«Ζω στην Νέα Υόρκη εδώ και πολύ καιρό. Οι παππούδες μου ζούσαν εδώ, έτσι ερχόμουν στη Νέα Υόρκη από τότε που ήμουν βρέφος, όλη μου τη ζωή. Από τα 62 μου χρόνια ( ο Όστερ έδωσε αυτή τη συνέντευξη το 2009 στο Big Think) τα 56 τα έχω περάσει εδώ.
Η Νέα Υόρκη είναι μόνιμη πρωταγωνίστρια στα έργα του Όστερ (σχεδόν μια μικρή οστερική Αμερική εντός της Αμερικής). Ίσως είναι ο απόλυτος συγγραφέας, αν όχι της πόλης συνολικά, τότε του Μπρούκλιν, παρ’ ότι μεγάλωσε στο Νιου Τζέρσι. Το σπίτι ως έννοια, αλλά και το μεγάλο στεγαστικό πρόβλημα που αντιμετωπίζουν οι νέοι στην Νέα Υόρκη είναι ο καμβάς του πρόσφατου βιβλίου του Πολ Όστερ «Σάνσετ Παρκ». Η αφορμή για να μιλήσει για την έννοια της πόλης που τόσο αγαπά αλλά και του σπιτιού, της ασφάλειας που παρέχει. Μέσα από παλιότερες συνεντεύξεις του ξεδιπλώνει την ιστορία του και την ιστορία της πόλης του.
«Η Νέα Υόρκη της παιδικής μου ηλικίας ήταν ένας πολύ ευχάριστος τόπος. Ήταν η παλιά Νέα Υόρκη, τη Νέα Υόρκη των ανθρώπων της μεσαίας τάξης. Στη συνέχεια, από τα τέλη της δεκαετίας του '50, τα πράγματα άρχισαν να αποσυντίθενται. Οι επιχειρήσεις άρχισαν να κλείνουν, η μεσαία τάξη κατέφυγε στα προάστια της Νέας Υόρκης και η πόλη άρχισε να γίνεται φτωχότερη και επικίνδυνη. Και υπήρξε μια περίοδος από τα μέσα του 60 μέχρι τα μέσα του 80 που η Νέα Υόρκη υπήρξε μια πόλη απειλητική. Ακόμα και μα τις χάρες της και τα μεγάλα της πλεονεκτήματα δεν ήταν ένας εύκολο μέρος για να ζει κανείς. Τα τελευταία δέκα δεκαπέντε χρόνια φαίνεται πιο ανανεωμένη. Έχει γίνει, πάλι, μια πολύ πλούσια πόλη, η οποία έχει τα πλεονεκτήματα και τα μειονεκτήματα, τα καλά σημεία και κακά σημεία. Νομίζω ότι έχω θρηνήσει το τέλος των τόπων, την εξαφάνιση των πραγμάτων που ήταν λυδία λίθος για μένα και για πολλά χρόνια. Τα πράγματα αλλάζουν στη Νέα Υόρκη όλη την ώρα και έχω γίνει λίγο σκεπτικός για πράγματα που έχουν εξαφανιστεί».
Ο Πολ Όστερ ζει στο Μπρούκλιν. «Στη Νέα Υόρκη παρατηρεί τις τεράστιες διαφορές. Υπάρχουν περιοχές που βρίσκονται στον 23ο αιώνα και άλλες στον 19ο», υποστηρίζει. «Κατεδαφίζουμε παλιά κομμάτια της πόλης και φτιάχνουμε καινούργια. Ο σταθμός Penn ήταν ένας από τους πιο όμορφους δημόσιους χώρους στην πόλη, κατεδαφίστηκε και σήμερα έχουμε τον άθλιο σταθμό Penn που κανείς δεν συμπαθεί. Είναι επίπονο, είναι πολύ οδυνηρό να ζεις τέτοιες αλλαγές».
