Ένας Helmut Newton μεγάλου μεγέθους και 110 εκτυπώσεις μόδας από τη συλλογή Susanne von Meiss σηματοδοτούν τις ανοιξιάτικες πωλήσεις φωτογραφίας στον οίκο Christie's στο Παρίσι.
«Η Susanne von Meiss είναι μια μεγάλη connaisseuse», λέει η Elodie Morel-Bazin, επικεφαλής του ευρωπαϊκού τμήματος φωτογραφίας του Christie's. «Στους αγοραστές αρέσουν οι συλλογές σαν τη δική της – νιώθουν ότι μπορούν να τις εμπιστευτούν». Η πρώην δημοσιογράφος Susanne von Meiss άρχισε να συλλέγει φωτογραφίες μόδας αφού αγόρασε δύο vintage εκτυπώσεις του Richard Avedon (1923-2004). Τριάντα χρόνια αργότερα, έχει συγκεντρώσει μια συλλογή από 600 εκτυπώσεις, που είναι εστιασμένες στο θέμα της «γοητείας». Πρόκειται για μια προσωπική συλλογή που υπερβαίνει τα επιμέρους είδη, στυλ και καλλιτέχνες από τη δεκαετία του 1920 έως σήμερα.
Σήμερα, καθώς η Ελβετίδα συλλέκτρια εστιάζει εκ νέου τη συλλογή της γύρω από σύγχρονα έργα, 110 από τις εκτυπώσεις της πωλούνται από τον οίκο Christie's ι ηλεκτρονικά στη συλλογή Fashion Photographs from the Susanne von Meiss Collection. Μαζί, λέει η Morel-Bazin, αποτελούν μια ιστορία της φωτογραφίας μόδας του 20ού αιώνα, από τον Edward Steichen (1879-1973) έως την Ellen Von Unwerth (γεν. 1954).
Η πρώην δημοσιογράφος Susanne von Meiss άρχισε να συλλέγει φωτογραφίες μόδας αφού αγόρασε δύο vintage εκτυπώσεις του Richard Avedon. Τριάντα χρόνια αργότερα, έχει συγκεντρώσει μια συλλογή από 600 εκτυπώσεις, που είναι εστιασμένες στο θέμα της «γοητείας». Πρόκειται για μια προσωπική συλλογή που υπερβαίνει τα επιμέρους είδη, στυλ και καλλιτέχνες από τη δεκαετία του 1920 έως σήμερα.
Ο Helmut Newton (1920-2004) ήταν ένα από τα μεγαλύτερα ονόματα της φωτογραφίας του 20ού αιώνα. Γεννημένος σε εβραϊκή οικογένεια στο Βερολίνο, εγκατέλειψε τη Γερμανία λίγο πριν ξεσπάσει ο Δεύτερος Παγκόσμιος Πόλεμος. Έμεινε στη Σιγκαπούρη και την Αυστραλία και αργότερα εργάστηκε για τη «Vogue» στη Μελβούρνη, το Λονδίνο και το Παρίσι. Στο «Eiffel Tower» (1974), η χαρακτηριστική «γοητεία του φωτογράφου από τη χλιδή και τις ισχυρές, κυρίαρχες γυναίκες» συνδυάζεται με «πνευματώδεις αναφορές στη Γαλλία (ο Πύργος του Άιφελ στο στρινγκ του μοντέλου, το αυτοκίνητο Citroën DS, το αντίγραφο της «Le Monde») με εντυπωσιακό αποτέλεσμα", λέει η Morel-Bazin.
Αυτό που κάνει τη συγκεκριμένη εκτύπωση σπάνια είναι το μεγάλο της μέγεθος, το οποίο συγκρίνεται με αυτό της περίφημης σειράς «Big Nudes» του φωτογράφου. Είναι επίσης έγχρωμη, αντί για το συνηθισμένο ασπρόμαυρο του Newton – που χρησιμοποιείται, για παράδειγμα, στα πορτρέτα του μοντέλου Iman και της ηθοποιού Raquel Welch, τα οποία περιλαμβάνονται επίσης στην πώληση.
Ο Νεοϋορκέζος φωτογράφος Robert Mapplethorpe (1946-89) έφερε επανάσταση στο μέσο, μεταφέροντας την κλασική αισθητική του σε νεκρές φύσεις και λουλούδια (όπως το «Pheasant and Lily», 1984), στη σκηνή BDSM της πόλης της δεκαετίας του 1970 και σε πορτρέτα διασημοτήτων και της bodybuilder Lisa Lyon, όπως στο «Lisa Lyon (American Flag)».
«Δεν φωτογράφιζε πολύ γυναίκες, αλλά τον γοήτευε η ανδρόγυνη σωματική διάπλαση της Lyon, ο τρόπος που ήταν σμιλεμένη σαν κλασικό άγαλμα», λέει η Morel-Bazin. «Είναι ενδιαφέρον ότι σε αυτό το έργο, η σημαία, το μεγάλο σύμβολο της Αμερικής, είναι στην πραγματικότητα ένα φόρεμα του Castelbajac».
Ο Αμερικανός φωτογράφος Irving Penn (1917-2009) φωτογράφισε επίσης νεκρές φύσεις, όπως τα δύο έργα από τη σειρά «Cigarettes» καθώς και 165 εξώφυλλα της «Vogue», εθνογραφικά πορτρέτα και τη σειρά «Small Trades» που περιλαμβάνει το «Station Sweeper, New York» (1951). Φωτογραφημένη σε λιτό φόντο, ενισχύει την αξιοπρέπεια του θέματος.
