Don DeLillo
Η Σιωπή
μτφρ.: Ζωή Μπέλλα-Αρμάου — Gutenberg
Ο σπουδαιότερος, ίσως, λογοτέχνης της εποχής μας δεν θα μπορούσε να μείνει ανεπηρέαστος από αυτό που συμβαίνει: τον έχουν, άλλωστε, αποκαλέσει «προφήτη» λόγω της ικανότητάς του να προβλέπει, σε πολλές από τις περιγραφές του, τα φαινόμενα των καιρών. Από μόνος του, μάλιστα, ο τίτλος λέει πολλά για τους άδειους δρόμους τις μέρες της καραντίνας, για τους ανθρώπους που κλεισμένοι στους τοίχους του σπιτιού τους νομίζουν ότι επικοινωνούν μέσω της τεχνολογίας.
Ο ίδιος ο Ντελίλο ομολόγησε, σε δήλωσή του, ότι οι άδειοι δρόμοι σαν να επιβεβαίωσαν αυτό που είχε στο μυαλό του όταν έγραφε το βιβλίο: τις σιωπηλές οθόνες, τα βουβά τηλέφωνα, την απόλυτη αποξένωση. Μόνο εκείνος, εξάλλου, θα μπορούσε να φανταστεί το σενάριο του τι θα γινόταν αν ξαφνικά οι οθόνες έμεναν νεκρές, αν μέναμε χωρίς τα τεχνολογικά μέσα, και αυτό είναι που βασανίζει τους πέντε πρωταγωνιστές του βιβλίου, τον Τζιμ, την Τέσα, τον Μαξ, την Νταϊάν και τον Μάρτιν, οι οποίοι προσπαθούν να καταλάβουν πώς γίνεται την ημέρα ενός τόσο σπουδαίου γεγονότος, όπως το Σούπερ Μπόουλ, οι οθόνες να μένουν κενές – και τι ακριβώς μπορεί να προκάλεσε μια αναγκαστική προσγείωση αεροπλάνου.
Οι απαντήσεις που παίρνουν παραμένουν σχετικές, όπως η θεωρία της σχετικότητας του Αϊνστάιν, η οποία, εν προκειμένω, μετατρέπεται σε κείμενο εξαίσιας ομορφιάς ως το κατεξοχήν λογοτέχνημα της εποχής μας. Η Σιωπή, πάντως, διαβάζεται όχι μόνο ως μυθιστόρημα αλλά και ως οδηγός προς ναυτιλλομένους σε ταραγμένους, πράγματι, καιρούς.
Sebastian Barry
Χίλια Φεγγάρια
μτφρ.: Μαρία Αγγελίδου — Ίκαρος
Δύσκολο να βρεις τρυφερότερο συγγραφέα από τον Σεμπάστιαν Μπάρι, με μια εσωτερική αίσθηση δικαιοσύνης που απουσιάζει από τη λογοτεχνία: απτή απόδειξη η νεαρή Ινδιάνα ηρωίδα του, η Γουινόνα, η οποία, αν και γεννημένη σε αντίξοες συνθήκες, υιοθετημένη, όμως, στην πορεία από τους δύο καουμπόηδες και πρώην εχθρούς της, τους Τόμας ΜακΝάλτι και Τζον Κόουλ –τους είχαμε γνωρίσει ως ζευγάρι στο προηγούμενο μυθιστόρημα του Μπάρι–, καταφέρνει να είναι ένα πλάσμα ελεύθερο, γεμάτο αγάπη για τη φύση, γι' αυτούς που είναι εξίσου δίκαιοι, για ό,τι της χαρίζεται, έστω με τόση δυσκολία.
Δεν είναι τυχαίο που το όνομά της, «Οτζιντζίντκα», που προηγήθηκε του Γουινόνα, σήμαινε «τριαντάφυλλο» – αυτό είναι τελικά η ίδια: ένα σπάνιο λουλούδι που ανθίζει στην καρδιά του πιο αδυσώπητου πολέμου που ενέσκηψε ποτέ στην Αμερική. Καταφέρνει να επιβιώσει από τη μαζική εξολόθρευση, μαθαίνει να διαβάζει και μορφώνεται, αποκτά ευγλωττία και αυτοπεποίθηση και ανοίγει δρόμους στους ανθρώπους σαν κι αυτήν και μαζί σε όλους τους αναγνώστες που μέχρι πρότινος πίστευαν ότι η ζωή τελειώνει εκεί όπου σου ορίζει η μοίρα.