Στο τελευταίο του βιβλίο το Σάνσετ Παρκ, ο Όστερ χρησιμοποιεί το τεράστιο στεγαστικό πρόβλημα στις ΗΠΑ ως υπόβαθρο της ιστορίας μιας ομάδας νεαρών που κάνουν κατάληψη σε ένα σπίτι στο Μπρούκλιν. Σύμφωνα με τον συγγραφέα το σπίτι είναι ένα μέρος όπου θα έπρεπε κανείς να αισθάνεται απολύτως ασφαλής. «Είναι το μέρος όπου δεν χρειάζεται να υπερασπιστούμε τον εαυτό μας». Στο βιβλίο του θέλησε να διερευνήσει τι συμβαίνει όταν χάνει κανείς αυτή την αίσθηση ασφάλειας.«Ο σπόρος από τον οποίο γεννήθηκε αυτό το βιβλίο ήταν η ιδέα της εκδίωξης κάποιου από τον τόπο κατοικίας του».
Οι τέσσερις εικοσάρηδες πρωταγωνιστές του βιβλίου του έχουν κάνει κατάληψη σε ένα εγκαταλελειμμένο κτίριο. Τα προβλήματα των νέων απασχολούν σήμερα περισσότερο από ποτέ τον Όστερ. Το βιβλίο του μοιάζει με θεατρικό έργο στο οποίο τέσσερις χαρακτήρες και πολλές οπτικές γωνίες συγκλίνουν σε παρόντα χρόνο.
«Αυτά τα παιδιά, οι χαρακτήρες του βιβλίου μου, κρέμονται από μια κλωστή. Πρόκειται για μια ιστορία γύρω από τις έννοιες του σπιτιού και του σπιτικού. Του σπιτιού με την κυριολεκτική, απτή έννοια, και του σπιτικού με την έννοια της οικογένειας. Είναι εντυπωσιακό πόσοι άνθρωποι έχουν χάσει τα σπίτια τους τα τελευταία χρόνια. Πρόκειται για ένα τεράστιο κοινωνικό πρόβλημα, το οποίο στο βιβλίο μου αντιμετωπίζουν αυτοί οι νέοι άνθρωποι που δεν έχουν αρκετά χρήματα για να ζήσουν, παρόλο που ο καθένας απ’ αυτούς έχει έναν στόχο. Το τραγικό με τη σημερινή Αμερική είναι ότι οι νέοι που σπουδάζουν, εκτός κι αν προέρχονται από εξαιρετικά πλούσιες οικογένειες, αναγκάζονται να πάρουν φοιτητικά δάνεια. Η μεγάλη τραγωδία, επομένως, είναι ότι οι νέοι που έχουν πολύ καλή μόρφωση ξεκινούν τη ζωή τους χρεωμένοι. Όσοι είναι χρεωμένοι τείνουν να είναι και φοβισμένοι. Φοβούνται μήπως χάσουν τη δουλειά τους, τα προς το ζην, κι αυτός δεν είναι και πολύ καλός τρόπος να ξεκινήσει κανείς τη ζωή του».
Το αγαπημένο του μέρος στη Νέα Υόρκη είναι το κοιμητήριο Green-Wood Cemetery. Ίσως είναι το μέρος μέσα στο οποίο εμπνεύστηκε το μυθιστόρημά του. Οι ήρωες του έχουν καταλάβει ένα σπίτι ακριβώς απέναντι από το νεκροταφείο.
«Είναι ένα μέρος γεμάτο ιστορία, ένα από τα πιο αξιόλογα της Νέας Υόρκης. Μπαίνεις σε αυτή την ξεχασμένη γωνιά με την απόκοσμη ομορφιά και αφήνεις την πόλη πίσω σου. Έχει υπέροχα γλυπτά, ελληνική και μαυριτανική αρχιτεκτονική αλλά εξίσου καταπληκτικό είναι οι άνθρωποι που βρίσκονται θαμμένοι εκεί. Από τους πρωτοπόρους της φαρμακοβιομηχανίας Squibb και Pfizer, μέλη της οικογενείας Tiffany, ο Leonard Bernstein, ο Jean-Michel Basquiat. Πού αλλού, εκτός από το Green-Wood Cemetery θα μπορούσε να είχα μάθει ότι το πραγματικό επώνυμο του Frank Morgan, του ηθοποιού που έπαιξε τον Μάγο του Οζ, ήταν Wuppermann; Το ότι εδώ βρίσκεται θαμμένος ο Μάγος του Οζ είναι κάτι πολύ συγκινητικό για μένα».
