Στη διάρκεια της Κατοχής στα βουνά της Ρούμελης εμφανίστηκε το εγγόνι του Καραϊσκάκη.
Ήταν ο χαρισματικός νεαρός αξιωματικός Δημήτρης Δημητρίου, το μεγάλο αστέρι της Σχολής Ευελπίδων, από την Αγόριανη (Επτάλοφος) Παρνασσίδας.
Μόλις ξέσπασε ο πόλεμος, αν και δεν είχαν περατωθεί τα μαθήματα της Σχολής, ονομάστηκε εσπευσμένα ανθυπίλαρχος και στάλθηκε στο ελληνογερμανικό μέτωπο.
Στο πεδίο της μάχης αναδείχθηκε σε φοβερό πολεμιστή.
Αγωνίστηκε ως την ύστατη στιγμή εναντίον των Γερμανών και προτάθηκε για μετάλλιο Ανδρείας.
Έστω και αργά, στη δεκαετία του '80, η πολιτεία αναγνώρισε την εθνική προσφορά του και του απένειμε κάποιους απ' τους στρατιωτικούς βαθμούς που του είχε στερήσει.
Στην Κατοχή, με το όνομα Νικηφόρος, ήταν ανάμεσα στους πρώτους είκοσι αντάρτες που βγήκαν με τον ΕΛΑΣ στο βουνό. Επίσης ήταν ο πρώτος μόνιμος αξιωματικός του αντάρτικου.
Στον Γοργοπόταμο ηγήθηκε της «χρυσής εφεδρείας», που είχε προνοήσει ο Άρης, στη θυελλώδη αντεπίθεση που είχε τον καθοριστικό ρόλο στην ελληνική νίκη.
Οι άντρες του Τάγματος και μετά του Συντάγματος που διοικούσε τον λάτρευαν. Πέφταν ασυγκράτητοι στη μάχη σαν τον νεαρό αρχηγό τους και αυτοονομάζονταν περήφανα «Νικηφοραίοι».
Όπως έλεγε με θαυμασμό ο συνταγματάρχης του Ιππικού Ι. Παπαθανασίου: «Εκεί που τον έβλεπες, να παίζει σαν παιδί μπουνιές με τον Διαμαντή, εκεί φρόντιζε τους άντρες του με άφθαστη πατρική στοργή».
Πήρε μέρος σε δεκάδες μάχες στη Ρούμελη.
Κι έκανε κάτι μοναδικό. Με προσωπική άδεια και παρότρυνση του Άρη σχεδίασε μια θαυμαστή καταδρομή.
Με είκοσι πέντε επιλεγμένους άντρες, κατέβηκε νύχτα από τον Παρνασσό, στην κατεχόμενη Λιβαδειά, άνοιξε τις φυλακές κι ελευθέρωσε πάνω από ογδόντα κρατούμενους.
Μεταξύ αυτών και ο πατέρας του, ο αγαπητός δάσκαλος της Αγόριανης, μπάρμπα-Νίκος Δημητρίου.
Ο θρύλος του Νικηφόρου στα βουνά αντηχούσε τονωτικά στην κατεχόμενη Αθήνα. Μοιραία προκάλεσε τον φθόνο εχθρών και φίλων.
Μετά το αντάρτικο κυνηγήθηκε.
Αντί των τιμών που του έπρεπαν, καταδικάστηκε σε θάνατο από ελληνικό στρατοδικείο, για την εκτέλεση στο βουνό ενός φαρμακοποιού, συνεργάτη των κατακτητών.
Ευτυχώς παρενέβη η Αγγλική Πρεσβεία.
Δεν είχαν ξεχάσει τη συμβολή του στον Γοργοπόταμο που ήταν και δικό τους σαμποτάζ.
Έμεινε αρκετά χρόνια στη φυλακή και δεν έλαβε μέρος στον Εμφύλιο που μάτωσε τη χώρα. Όταν αφέθηκε ελεύθερος, το 1952, έγραψε ένα μικρό βιβλιαράκι, που εξιστορούσε το χρονικό του Γοργοπόταμου.
Τότε κλήθηκε στα γραφεία της ΕΔΑ.
Αντιμετώπισε την οργή των κομματικών επειδή ανέφερε το όνομα του Άρη Βελουχιώτη.
Ακόμα και η θέση, της πιο ανοιχτόμυαλης ΕΔΑ, ήταν αμείλικτη: «Κακή τη τύχη βρέθηκε, εκεί που βρέθηκε, αφήστε τον να ξεχαστεί. Μην το αναφέρεις ξανά».
Δεν τους έκανε το χατήρι.
Στρώθηκε για χρόνια κι έγραψε το συγκλονιστικό τρίτομο «Αντάρτης στα βουνά της Ρούμελης» που σφράγισε την εποχή του και βέβαια ο Άρης είχε τη θέση που του αναλογούσε.
Έστω και αργά, στη δεκαετία του '80, η πολιτεία αναγνώρισε την εθνική προσφορά του και του απένειμε κάποιους απ' τους στρατιωτικούς βαθμούς που του είχε στερήσει.
Κατά τον στρατηγό Θρασύβουλο Τσακαλώτο, ο Νικηφόρος υπήρξε «Ο Εθνικός μας Εύελπις».
σχόλια