Σε έναν αδυσώπητο κόσμο που ήθελε τη Γουινόνα προ πολλού νεκρή, εκείνη έλαμψε, κι εμείς μαθαίνουμε την ιστορία της, μεταφερμένη όμορφα από τον Ιρλανδό παραμυθά Μπάρι, ο οποίος παραμένει εξίσου λυρικός, περιγραφικός, ακριβής και υπέροχος ακόμα και στις πιο σκληρές και οριακές περιγραφές ενός πολέμου γεμάτου απανωτούς θανάτους, ρεβανσισμούς και μαζικούς ξυλοδαρμούς.
Θύματα απανωτών βιασμών και κακοποίησης, οι κοπέλες της φυλής που εκπροσωπούσε η Γουινόνα –όπως και η ίδια– δίνουν, με τη διαρκή τους αντίσταση και το παράδειγμά τους, ένα μάθημα δύναμης που ισχυροποιείται μέσα από τις παραδειγματικές εικόνες του Μπάρι, ο οποίος γνωρίζει πως η λογοτεχνία δεν υπάρχει μόνο για παρηγορεί αλλά και για να δείχνει την άλλη οπτική των πραγμάτων.
John Dos Passos
Manhattan Transfer
μτφρ.: Τρισεύγενη Παπαϊωάννου — Μεταίχμιο
Σε λίγες μέρες επανακυκλοφορεί το επί χρόνια εξαντλημένο αριστούργημα του Ντος Πάσος Manhattan Transfer, ένα από τα σπουδαιότερα βιβλία αναφοράς του 20ού αιώνα. Γραμμένο από έναν συγγραφέα και μυθιστοριογράφο που συνδύαζε τη λογοτεχνική γραφή με τη δημοσιογραφική ματιά, φίλο και συναγωνιστή του Χέμινγουεϊ και της περιοδεύουσας σε όλο τον κόσμο παρέας των συγγραφέων-εξερευνητών, ο οποίος εμπνεύστηκε βαθιά από τις μεταλλαγές της αμερικανικής κοινωνίας, την οποία περιέγραψε με θαυμαστή ακρίβεια στην περίφημη τριλογία του U.S.A.
Στο σπουδαίο μοντερνιστικό μυθιστόρημά του Manhattan Transfer στο επίκεντρο βρίσκεται η Νέα Υόρκη την εποχή της ανοικοδόμησης –από τις αρχές του αιώνα μέχρι την εποχή της ποτοαπαγόρευσης–, με το αμερικανικό όνειρο να μην έχει ακόμα διαμορφωθεί και τον παλιό κόσμο να συντρίβεται κάτω από τα ατσάλινα μεγαθήρια που αρχίζουν να χτίζονται μαζικά στην πόλη. Η βιομηχανική ακμή της Νέας Υόρκης, που σφραγίστηκε και από τις μεγάλες πολιτικές αντιθέσεις, αναφαίνεται με περισσή ενάργεια στο βιβλίο του Ντος Πάσος, το οποίο συνδέει μυθιστορηματικές περιγραφές με πραγματικά συμβάντα, αποσπάσματα από πραγματικά ντοκουμέντα, που δένουν σαν κολάζ.
Ακολουθώντας τη ροή των καταιγιστικών γεγονότων, οι ήρωες δίνουν τις δικές τους μάχες με την εξουσία, που ορθώνεται σκληρή και αδυσώπητη, σαν τους απρόσωπους ουρανοξύστες. Άλλωστε πολλά από αυτά τα γεγονότα του ανελέητου κυνηγητού στα συνδικάτα τα είχε ζήσει και ο ίδιος από πρώτο χέρι: εξού και αποφάσισε να γράψει την ιστορία των δύο αναρχικών Νίκολα Σάκο και Μπαρτολομέο Βαντσέτι, οι οποίοι είχαν καταδικαστεί άδικα σε θάνατο ως δήθεν συμμέτοχοι σε ληστεία, εξαιτίας της ενεργού συμμετοχής τους στο αναρχικό συνδικαλιστικό κίνημα της Νέας Υόρκης.
Κυκλοφορεί στις 7/12.
Graham Swift
Να 'μαστε λοιπόν...
μτφρ.: Κατερίνα Σχινά — Μίνωας
Ο συγγραφέας που διαμόρφωσε τη γενιά των μυθιστοριογράφων οι οποίοι διέπρεψαν τη δεκαετία του '90, φέρνοντας τη Βρετανική Σχολή στην πρώτη γραμμή, επιστρέφει με νέο μυθιστόρημα, γι' αυτό που ξέρει να περιγράφει με τρόπο μοναδικό: τις διενέξεις των ανθρώπων, τις μνήμες και τα χαμένα όνειρα.
