ΠΡΟ ΑΜΝΗΜΟΝΕΥΤΩΝ ΕΤΩΝ (τέλη Αυγούστου του 2000) είχα πάρει για το περιοδικό «Symbol» (ένθετο στον «Επενδυτή») μια μικρή διά ζώσης συνέντευξη από τον Μπρους Γουίλις, με διαφορά το πιο διάσημο πρόσωπο που είχα συναντήσει ποτέ από κοντά, με εξαίρεση ίσως λίγα χρόνια πριν, όταν είχα βρεθεί μια ανάσα δίπλα από τη Λένι Ρίφενσταλ (το γράφω και με πιάνει σύγκρυο και υπαρξιακός τρόμος) όταν είχε έρθει για την ελληνική έκδοση της αυτοβιογραφίας της που είχε τίτλο «Άγριος Αιώνας».
Ο Μπρους Γουίλις είχε βρεθεί τότε στην Αθήνα για τα εγκαίνια μαγαζιού της αλυσίδας Planet Hollywood (δεν φτούρησε για πολύ) που είχε λανσάρει ο ίδιος μαζί με τον Σιλβέστερ Σταλόνε και τον Άρνολντ Σβαρτσενέγκερ (το στάτους των οποίων ως σούπερ σταρ ταινιών δράσης είχε καταφέρει, με κάποιο τρόπο και πέρα από κάθε πρόβλεψη, να αποκτήσει και ο ίδιος παρά το μικρό του «δέμας», που έμοιαζε ακόμα πιο μικρό από κοντά), και στο πλαίσιο αυτό είχε δώσει και καναδυό συνεντεύξεις σε επιλεγμένα μέσα.
Σ’ εκείνη την κουβέντα, ήταν ευγενής, συγκρατημένα ευδιάθετος και χωρίς το χαρακτηριστικό σαρκαστικό του μειδίαμα, που ο Τέρι Γκίλιαμ του είχε απαγορεύσει να κάνει στους «Δώδεκα Πιθήκους».
Το πιο άσχημο ίσως είναι ότι λίγο πριν επιβεβαιωθεί αυτή του η κατάσταση, είχε δεχτεί από τους πάντες τόνους χλευασμού για τις ό,τι να ‘ναι ταινίες στις οποίες έπαιζε τα τελευταία χρόνια και για τις ό,τι να ‘ναι ερμηνείες του σ΄ αυτές.
Βρήκα μάλιστα το θάρρος να τον ρωτήσω, αφού του εξέφρασα τον (ειλικρινή) θαυμασμό μου για την ερμηνεία του στην ταινία, αν τον είχε ενοχλήσει το γεγονός ότι τα εύσημα της Ακαδημίας τα είχε κερδίσει ο συμπρωταγωνιστής του Μπραντ Πιτ με την υποψηφιότητα για δεύτερο ανδρικό ρόλο. Δαγκώθηκε, με κοίταξε λίγο στραβά, και για πρώτη φορά στα μάτια, πριν αφεθεί στον πιο σαρκαστικό μορφασμό που μπορούσε.
Αυτή η ανάμνηση ανασύρθηκε τώρα πρόσφατα με την είδηση της οριστικής του αποχώρησης από το σινεμά λόγω της διάγνωσής του με αφασία, πάθηση που εμφανίζεται με διαφορετικές διαβαθμίσεις ανά ασθενή, αλλά η λέξη και μόνο προκαλεί τις πιο δυσοίωνες σκέψεις.
Και το πιο άσχημο ίσως είναι (όχι για τον ίδιον, για εμάς τους υπόλοιπους, που μετά τα δυσάρεστα νέα γεμίσαμε ενοχές) ότι λίγο πριν επιβεβαιωθεί αυτή του η κατάσταση, είχε δεχτεί από τους πάντες τόνους χλευασμού για τις ό,τι να ‘ναι ταινίες στις οποίες έπαιζε τα τελευταία χρόνια και για τις ό,τι να ‘ναι ερμηνείες του σ΄ αυτές.
Λίγο καιρό μάλιστα πριν κοινοποιηθούν τα κακά μαντάτα, τα Χρυσά Βατόμουρα (ο γνωστός θεσμός που «επιβραβεύει» τις χειρότερες ταινίες και ερμηνείες κάθε χρονιάς) είχαν ανακοινώσει, μαζί με τις ετήσιες υποψηφιότητες, ότι αναγκάστηκαν φέτος να θεσμοθετήσουν μια νέα ειδική κατηγορία με τίτλο «Η χειρότερη ερμηνεία του Μπρους Γουίλις για το 2021», αναγνωρίζοντας το έργο του όχι σε μία, ούτε σε δύο, αλλά σε οκτώ κινηματογραφικά «φέσια» της περσινής σεζόν.
Το φθινόπωρο που μας πέρασε επίσης, ο 67χρονος ηθοποιός είχε δεχτεί χοντρό κράξιμο για την «ντροπιαστική» (και τότε αλλά ακόμα περισσότερο εκ των υστέρων) εμφάνισή του σε διαφημιστικό της ρωσικής εταιρείας κινητής τηλεφωνίας MegaFon, στο οποίο δεν συμμετείχε καν με φυσική παρουσία, αλλά έδωσε τη συγκατάθεσή του (έναντι αδράς αμοιβής) να ενσαρκωθεί μέσω της deepfake τεχνολογίας.
Αυτοί που ντράπηκαν πιο πολύ όμως τελικά ήταν οι υπεύθυνοι των «Βατόμουρων», που μετά τα νέα για την υγεία του απέσυραν απολογούμενοι την «τιμητική κατηγορία», ενώ άγνωστο είναι αν εξακολουθεί να προβάλλεται η διαφήμιση στην οποία συμμετείχε μόνο ως πνεύμα ή ως ολόγραμμα στα ρωσικά μέσα (πιθανόν ναι).
Στα τέλη του προηγούμενου μήνα, πάντως, δημοσιεύτηκαν κάποιες φωτογραφίες, εμποτισμένες με την αδιάκριτη θολούρα του τηλεφακού, που τον έδειχναν να συντρώει σε εστιατόριο με φιλικό του πρόσωπο. Φαινόταν καλά. Εν τέλει, όλα τα υπόλοιπα δεν είχαν πια και τόση σημασία.