Ο καλλιτέχνης μετατρέπει την Πινακοθήκη σε ένα εναλλακτικό πολυκατάστημα βγαλμένο από ένα δυστοπικό μέλλον, ανατρέποντας τον ρόλο του μουσείου και τις προσδοκίες του θεατή. Αυτό το «Mad Max IKEA», όπως ο ίδιος το χαρακτηρίζει, φιλοξενεί 120 έργα παρουσιασμένα ως «είδη σπιτιού», φτιαγμένα από απομεινάρια και ετερόκλητα υλικά. Τραπέζια, καρέκλες, καναπέδες, καλόγεροι, κρεβάτια, βιβλιοθήκες, φωτιστικά, κομοδίνα, καθρέφτες τοίχου και διάφορα χρηστικά μικροαντικείμενα συνθέτουν μια ενιαία εγκατάσταση, ένα ατμοσφαιρικό οικιακό περιβάλλον που καλείσαι να το περιηγηθείς αντλώντας έμπνευση από τα μοναδικά και πρωτότυπα εκθέματα.
Με τον εύγλωττο τίτλο «Η αισθητική της απελπισίας και της απόγνωσης: Οικιακά χρηστικά αντικείμενα και προϊόντα διανοητικής ευελιξίας», η έκθεση είναι ένας οδηγός δημιουργικής διαβίωσης σε συνθήκες έκτακτης ανάγκης, σε περιόδους οικονομικών κρίσεων, αστικής παρακμής, πολεμικών συρράξεων και προσωπικών αδιεξόδων. Εδώ η χειρωναξία παρουσιάζεται ως μονόδρομος, ως η μόνη λύση που μπορεί να σε βγάλει από το περιθώριο, από μια τραγική, επώδυνη και δυσάρεστη πραγματικότητα. «Τα πάντα από την αρχή και με τα ίδια μας τα χέρια» είναι το μότο του Μεράντζα, ο οποίος παροτρύνει τους θεατές να ανακαλύψουν την καλλιτεχνική τους πλευρά και τους καλλιτέχνες να επαναπροσδιορίσουν τη σημασία της χειρωνακτικής πρακτικής. Η έκθεσή του είναι ένας ύμνος στην επινοητική φαντασία, στην εφευρετικότητα, στις κρυμμένες δεξιότητές μας.
Σύνθετη σαν πορτμαντό, είναι μια έκθεση μέσα σε έκθεση: μια αλλιώτικη «έκθεση σπιτιού» ως μια πειραματική έκθεση σύγχρονης τέχνης. Και σαν να μην έφτανε αυτό, ο καλλιτέχνης υποδύεται δέκα περίπου διαφορετικούς χαρακτήρες ή τύπους καλλιτεχνών, που εδώ λειτουργούν ως προμηθευτές του καταστήματος στο οποίο διατίθενται τα χειροποίητα αντικείμενα. Όπως σημειώνει ο ίδιος: «Ασφαλώς και περιγράφω μια σκηνοθετημένη πραγματικότητα μέσα στην οποία κατακερματίζω τον εαυτό σε πολλές διαφορετικές προσωπικότητες, υποχρεώνοντάς με να δράσω δημιουργικά ως ανεξάρτητοι, διαφορετικοί και άγνωστοι μεταξύ τους άνθρωποι. Το τελικό αποτέλεσμα των έργων που συνθέτουν την εγκατάσταση οφείλει να εκπέμπει αυτή την ποικιλομορφία.» Η έκθεση του Μεράντζα λειτουργεί λοιπόν -κι εδώ είναι το ενδιαφέρον- περισσότερο ως ομαδική παρά ως ατομική. Οι «καλλιτέχνες» που συναντάμε εδώ διακρίνονται για τις εμμονές τους: ένας φτιάχνει μανιωδώς σταυρούς, άλλος «οικιακά μανουάλια» που λειτουργούν ως τοτεμικά φωτιστικά, και κάποιοι άλλοι χρησιμοποιούν αφίσες από κομμωτήρια για να φτιάξουν θρησκευτικές εικόνες, όπως τη «Μαρτυρική Μαντόνα», κάσες από παράθυρα και παλιές πόρτες, σάκους ταχυδρομείου ή καθρέφτες. Ένας χαρακτήρας φτιάχνει αντικείμενα που περιλαμβάνουν οθόνες και άλλος έχει πρόσβαση σε παλέτες και υλικά ανακαίνισης οικοδομών. Υπάρχουν επίσης «καλλιτέχνες» με εμμονή στις τροχήλατες κατασκευές και στα μερικώς απανθρακωμένα ξύλα που προέρχονται από καμένα σπίτια.
