Το βάρος των χρημάτων
Υπάρχουν δυο κατηγορίες πλουσίων: αυτοί που μετράνε τα χρήματα και αυτοί που τα ζυγίζουν. Αν δεν ανήκεις στην δεύτερη κατηγορία πλουσίων, τότε δεν ξέρεις τι είναι πραγματικά η δύναμη. Αυτό το έμαθα από τους ναρκέμπορους. Έμαθα ότι και η υπηκοότητα των ναρκεμπόρων χάνεται κάπου στον κόσμο, αλλά και ότι τις χειρονομίες, τις κινήσεις, τις σκέψεις οι ίδιοι άνθρωποι τις αρθρώνουν όπου κι αν βρεθούν, λες και δε βγήκαν ποτέ από την χώρα τους. Ζήσε παντού, ακόμα και στη μέση της Γουόλ Στριτ, αλλά μην απαρνηθείς τους κανόνες της χώρας σου. Κανόνες παμπάλαιοι, που σε βοηθούν να υπάρχεις στο σύγχρονο κόσμο χωρίς να χάνεσαι. Είναι ο κανόνας που επιτρέπει στις ιταλικές οργανώσεις να διαπραγματεύονται με το κύρος του ισχυρού με τους Νοτιοαμερικανούς ναρκέμπορους και τα μεξικανικά καρτέλ και να αγοράζουν τόνους ναρκωτικών με τον λόγο τους και μόνο.
Οι χαρτογιακάδες του ναρκεμπορίου έχουν βγάλει τα ρούχα των βοσκών του Ασπρομόντε και χάρη σε μια απεριόριστη διαθεσιμότητα χρήματος, αποικίζουν την αγορά των ναρκωτικών. Οι κανόνες του Ασπρομόντε όμως, οι κανόνες του αίματος και της γης εξακολουθούν να είναι οι ηθικές συντεταγμένες τους, ο οδηγός τους στη δράση. Μόνο που γνωρίζουν πλέον και τους κανόνες της οικονομίας και είναι σε θέση να κινούνται στον κόσμο, όπως είναι απαραίτητο προκειμένου να εξασφαλίζουν ετήσιο τζίρο δισεκατομμυρίων ευρώ. Γι’ αυτό είναι δύσκολο να προσπαθήσεις να περιγράψεις τους άντρες που διοικούν το παγκόσμιο ναρκεμπόριο. Αν το υλικό πέσει στα χέρια ενός σεναριογράφου θα προκύψουν χαρακτήρες που περνούν από τα ριγέ κουστούμια στη διάλεκτο, από τα μαρμάρινα αρχοντικά στη δυσωδία του δρόμου, χαρακτήρες με την γοητεία της αμφισημίας και την ανησυχία των ιδίων τους των αντιφάσεων. Αυτό όμως είναι μυθοπλασία: στην πραγματικότητα, η αστική τάξη του ναρκεμπορίου είναι εν γένει πῖο στιβαρή και ήρεμη από τον μέσο όρο των αστικών βιομηχανικών οικογενειών. Οι μαφιόζικες οικογένειες έχουν συνηθίσει να συσπειρώνονται, να δέχονται και να αντιδρούν στα χτυπήματα , οι απουσίες και η απομάκρυνση είναι κομμάτι της κανονικότητας τους. Η κάλυψη και η απόκρυψη αυτού που δεν πρέπει να μαθευτεί δεν ισοδυναμεί μ’ ένα εξαιρετικά εύθρυπτο καθωσπρεπισμό αλλά με πρωταρχική ανάγκη. Είναι έτοιμοι να πονέσουν, να υποστούν απώλειες, προδοσία:γι’ αυτό είναι πιο δυνατοί. Δεν κρύβουν από τον ίδιο τους τον εαυτό την αγριότητα του να ζεις σε τούτο τον κόσμο. Και να θες να νικήσεις, τα πάντα.
Όταν αναρωτιέμαι ποιος θα μπορούσε να είναι το αρχέτυπο των μάνατζερ της κόκας, αναδύονται δύο ονόματα που είναι σαν τους αντίθετους πόλους ενός μαγνητικού πεδίου:o Βορράς και ο Νότος. Ο άντρας του Βορρά είναι το πρωτότυπο του αυτοδημιούργητου επιχειρηματία, ο οποίος βασίστηκε μόνο στις δικές του δυνάμεις και στην αίσθησή του για τις δουλειές. Ο άντρας του Νότου είναι ένας πρωτευουσιάνος αστός, ο οποίος διέβλεψε τη δυνατότητα να πάει πέρα από τη σίγουρη ζωή του υπαλλήλου μιας μεγάλης δημόσιας επιχείρησης και την άρπαξε. Και οι δύο είναι ευέλικτοι απέναντι σε κάθε πολιτική και ηθική σκέψη. Αν χρειάζεται να φαίνονται δημοκρατικοί και παραβατικοί, ξέρουν να το κάνουν. Αν είναι πιο χρήσιμοι να παρουσιάζονται ως ανελαστικοί συντηρητικοί, και πάλι το κάνουν με άνεση. Επιχειρηματίες ικανοί να δελεάζουν πρόσωπα αταλάντευτης ηθικής, εκμεταλλευόμενοι μικροσκοπικές ρωγμές, ανεπαίσθητες αδυναμίες. Διαφθείρουν χωρίς ποτέ ο διεφθαρμένος να συνειδητοποιεί το παράπτωμα του, καταφέρνοντας να πλασάρουν τη διαφθορά ως μια επιπόλαιη, ανάξια λόγου πρακτική, κάτι που κατά βάθος το κάνουν όλοι.
