Info:
Ο «Ζητιάνος» του Ανδρέα Καρκαβίτσα, μεταφερμένος σε κόμικ από τον Kanellos Cob κυκλοφορεί από τις Εκδόσεις Polaris.
Site: kanelloscob.com
σχόλια