Λειτουργώντας ως ενορχηστρωτής και γεφυροποιός διαφορετικών αισθητικών και ετερόκλητων υλικών, ο Μεράντζας υμνεί την επανάχρηση, τη διαφορετικότητα και την ποικιλομορφία. Το παιχνίδι και η απόλαυση είναι επίσης δύο έννοιες πρωταρχικής σημασίας. Σε μια τέτοια έκθεση, θέλοντας και μη, οι θεατές μπαίνουν σε μια εξερευνητική διάθεση, διάσταση ή περιπέτεια, καλούμενοι να ανιχνεύσουν τις αισθητικές και εννοιολογικές γεφυρώσεις ανάμεσα στα έργα. Το παιχνίδι της ταυτοποίησης των διαφορετικών καλλιτεχνών-προμηθευτών αποτελεί μια διεργασία η οποία λειτουργεί υπογείως και προσφέρει την ικανοποίηση μιας ανίχνευσης, μιας εξερεύνησης. Ενισχύεται έτσι η απόλαυση του θεατή αλλά και η ευχαρίστηση του καλλιτέχνη, που νιώθει ότι συμμετέχει σε μια διαδικασία απελευθερωτική.
Σύμφωνα με τον καλλιτέχνη, τα έργα της έκθεσης κρύβουν μια «αρχαιολογία του παρόντος». Τα πάντα εδώ είναι επαναχρησιμοποιημένα. Τα υλικά φέρουν μνήμη. Η τελειομανία συνδυάζεται αρμονικά με την πανκιά. Η χρήση των αντικειμένων σού δίνει ικανοποίηση: κάθεσαι σε ένα χρηστικό αντικείμενο, σε ένα τραπέζι με τίτλο «Συνάντηση για δύο», το οποίο, αν και επαναχρησιμοποιημένο, γνωρίζεις πως θα ζήσει για πάντα. «Όταν μπαίνεις στην περιπέτεια να φτιάξεις ένα έργο τέχνης που συγχρόνως είναι ένα χρηστικό αντικείμενο, θα πρέπει να λάβεις υπόψη σου την ανθεκτικότητα των υλικών και της κατασκευής, ώστε να διατηρηθεί στον χρόνο, να μη χαλάσει, να λειτουργεί και να εξυπηρετεί μια χρήση» λέει ο Μεράντζας. Τα έργα του στήνονται βάσει των αναγκών αυτού του ιδιόμορφου πολυκαταστήματος και είναι μέρος μιας πυκνής αφήγησης, της απολαυστικής διεργασίας του «πάω να δω μια έκθεση και διερωτώμαι: "Τι είναι όλα αυτά που βλέπω;"».
Η έκθεση έχει πολλές αναφορές στην ιστορία της τέχνης, όπως στα έργα με φως του Στήβεν Αντωνάκου. Από τις πιο arte povera στιγμές της έκθεσης είναι δύο φωλιές πουλιών, κάτι εξαιρετικά εύθραυστο, μαλακό και τρυφερό, πάνω σε πολύ σκληρές επιφάνειες. Γνήσιος απόγονος του Βασίλη Σκυλάκου, ο Μεράντζας έχει μια ιδιαίτερη εμπλοκή με την ύλη: αφού πρώτα τη συσσωρεύει, στη συνέχεια -ίσως και χρόνια μετά- δημιουργεί δομές από τα απομεινάρια του αστικού πολιτισμού και της καταναλωτικής κοινωνίας. Η λέξη «μαγικό» βγαίνει συχνά από τα χείλη του. Όπως όταν αναφέρεται σε ένα έργο με αστεράκια και γαλαξίες σε μια διάστικτη επιφάνεια που μοιάζει με νυχτερινό ουρανό. Το έργο δεν φωτίζεται, αρχίζει και παίρνει φως από τις αντανακλάσεις μέσα στον χώρο, από το φως των αυτοσχέδιων φωτιστικών. Το τραγούδι Atmosphere των Joy Division παίζει στο repeat. Μια γόνιμη μελαγχολία κατακλύζει την έκθεση. Ένας οικουμενικός κοινός τόπος έχει διαμορφωθεί. Για άλλη μια φορά ο ευφάνταστος καλλιτέχνης κατάφερε να ανακατέψει με επιτυχία τις αξίες και τους κανόνες, μετασχηματίζοντας τη βαρετή πραγματικότητα σε κάτι συναρπαστικό.
Χριστόφορος Μαρίνος
Επιμελητής εκθέσεων και δράσεων του ΟΠΑΝΔΑ
- Facebook
- Twitter
- E-mail
0