Για την πρώτη μου μεγάλου μήκους ταινία αναζητούσα έναν οριοθετημένο χώρο, τον οποίο θα μπορούσα να εξερευνήσω κινηματογραφικά.
Η ιδέα ήταν να παρατηρήσω με την κάμερα την καθημερινότητα των χορευτών, να εισέλθω στο μικρόκοσμό τους και να τον παρατηρήσω σε βάθος χρόνου με κινηματογραφικούς όρους.
Καθοριστική ήταν η πρόσβαση και η στήριξη που μου παρείχαν ο καλλιτεχνικός διευθυντής της Εθνικής Λυρικής Σκηνής, Γιώργος Κουμεντάκης, ο διευθυντής του Μπαλέτου της Κωνσταντίνος Ρήγος καθώς και οι ίδιοι οι χορευτές. Πρόκειται για έναν θεσμό με κανόνες και ιεραρχία.
Κάλυψα σχεδόν μία ολόκληρη καλλιτεχνική σεζόν, το 2019. Σε διάστημα 8-10 μηνών τράβηξα 220 ώρες υλικού. Αφηγηματικό άξονα αποτελεί η προετοιμασία τριών παραγωγών: της «Λίμνης των Κύκνων» σε χορογραφία του Κωνσταντίνου Ρήγου, του «Herrumbre» του Νάτσο Ντουάτο (φημισμένος Ισπανός χορογράφος) και της «Ιεροτελεστίας της Άνοιξης» που έφτιαξε ο Δάφνις Κόκκινος (υπήρξε χορευτής και συνεργάτης της Πίνα Μπάους).
Τίποτα δεν ήταν προσχεδιασμένο: ούτε η δομή της ταινίας ούτε τα νοήματά της. Τα πάντα προέκυψαν κατά τη διαδικασία του μοντάζ, το οποίο ολοκλήρωσα ο ίδιος μέσα σε έναν χρόνο. Το σενάριο, λοιπόν, γράφτηκε στο μοντάζ, όχι από πριν, όπως συμβαίνει στη μυθοπλασία.
Κατά τα γυρίσματα προέκυψαν τα εξής ερωτήματα: πώς θα κινηματογραφήσω τον χορό; Πώς θα καταγράψω το ανθρώπινο σώμα; Πριν αρχίσω το γύρισμα έβαλα κάποιους δημιουργικούς περιορισμούς. Επέλεξα μονοπλάνα και ολόκληρα αποσπάσματα από τις χορογραφίες. Επιπλέον, φρόντιζα να καταγράφω πάντα ολόκληρο το ανθρώπινο σώμα (με ευρυγώνιο φακό), δεν το έσπασα σε μικρά κομμάτια, όπως συνηθίζεται να κινηματογραφείται ο χορός στην τηλεόραση ή στον κινηματογράφο. Ήθελα να σεβαστώ τη χορογραφία και την κίνηση του χορευτή, να μην την καπελώσω με σκηνοθετικά και μονταζιακά τρικ.
Κατά το γύρισμα ήμουν δεκτικός με ενστικτώδη και ζωώδη τρόπο στο πώς κινούνταν και ανέπνεαν οι χορευτές.
Η κάμερα κινηματογραφεί μετωπικά το περιβάλλον, δεν παρεμβαίνει ποτέ και παρατηρεί από απόσταση και ψύχραιμα όσα διαδραματίζονται μπροστά της. Δεν υπάρχουν συνεντεύξεις ούτε voice over αφηγητής. Η ταινία παραπέμπει περισσότερο σε μυθοπλασία παρά σε ντοκιμαντέρ, ενώ η τεκμηρίωση προκύπτει από τη δράση που έχει καταγράψει η κάμερα. Δεν πρόκειται, λοιπόν, για οπτικοποίηση γραπτού λόγου (ενός προσχεδιαμένου σεναρίου) με εικόνες και πλάνα, όπως συμβαίνει συνήθως στα τηλεοπτικά ντοκιμαντέρ.
Υπάρχει έντονο το στοιχείο της αφαίρεσης και του αναστοχασμού. Η αποσπασματική γραφή της ταινίας, μέσω των σεκάνς και των μονοπλάνων, επιτρέπει στον θεατή να έχει συμμετοχικό ρόλο στο φιλμ. Αυτός είναι ο στόχος.
Στην ταινία συνυπάρχουν δύο επίπεδα: η κινηματογραφική, δηλαδή η αφηρημένη διάσταση, π.χ. ο εσωτερικός χώρος και χρόνος του χορευτή, και η πραγματολογική διάσταση: για παράδειγμα, μέσα από μια σύσκεψη του Δ.Σ. της ΕΛΣ, που είχα την τύχη να τραβήξω, ενημερωνόμαστε για το συνταξιοδοτικό αδιέξοδο των χορευτών.
Το γύρισμα αποτέλεσε, λοιπόν, και την έρευνά μου. Από αυτό θα προέκυπτε το υλικό για να χτίσω την ταινία.
Τίποτα δεν ήταν προσχεδιασμένο: ούτε η δομή της ταινίας ούτε τα νοήματά της. Τα πάντα προέκυψαν κατά τη διαδικασία του μοντάζ, το οποίο ολοκλήρωσα ο ίδιος μέσα σε έναν χρόνο. Το σενάριο λοιπόν γράφτηκε στο μοντάζ, όχι από πριν, όπως συμβαίνει στη μυθοπλασία.
Στα γυρίσματα επιχείρησα να οργανώσω το τυχαίο. Προσπάθησα να δώσω μεγάλη προσοχή στη μοναδικότητα της στιγμής, να την αποσπάσω από το σύνολο. «Να κάνεις ορατό αυτό, που χωρίς εσένα, ενδεχομένως δεν θα έβλεπε κανείς», έλεγε ο Ρομπέρ Μπρεσόν.
Κατά το γύρισμα, αλλά και κατά τη διαδικασία του μοντάζ, προσπαθούσα να βρω σκηνές που θα μου επιτρέψουν να υπερβώ τα όρια της άμεσης πραγματικότητας.
Επιπλέον επιχείρησα να καταγράψω την αθέατη και ανθρώπινη αλληλεπίδραση ανάμεσα στους χορευτές, τους χορογράφους και όλους τους συντελεστές που υποστηρίζουν το έργο και τη λειτουργία αυτού του θεσμού.
Στο γύρισμα δεν συνοδευόμουν από συνεργείο ή ηχολήπτη, όπως συνηθίζεται. Είχα αναλάβει τα πάντα ο ίδιος, την κάμερα και τον ήχο, καθώς ήθελα να έχω διακριτική παρουσία στους χώρους της Λυρικής. Σε καμία περίπτωση δεν ήθελα να παρεμποδίσω τη λειτουργία της ή τους χορευτές.
Οι προβολές θα πραγματοποιηθούν με την παρουσία συντελεστών του Μπαλέτου της Εθνικής Λυρικής Σκηνής.
Ημερομηνίες προβολών: Πέμπτη 27 Απριλίου στις 20:00 // Σάββατο 29 Απριλίου στις 16:00 // Κυριακή 30 στις 16:00 στις 16:00