ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΑΥΤΟΥ ΤΟΥ ΒΙΒΛΙΟΥ υπάρχει ένα όνειρο που είχα δει πριν ακόμα ξεκινήσω να γράφω και να ζωγραφίζω σ’ αυτά τα τετράδια. Έχω καταφέρει να βγάλω ένα νόημα από κάποια κομμάτια του ονείρου, άλλα όμως ακόμα δεν μπορώ να τα καταλάβω.
Παρακολουθούσα το όνειρο να εκτυλίσσεται σαν να ήταν η θέα έξω από το παράθυρό μου, όταν ξύπνησα ξαφνικά, φοβισμένος... Για να μπορέσω να κατανοήσω αυτό το ονειρικό τοπίο, έχω ταξινομήσει τις εικονογραφημένες σελίδες αυτού του βιβλίου όχι με ΧΡΟΝΟΛΟΓΙΚΗ αλλά με ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΙΚΗ σειρά.
Πρωί: η πόλη είναι καλυμμένη με χιόνι. Κολλάει πάνω σου. Ακόμα και στο μπαλκόνι μας, έχει πάχος τριάντα ή σαράντα εκατοστά. Η Ασλί κοιμάται στο άλλο δωμάτιο. Εγώ είμαι μέσα στο μυθιστόρημά μου. Έχω διαβάσει πολλά για τα οθωμανικά τηλεγραφικά γραφεία. Έχω αγοράσει τόσα πολλά βιβλία τον τελευταίο καιρό! Μια χιονισμένη σιωπή επικρατεί στο σπίτι και στην πόλη. Το χιόνι πέφτει ακόμα, οπότε η ορατότητα είναι χαμηλή. Και πρέπει να το ομολογήσω: είμαι τόσο ευτυχισμένος. Για το σπίτι, για το χιόνι, για την Ασλί που κοιμάται μέσα, κ.λπ. κ.λπ. Είμαι αισιόδοξος ότι δεν θα έχω άλλα προβλήματα, ότι θα μπορέσω να ζήσω στην Κωνσταντινούπολη και ότι όλα θα είναι υπέροχα, όπως ακριβώς αυτό το χιόνι. Η συνέντευξή μου στη Repubblica δημοσιεύτηκε με τίτλο «Η τρομοκρατία δεν πρέπει να γίνει δικαιολογία για την υπονόμευση της δημοκρατίας». Μου το έστειλε ο Μάρκο.
Το πρωί, χιόνι και πάλι. Πέφτει σε τεράστιες νιφάδες. Καθώς η Ασλί κοιμάται και η μέρα μόλις αρχίζει να χαράζει, κάθομαι στο γραφείο μου και γράφω. Είμαι απόλυτα ικανοποιημένος.
Το χιόνι και το κρύο είναι πραγματικά εντυπωσιακά. Αυτό το πρασινωπό μπλε του χιονιού... Το χρώμα της θάλασσας. Το χιόνι που πέφτει σε μικροσκοπικές νιφάδες. Ο πρωταγωνιστής μου, ο Ταγματάρχης, έχει φτάσει τώρα στο Τηλεγραφείο ... Τώρα γράφω για την ιστορία της τηλεγραφικής υπηρεσίας. Είναι πολύ διασκεδαστικό. Αλλά αργεί να προχωρήσει. Η Ασλί συνεχίζει να ανεβοκατεβαίνει μεταξύ του σπιτιού μας και του διαμερίσματος 16: με το ΧΙΟΝΙ, η πόλη είναι ήσυχη. Χάρη στο χιόνι, μπόρεσα να απομακρυνθώ, έστω και για μια μέρα, από την τρομερή πολιτική κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Το βράδυ μια βόλτα με τον Νουρί ξοπίσω μας -> έξω στους χιονισμένους δρόμους ... Έπρεπε να περάσουμε μέσα από παγωμένες λακκούβες στην πλατεία Ταξίμ. Τα πόδια της Ασλί ξεπάγιασαν. Οι δρόμοι είναι ψυχροί, χωρίς τουρίστες ή οποιονδήποτε άλλο τριγύρω. Είμαστε μόνο εμείς, οι άνθρωποι της Πόλης. Ούτε το μετρό έχει κίνηση. Κατεβήκαμε στο Ετιλέρ. O Σεβκέτ, η Γεσίμ, η Ζεϊνέπ, η οποία ψάχνει για δουλειά καθώς τελειώνει το διδακτορικό της στο Χάρβαρντ ... Ο Σεβκέτ συζητά κι αυτός για τα πολιτική κατάσταση. Κανείς μας δεν είχε προβλέψει αυτή την αυταρχική, αφιονισμένη ρητορική, αυτή την τρομακτική οργουελιανή ατμόσφαιρα ολοκληρωτισμού! Δεν περιμέναμε ότι θα συνέβαινε τόσο σύντομα ...
Το πρωί, χιόνι και πάλι. Πέφτει σε τεράστιες νιφάδες. Καθώς η Ασλί κοιμάται και η μέρα μόλις αρχίζει να χαράζει, κάθομαι στο γραφείο μου και γράφω. Είμαι απόλυτα ικανοποιημένος. Mπορώ μάλιστα να το παραδεχτώ στον εαυτό μου: το αίσθημα της εσωστρέφειας που προκαλεί η ΧΙΟΝΟΠΤΩΣΗ, αυτό το αίσθημα ότι είμαστε μόνοι μας, είναι ένα είδος παρηγοριάς. Στην ΠΟΛΗ, βρίσκουμε παρηγοριά στην ομορφιά του χιονιού.
Το κείμενο μαζί με τα σχέδια του Παμούκ δημοσιεύτηκε στο Paris Review.