H πορεία της στις παραστατικές τέχνες προκαλεί ίλιγγο. Η Λουσίντα Τσάιλντς (γεν. 1940) αποτελεί έναν ζωντανό μύθο του μεταμοντέρνου αμερικανικού χορού. Γέννημα-θρέμμα Νεοϋορκέζα, είχε την τύχη να αρχίσει την καριέρα της τη δεκαετία του 1970, τότε που η δυτική μητρόπολη έσφυζε από τις ιδέες και τις προτάσεις σημαντικών εκπροσώπων της νεοϋορκέζικης αβανγκάρντ, όπως ο Φίλιπ Γκλας, ο Μπομπ Γουίλσον, ο Τζον Άνταμς, ο Φρανκ Γκέρι, η Σούζαν Σόνταγκ. Ας πούμε, ένα από τα πρώτα πράγματα στα οποία συμμετείχε ως χορογράφος και βασική περφόρμερ ήταν η (ιστορική πια) πρώτη παρουσίαση της όπερας των Γκλας και Γουίλσον, «Εinstein on the beach» - όπως και σε όλες τις επόμενες αναβιώσεις της (1984, 1992, 2012). Στα χρόνια που ακολούθησαν συνεργάστηκε πολλές φορές με τον δημοφιλή Τεξανό σκηνοθέτη, περφόρμερ και εικαστικό αλλά και με μια σειρά σπουδαίων δημιουργών και ερμηνευτών των παραστατικών τεχνών στην Αμερική και τη Δυτική Ευρώπη. Και, βέβαια, με τα σημαντικότερα μπαλέτα του κόσμου.
Ο μινιμαλιστικός κώδικας της κινησιολογίας της και η ικανότητά της, μέσα από την επανάληψη ενός μικρού αριθμού μοτίβων και κινήσεων, να δημιουργεί εννοιολογικά χορογραφικά αριστουργήματα, όπου σταθερά αναμετριέται με τις διαστάσεις του χρόνου και του χώρου, προκάλεσε το ενδιαφέρον και των λυρικών θεάτρων. Αναγνωρίζοντας τη αυθεντικότητα της «γλώσσας» της, από τη δεκαετία του 1990 οι μεγαλύτερες όπερες του κόσμου την κάλεσαν να χορογραφήσει και να σκηνοθετήσει. Ήταν μια εποχή ριζικής ανανέωσης του τρόπου που στήνονταν οι παραστάσεις όπερας και η Τσάιλντς βρήκε ευνοϊκές βάσεις και υλικά για να συμβάλει στη ακμή της εν λόγω εξέλιξης.
Όλα αυτά καθιστούν την ανάμειξή της στη σκηνοθεσία της μπαρόκ όπερας «Αλέξανδρος» (1726) του Χαίντελ πολύ ενδιαφέρουσα. Και τον συνδυασμό της μπαρόκ μουσικής και αισθητικής με τον κόσμο των παρασκηνίων των κινηματογραφικών στούντιο (και αστέρων) της δεκαετίας του '30 σαφώς τολμηρό και σκηνικώς τουλάχιστον δελεαστικό.