Από το 1980, που καθιερώθηκε στα γράμματα με την περίφημη Υδάτινη Χώρα (Εστία), έως τις πολυσυζητημένες Τελευταίες Εντολές (Νεφέλη), που του χάρισαν το βραβείο Μπούκερ και γυρίστηκαν σε ταινία, ο Σουίφτ δεν σταμάτησε να γράφει για ιστορίες ανθρώπων στα όρια, για παράλληλες συναντήσεις ή για φωνές που ακούγονται απελπισμένα από τα βάθη των εργοστασίων και των χασαπαγορών, όπως στον εξαιρετικό Τελευταίο Γύρο του (Εστία), που επίσης βραβεύτηκε με Μπούκερ και θεωρήθηκε ένα από τα καλύτερα βιβλία της μεταπολιτευτικής Αγγλίας.
Αυτήν τη φορά ο 65χρονος πλέον Σουίφτ καταθέτει ένα βιβλίο για την άλλη όψη της σκηνής, της ζωής και του θεάματος, με τον ιδιοφυή νεαρό ταχυδακτυλουργό Ρόνι και την εκθαμβωτική βοηθό του Ίβι, οι οποίοι γνωρίζουν, μαζί με τον βοηθό τους –διασκεδαστή και αξιαγάπητο κομπέρ–, μεγάλη επιτυχία στο θέατρο που βρίσκεται στην άκρη της προβλήτας του παραθαλάσσιου Μπράιτον. Μόνο που τα δραματικά γεγονότα έρχονται να επισκιάσουν τις καλές μέρες και να καταστήσουν το καλοκαίρι εκείνο άκρως καταλυτικό γι' αυτή την μπλεγμένη σε ένα σκοτεινό υφάδι παρέα.
Στην ουσία, αυτό που επανέρχεται στο επίκεντρο της λογοτεχνικής κουβέντας είναι η διαρκής αναζήτηση της μαγείας, που ακόμα κι αν μετατραπεί σε δράμα, είναι αυτή που θα μας εμπνέει και θα μας κινητοποιεί. Νυν και αεί.
L.P. Hartley
Ο Μεσάζων
μτφρ.: Τόνια Κοβαλένκο — Καστανιώτης
«Δεν επέλεξα το έτος 1900 για την ιστορικότητά του. Επιθυμούσα να επαναφέρω την αίσθηση εκείνου του παρατεταμένα ζεστού καλοκαιριού και της εμπιστοσύνης για τη ζωή που το συνόδευε, της πεποίθησης ότι όλα πάνε καλά στον κόσμο, την οποία είχαν ή έδειχναν τουλάχιστον να έχουν οι άνθρωποι πριν από τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο» γράφει ο ίδιος ο Χάρτλεϊ στην εισαγωγή του για ένα από τα πιο όμορφα βιβλία εποχής για τον έρωτα, που δεν αφήνει τα σώματα και τις ψυχές να ηρεμήσουν, για τις κοινωνικές ανισότητες, αλλά και για τη δύναμη της μνήμης, που φτιάχνει τον κόσμο στα δικά της μέτρα.
«Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα: τα κάνουν διαφορετικά εκεί» είναι, άλλωστε, η διάσημη εναρκτήρια φράση του βιβλίου που έγινε γνωστό σε όλο τον κόσμο –ακόμη και χρόνια πολλά μετά την πρώτη του έκδοση– λόγω της μεταφοράς του στον κινηματογράφο, με τον Χάρολντ Πίντερ στη διασκευή του σεναρίου, τον Τζόζεφ Λόουζι στη σκηνοθεσία και πρωταγωνιστές την Τζούλι Κρίστι και τον Άλαν Μπέιτς. Πρόκειται για μία από τις πιο όμορφες μεταφορές σε ταινία ενός χαμένου αριστουργήματος που διαβάζεται ξανά και ξανά με την ίδια προσμονή, ακριβώς γιατί η εφηβική ματιά, η περιέργεια, τα λάγνα σώματα και τα πάθη δεν αλλάζουν ποτέ.
Για την ιστορία, που είναι πια πασίγνωστη, ο αφηγητής του Μεσάζοντα, Λίο, φτάνει στο Μπράνταμ Χολ το καλοκαίρι του 1900 ως φιλοξενούμενος του συμμαθητή του Μάρκους. Όλα τού φαίνονται περίεργα σε αυτόν τον κόσμο της αριστοκρατίας, ειδικά αφότου μετατρέπεται σε αγγελιοφόρο ανάμεσα στην κόρη των οικοδεσποτών του και τον αγρότη που ζει σε ένα παράπηγμα στους μακρινούς αγρούς – και αναλαμβάνει μέσα από αυτές τις χαμένες αναμνήσεις να ανασυστήσει έναν άλλον κόσμο, γεμάτο εντάσεις, προσδοκίες και ζωντανά, ολοζώντανα όνειρα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
σχόλια