Ο άντρας του Βορρά εκπέμπει κατ’ αρχάς σταθερότητα και αποφασιστικότητα, ο άντρας του Νότου έχει πιο λαμπερούς και κοσμικούς τρόπους, όμως και οι δύο παρουσιάζονται ως μεσήλικοι κύριοι με μέσο πλούτο. Την ίδια εντύπωση δίνει και ο τρόπος που έχουν επιλέξει να τους αποκαλούν: κοινότοπος, ακόμα και κάπως γελοίος. Υπεράνω υποψίας Μπεμπέ και Μάριο.
Απόσπασμα από το βιβλίο του Ρομπέρτο Σαβιάνο «Μηδέν, Μηδέν, Μηδέν» σχετικά με το πώς η κοκαΐνη κυβερνά τον κόσμο. Εκδόσεις Πατάκη
________________
Τελειώνοντας το βιβλίο του Ρομπέρτο Σαβιάνο αντιλαμβάνεσαι ότι δεν είχες την παραμικρή ιδέα για τον κόσμο των ναρκωτικών και το πώς λειτουργεί. Ο Σαβιάνο σκίζει το σελοφάν που καλύπτει αυτό τον άγνωστο κόσμο, που μέχρι τώρα νόμιζες ότι κάτι είχες καταλάβει επειδή είδες το Narcos ή διάβασες δυο-τρεις έρευνες στις εφημερίδες, και μια ανυπόφορη δυσωδία κατακλύζει την ατμόσφαιρα. Πάνω από πεντακόσιες σελίδες πληροφορίας που περιλαμβάνουν από τον τρόπο λειτουργίας και την δομή των καρτελ της Λατινικής Αμερικής μέχρι το πώς οι ναρκέμποροι οικειοποιούνται σύμβολα της ποπ κουλτούρας(ανάμεσα τους και κινούμενα σχέδια όπως ο Χόμερ Σίμσον) για να πουλήσουν το εμπόρευμα τους.
Στις πρώτες σελίδες του βιβλίου τα λόγια της Βουλγάρας ποιήτριας και ακτιβίστριας Μπλάγκα Ντιμιτρόβα θα μπορούσαμε να πούμε ότι συνοψίζουν την φιλοσοφία ζωής του Ιταλού δημοσιογράφου: «Δεν φοβάμαι μη με ποδοπατήσουν. Ποδοπατημένο, το χορτάρι γίνεται μονοπάτι». Υπογράφοντας την εκδοτική επιτυχία «Γόμορρα» για την μαφία της Νάπολης, η ζωή του από εκείνη την στιγμή ποδοπατήθηκε έχοντας υπογράψει ένα ανοιχτό συμβόλαιο με το θάνατο. «Όποια και να ήταν η ζωή που θα ήθελα να έχω, το γεγονός είναι ότι έγραψα την Γκομόρα και για αυτό πληρώνω κάθε μέρα ένα τίμημα» λέει σε μια συνέντευξη του ο Ιταλός δημοσιογράφος, ο οποίος ζει κυνηγημένος αυτή την στιγμή κάπου στην Νέα Υόρκη.
Γράφει στο 15ο κεφάλαιο του «Μηδέν, Μηδέν, Μηδέν»: «Για μένα ο πόνος του αίματος που ξεχειλίζει τις πιάτσες, ο πόνος των ονομάτων που μακραίνουν τους καταλόγους είναι ένας πόνος που δεν περνά ακόμα και αν τον φυσήξεις με όλη σου την δύναμη. Είναι ένας πόνος που δεν γιατρεύεται ακόμα και αν τους βάλεις ιώδιο, ακόμα και αν τον ράψεις. Με αφορά, όπως με αφορούν τα πράγματα που προκαλούν τον πιο βαθύ πόνο: η σάρκα μας, τα παιδιά μας, το πιο ανέγγιχτο κομμάτι μας. Όπως ο θάνατος που αφορά μόνο εσένα. Μέχρι κάποιος ή κάτι να με σκοτώσει, εγώ θα συνεχίσω να στοιχηματίζω στο νούμερο μου»
Ο Σαβιάνο είναι αποφασισμένος να συνεχίσει μέχρι το τέλος της αποκαλύψεις του για μια από τις μεγαλύτερες πληγές της κοινωνίας. Η ζωή του μοιάζει να ακολουθεί έναν μονόδρομο χωρίς την πιθανότητα διαφυγής.
—Βαγγέλης Μακρής
_______________
Ο Roberto Saviano απαντά στη ερώτηση πως είναι να ζεις με την απειλή του θανάτου, λίγο καιρό μετά την κυκλοφορία του "Γόμορρα":
σχόλια