«Ο Penn τα έκανε όλα, ήταν ένας πραγματικός δάσκαλος», λέει η Morel-Bazin. «Η σειρά "Small Trades" εμπνεύστηκε από το έργο του Γάλλου φωτογράφου ντοκιμαντέρ Eugène Atget (1857-1927) και τυπώθηκε ακριβά σε πλατίνα αντί για ασήμι. Η συγκεκριμένη εικόνα εμφανίστηκε το 1951 στη "Vogue" υπό τον τίτλο "A Gallery of the Unarmed Forces", ήταν λοιπόν μια αναφορά στους μαύρους άνδρες και γυναίκες που βοήθησαν στην οικοδόμηση της Αμερικής».
Μεταξύ των σύγχρονων φωτογραφιών της ζωντανής δημοπρασίας είναι και η «Κραυγή» (2013-14) της Marina Abramović (γεν. 1946), της πρωτοπόρου καλλιτέχνιδας της περφόρμανς που μεγάλωσε στο Βελιγράδι της Σερβίας, το οποίο τότε αποτελούσε μέρος της κομμουνιστικής Γιουγκοσλαβίας. Έχει αφιερώσει τη ζωή της στην εξερεύνηση των ορίων της σωματικής και πνευματικής αντοχής και της σχέσης της με το κοινό της. Η «Κραυγή» συνόδευσε ένα πρότζεκτ στο πάρκο Ekeberg του Όσλο, όπου η Abramović προσκάλεσε 270 πολίτες να δώσουν διέξοδο στα συναισθήματά τους στο ίδιο σημείο όπου ο Edvard Munch δημιούργησε τον ομώνυμο πίνακα, εξηγεί η Morel-Bazin.
«Κανείς δεν αλλάζει από τις εμπειρίες κάποιου άλλου», λέει η Abramović. «Μου αρέσει να δημιουργώ μια πλατφόρμα για αλληλεπιδράσεις, ώστε οι άνθρωποι να μπορούν να βιώσουν κάτι από μόνοι τους».
Ο Horst P. Horst (1906-99) είναι μια συναρπαστική προσωπικότητα. Σπούδασε κοντά στον Walter Gropius, συνεργάστηκε με τον Le Corbusier και στη συνέχεια φωτογράφισε τη μόδα, τους αστέρες του Χόλιγουντ και την αμερικανική υψηλή κοινωνία, καθώς και ανδρικά γυμνά και τη φύση. «Ήταν σχολαστικός», λέει η Morel-Bazin. «Οι φωτογραφίες του είναι σαν πίνακες ζωγραφικής».
Μαζί με το πορτρέτο της Coco Chanel (1937), το οποίο βρίσκεται επίσης στην ηλεκτρονική πώληση, ο κορσές «Mainbocher» (1939) είναι η πιο διάσημη φωτογραφία του: μια όμορφη εικόνα με σουρεαλιστική, ερωτική φόρτιση που σηματοδοτεί μια σημαντική στιγμή στην ιστορία, καθώς ήταν η τελευταία φωτογραφία που τράβηξε ο Horst στο Παρίσι πριν από τον Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο.
«Έφυγα από το στούντιο στις 4 το πρωί, επέστρεψα στο σπίτι, πήρα τις βαλίτσες μου και πήρα το τρένο των 7 π.μ. για τη Χάβρη για να επιβιβαστώ στο "Normandie"», θυμάται. «Όλοι νιώθαμε ότι ο πόλεμος ερχόταν... και ότι η ζωή θα ήταν εντελώς διαφορετική μετά. Αυτή η φωτογραφία... είναι η ουσία εκείνης της στιγμής. Όσο την έβγαζα, σκεφτόμουν όλα αυτά που άφηνα πίσω μου».
Η Lillian Bassman (1917-2012) ήταν κόρη Εβραίων διανοουμένων από την Ουκρανία που είχαν μεταναστεύσει στις ΗΠΑ και μεγάλωσε στο Μπρούκλιν και το Γκρίνουιτς Βίλατζ. Έγινε φωτογράφος μόδας αφού εργάστηκε ως βοηθός καλλιτεχνικού διευθυντή στο «Harper's Bazaar» και ως καλλιτεχνική διευθύντρια στο «Junior Bazaar» υπό τον μέντορά της, Alexey Brodovitch, σε μια εποχή που ήταν ασυνήθιστο για τις γυναίκες να κατέχουν τέτοιες θέσεις.
Η φωτογραφία μόδας της είναι ζωγραφική, πειραματική και ιδιαίτερα χαρακτηριστική. «Υπάρχει πάντα πολλή ποίηση σε αυτήν», λέει η Morel-Bazin. «Όταν βλέπεις μια φωτογραφία της Lillian Bassman, ξέρεις ότι είναι δική της. Η Dorian Leigh ήταν ένα από τα αγαπημένα της μοντέλα».
Μεταξύ εκείνων στους οποίους ανέθεσε έργα η Lillian Bassman ήταν και ο Louis Faurer (1916-2001), ένας πολύ αξιόλογος φωτογράφος που «εξακολουθεί να είναι κάπως άγνωστος, οπότε το έργο του είναι σχετικά προσιτό», λέει η Morel-Bazin.
Τον θυμόμαστε περισσότερο για τις φωτογραφίες δρόμου στη Νέα Υόρκη και τη γενέτειρά του Φιλαδέλφεια. Ο στενός του φίλος, ο φωτογράφος Robert Frank (1924-2019), τον αποκάλεσε «εξαιρετικό καλλιτέχνη» αφού είδε τα πορτρέτα του με τους «μοναχικούς ανθρώπους» της Times Square, ενώ την πειραματική του προσέγγιση θαύμασε και ο Edward Steichen.