Πότε και πώς ξεκίνησε η σχέση σας με τον Φίλιπ Ροθ;
Η αναγνωστική σχέση το 1980, όταν διάβασα αποσβολωμένη, στην πρώτη του έκδοση, το πιο αστείο και ιερόσυλο σεξουαλικό μυθιστόρημα που θα μπορούσε να μου πέσει στα χέρια, τη Νόσο του Πορτνόι, όπως είχε μεταφραστεί τότε «Το Σύνδρομο Πορτνόι»· η μεταφραστική όταν, το 2003, μετά από παραίνεση του Νίκου Γκιώνη των εκδόσεων Πόλις, καταπιάστηκα με τη μεταφορά στα ελληνικά των συνομιλιών του Ροθ με ομότεχνούς του (Πρίμο Λέβι, Ιβάν Κλίμα, Μίλαν Κούντερα, Μαίρη Μακάρθυ, κ.ά.), οι οποίες κυκλοφόρησαν τον επόμενο χρόνο με τίτλο Κουβέντες του σιναφιού.
Ποιες είναι οι δυσκολίες στην μετάφραση των έργων του (γνωρίζω ότι έχετε μεταφράσει κι άλλα βιβλία του);
Θα ήθελα να τα είχα μεταφράσει όλα, παρότι είναι δύσκολος, πυκνός, συχνά ερμητικός συγγραφέας. Ο λόγος του είναι μακροπερίοδος και σφιχτός· τίποτα δεν περισσεύει. Είναι ταυτόχρονα συνομιλητικός και στοχαστικός, σαρκαστικός και ιδιότυπα λυρικός. Το δύσκολο είναι να πετύχεις την ισορροπία, να μην προδώσεις τον τόνο του κειμένου, να στοχεύσεις σε μια πιστότητα (πιστεύω απόλυτα στη δυνατότητα μιας πιστής και συνάμα ωραίας μετάφρασης) που δεν θα ακυρώσει τη ζωντάνια του πρωτοτύπου.
Πώς αποφασίσατε να ασχοληθείτε με την Ταπείνωση;
Ο Νίκος Γκιώνης ευθύνεται - μετά το Φεύγει το φάντασμα μού πρότεινε να συνεχίσω με την Ταπείνωση. Αλλά δεν «αποφάσισα»· η έννοια της απόφασης προϋποθέτει δίλημμα, δισταγμούς, αμφιθυμίες, ενώ εγώ απέναντι στον Ροθ έχω μονάχα μιαν απεριόριστη λαχτάρα να κονταροχτυπηθώ με τις δυσκολίες του.
Σας δυσκόλεψαν οι σεξουαλικές περιγραφές που υπάρχουν στο βιβλίο;
Κάθε άλλο. Αν υπήρξε κάποιος στιγμιαίος δισταγμός, ένας μετεωρισμός σε σχέση με τις μεταφραστικές επιλογές, αυτός είχε να κάνει με την απερίφραστη ωμότητα των περιγραφών. Πώς θα ηχούσαν στα ελληνικά; Μήπως πιο βάναυσα απ' ό,τι στο πρωτότυπο; Έπρεπε να βρω το ακριβές τους αντίστοιχο. Και επειδή η ερωτική σκηνογραφία απεχθάνεται την καλλιέπεια, δεν θέλησα ούτε να απαλύνω τις εκφράσεις ούτε να μετριάσω την ένταση. Ήμουν κι εγώ ωμή, όπως ο Ροθ.
Τι θα λέγατε στους επικριτές του, που τον χαρακτηρίζουν μισογύνη;
Θα έλεγα ότι συμβαίνει ακριβώς το αντίθετο. Δεν είναι μισογύνης ο συγγραφέας που αναγνωρίζει όλα όσα καθιστούν τις γυναίκες γυναίκες, που τις καλεί να απολαύσουν τη διαφορά τους από τους άντρες, που ερωτεύεται το σώμα τους και ενθουσιάζεται όταν η ομορφιά τους συνοδεύεται από ευφυΐα. Ο Ροθ, είναι αλήθεια, δεν ανέχεται τις γυναίκες που εκμεταλλεύονται το φύλο τους, που θυματοποιούνται, που αυτοδικαιώνονται συνεχώς, που βασανίζονται από ένα σύμπλεγμα εσωτερικευμένων λόγων το οποίο παράγει καταπίεση ή ηθελημένη εγκατάλειψη στην καταπίεση. Αυτό που υπογραμμίζει, σε όλους τους τόνους, είναι η συνενοχή ανδρών και γυναικών στο κατεξοχήν εξουσιαστικό παιχνίδι της σεξουαλικότητας. Αν δεν χαρίζεται, λοιπόν, σε κάποιες ηρωίδες του είναι γιατί τις θεωρεί άξιες σαρκασμού ή απόρριψης - όπως εξάλλου και πολλούς από τους ήρωές του. Και με αυτή την έννοια θα μπορούσα να τον χαρακτηρίσω ως και φεμινιστή - αφού δεν είναι το φύλο εκείνο που καθορίζει τη στάση του απέναντι στα μυθιστορηματικά του πρόσωπα.
Ποια είναι γνώμη σας για το στερεότυπο που θέλει τους μεγαλύτερης ηλικίας άνδρες να σχετίζονται με μικρότερης ηλικίας γυναίκες;
Πρόκειται για στερεότυπο, πράγματι - αλλά η συχνότητα με την οποία συμβαίνει με κάνει να το βλέπω με επιείκεια, συμπάθεια και κάποια θλίψη, αφού πάντα, πίσω από την επιφανειακά ευφορική επιφάνεια, κρύβεται η αγωνία και λανθάνει το τέλος. Ο Ροθ, στα τελευταία βιβλία του, εικονογραφεί θαυμάσια τη μελαγχολία αυτής της ουσιαστικά ανέφικτης σχέσης.
Τι είναι αυτό που κάνει την Ταπείνωση ενδιαφέρον βιβλίο;
Η συντριβή του κεντρικού ήρωα από τη γυναικεία αυτάρκεια. Η δεξιοτεχνία με την οποία ο συγγραφέας αποκαθηλώνει τις ψευδαισθήσεις του ήρωά του. Η σπαρακτική του ευθύτητα. Η τόλμη με την οποία ξεδιπλώνει μια γεροντική φαντασίωση. Η επιμονή του να μας θυμίζει ότι το σεξ είναι ο πιο ειλικρινής δεσμός, τα σώματα είναι η μόνη αλήθεια και η συνομιλία τους η μόνη αισθητική.
Έχετε έρθει ποτέ σε επαφή με τον Φίλιπ Ροθ;
Ποτέ. Ούτε με τον Ροθ, ούτε με κανένα από τους συγγραφείς που έχω μεταφράσει. Αισθάνομαι κάποια συστολή απέναντί τους. Τους ξέρω τόσο καλά, που θα ήταν σαν να τους έβλεπα γυμνούς - ή το αντίστροφο.
Παρακολουθεί ο ίδιος τις μεταφράσεις του;
Πολύ στενά, μέσω της Τζέην Ασημακοπούλου, την οποία έχει εξουσιοδοτήσει να ελέγχει όλες τις μεταφράσεις του στα ελληνικά.
σχόλια