H Νέα Υόρκη του Πολ Όστερ μέσα από τις ιστορίες του είναι ένας κόσμος από πολλαπλές πραγματικότητες, που συνενώνονται και μετατοπίζονται δημιουργώντας καινούργιες ταυτότητες, αναζητώντας το στέρεο έδαφος της αλήθειας μέσα στην κινούμενη άμμο της ψευδαίσθησης. Οι σχέσεις σε μια πόλη δύσκολη περιγράφονται στην ταινία του Smoke.
Smoke των Wayne Wang και Paul Auster
Ο Πολ Όστερ επισκέπτεται την Αθήνα για να συναντήσει το κοινό του, την Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2014, στις 7 το βράδυ, στη Στέγη. Στο πλαίσιο των εκδηλώσεων «Λέξεις και Σκέψεις», ο Όστερ, σε μια συζήτηση με τον δημοσιογράφο Ηλία Μαγκλίνη, μοιράζεται μαζί μας την περιπέτεια που κρύβει η ενασχόληση με τη γραφή και τι σημαίνει να είναι κανείς σήμερα ανήσυχο πνεύμα.
Οι τίτλοι του Paul Auster που κυκλοφορούν από τις εκδόσεις ΜΕΤΑΙΧΜΙΟ, καθώς κι εκείνοι που ετοιμάζονται, είναι:
- Η Τριλογία της Νέας Υόρκης σε μετάφραση Σταυρούλας Αργυροπούλου (περιλαμβάνει τις νουβέλες: 1. Γυάλινη πόλη, 2. Φαντάσματα, 3. Κλειδωμένο δωμάτιο)
- Αόρατος σε μετάφραση Σπύρου Γιανναρά
- Σάνσετ Παρκ σε μετάφραση Σπύρου Γιανναρά
- Ημερολόγιο του χειμώνα σε μετάφραση Σταυρούλας Αργυροπούλου (κυκλοφορεί στις 3 Νοεμβρίου 2014)
- Η επινόηση της μοναξιάς σε μετάφραση Σταυρούλας Αργυροπούλου (άνοιξη 2015)
- Το παλάτι του φεγγαριού σε μετάφραση Σταυρούλας Αργυροπούλου (φθινόπωρο 2015)
Σύντομο βιογραφικό του Πολ Όστερ
Ο Πολ Όστερ (Paul Auster) γεννήθηκε στις 3 Φεβρουαρίου του 1947 στο Νιου Τζέρσεϊ από γονείς πολωνοεβραϊκής καταγωγής. Απόφοιτος του πανεπιστημίου Κολούμπια, μετά τις σπουδές του στην αγγλική, γαλλική και ιταλική λογοτεχνία, έζησε για ένα διάστημα στη Γαλλία, όπου έκανε τα πρώτα του βήματα στον λογοτεχνικό χώρο ως μεταφραστής (από τα γαλλικά) και ποιητής. Το πρώτο του πεζογραφικό βιβλίο είναι το αυτοβιογραφικό δοκίμιο Η επινόηση της μοναξιάς (1982). Ακολούθησε η Τριλογία της Νέας Υόρκης: Γυάλινη πόλη (1985), Φαντάσματα (1986), Κλειδωμένο δωμάτιο (1986), μεταμοντέρνες παραλλαγές της ιστορίας μυστηρίου που έτυχαν πολύ θερμής υποδοχής από την κριτική και τον καθιέρωσαν ως έναν από τους σημαντικότερους σύγχρονους συγγραφείς. Ζει στο Μπρούκλιν της Νέας Υόρκης και είναι παντρεμένος με τη συγγραφέα Σίρι Χούστβεντ. Είναι μέλος της Αμερικανικής Ακαδημίας Τεχνών και Γραμμάτων.
Ακούστε εδώ τον Paul Auster να διαβάζει ένα κεφάλαιο του Σάνσετ Παρκ:
http://www.npr.org/player/v2/mediaPlayer.html?action=1&t=1&islist=false&id=131196031&m=131170258
Τα αποσπάσματα του κειμένου προέρχονται από συνεντεύξεις του Πολ Όστερ στον ιστότοπο Goodreads και Big Think, στο Τravel and leisure, και το Paris Review.
σχόλια