«Γεννήθηκα σ' ένα μικρό νοσοκομείο στο Τόκυο. Η μαμά μου θα μου έλεγε αργότερα ότι δύο πράγματα θυμάται εντονότερα από εκείνη τη μέρα. Ένα ποντίκι να τρέχει στο πάτωμα – εικόνα που εξέλαβε ως καλό οιωνό – και τη νοσοκόμα να σκύβει και να της ψιθυρίζει απολογητικά: 'Φοβάμαι ότι είναι κορίτσι. Προτιμάτε να ενημερώσετε η ίδια τον σύζυγό σας;'»
Έτσι ξεκινάει η αυτοβιογραφία της κορυφαίας Νορβηγίδας ηθοποιού που φέρει τον τίτλο "Changing" (με τον τίτλο "Αλλαγές" είχε βγει στα ελληνικά) και κυκλοφόρησε με μεγάλη επιτυχία το 1976 όταν ήταν 38 ετών και ήδη διάσημη σε όλον τον κόσμο κυρίως από τις ταινίες του Ίνγκμαρ Μπέργκμαν με τον οποίον είχε και πενταετή σχέση (από τα μέσα ως τα τέλη της δεκαετίας του '60), καρπός της οποίας υπήρξε η κόρη της Λιν που γεννήθηκε το 1966.
Eυάλωτη, απόμακρη, σφοδρή, σπαραχτική, θηριώδης – με το ανάγλυφο πρόσωπο της που συχνά στρέφεται απευθείας στην κάμερα, να κουβαλά το βάρος της καλλιτέχνιδος που νοιώθει ότι είναι ανίκανη να συμμετέχει στα διαδικαστικά της ύπαρξης
Η Λιβ Ούλμαν ήρθε στον κόσμο σε νοσοκομείο του Τόκυο αφού στην Ιαπωνική πρωτεύουσα υπηρετούσε τότε (το 1938) ο πατέρας της ως μηχανικός αεροσκαφών. Όταν ξεκίνησε ο πόλεμος, η μικρή με τους γονείς της μετακόμισαν στο Τορόντο. Μετά τον πόλεμο και ενώ ήδη ο παππούς της είχε βρει φριχτό τέλος στο Νταχάου όπου είχε οδηγηθεί επειδή είχε βοηθήσει Εβραίους να αποδράσουν από τη Νορβηγία, η οικογένεια μετακινήθηκε ξανά στη Νέα Υόρκη. Τέσσερα χρόνια αργότερα, ο πατέρας της πέθανε από όγκο στον εγκέφαλο αναγκάζοντας τη μητέρα της να πάρει τις δύο κόρες της και να επιστρέψει στην πατρίδα της.
Εκεί, στη θεατρική σκηνή του Τρόντχαϊμ, ξεκίνησε και η υποκριτική καριέρα της Λιβ Ούλμαν στα μέσα της δεκαετίας του '50 στο θέατρο καταρχάς και στη συνέχεια στην οθόνη, για να έρθει το 1966 η πρώτη συνεργασία της με τον Ίνγκμαρ Μπέργκμαν (θα ακολουθούσαν άλλες εννιά) στην ταινία «Περσόνα» που θα έκανε γνωστό το πρόσωπο της σε όλον τον κόσμο. Στο φιλμ, που μοιάζει αιώνιο και αγέραστο πάνω από πενήντα χρόνια μετά την πρώτη του εμφάνιση, υποδύεται μια ηθοποιό που μένει ξαφνικά μουγκή επί σκηνής και πηγαίνει να αναρρώσει σ' ένα νησί με την καθοδήγηση μιας νοσοκόμας (την οποία παίζει ετέρα μούσα του Μπέργκμαν, η Μπίμπι Άντερσον)
Η «άφωνη» ερμηνεία της στην ταινία κυμαίνεται, ανεπαίσθητα σχεδόν, ανάμεσα σε ακραίες αποχρώσεις συναισθημάτων – ευάλωτη, απόμακρη, σφοδρή, σπαραχτική, θηριώδης – με το ανάγλυφο πρόσωπο της που συχνά στρέφεται απευθείας στην κάμερα, να κουβαλά το βάρος της καλλιτέχνιδος που νοιώθει ότι είναι ανίκανη να συμμετέχει στα διαδικαστικά της ύπαρξης.
Είχε γράψει ο ιστορικός του σινεμά Ντέιβιντ Τόμσον για την απόκοσμη ερμηνεία της σ΄ αυτή τη μνημειώδη ταινία: «Η Περσόνα είναι μια μεγαλειώδης αναγνώριση της απουσίας νοήματος, της ηθοποιού που αναγκάζεται να παραδεχτεί ότι όλες οι απόπειρές της υπήρξαν παραπλανημένες, ότι η ζωή δεν είναι παρά ένα πρόσχημα καλλιτεχνικής δημιουργίας. Η καθαρότητα αυτού του μελαγχολικού μηνύματος αποτυπώνεται στην τραγική ευαισθησία του προσώπου της Ούλμαν, αποκομμένου όπως είναι από την υπόλοιπη δράση. Δεν υπάρχουν ίχνη της ηθοποιίας της στην ταινία, μόνο τα εξωπραγματικά, ακαθόριστα συναισθήματα ενός κινηματογραφημένου προσώπου – που συνιστούν μερικά από τα πιο συγκλονιστικά στιγμιότυπα στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου».
Ήταν μόνο η αρχή μιας μακράς κινηματογραφικής καριέρας που περιλαμβάνει πολλά βραβεία (και δύο υποψηφιότητες για Όσκαρ ερμηνείας), γύρω στις πενήντα ταινίες ως ηθοποιός και πέντε ως σκηνοθέτρια, εκ των οποίων μία τουλάχιστον – η «Απιστία» του 2000, σε σενάριο του Μπέργκμαν – πολύ σημαντική.
Στις 16 Δεκεμβρίου, η Λιβ Ούλμαν θα κλείσει τα 80 που την πετυχαίνουν ακμαία και δραστήρια και έτοιμη να γιορτάσει αυτή την επέτειο με θαυμαστές, φίλους και συνεργάτες ανά τον κόσμο σε μια εορταστική περιοδεία σε κινηματογραφικές εκδηλώσεις και φεστιβάλ, που κάνει αύριο, έξι του μήνα, μια στάση στο Brooklyn Academy of Music (ΒΑΜ) στη Νέα Υόρκη.
σχόλια